ΓΙΑΤΙ ΞΕΦΥΣΑΜΕ;
Αν αναρωτιέσαι τι σου συμβαίνει και κάθε τόσο αναστενάζεις και ξεφυσάς, η απάντηση κρύβεται στην ψυχολογία σου, αλλά και στον τρόπο που λειτουργεί ο εγκέφαλός σου.
Καθόμαστε στο γραφείο, η μία απέναντι από την άλλη και κάθε τόσο ακούγεται από ένας βαθύς αναστεναγμός. Κοιταζόμαστε και γελάμε. «Γιατί ξεφυσάμε;» αναρωτιόμαστε και συνεχίζουμε τη δουλειά μας (και κάθε τόσο το ξεφύσημα). Θα έλεγε κανείς πως αυτό που κάνουμε τη δεδομένη στιγμή μας κουράζει ή έστω μας κάνει να πλήττουμε. Δεν έχεις ξεφυσήσει ποτέ στη συναυλία του αγαπημένου σου συγκροτήματος, σωστά;
Είναι, όμως, πράγματι έτσι; Ξεφυσάμε λόγω μιας αρνητικής συναισθηματικής εμπειρίας που βιώνουμε; Η Dr Clare Jonas, ψυχολόγος και επικοινωνιολόγος που ασχολείται με την ανάλυση ερευνών, αποφάσισε να το ψάξει λίγο περισσότερο ανατρέχοντας σε σχετικές μελέτες και κατέληξε ότι το ξεφύσημα συμβαίνει μεν ως αντίδραση σε ορισμένα δυσάρεστα συναισθήματα, αλλά αποτελεί και μια αντίδραση σε μία ακόμα πνευματική κατάσταση που θα σου αποκαλύψω παρακάτω.
Ξεφύσημα εκνευρισμού ή ανακούφισης;
Όταν σε μελέτη ομάδα ερευνητών ζήτησε από προπτυχιακούς φοιτητές να απαριθμήσουν τις συναισθηματικές καταστάσεις κατά τις οποίες οι άνθρωποι ξεφυσούν πιο συχνά, αυτοί έφτιαξαν μια λίστα με κυρίως αρνητικά συναισθήματα: λύπη, απογοήτευση, εκνευρισμός, θυμός, κούραση, παραίτηση, απογοήτευση… Ωστόσο, οι φοιτητές σημείωσαν πως το ξεφύσημα μπορεί και να αποτελεί ένδειξη θετικών συναισθημάτων όπως αγάπη, ικανοποίηση και ανακούφιση (που έρχεται, βέβαια, όταν είχε προηγηθεί ένα αρνητικό συναίσθημα).
Σε μελέτη που ακολούθησε, η οποία έγινε σε άτομα που συζητούσαν, οι ερευνητές βρήκαν ότι οι εθελοντές ήταν πιο πιθανό να ξεφυσήσουν όταν έλεγαν κάτι που έδειχνε αγωνία, λύπη ή ενθουσιασμό, αν και συχνά το ξεφύσημα αποτελούσε ένα μη-λεκτικό «σήμα» ότι «τώρα πρόκειται να μιλήσω εγώ».
Σε άλλη μελέτη σε γυναίκες με ρευματοειδή αρθρίτιδα, οι συμμετέχουσες με υψηλότερα ποσοστά κατάθλιψης ανέφεραν ότι ξεφυσούν περισσότερο. Το ίδιο ανέφεραν και άτομα που επιδίδονται συχνά σε σύνθετες και πιθανά στρεσογόνες αριθμητικές εργασίες. Ωστόσο, μεγαλύτερης έκτασης μελέτη έδειξε ότι δεν υπάρχει σαφής σύνδεση ανάμεσα στο πόσο συχνά ξεφυσάμε και στο αν εκείνες τις στιγμές βιώνουμε αρνητικά συναισθήματα, όπως στρες, μοναξιά ή κατάθλιψη. Μάλιστα, διαπιστώθηκε ότι συχνά οι άνθρωποι ξεφυσούν όταν νιώθουν μια ευχάριστη αγωνία, π.χ. πριν εμφανιστούν να ερμηνεύσουν επί σκηνής, μπροστά σε κοινό.
Τέλος, σύμφωνα με τον κλινικό ψυχολόγο Marc Guiose, συχνά δεν ξεφυσάμε απλά, μα αναστενάζουμε ως αντανακλαστικό φαινόμενο (π.χ. όπως το χασμουρητό), όταν ο οργανισμός μας έχει ανάγκη να αναπνεύσει σωστά, προκειμένου να ενεργοποιηθούν οι «πνευμονικές κυψελίδες» μας.
Ξεφυσάω σημαίνει… σκέφτομαι
Το ξεφύσημα, λοιπόν, μπορεί να συνδέεται μεν με κάποια έντονα κατά κανόνα συναισθήματα, ωστόσο άλλη έρευνα έδειξε ότι έχει να κάνει και με το υψηλό γνωστικό φορτίο. Με άλλα λόγια, το να έχεις πολλά στο μυαλό σου και να νιώθεις πίεση να τα κάνεις όλα σωστά.
Αυτό συμβαίνει επειδή όταν αντιμετωπίζουμε μία κατάσταση που απαιτεί πολλή σκέψη ή μας αγχώνει η αναπνοή μας γίνεται ακανόνιστη. Όταν ξεφυσάμε αυθόρμητα (όχι στο πλαίσιο π.χ. ασκήσεων αναπνοής) αυτό αποτελεί έναν μηχανισμό επαναφοράς προκειμένου η αναπνοή μας να γίνει ξανά ρυθμική. Έτσι, σε καταστάσεις βαθιάς σκέψης ή άγχους συμβαίνει το εξής: νιώθουμε ένταση, αναπνέουμε ακανόνιστα, ξεφυσάμε, αναπνέουμε ξανά ρυθμικά, νιώθουμε ένταση ξανά κ.ο.κ. Και πάλι, βέβαια, αυτό έχει να κάνει με την κατάσταση και με το άτομο, γιατί το ξεφύσημα δεν αποτελεί για όλους μέθοδο επαναφοράς. Μάλιστα, έχει βρεθεί πως είναι πιο πιθανό να ξεφυσάμε αν διαβάζουμε από έντυπο, παρά π.χ. μέσω μιας οθόνης.
Σε κάθε περίπτωση, για όποια από τις παραπάνω αιτίες κι αν συμβαίνει, το ξεφύσημα ή ο βαθύς αναστεναγμός είναι απαραίτητα για να αποφορτίσουμε τα θετικά ή αρνητικά μας συναισθήματα. Όπως καταλήγει ο Guiose, «με τον τρόπο αυτό πλημμυρίζουμε τα αιμοσφαίριά μας με οξυγόνο, το οποίο όταν φτάσει στον εγκέφαλο προκαλεί μια χαλάρωση των σωματικών εντάσεων και του επιπέδου εγρήγορσης». Το αποτέλεσμα είναι μία πολυπόθητη –έστω και προσωρινή– χαλάρωση.