ΤΙ ΣΚΕΦΤΕΤΑΙ Ο ΨΥΧΟΛΟΓΟΣ ΣΟΥ (ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΘΑ ΣΟΥ ΠΕΙ ΠΟΤΕ)
Αν αναρωτήθηκες ποτέ τι σκέφτεται ο ψυχολόγος σου κατά τη διάρκεια της συνεδρίας σας αλλά δεν λέει, να ξέρεις πως υπάρχουν διάφοροι λόγοι που μπορεί να υπαγορεύουν τη σιωπή του.
Η ψυχοθεραπεία είναι μια επένδυση που θέλει χρόνο και χρήμα. Όσο και να θέλεις να ελαχιστοποιήσεις και τα δύο –για να αποκομίσεις όσο το δυνατόν πιο άμεσα οφέλη, με το μικρότερο δυνατό κόστος– αναπόφευκτα θα περάσεις αρκετές ώρες στο ντιβάνι ή την καρέκλα του ειδικού, που μπορεί να είναι σύμβουλος ψυχικής υγείας, ψυχολόγος, ή ψυχίατρος ειδικευμένος στην ψυχοθεραπεία.
Κάθε ψυχοθεραπευτική προσέγγιση έχει τα δικά της πρωτόκολλα, που καθορίζουν και τον βαθμό αλληλεπίδρασης με τον θεραπευτή. Είτε έχεις απέναντί σου έναν ειδικό «απρόσωπο», όπως οφείλει να είναι π.χ. στην ψυχανάλυση, είτε κάποιον πιο «ανθρώπινο», όπως επιτρέπεται να είναι στη γνωστική-συμπεριφορική θεραπεία, είναι σίγουρο ότι κάποια στιγμή θα αναρωτηθείς τι περνάει από το μυαλό του.
Ή μάλλον, τι σκέφτεται κατά τη διάρκεια της συνεδρίας σας αλλά δεν πρόκειται να σου πει ποτέ. Πόσο απέχει αυτό που σου λέει ως θεραπευτής από εκείνο που θα σου έλεγε αν ήσασταν φίλοι; Είναι πάντα συγκεντρωμένος σε σένα ή μήπως όχι;
Τις απαντήσεις σε ανάλογα ερωτήματα αναζήτησε η δημοσιογράφος Amy X. Wang για λογαριασμό των New York Times. Σταχυολογώντας από συνεντεύξεις της με μια ντουζίνα ειδικούς διαφορετικών ειδικοτήτων και θεραπευτικών προσεγγίσεων, καταλαβαίνεις ότι αυτά που δεν σου λένε μπορεί όντως να αφορούν εσένα και τη θεραπεία, αλλά μπορεί και να είναι τελείως άσχετα. Όπως μπορεί να είναι πολύ σημαντικά, ή και απόλυτα πεζά και καθημερινά.
«Χορεύοντας» με τον ψυχολόγο σου
«Η ψυχοθεραπεία από μόνη της είναι λίγο σαν τον χορό – θέλεις να δεις τι έρχεται να φέρει ο άλλος και χορεύεις μαζί του», της λέει ο κλινικός ψυχολόγος Peter Chan. «Αν χορεύει βαλς, δεν μπορείς εσύ να κάνεις hip-hop, και υπάρχουν φορές που δεν θέλει κανείς να χορέψει». Που σημαίνει ότι ο ειδικός έχει μια γκάμα «ρυθμών» την οποία επιτρέπει η ειδικότητά του, αλλά δεν μπορεί να ακολουθήσει την ίδια με κάθε θεραπευόμενο.
Όσο για την άρνηση του θεραπευόμενου να κάνει το παραμικρό βήμα, είναι κάτι που νομίζω πως όποιος έχει βρεθεί σε αυτή τη θέση έχει νιώσει κατά καιρούς. Γιατί αργά ή γρήγορα η ψυχοθεραπεία θα σε φέρει αντιμέτωπο με κάτι που θα προτιμούσες να μην αγγίξεις ποτέ. Και όσο περισσότερο καθυστερήσεις να το κάνεις, τόσο περισσότερο θα σου στοιχίσει, από κάθε άποψη.
«Οι περισσότεροι ψυχοθεραπευτές είναι εκπαιδευμένοι και μαθημένοι να κάθονται αποστασιοποιημένοι και να μη δείχνουν πολλά από τον εαυτό τους», αναγνωρίζει η Thien Oham, που ειδικεύεται στη θεραπεία ζεύγους και οικογένειας. «Αλλά εγώ θέλω να μοιράζομαι κάποια πράγματα εδώ κι εκεί, για να κάνω τον κόσμο να νιώθει ότι δεν είναι μόνοι και ότι δεν είναι παράλογοι. Για μένα, η θεραπεία είναι σε έναν βαθμό σαν να βγαίνεις ραντεβού, μόνο που προφανώς δεν έχεις καμία πρόθεση να βγεις ραντεβού με τα συγκεκριμένα άτομα».
Όσα δεν λέγονται
Κάθε ψυχοθεραπευτής είναι άνθρωπος. Αλλά πόση από την απλή ανθρώπινη φύση του επιτρέπεται να φέρει σε μια συνεδρία;
«Σίγουρα πρέπει να καταπιέζω τα ένστικτά μου και να αφήνω “εκτός” τις προσωπικές μου θέσεις κάποιες φορές», αναφέρει η Tillary Rochelle Tice, κλινική κοινωνική λειτουργός. «Ίσως από τη δική μου οπτική να έλεγα “Ναι! Να χωρίσετε! Φύγε όσο πιο γρήγορα μπορείς!” Αλλά από την οπτική της θεραπείας πρέπει να ενδυναμώσω το άτομο ώστε να πάρει τη δική του απόφαση. Βλέπω κάθε θεραπευόμενο μόνο μια ώρα τη βδομάδα και μπορεί να μην έχω πλήρη εικόνα, οπότε δεν πρέπει να παίρνω αποφάσεις για λογαριασμό άλλων. Το μαθαίνεις με την εξάσκηση. Αλλά ειλικρινά, κάποιες φορές το μόνο που θέλεις είναι να φωνάξεις: Μην το κάνεις αυτό».
Η Jessa White, σύμβουλος ψυχικής υγείας, αναφέρει κάτι πολύ πιο «ταπεινό» όσο και ανθρώπινο που δεν θα έλεγε ποτέ: «“Κατουριέμαι φρικτά”. Οι πελάτες δεν συνειδητοποιούν ότι μεσολαβούν πέντε λεπτά ανάμεσα στις συνεδρίες και καμιά φορά δεν προλαβαίνεις να πας στην τουαλέτα».
Πάντως, το πιο ακραίο από όσα δεν λέγονται το εξομολογείται στο άρθρο μια σύμβουλος ψυχικής υγείας ονόματι Shani Tran: «Σε αυτή τη φάση είμαι κακή στη δουλειά μου»!
Όταν καθένας νομίζει ότι ξέρει όσα ο ψυχολόγος
«Την τελευταία πενταετία έχω προσέξει ότι οι θεραπευόμενοι αναφέρουν στις συνεδρίες όρους που φαίνεται να έχουν μάθει από το διαδίκτυο», επισημαίνει η σύμβουλος ψυχικής υγείας Jacquelyn Tenaglia. «Έχουμε κανονικοποιήσει το να κάνουμε ψυχοθεραπεία και να καταναλώνουμε περιεχόμενο που αφορά την ψυχική υγεία –έχει μπει πια στην κουβέντα η pop psychology– αλλά υπάρχουν και μειονεκτήματα. Οι νέοι γίνονται αποδέκτες πολλών μηνυμάτων που αναφέρονται στο οτιδήποτε ως “τραύμα”. Νομίζω ότι αυτό είναι πολύ παρακινδυνευμένο. Δεν είμαι υπέρ του να διευρύνουμε τον κλινικό ορισμό του τραύματος, γιατί ενδέχεται να το αναζητούμε εκεί όπου μπορεί να μην υφίσταται.
»Επίσης, νιώθω ότι ο κόσμος βάζει περισσότερα στεγανά και ρέπει προς αυτό που ονομάζεται cancel culture. Ορισμένες φορές ο κόσμος πιστεύει ότι το να αποκλείσει κάποιον από τη ζωή του συνιστά αυτοφροντίδα και μπορεί να έχει δίκιο. Όμως κάποιες φορές μπορεί να συζητήσεις με τον άλλον και να του εξηγήσεις ότι σε εκνευρίζει και δουλεύοντας αυτό να καταλήξετε σε μια πιο δυνατή σχέση».
«Έρχονται πολλοί έφηβοι που είναι εξοικειωμένοι με θέματα που αφορούν τη θεραπεία – αλλά με έναν πολύ καινούργιο, ευρύτερο, πιο νεφελώδη ορισμό τους», αναγνωρίζει και o Kyle Standiford, ψυχολόγος. «Αυτή η ευφράδεια με την ορολογία πραγματικά με ξάφνιασε. Εκείνο που είναι πολύ δύσκολο να διαχειριστείς είναι όταν ένας γονιός σου φέρνει το παιδί του σαν να σου λέει “Ορίστε το παιδί μου, να μου το κάνεις καλά” και το παιδί είναι του τύπου “Είναι ναρκισσιστές που μου κάνουν gaslighting!”»