ΥΠΟΧΟΝΔΡΙΑΣΗ: ΟΣΑ ΜΟΥ ΣΤΕΡΗΣΕ ΚΑΙ ΟΣΑ ΜΟΥ ΕΜΑΘΕ
Μήπως περνάς τις μέρες σου γκουγκλάροντας και το παραμικρό σύμπτωμα που αισθάνεσαι; Είναι η ατζέντα σου είναι γεμάτη με ραντεβού σε γιατρούς και μόλις βήχει κάποιος δίπλα σου, νιώθεις μια ακατανίκητη επιθυμία να τον λούσεις με αντισηπτικό; Αποτελεί η υποχονδρίαση μέρος της ζωής σου; Αν ναι, τότε ίσως αυτό το άρθρο έχει κάτι να σου πει.
Όταν ξέσπασε η πανδημία του Covid, μου συνέβη το εξής παράδοξο: μέσα σε όλη την επιβεβλημένη απομόνωση που επικρατούσε, εγώ ένιωσα πρώτη φορά πως οι άνθρωποι ήρθαν πιο κοντά μου, πιο κοντά στον τρόπο που ζούσα και σκεφτόμουν επί σχεδόν ένα χρόνο. Ήταν κάπου το 2019 όταν, μετά από κάποιες απανωτές ιώσεις που με είχαν ταλαιπωρήσει αρκετά, η ασθένεια άρχισε να γίνεται σχεδόν κανονικότητα για μένα. οι αντιβιώσεις, οι πόνοι, οι πυρετοί είχαν πάρει τη θέση της βόλτας, των παραγωγικών ωρών και των συναναστροφών με φίλους. Στην πραγματικότητα δεν συνέτρεχε κανένας σοβαρός λόγος να ανησυχήσω. Είχα περάσει μια περίοδο έντονης κόπωσης και στρες και το ανοσοποιητικό μου είχε σηκώσει τα χέρια ψηλά. Κάπου όμως μέσα σ' αυτήν τη συνθήκη, η αρρωστοφοβία ή αλλιώς υποχονδρίαση, κατά την επιστημονική της ονομασία, βρήκε μια θαυμάσια ευκαιρία να καθίσει στο τιμόνι και να αρχίσει να ελέγχει πλήρως τους περισσότερους τομείς της ζωής μου.
Ξεκίνησα με το αποφεύγω οποιονδήποτε είχε και το παραμικρό σύμπτωμα κρυολογήματος ή γενικώς κάποιας μεταδοτικής ασθένειας και ύστερα έκοψα εντελώς όλες τις κοινωνικές μου επαφές, επιβάλλοντάς μου έναν εκούσιο εγκλεισμό. Ενώ οι συνομήλικοί μου, ξυπνούσαν και σκεφτόντουσαν τι μαθήματα έχουμε στη σχολή, πού θα βγουν το βράδυ και αν τους απάντησε στο Instagram αυτό το αγόρι ή εκείνη η κοπέλα, εγώ σκεφτόμουν μονάχα ένα πράγμα: Τι αρρώστια έχω σήμερα;
Αυτός ήταν ένας εξαιρετικά επιτυχής τρόπος να μπω σε έναν ατέλειωτο φαύλο κύκλο. Το μυαλό μου, εφόσον το έβαζα εξαρχής στη διαδικασία να βρει μια ασθένεια, την έβρισκε πάντα και εμφάνιζε μαζί και τα υπόλοιπα συμπτώματα που την συνόδευαν. Πότε ήταν ένα σπυράκι που ήμουν βέβαιη πως είναι καρκίνος, πότε ένας πόνος στην κοιλιά που ορκιζόμουν πως έχρηζε επέμβασης και άλλοτε μια κρίση άγχους που με έστελνε κατευθείαν στον καρδιολόγο.
Όλες αυτές οι επισκέψεις στους γιατρούς, αντί να με καθησυχάζουν, επέτειναν το άγχος μου με αποτέλεσμα να εμφανίζονται νέα ψυχοσωματικά. Ακόμα και όταν προσπαθούσα να μου αποσπάσω την προσοχή με κάποια ταινία ή ένα βιβλίο, η παραμικρή αναφορά που θα γινόταν σε κάποια ασθένεια, με επανέφερε στην πραγματικότητα που είχα πλάσει. Αν ήταν δε, κάποια ασθένεια που δεν γνώριζα, έσπευδα να την ψάξω και μέσα σε λίγα λεπτά ήμουν βέβαιη πως νοσώ.
Η όλη κατάσταση είχε γίνει τόσο δυσλειτουργική που ήταν η πρώτη φορά που ευχήθηκα να μπορούσα να «αλλάξω» το μυαλό μου, όπως αλλάζουμε μια λάμπα που έχει καεί και προκαλεί απανωτά βραχυκυκλώματα.
Και μετά, ήρθε ο covid!
Ο εγκλεισμός και η καραντίνα ως «κανονικότητα»
Με την εμφάνιση της πανδημίας, τα lockdowns, τη συνεχή ενημέρωση, και ενίοτε καταστροφολογία, των ΜΜΕ, οι περισσότεροι άνθρωποι απέκτησαν είτε λίγο είτε πολύ, το λεγόμενο άγχος υγείας. Ο ήχος ενός βήχα ισοδυναμούσε με ήχο πιστολιού, το παραμικρό σύμπτωμα σε έκανε να χλομιάζεις και να απευθύνεσαι στον γιατρό σου ή στο google, ενώ το αντισηπτικό είχε γίνει προέκταση του χεριού μας.
Ο μεγαλύτερός μου φόβος έμοιαζε να πραγματοποιείται, παρόλα ταύτα εγώ ένιωθα πως επιτέλους δικαιώνομαι! Οι φοβίες μου δεν ήταν πια «υστερίες» και υπερβολές, ενώ ταυτόχρονα είχαν όλοι υιοθετήσει τον αποστειρωμένο τρόπο ζωής που διήγα εδώ και καιρό. Τώρα πια, είχα ένα ατράνταχτο άλλοθι να είμαι σπίτι και να μην εργάζομαι και κατάλαβα δυστυχώς πόση αλήθεια κρύβει μέσα του εκείνο το αργία μήτηρ πάσης κακίας.
Έχοντας άπλετο, χρόνο άφησα το μυαλό μου να βυθίζεται σε έναν ωκεανό υπερανάλυσης κάθε αρνητικής σκέψης, η οποία ελλείψει οποιασδήποτε ασχολίας, γιγαντωνόταν μέχρι που με έκανε να μοιάζω αδύναμη και εντελώς απροστάτευτη απέναντί της.
Όταν η πανδημία αποτέλεσε πια παρελθόν, όταν οι άνθρωποι άρχισαν να διασκεδάζουν, να εργάζονται, να ερωτεύονται, να ζουν εν γένει, εγώ έμεινα πίσω, κρατώντας πεισματικά τις μάσκες και τα αντισηπτικά μου, σαν παιδάκι που δεν βρίσκει κανέναν να μοιραστεί τα παιχνίδια του. Κάπου εκεί, αποφάσισα να ζητήσω βοήθεια.
Πώς με βοήθησε η ψυχοθεραπεία με την υποχονδρίαση
Ίσως να υποθέτει κανείς ότι σε όλο αυτό ήμουν μόνη, ότι με εγκατέλειψαν φίλοι και συγγενείς στο έλεος της φοβίας μου. Στην πραγματικότητα, οι άνθρωποί μου ήταν ο λόγος που αποφάσισα να με πιάσω απ' το χέρι και να με οδηγήσω στο γραφείο ενός ψυχολόγου. Το ταξίδι της ψυχοθεραπείας που ξεκίνησε με αφορμή την υποχονδρίαση μου και τη δυσλειτουργική μου καθημερινότητα, κατέληξε να είναι μια από τις σημαντικότερες εμπειρίες που μου έχω χαρίσει.
Όσο διήρκεσε η έντονη φάση της υποχονδρίασής μου, όπως είναι αναμενόμενο, δεν ήμουν η καλύτερη παρέα. Ακύρωνα σχέδια για ταξίδια και εκδρομές τελευταία στιγμή, γιατί πίστευα πως κάτι θα μου συμβεί και τις περισσότερες φορές που με πίεζα να βγω, οι παρέες μου έβλεπαν μια εκδοχή του εαυτού μου σκυθρωπή, άκεφη και συχνά πανικοβλημένη, που σε τίποτα δεν θύμιζε τη φίλη τους. Παρ' όλ' αυτά, δεν ένιωσα σχεδόν ποτέ τους ανθρώπους που είχα δίπλα μου, ούτε να δυσανασχετούν, ούτε να με κατακρίνουν. Αντίθετα, έδειξαν κατανόηση, υπομονή και ενσυναίσθηση.
Εδώ θα ήθελα να απευθύνω μια παράκληση στους φίλους, συντρόφους, συγγενείς ενός ανθρώπου που υποφέρει από αυτό το καταλυτικό άγχος υγείας ή αλλιώς από υποχονδρίαση: αισθανόμαστε ήδη αρκετά μόνοι, καθώς βιώνουμε συμπτώματα που κανείς δεν αναγνωρίζει ως παθολογικά, αλλά ταυτόχρονα το σώμα μας τα βιώνει ως πέρα για πέρα αληθινά.
Αν θέλεις να βοηθήσεις, προσπάθησε να ακούσεις, να καταλάβεις και να καθησυχάσεις. Μπορεί να χρειαστεί μια φορά να έρθεις μαζί μου σε πέντε διαφορετικούς γιατρούς, ή μια άλλη να κάνεις ό,τι τεστ γρίπης κυκλοφορεί στα φαρμακεία προτού σε συναντήσω. Δεν λέω πως πρέπει να προσαρμόσεις τη ζωή σου στο δικό μου άγχος, λέω απλώς πως αν παραμείνεις δίπλα μου, αν με επαναφέρεις με υπομονή και επιμονή στη λογική, όσο είναι δυνατόν, έχω πολλές παραπάνω πιθανότητες να ζητήσω την οποιαδήποτε βοήθεια και να ξαναπάρω τη ζωή μου στα χέρια μου. Και πίστεψε με, αυτό είναι κάτι που δεν το θέλει και δεν το λαχταρά κανείς, όσο εγώ.