ΑΥΤΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΛΟΓΟΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΧΟΥΜΕ ΑΡΚΕΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Το πρόβλημα με τις ελλείψεις σε φάρμακα είναι μεν παγκόσμιο, ωστόσο στην Ελλάδα η κατάσταση φαίνεται να καθορίζεται από έναν βασικό παράγοντα: το κέρδος.
Το δεδομένο είναι πως ελλείψεις σε φάρμακα υπάρχουν παγκοσμίως (και δη όσων αφορούν το αναπνευστικό). Οι ανάγκες που έχουν προκύψει είναι τεράστιες. Ίσως οι περισσότερες που υπήρχαν ποτέ στη σύγχρονη ιστορία της ανθρωπότητας.
Ζούμε στην εποχή της συνύπαρξης του SARS-CoV-2, του ιού της γρίπης και του RSV (συνθήκη που αναφέρεται ως τριδημία), με τον οργανισμό μας να πλήττεται και από διάφορες άλλες σοβαρές λοιμώξεις.
Ο λόγος που έχουμε γίνει έρμαια ιών δεν είναι ότι έχει αποδυναμωθεί το ανοσοποιητικό μας σύστημα, μετά τον διετή εγκλεισμό και τη χρήση μάσκας που μας προστάτευαν από τους κύριους «εχθρούς» (Covid-19 και γρίπη). Ο λόγος έχει να κάνει με την εξέλιξη των ιών στη διετία ήμασταν που κατά κύριο λόγο στα σπίτια μας, με τους επιστήμονες να τη «χάνουν», αφού είχαν επικεντρωθεί στην επιβίωση από τον κορονοϊό.
Όπως έχουν διευκρινίσει οι επιδημιολόγοι, το ανοσοποιητικό δεν είναι μυς και ως εκ τούτου δεν ατροφεί όταν δεν χρησιμοποιείται. Πέραν των ιών που μπαίνουν στον οργανισμό μας διά της αναπνευστικής οδού, υπάρχουν και άλλοι, που κάνουν την είσοδο μέσω του δέρματος ή των τροφίμων. Άρα, ο «μηχανισμός» εξακολουθεί να είναι σε λειτουργία. Ίσως όχι πλήρως, αλλά λειτουργεί.
Τα φάρμακα και ο μύθος του «νέου προβλήματος»
Σύμφωνα με δηλώσεις που έκανε στο Euronews η Ilaria Passarani, Γενική Γραμματέας της Ένωσης που εκπροσωπεί τους φαρμακοποιούς της Ε.Ε. (Pharmaceutical Group of the European Union),το φαινόμενο με τις ελλείψεις σε φάρμακα υπάρχει έντονα στην Ευρώπη συνολικά την τελευταία οκταετία. Επιδεινώθηκε με τον SARS-CoV-2 και την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.
«Η κατάσταση ήταν πολύ κακή όλα αυτά τα χρόνια σε όλες τις χώρες και επηρεάζει όλους τους τύπους των φαρμάκων», επισήμανε χαρακτηριστικά, προσθέτοντας ότι «υπάρχουν θεμελιώδεις αιτίες που οδηγούν αυτήν την τάση, όπως υπάρχουν και πιο περιστασιακές. Η πρώτη αιτία της παγκόσμιας έλλειψης φαρμάκων είναι η παγκοσμιοποίηση της παραγωγής τους, η οποία περιλαμβάνει διάφορα στάδια που εκτελούνται σε πολλαπλές τοποθεσίες σε όλο τον κόσμο».
Για την ιστορία, να αναφέρουμε στις ΗΠΑ είχε αναφερθεί κρίση έλλειψης φαρμάκων από το 2011.
Γιατί δεν έχουμε αρκετά φάρμακα
Η Κίνα και η Ινδία εκτιμάται ότι παράγουν μεταξύ 60 έως 80% των παγκόσμιων ενεργών φαρμακευτικών συστατικών (βλ. δραστικές ουσίες, δηλαδή η πρώτη ύλη για τα φάρμακα). Αυτή η συγκέντρωση της αγοράς σε δύο χώρες –στις οποίες ζουν και οι περισσότεροι άνθρωποι στον πλανήτη– προφανώς ενέχει κινδύνους.
«Εάν υπάρξει πρόβλημα με έναν συγκεκριμένο παραγωγό, τότε προκύπτει έλλειψη παγκοσμίως», ξεκαθαρίζει η Ilaria Passarani.
Αυτή τη στιγμή, όπως εξηγεί στο OW φαρμακοποιός, υπάρχει έλλειψη δραστικών ουσιών και στις δύο χώρες. Ειδικά αυτή που παρατηρείται στην Ινδία είναι τεράστια. «Είναι και φυσικό επόμενο των αναγκών που χρειάστηκε να καλυφθούν για να επιβιώσουμε του κορονοϊού», επισημαίνει. «Η μεγαλύτερη έλλειψη υπάρχει στην πρώτη ύλη για τα αναπνευστικά φάρμακα, τα εισπνεόμενα. Η κατάσταση έχει φτάσει σε σημείο να έχει εξελιχθεί και η συγκεκριμένη αγορά σε χρηματιστήριο».
Εν τω μεταξύ, δεν αποκλείεται ποτέ το ενδεχόμενο να αποφασίσει ένας κατασκευαστής να σταματήσει να παράγει ένα προϊόν, όταν δεν είναι πλέον αρκετά κερδοφόρο. Έτσι, αφήνει τους αγοραστές με πολύ λίγες εναλλακτικές λύσεις.
Ένα άλλο σύνηθες θέμα είναι τα προβλήματα στην ποιότητα κατασκευής – που υπήρχαν πάντα αλλά κανείς δεν τα ήξερε, αφού δεν έφταναν σε εμάς τους καταναλωτές. Η γενικότερη αναστάτωση της πανδημίας (με έλλειψη εργατικού δυναμικού και τις γενικότερες προκλήσεις στην αλυσίδα εφοδιασμού) επιδείνωσε και αυτήν την συνθήκη.
Η αλυσίδα ανεφοδιασμού
Θα μείνουμε λίγο στην αλυσίδα εφοδιασμού. Όπως κατέστη σαφές την τελευταία τριετία, εάν προκύψει οποιοδήποτε σφάλμα στη διαδικασία αυτή, προκαλείται γενικότερη αναστάτωση. Για παράδειγμα, μια –έστω και μικρή– καθυστέρηση στην παραγωγή, οδηγεί σε επιπλέον καθυστέρηση στην παράδοση, όπως συμβαίνει γενικά με ό,τι άλλο παράγεται και διατίθεται από όταν εμφανίστηκε στη ζωή μας η Covid-19.
«Το πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε στην ιατρική είναι το ίδιο με εκείνο που προέκυψε στα microchips», εξήγησε χαρακτηριστικά η κ. Passarani, αναφερόμενη στο θέμα που έχει προκύψει με την παραγωγή αυτοκινήτων, smartphones και των λοιπών «έξυπνων» συσκευών. «Αλλά τα φάρμακα δεν είναι όπως κανένα άλλο αγαθό και η έλλειψη μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την ασφάλεια των ασθενών».
Στη λίστα με όσα κάνουν δύσκολη την παραγωγή φαρμάκων σε επαρκείς ποσότητες προστέθηκε πέρυσι ο πόλεμος στην Ουκρανία και η συνακόλουθη ενεργειακή κρίση, με τη φαρμακοβιομηχανία να πλήττεται από τον υψηλό πληθωρισμό όπως και κάθε άλλος κλάδος. Η σύγκρουση οδήγησε σε υψηλότερο ενεργειακό κόστος και ακριβότερες πρώτες ύλες για τους κατασκευαστές.
Τέλος, όσο επιμένει να υπάρχει ανάμεσα μας ο Covid-19, «επιστρέφουν άλλες ασθένειες που… κρατούσαν χαμηλό προφίλ εν μέσω των περιορισμών της καραντίνας», θύμισε η κυρία Passarani.
Σε κάθε χώρα λείπουν άλλα φάρμακα
Στη Μεγάλη Βρετανία δεν υπάρχει Αμοξυκιλλίνη, ένα από τα αντιβιοτικά που συνταγογραφούνται πιο συχνά σε παιδιά που έχουν λοιμώξεις, όπως αυτή από στρεπτόκοκκο Α, που είναι σε «άνθηση». Προηγήθηκε η έλλειψη σε ορισμένα φάρμακα για τον διαβήτη και ένα που συνταγογραφείται για ψυχιατρικές παθήσεις όπως η σχιζοφρένεια, η διπολική διαταραχή και ο σοβαρός αυτισμός.
Στη Γαλλία, η έλλειψη παρακεταμόλης έχει οδηγήσει το κράτος στην οδηγία να μην πωλούν οι φαρμακοποιοί περισσότερα από δύο κουτιά ανά ασθενή. Έχουν επίσης αναφερθεί περιορισμένες προμήθειες για ορισμένα φάρμακα για τον διαβήτη.
Στην Ιρλανδία, περισσότερα από 180 προϊόντα ήταν σε έλλειψη τον Σεπτέμβριο, ενώ στις ΗΠΑ δεν βρίσκουν φάρμακα που έχουν ανάγκη οι ασθενείς με διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ). Οι καθυστερήσεις παραγωγής, η υπερσυνταγογράφηση, οι κανονισμοί και η υψηλή ζήτηση αναφέρονται ως αιτίες.
Το πρόβλημα στην Ελλάδα είναι το κέρδος
Η βασικότερη αιτία των ελλείψεων σε συνολικά 232 κωδικούς στην Ελλάδα, είναι η –βάσει νομοθεσίας– χαμηλή τιμή. Όπως διαβεβαιώνουν το OW φαρμακοποιοί, το νέο δελτίο που θα βγει θα είναι ακόμα πιο φθηνό. Γιατί όμως αυτό είναι πρόβλημα; Γιατί «οι φαρμακοβιομηχανίες προτιμούν να εξάγουν ακόμα περισσότερες ποσότητες, ώστε να έχουν ακόμα μεγαλύτερο κέρδος».
Το κέρδος λοιπόν είναι ο Νο 1 λόγος που δεν έχουμε φάρμακα. Τι μπορεί να γίνει; «Πρέπει να γίνει συνολική προσπάθεια: να δουν ποιες χώρες χρησιμοποιούν την Ελλάδα ως χώρα αναφοράς, να δουν τι τιμές έχουν και μετά να φτιάξουμε εμείς τις τιμές κατά τρόπο που να μη συμφέρει να συνεχίσει να γίνεται ό,τι γίνεται».
Η χώρα που μας προτιμά όσο καμία άλλη είναι η Μεγάλη Βρετανία. Βλέπεις, οι τιμές των ελληνικών φαρμάκων στην Ε.Ε. διαμορφώνονται με βάση την τιμή που διατίθενται στη χώρα μας. Η Μεγάλη Βρετανία όμως δεν είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οπότε το κέρδος γίνεται τεράστιο.
Στην Ε.Ε. ανήκει βέβαια και η Γαλλία, που επίσης αγοράζει σε μεγάλες ποσότητες από την Ελλάδα και πουλάει σε διαφορετικές τιμές. Όχι εξωφρενικά πιο υψηλές, αλλά σίγουρα υψηλότερες.
Τι κάνει το κράτος στην Ελλάδα;
Τι έχει να πει για όλα αυτά το κράτος; Τίποτα, επί της ουσίας, αφού εστιάζει στο θέμα των πολλών εξαγωγών.
Ειρήσθω εν παρόδω, «το ΙΦΕΤ (Ινστιτούτο Φαρμακευτικής Έρευνας & Τεχνολογίας), που είναι θυγατρική εταιρεία του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων (ΕΟΦ) και οφείλει να διαπιστώνει τις ελλείψεις έγκαιρα και να τις καλύπτει με εισαγωγές, φυτοζωεί. Υπολειτουργεί».
Οπότε όλα είναι λάθος, μολονότι το Υπουργείο Υγείας επιμένει πως «η χώρα μας έχει προβεί στη λήψη όλων των απαραίτητων μέτρων ώστε το παγκόσμιο πρόβλημα της έλλειψης συγκεκριμένων δραστικών ουσιών να αντιμετωπιστεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο». Όπως γίνεται ξεκάθαρο, η «λήψη των απαραίτητων μέτρων» ήταν πάρα πολύ καθυστερημένη. Θα μπορούσε να είναι έγκαιρη, εάν λειτουργούσε ως όφειλε το ΙΦΕΤ.
Την ίδια ώρα, η Πανελλήνια Ένωση Φαρμακοβιομηχανίας (ΠΕΦ) ενημερώνει πως «αυτήν την ώρα, 42 ελληνικά εργοστάσια παραγωγής φαρμάκων λειτουργούν νυχθημερόν με πλήρη δυναμικότητα, για να καλύψουν τις ανάγκες των Ελλήνων ασθενών. Η ελληνική παραγωγή συνεχίζεται αδιάκοπα, παρά το αντίξοο περιβάλλον που συνθέτουν οι συνεχείς μειώσεις τιμών στα παλιά φάρμακα, το τεράστιο clawback και η υπερφορολόγηση που φθάνει το 70%, η αύξηση του κόστους παραγωγής και ο υψηλός πληθωρισμός. Τονίζουμε ότι οι επιβαρύνσεις αυτές απορροφώνται εξ ολοκλήρου από τις φαρμακοβιομηχανίες και δεν μετακυλίονται στους ασθενείς».
Επειδή δεν είσαι υποχρεωμένος/υποχρεωμένη να γνωρίζεις, το clawback είναι η επιστροφή χρηματικού ποσού από τις φαρμακευτικές εταιρίες προς το δημόσιο (συγκεκριμένα προς τον ΕΟΠΥΥ ή/και το Υπουργείο Υγείας). Όπως αναφέρει η Γενική Γραμματεία Έρευνας και Καινοτομίας, «προκύπτει ετησίως, από την υπέρβαση του προκαταβολικά προκαθορισμένου ορίου του προϋπολογισμού της φαρμακευτικής δαπάνης του ΕΟΠΥΥ και της νοσοκομειακής φαρμακευτικής δαπάνης».
Η ΠΕΦ τόνισε και ότι «στην Ελλάδα είμαστε σε πολύ καλύτερη θέση από άλλες χώρες της Ευρώπης λόγω της ύπαρξης εγχώριας παραγωγής. Από τον φετινό Σεπτέμβριο και μέχρι τον Νοέμβριο, οι ελληνικές φαρμακοβιομηχανίες παρήγαγαν περισσότερες από 25 εκατ. συσκευασίες φαρμάκων κάθε μήνα. Εάν δεν είχε γίνει αυτό, σήμερα θα αντιμετωπίζαμε τεράστιες ελλείψεις ακόμη και σε φάρμακα χρονιών παθήσεων όπως αντιλιπιδαιμικά, αντιυπερτασικά και φάρμακα για την καρδιακή ανεπάρκεια. Παράλληλα, η ελληνική φαρμακοβιομηχανία εξακολουθεί να προμηθεύει αδιάκοπα τα νοσοκομεία της χώρας με φάρμακα πρώτης ανάγκης».
Παρ’ όλα αυτά, υπάρχει πρόβλημα. Που δεν φαίνεται πως θα λυθεί εύκολα. Εκτός και αν κάνουν όλοι οι εμπλεκόμενοι κάτι γι’ αυτό, αφού μιλάμε για ανθρώπινες ζωές.