ΠΩΣ Η ΟΣΦΡΗΣΗ ΣΥΝΔΕΕΤΑΙ ΜΕ ΤΗ ΦΙΛΙΑ
Η μυρωδιά του σώματος συμβάλλει στην επιλογή φίλων, τουλάχιστον σε έναν βαθμό, υποστηρίζει έρευνα.
Αν έχετε διαβάσει «Το Άρωμα» του Πάτρικ Ζίσκιντ ή τουλάχιστον αν έχετε δει την ταινία, θα θυμάστε ότι το σώμα του κεντρικού ήρωας, Ζαν-Μπατίστ Γκρενουίγ, δεν έχει μυρωδιά, δεν αναδύει κανένα άρωμα. Ο ίδιος, όμως, έχει την πιο «ευαίσθητη» μύτη του κόσμου και την ικανότητα να αναπαράγει τη μυρωδιά ανθρώπων που συναντά. Ένα ολόκληρο μυθιστόρημα αφιερωμένο στην αίσθηση της όσφρησης και τη σχέση της με τα συναισθήματα που μπορεί να μας προκαλέσει μια ανθρώπινη μυρωδιά.
Επίσης, θα έχετε προσέξει πως τα σκυλιά μυρίζουν προσεκτικά το ένα το άλλο πριν αποφασίσουν αν θα... γίνουν φίλοι ή αν θα ξεσπάσει καβγάς.
Παλαιότερη μελέτη είχε δείξει ότι η μυρωδιά ενός άγνωστου προσώπου αυξάνει τη δραστηριότητα στην αμυγδαλή (το κέντρο φόβου του εγκεφάλου), κάτι που δεν συμβαίνει με τη μυρωδιά ενός φιλικού προσώπου.
Αν και δεν το αντιλαμβανόμαστε, η όσφρηση καθοδηγεί την ανθρώπινη συμπεριφορά σε διάφορους τομείς της ζωής, όπως η διατροφή, η αποφυγή κινδύνου, η σεξουαλική αλληλεπίδραση, η κοινωνική συναναστροφή, αναφέρει δημοσίευση στο Cell and Tissue Research.
Ωστόσο, ο ρόλος της στις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις δεν έχει μελετηθεί στον άνθρωπο, σχολιάζει ομάδα ερευνητών. Μήπως επειδή οι άνθρωποι δεν χρησιμοποιούμε τη μύτη μας σε κοινωνικά περιβάλλοντα όπως άλλα χερσαία θηλαστικά; Ή μήπως επειδή στη δική μας περίπτωση η συμπεριφορά αυτή είναι συγκαλυμμένη;
Αναλύοντας τη μυρωδιά του σώματος
Τα παραπάνω επιβεβαιώνουν ερευνητές του Ινστιτούτου Επιστημών Weizmann, που ανακάλυψαν ότι οι άνθρωποι μπορεί να έχουν την τάση να δημιουργούν φιλίες με άτομα που έχουν παρόμοια μυρωδιά με εκείνους. Μπόρεσαν, μάλιστα, να προβλέψουν την ποιότητα των κοινωνικών αλληλεπιδράσεων μεταξύ αγνώστων, αφού πρώτα εξέτασαν τη μυρωδιά τους με μια συσκευή γνωστή ως ηλεκτρονική μύτη ή eNose.
Τα ευρήματα, που δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό Science Advances, υποδηλώνουν ότι η αίσθηση της όσφρησης μπορεί να παίζει μεγαλύτερο ρόλο στις ανθρώπινες κοινωνικές αλληλεπιδράσεις από ό,τι πιστεύαμε.
Η μεταπτυχιακή φοιτήτρια Inbal Ravreby βασίστηκε σε δύο προηγούμενες παρατηρήσεις: ότι οι άνθρωποι (αν και κυρίως υποσυνείδητα) μυρίζουν τον εαυτό τους και ότι συχνά (εξίσου υποσυνείδητα) μυρίζουν άλλους ανθρώπους. Επιπλέον, το είδος μας τείνει να συνάπτει φιλικές σχέσεις με εκείνους που του μοιάζουν στην εμφάνιση, το υπόβαθρο, τις αξίες. Υπέθεσε, λοιπόν, ότι οι άνθρωποι μπορεί να κάνουν ασυνείδητες συγκρίσεις και στη συνέχεια να έλκονται προς εκείνους η μυρωδιά των οποίων είναι παρόμοια με τη δική τους.
Για να ελέγξει την υπόθεσή της, στρατολόγησε ζευγάρια φίλων του ιδίου φύλου, που είχαν «κολλήσει» από την πρώτη στιγμή της γνωριμίας τους. Υπέθεσε ότι επειδή τέτοιες φιλίες προκύπτουν πριν από μια εις βάθος γνωριμία, μπορεί να επηρεάζονται από φυσιολογικά χαρακτηριστικά όπως η μυρωδιά του σώματος.
Στη συνέχεια, συνέλεξε δείγματα της μυρωδιάς τους, καθώς και δείγματα από τυχαία ζεύγη ατόμων, και πραγματοποίησε δύο σειρές πειραμάτων. Στο πρώτο, χρησιμοποίησε το eNose ώστε να «ταυτοποιήσει» τις χημικές υπογραφές των οσμών. Στο δεύτερο, ζήτησε από εθελοντές να μυρίσουν τις δύο ομάδες δειγμάτων και να εντοπίσουν ομοιότητες. Και στις δύο περιπτώσεις οι μυρωδιές των φίλων βρέθηκαν να μοιάζουν περισσότερο από ό,τι των ατόμων στα τυχαία ζεύγη.
Προκειμένου να αποκλείσει την πιθανότητα η ομοιότητα να είναι συνέπεια της φιλίας και όχι παράγοντας που συνέβαλε σε αυτήν (όπως π.χ. αν οι φίλοι έτρωγαν τα ίδια φαγητά), η Ravreby πραγματοποίησε ένα επιπλέον σύνολο πειραμάτων.
Χρησιμοποιώντας το eNose «μύρισε» εθελοντές που ήταν ξένοι μεταξύ τους και στη συνέχεια τους ζήτησε να συμμετάσχουν σε μη λεκτικές κοινωνικές αλληλεπιδράσεις ανά ζευγάρια. Μετά από κάθε δομημένη αλληλεπίδραση, οι συμμετέχοντες βαθμολόγησαν το άλλο άτομο ως προς το πόσο πιθανό ήταν να γίνουν φίλοι.
Η χημεία της φιλίας
Μεταγενέστερη ανάλυση αποκάλυψε ότι τα άτομα που είχαν πιο θετικές αλληλεπιδράσεις είχαν και παρόμοιες μυρωδιές. Όταν εισήγαγαν τα δεδομένα σε υπολογιστικό μοντέλο, μπόρεσαν να προβλέψουν με ακρίβεια 71% ποια άτομα θα είχαν θετική κοινωνική αλληλεπίδραση. Με άλλα λόγια, η οσμή του σώματος φαίνεται να περιέχει πληροφορίες που μπορούν να προβλέψουν την ποιότητα των κοινωνικών αλληλεπιδράσεων μεταξύ αγνώστων.
«Αυτά τα αποτελέσματα υποδηλώνουν ότι υπάρχει χημεία στις κοινωνικές συναναστροφές», καταλήγει η Ravreby. Βέβαια, όπως εξηγεί η ομάδα οι άνθρωποι πιθανότατα βασιζόμαστε πρωτίστως σε άλλα πιο κυρίαρχα στοιχεία για τη λήψη κοινωνικών αποφάσεων. Ωστόσο, η μύτη φαίνεται να παίζει μεγαλύτερο ρόλο από ό,τι πιστεύαμε.