Η ΑΡΝΗΤΙΚΗ ΠΛΕΥΡΑ ΤΗΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗΣ ΤΟΥ ΤΕΛΕΙΟΥ ΥΠΝΟΥ
Αν προσπαθείς να κατακτήσεις τον τέλειο ύπνο με τη βοήθεια της έξυπνης συσκευής που φοράς στο χέρι σου, φρόντισε να μην το παρακάνεις, γιατί κινδυνεύεις από orthosomnia.
Οι έρευνες για τη σημασία του ύπνου στην υγεία μας συνεχώς αυξάνονται. Το ίδιο και τα δημοσιεύματα που προτείνουν πώς να φτιάξεις το υπνοδωμάτιό σου για να κοιμάσαι καλύτερα και τι να μην τρως πριν πέσεις στο κρεβάτι. Τα έξυπνα ρολόγια καταγράφουν τη συμπεριφορά σου όταν κοιμάσαι και ένα σωρό εφαρμογές είναι διαθέσιμες για να κάνουν τα όνειρά σου πιο ευχάριστα.
Μέσα στους τρελούς ρυθμούς της καθημερινότητάς μας, προσπαθούμε να ελέγξουμε παραμέτρους που περνούν από το χέρι μας, μπας κι έτσι βελτιώσουμε τη ζωή μας. Ο ύπνος φαίνεται να είναι μία από τις παραμέτρους αυτές. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, για παράδειγμα, η βιομηχανία των sleep trackers (προσωπικές συσκευές παρακολούθησης ύπνου) εκτιμάται περίπου στα 360 εκ. λίρες για το 2023.
Δεν είναι λίγες οι φορές που στην προσπάθειά μας να βρούμε μια σταθερά μέσα στο χάος το παρακάνουμε. «Κολλάμε» με εφαρμογές που μετρούν τις επιδόσεις μας ακόμα και στη χώρα του ονείρου. Μάλιστα, δημοσίευση στο Journal of Clinical Sleep Medicine έχει δείξει ότι η αναζήτηση του τέλειου ύπνου μέσω εφαρμογών μάλλον προκαλεί αναταραχές στο βασίλειο του Μορφέα.
Κυνηγώντας τον τέλειο ύπνο
H orthosomnia, που θα μπορούσαμε να αποδώσουμε στα ελληνικά ως ορθοϋπνία, αν και δεν αποτελεί τυπική διαταραχή, περιγράφει την τάση να δίνουμε υπερβολική σημασία στα δεδομένα που προέρχονται από sleep trackers. Αυτό μπορεί να οδηγήσει στην αυτοδιάγνωση διαταραχών ύπνου με βάση τα δεδομένα παρακολούθησης, καθώς και στην υπερβολική εστίαση στη βελτίωση των δεδομένων της συσκευής αντί στη βελτίωσης της ποιότητας του ύπνου (μπορεί π.χ. να περνάμε πολλές ώρες στο κρεβάτι, προσπαθώντας να βελτιώσουμε το σκορ μας).
Όπως τονίζει η συμπεριφορική θεραπεύτρια Katie Fischer, αν ρωτήσεις ανθρώπους που δεν έχουν πρόβλημα με τον ύπνο τι κάνουν, θα σου πουν «τίποτα». «Είναι κουρασμένοι, πάνε στο κρεβάτι και αυτό είναι. Ξυπνούν ανανεωμένοι και δεν ανησυχούν για μια περιστασιακή νύχτα αϋπνίας, γιατί ξέρουν ότι μπορεί να συμβεί. Από την άλλη, εκείνοι που έρχονται με προβλήματα ύπνου ασκούν συχνά πίεση στον εαυτό τους, προκειμένου να συμπληρώσουν έναν “μαγικό” αριθμό ωρών ύπνου, χωρίς να αντιλαμβάνονται ότι μπορεί να μην τις χρειάζονται».
«Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν έχουν ιδέα πώς είναι ο φυσιολογικός ύπνος, γι' αυτό πανικοβάλλονται όταν βλέπουν στατιστικά με πολλές αφυπνίσεις και χαμηλά ποσοστά όσον αφορά τον βαθύ ύπνο», συμπληρώνει.
Τι συμβαίνει με τους sleep trackers
«Παρά τη δημοτικότητά τους, λίγες μελέτες έχουν διερευνήσει πόσο ακριβείς είναι οι συσκευές καταγραφής ύπνου. Μέχρι στιγμής, η έρευνα έχει βρει ότι σε σύγκριση με την πολυυπνογραφία (μελέτη ύπνου), οι συγκεκριμένες συσκευές είναι ακριβείς στο 78% των περιπτώσεων όσον αφορά τη διάκριση μεταξύ ύπνου και ξύπνιου. Η ακρίβεια πέφτει περίπου στο 38% όταν υπολογίζουν πόσο χρόνο χρειάστηκαν οι συμμετέχοντες για να αποκοιμηθούν», αναφέρει σε άρθρο του 2021 ο Matthew Reid, Μεταδιδακτορικός Ερευνητής στον τομέα του Ύπνου και των Κιρκάδιων Νευροεπιστημών στο Πανεπιστήμιο Johns Hopkins.
Όπως εξηγεί στον Guardian ο Δρ Neil Stanley, που ασχολείται με την έρευνα του ύπνου, «αυτές οι συσκευές μπορούν να μετρήσουν πόσο κοιμήθηκες και πόση ώρα σου πήρε να κοιμηθείς. Ο μόνος σίγουρος τρόπος διάκρισης μεταξύ ελαφρού ύπνου, βαθύ ύπνου και ύπνου REM είναι η παρατήρηση του εγκεφάλου». Αν και οι sleep trackers έχουν εξελιχθεί και είναι πλέον πιο αξιόπιστοι, κάποιοι ισχυρισμοί είναι υπερβολικοί. Ακόμη και οι συσκευές νεότερης γενιάς είχαν μέτρια μόνο επιτυχία στον προσδιορισμό των σταδίων ύπνου.
«Μελέτες δείχνουν, επίσης, ότι οι συσκευές αυτές υπολειτουργούν σε άτομα με αϋπνία, που τείνουν να παραμένουν ακίνητα στο κρεβάτι σε μια προσπάθεια να αποκοιμηθούν. Όμως, οι συγκεκριμένες συσκευές “μετρούν” την κίνηση κι έτσι μελέτη διαπίστωσε ότι δεν μπορούσαν να ξεχωρίσουν μεταξύ ύπνου και ξύπνιου στα άτομα αυτά», διευκρινίζει ο Reid.
Από την άλλη, ο καθηγητής Guy Leschziner, που ασχολείται με τη φυσιολογία του ύπνου, πιστεύει ότι η πληθυσμιακή ομάδα που μπορεί να επωφεληθεί από την παρακολούθηση του ύπνου είναι εκείνοι που δεν έχουν ιδέα πόσο κοιμούνται, ώστε για παράδειγμα να βάλουν σε προτεραιότητα την ανάγκη αυτή.
Πάντως, παρά τις όποιες ανησυχίες γύρω από το κυνήγι για έναν τέλειο ύπνο, οι πληροφορίες που δίνουν αυτές οι συσκευές μπορεί να βοηθήσουν έναν ειδικό να κατανοήσει τη φύση των προβλημάτων ύπνου που αντιμετωπίζει κάποιος, ώστε να καθορίσει αν χρειάζεται σχετική μελέτη.
H ORTHOSOMNIA, ΑΝ ΚΑΙ ΔΕΝ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΤΥΠΙΚΗ ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ, ΠΕΡΙΓΡΑΦΕΙ ΤΗΝ ΤΑΣΗ ΝΑ ΔΙΝΟΥΜΕ ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΣΤΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΠΟΥ ΠΡΟΕΡΧΟΝΤΑΙ ΑΠΟ SLEEP TRACKERS.
Άκου το σώμα σου
Αυτό που τονίζει ο Stanley είναι να ακούμε με σώμα μας. Αν μια νύχτα δεν κοιμηθούμε καλά, ο οργανισμός μας θα αναπληρώσει τον χαμένο ύπνο την επόμενη μέρα. «Δεν λέω ότι δεν μπορείς να βελτιώσεις την ποιότητα του ύπνου σου. Υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορείς να κάνεις. Θα συνιστούσα να κρατήσεις ένα ημερολόγιο ύπνου, όπου θα σημειώνεις την ώρα που πας για ύπνο, το πόσο κουρασμένος νιώθεις, την ώρα που ξύπνησες και τα επίπεδα ενέργειάς σου στις 11 το πρωί».
Προς την ίδια κατεύθυνση κινείται και η Fischer: «Τέλειος ύπνος δεν υπάρχει στην πραγματικότητα και η μικροδιαχείριση δεδομένων δημιουργεί άγχος. Αυτό που έχει σημασία είναι πώς νιώθεις. Έχεις αρκετή ενέργεια για να βγάλεις τη μέρα και να νιώθεις ότι λειτουργείς καλά;»
Ο καλύτερος τρόπος για να καταλάβουμε τι συμβαίνει είναι παρατηρώντας μοτίβα σε διάστημα 7-14 ημερών. Αυτό που θέλουμε είναι να ξεκουραζόμαστε καλά τουλάχιστον τέσσερις νύχτες την εβδομάδα χωρίς να μένουμε ξύπνιοι για περισσότερο από 30 λεπτά.
Πώς να διαχειριστείς την εμμονή για τέλειο ύπνο
Αν και η orthosomnia δεν είναι ιατρική διαταραχή, μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τον ύπνο. Τι μπορείς να κάνεις για να διαχειριστείς καλύτερα την κατάσταση; Κατ’ αρχάς, να θυμάσαι ότι τα δεδομένα παρακολούθησης δεν είναι ακριβή και δεν δίνουν πλήρη εικόνα. Επιπλέον, τα άτομα που ενδιαφέρονται να βελτιώσουν την ποιότητα του ύπνου τους μπορούν να εφαρμόσουν πρακτικές που στηρίζονται σε επιστημονικά δεδομένα, όπως η Γνωσιακή-συμπεριφορική θεραπεία, η αντιμετώπιση του άγχους, η βελτίωση της υγιεινής του ύπνου.