ΤΙ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΚΑΘΕΝΑΣ ΜΑΣ ΟΤΑΝ ΕΧΕΙ ΠΕΝΘΟΣ;
Δεν υπάρχει μία «συνταγή» για το πώς να αντιμετωπίσεις ένα άτομο που πενθεί. Υπάρχουν όμως κάποιοι τρόποι να το βοηθήσεις να βγάλει νόημα από την απώλεια.
Πολλές φορές όταν μαθαίνουμε ότι ένας δικός μας άνθρωπος βιώνει μια απώλεια, σπεύδουμε να τον παρηγορήσουμε και να απαλύνουμε τον πόνο του. Φράσεις όπως «Τουλάχιστον ξεκουράστηκε τώρα», «Είχε ζήσει την ζωή του» ή «Με τον καιρό όλα θα είναι καλύτερα», αν και συχνά καλοπροαίρετες, τείνουν να δημιουργούν σύγχυση ή και θυμό στο άτομο που θρηνεί, αφού δεν μπορεί να συντονιστεί με το περιεχόμενό τους. Μάλιστα, μελέτες που έχουν γίνει στη συμβουλευτική πένθους έχουν δείξει ότι η παρέμβαση στην διαδικασία πένθους του ατόμου που θρηνεί συχνά είναι μάλλον περιττή ή ακόμα και επιβαρυντική, παρά διευκολυντική για το άτομο που θρηνεί (Jordan & Neimeyer, 2003).
Αντίθετα, σύμφωνα με τον Neimeyer (2006) η νοηματοδότηση της συνολικής εμπειρίας του ατόμου που θρηνεί φαίνεται να λειτουργεί διευκολυντικά στην επεξεργασία της απώλειας. Η νοηματοδότηση μπορεί να επιτευχθεί μέσα από την απάντηση σε ερωτήματα, όπως:
- Τι σήμαινε για εμένα αυτό το άτομο;
- Τι σήμαινε για εμένα η σχέση που είχαμε δημιουργήσει;
- Σε ποιο σημείο διεκόπη αυτή ή σχέση, και πώς;
Συχνά, ένας ξαφνικός θάνατος δημιουργεί μεγαλύτερη δυσκολία στην επεξεργασία του πένθους από έναν αναμενόμενο. Επίσης, οι «ανοιχτοί λογαριασμοί» με τον αποθανόντα τείνουν να περιπλέκουν και να δυσχεραίνουν τη διαδικασία επεξεργασίας του πενθούντος.
Παράλληλα, βοηθητική φαίνεται να είναι και η δημιουργία διαφορετικών οπτικών στη βιωμένη απώλεια, ώστε το άτομο που θρηνεί να μπορέσει να αποκτήσει μία απόσταση από την προσωπική του εμπειρία και να προσεγγίσει την απώλεια από περισσότερες πλευρές. Μια ενδεικτική άσκηση μπορεί να είναι η εξής: Το άτομο καλείται να σκεφτεί ότι ένας φίλος/-η του αντιμετωπίζει μία αντίστοιχη απώλεια. Αν ήθελε να τον βοηθήσει, τι θα του έλεγε/έγραφε; (Birgit Wagner, Christine Knaevelsrud & Andreas Maercker, 2007).
Όπως και σε όλα τα άλλα θέματα, έτσι και στη διαδικασία του πένθους η διευκόλυνση στη διαχείρισή του βρίσκεται στη δημιουργία των κατάλληλων ερωτήσεων, τις οποίες καλείται να απαντήσει ο πενθών για τον εαυτό του. Σε αυτό το σημείο ο Hofer (1994) αναφέρει: «Ξεκίνησα κάνοντας την σωστή ερώτηση: Τι ακριβώς χάνεται στον αποχωρισμό (του θανάτου);» (Hofer, 1994).
Σύμφωνα με τον Neimeyer (2006), όταν «χάνεται» ένα σημαντικό άτομο από τη ζωή μας, φαίνεται να μεταβάλλεται μαζί του και η εικόνα εαυτού μας, καθώς και η σχέση που είχαμε αναπτύξει με αυτό το άτομο. Δεδομένου ότι αποκτάμε εικόνα εαυτού μέσα από τους σημαντικούς άλλους, όταν αυτοί φεύγουν, τότε ποιοι είμαστε; (Attig, 1996; Neimeyer,2006).
Διαφορετικές προσεγγίσεις στην επεξεργασία του πένθους
Καθώς ο θάνατος είναι μία φυσική μορφή αποχωρισμού, οι επιστήμονες θέλησαν να διερευνήσουν τη σχέση της θεωρίας προσκόλλησης του Bowlby με τον τρόπο που πενθούν τα άτομα όταν χάνουν μία γονεϊκή φιγούρα. Ειδικότερα, στη διαδικασία κατανόησης του πένθους, διάφοροι ερευνητές προσπάθησαν να διερευνήσουν αν υπάρχει συσχέτιση ανάμεσα στους δεσμούς προσκόλλησης του Bowlby (ασφαλής, αγχώδης, αποφευκτικός) και τον τρόπο ή την ένταση του θρήνου που βιώνει το άτομο. Στην έρευνα αυτή βρέθηκε ότι τα άτομα με αγχώδη προσκόλληση βιώνουν πιο έντονα και για μεγαλύτερη διάρκεια τον θρήνο της απώλειας, ενώ αυτό δεν συνέβαινε στα άτομα με ασφαλή και αποφευκτικό δεσμό προσκόλλησης (Fraley & Bonanno, 2004).
Παράλληλα, οι ερευνητές παρατήρησαν ότι υπάρχει μια διαδικασία φθίνουσας εγγύτητας με τον αποθανόντα στο διάστημα που ακολουθεί της απώλειάς του, παρόμοια με την εγγύτητα που βιώνουμε σε σχέσεις με ζωντανούς ανθρώπους, αλλά όχι πλήρης αποκόλληση του δεσμού (Shear & Shair, 2005).
Οι Stroebe & Schut (1999) συνοψίζουν ότι, όταν ένα άτομο χάνει μία μητρική φιγούρα από την ζωή του, χρειάζεται να αντιμετωπίσει την απώλεια σε δύο επίπεδα:
- στο επίπεδο των στρεσογόνων παραγόντων που συνοδεύουν αυτή την απώλεια προσκόλλησης, καθώς και
- στο επίπεδο των στρεσογόνων παραγόντων που σχετίζονται με τη συνεχιζόμενη ζωή.
Χρειάζεται δηλαδή το άτομο που πενθεί να επεξεργαστεί τι σημαίνει για το ίδιο να χάνεται-μεταβάλλεται η προϋπάρχουσα σύνδεση με τον αποθανόντα, και πώς μπορεί να προχωρήσει στη ζωή του επεξεργαζόμενο αυτή την απώλεια. Αυτό είναι το μοντέλο της διπλής διαδικασίας (Stroebe & Schut, 1999, as refered to Shear & Shair, 2005).
Τέλος, οι προσπάθειες κατανόησης του πένθους και του θρήνου φαίνεται να προσεγγίζουν αλλά δεν «φωτογραφίζουν» την προσωπική εμπειρία. Η διαδικασία του πένθους είναι μία προσωπική και πολυεπίπεδη διαδικασία που δεν έχει κάποια πάγια και προβλέψιμα βήματα. Κάθε άνθρωπος είναι ξεχωριστός, όπως και κάθε σχέση που συνάπτει. Είναι λοιπόν σημαντικό κάθε άνθρωπος που πενθεί να αντιμετωπίζεται εξατομικευμένα, με λεπτότητα, σεβασμό και ταπεινότητα.
Η Αναστασία-Χαρά Καραγιάννη είναι Ψυχολόγος-Προσωποκεντρική Ψυχοθεραπεύτρια.