ΠΩΣ Η ΑΠΩΛΕΙΑ ΟΣΦΡΗΣΗΣ «ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ» ΤΗΝ ΑΝΟΙΑ
Η απώλεια όσφρησης δεν σχετίζεται μόνο με τον κορονοϊό. Όπως φαίνεται, μπορεί να προβλέψει την απώλεια της γνωστικής μας λειτουργίας.
H Covid-19 μας έμαθε να εκτιμάμε λίγο παραπάνω την όσφρησή μας, μιας και η απώλειά της είναι ένα από τα κοινά συμπτώματα της λοίμωξης από τον κορονοϊό.
Αν και συχνά υποτιμούμε αυτή την αίσθηση, η ικανότητά μας να μυρίζουμε παρέχει στον εγκέφαλο σημαντικότατες πληροφορίες. Μας βοηθά, για παράδειγμα, να εντοπίσουμε έναν πιθανό κίνδυνο, όπως τον καπνό μιας φωτιάς ή τη μυρωδιά ενός χαλασμένου τροφίμου. «Από όλες τις ανθρώπινες αισθήσεις, η όσφρηση είναι η πιο υποτιμημένη μέχρι να χαθεί», είχε δηλώσει παλαιότερα ο Jayant Pinto, αναπληρωτής καθηγητής χειρουργικής στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο.
Η σχέση όσφρησης και θνησιμότητας
Σε δημοσίευσή του στο περιοδικό PLOS ONE, ο Pinto είχε ασχοληθεί την αίσθηση της όσφρησης ως δείκτη επιδείνωσης της υγείας ηλικιωμένων. Τα ευρήματά του υποστήριζαν ότι η αδυναμία αναγνώρισης οσμών αποτελεί ισχυρό προγνωστικό παράγοντα θανάτου μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια. Σύμφωνα με τα στοιχεία, το 39% των συμμετεχόντων που απέτυχαν σε ένα απλό τεστ όσφρησης πέθαναν κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, σε σύγκριση με το 19% εκείνων με μέτρια απώλεια και το 10% εκείνων χωρίς προβλήματα.
Η οσφρητική δυσλειτουργία (η μειωμένη ή αλλοιωμένη αίσθηση της όσφρησης) ήταν καλύτερος δείκτης όσον αφορά την πρόβλεψη της θνησιμότητας σε σχέση με τη διάγνωση καρδιακής ανεπάρκειας, καρκίνου ή πνευμονικής νόσου.
«Πιστεύουμε ότι η απώλεια της όσφρησης [σ.σ. ο επιστημονικός όρος είναι ανοσμία] είναι σαν το καναρίνι στο ανθρακωρυχείο. Δεν προκαλεί άμεσα θάνατο, αλλά είναι μια έγκαιρη προειδοποίηση ότι κάτι έχει πάει στραβά», είχε εξηγήσει.
Η απώλεια όσφρησης και η γνωστική μας λειτουργία
Όμως, υπάρχει ακόμα ένας λόγος για να εκτιμήσουμε τη μύτη μας (ό,τι σχήμα κι αν έχει). Ερευνητές από το University of Chicago Medicine με επικεφαλής τον Pinto ανακάλυψαν ότι η μείωση της όσφρησης ενός ατόμου με την πάροδο του χρόνου μπορεί να προβλέψει την απώλεια της γνωστικής του λειτουργίας, καθώς και να προβλέψει δομικές αλλαγές σε περιοχές του εγκεφάλου που είναι σημαντικές για τη νόσο του Αλτσχάιμερ και την άνοια.
«Αυτή η μελέτη παρέχει μια ακόμα ένδειξη για το πώς η γρήγορη έκπτωση της αίσθησης της όσφρησης είναι ένας καλός δείκτης του τι πρόκειται να συμβεί δομικά σε συγκεκριμένες περιοχές του εγκεφάλου», δήλωσε ο επικεφαλής.
Η μνήμη παίζει σημαντικό ρόλο στην ικανότητά μας να αναγνωρίζουμε μυρωδιές και οι ερευνητές γνωρίζουν τη σχέση μεταξύ όσφρησης και άνοιας. Η συσσώρευση πλακών β αμυλοειδούς και οι νευροϊνιδιακοί σχηματισμοί, που χαρακτηρίζουν έναν ιστό που έχει προσβληθεί από τη νόσο του Αλτσχάιμερ εμφανίζονται συχνά σε περιοχές που σχετίζονται με την όσφρηση και τη μνήμη, πριν αναπτυχθούν σε άλλα μέρη του εγκεφάλου.
«Θέλαμε να δούμε αν τα άτομα με ραγδαία απώλεια όσφρησης θα ήταν σε χειρότερη κατάσταση και θα είχαν περισσότερες πιθανότητες εμφάνισης εγκεφαλικών προβλημάτων σε σχέση με τα άτομα χωρίς ή με σταδιακή απώλεια», είπε η Rachel Pacyna, βασική συγγραφέας της μελέτης.
Οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι η ταχεία μείωση της όσφρησης σε μια περίοδο φυσιολογικής γνωστικής λειτουργίας προέβλεπε αρκετά χαρακτηριστικά της νόσου Αλτσχάιμερ. «Καταφέραμε να δείξουμε ότι ο όγκος και το σχήμα της φαιάς ουσίας σε οσφρητικές και σχετιζόμενες με τη μνήμη περιοχές του εγκεφάλου των συγκεκριμένων ατόμων ήταν μικρότερα σε σύγκριση με άτομα που δεν είχαν τόσο σοβαρή οσφρητική εκπτώση», είπε ο Pinto.
Προληπτικές εξετάσεις
«Εάν μπορούσαμε να εντοπίσουμε από νωρίς άτομα ηλικίας 40, 50 και 60 ετών που διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο, θα είχαμε αρκετές πληροφορίες για να τους εγγράψουμε σε κλινικές δοκιμές και να αναπτύξουμε καλύτερα φάρμακα», είπε η Pacyna.
Τα ευρήματα, βασισμένα σε μια διαχρονική μελέτη 515 ηλικιωμένων που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Alzheimer's & Dementia: The Journal of the Alzheimer's Association, θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην ανάπτυξη μιας γρήγορης και φθηνής προληπτικής εξέτασης (smell-test screening) για την έγκαιρη ανίχνευση γνωστικής εξασθένησης σε ασθενείς.