ΤΟ ΜΟΝΟ ΠΟΥ ΕΜΠΙΣΤΕΥΟΜΑΙ ΕΙΝΑΙ Η ΑΝΑΠΝΟΗ ΜΟΥ
Γνωρίζω τον κόσμο μέσα από τις αισθήσεις μου. Αλλά δεν ξέρω αν μπορώ να τις εμπιστευτώ. Όχι όπως εμπιστεύομαι την αναπνοή μου.
Τα χέρια μου έχουν αγγίξει χιλιάδες επιφάνειες, έχουν αλλάξει με τα χρόνια, έχουν γρατζουνιστεί, έχουν ματώσει, έχουν κρατήσει αντικείμενα που έσπασαν. Τα χέρια μου έχουν σπάσει ποτήρια και πιάτα και μολύβια. Ο αριστερός μου δείκτης έχει ένα τατουάζ, μια κόκκινη καρδιά. Τα δάχτυλα μου φορούν δαχτυλίδια και μπορώ να πω ότι έχουν αλλάξει απ’ όταν ήμουν παιδί. Τα νύχια μου βαμμένα ροζ, άλλοτε κοντά, άλλοτε μακριά. Οι καρποί μου στολισμένοι με χρυσά βραχιόλια και βραζιλιάνικες κορδέλες. «Κάθε κόμπος μια ευχή».
Τα πόδια μου, όπως και τα δικά σου, αγγίζουν τη Γη με την προστασία και την ασφάλεια των παπουτσιών. Σπάνια περπατούν γυμνά, αγγίζοντας το χώμα. Τα γόνατά μου, μελανιασμένα συχνά, όπως μικρή. Δεν τα προσέχω. Τα πόδια μου, τα χέρια μου νιώθω να με εξαπατούν.
O René Descartes στον Πρώτο Διαλογισμό –μια φιλοσοφική πραγματεία για την ύπαρξη του Θεού και την αθανασία της ψυχής, που δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στα Λατινικά το 1641– επισημαίνει ότι οι αισθήσεις μερικές φορές μας εξαπατούν: «Αν μας λένε ψέματα, τότε τίποτα δεν μπορείς να εμπιστευτείς. Και, ακόμα κι αν δεν τις πιστεύουμε, δεν μπορούμε να ταξιδέψουμε με άλλον τρόπο από τον δρόμο που μας δείχνουν οι αισθήσεις μας. Και πρέπει να περπατήσουμε αυτόν τον δρόμο μέχρι το τέλος».
Τα μάτια μας βλέπουν το καθετί διαφορετικά, όταν τεθούν να αξιολογήσουν τον κόσμο γύρω μας. Τα δικά μου χρειάζονται γυαλιά, έναν πλαστικό σκελετό και δυο γυάλινους φακούς.
Το πρόσωπό μου έχει αλλάξει, όπως και τα χαρακτηριστικά μου. Σημάδια του χρόνου. Κοιτάζοντας τον καθρέφτη ένα πρωί, το βλέμμα μου ταξιδεύει πάνω στο μέτωπό μου, τα μάγουλά μου. Έχουν αλλάξει… Προφανώς έχω μια μύτη, δύο μάτια κι ένα στόμα, αλλά τίποτα δεν μου φαίνεται ίδιο, δεν υπάρχει καν ανθρώπινη έκφραση…
Πλησιάζω μέχρι το πρόσωπό μου να αγγίξει τον καθρέφτη. Τα μάτια, η μύτη και το στόμα εξαφανίζονται: δεν έχει μείνει τίποτα ανθρώπινο. Βλέπω μόνο καφέ ρυτίδες σε κάθε πλευρά των διογκωμένων χειλιών, ρωγμές, τρύπες, ελιές, κι ας είμαι μόλις 18 χρονών.
Στο στήθος μου, έχω μια καρδιά με μια μικρή τρύπα ίσα με την κεφαλή μιας βελόνας. Έτσι μου είπε ο καρδιολόγος, ότι έχω μια πολύ μικρή τρύπα στην καρδιά, σαν την μαμά μου. Η καρδιά μου έχει συναισθήματα.
«Τα συναισθήματα δεν είναι μόνο το καύσιμο που τροφοδοτεί τον ψυχολογικό μηχανισμό ενός λογικού πλάσματος», υποστήριξε η Martha Nussbaum –μια από τις πιο οξυδερκείς και επιδραστικές φιλοσόφους της εποχής μας– στην καταπληκτική της πραγματεία για τη νοημοσύνη των συναισθημάτων. «Είναι μέρη, εξαιρετικά περίπλοκα και ακατάστατα, του ίδιου του συλλογισμού αυτού του πλάσματος».
Είναι μια ιδέα που προτάθηκε –και αντιστάθηκε– για αιώνες, αν όχι χιλιετίες. «Η καρδιά έχει τους λόγους της, τους οποίους η λογική δεν γνωρίζει», έγραψε τον 17ο αιώνα ο Blaise Pascal, στοχαζόμενος τη διαίσθηση και τη διάνοια. Και, παρόλο που ο Έλληνας φιλόσοφος Αριστοτέλης προσδιόρισε την καρδιά ως το πιο σημαντικό όργανο του σώματος, δεν το πιστεύω, γιατί η καρδιά μου αλλάζει ρυθμό όταν τρέχω, όταν φοβάμαι, όταν αγαπώ. Ο Πλάτωνας υποστήριξε πως, εάν κάτι μπορεί να αλλάξει, να παλιώσει και μια μέρα να μην είναι πια αυτό που ήταν, δεν είναι «αρκετά αληθινό».
Παρ’ όλα αυτά εμείς οι άνθρωποι έχουμε πρόσβαση στο αληθινό μέσω των σκέψεων μας. Σε αυτή τη περίπτωση, ένα πράγμα μου έρχεται στο μυαλό: η αναπνοή μου. Πάντα δίπλα μου, απαράλλακτη, χαρίζοντάς μου ζωή. Αυτή που μου άνοιξε την πόρτα σε αυτό τον κόσμο και αυτή που θα την κλείσει πίσω μου, όταν είναι η ώρα να φύγω…