ΤΑΡΑΖΕΣΑΙ ΟΤΑΝ ΧΤΥΠΑΕΙ ΤΟ ΤΗΛΕΦΩΝΟ; ΠΟΤΕ ΕΧΕΙΣ ΦΟΒΙΑ ΚΑΙ ΠΟΤΕ ΣΕ ΕΧΕΙ ΚΟΥΡΑΣΕΙ Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΤΗΤΑ
Αν σε λούζει κρύος ιδρώτας όποτε ακούς τηλέφωνο να χτυπάει, μάλλον ήρθε η ώρα να μάθεις τι εστί τηλεφωνοφοβία. Και να βάλεις όρια όχι μόνο σε ανεπιθύμητες κλήσεις αλλά και σε όσους παραβιάζουν την ηρεμία σου.
Δεν είναι ένας και δύο οι δικοί μου άνθρωποι (εδώ να σου πω ότι δεν είναι χιλιάδες, αφού έχω αποφασίσει εδώ και χρόνια πως δεν χρειάζομαι πολλούς, αλλά λίγους και καλούς) που μου έχουν πει πως αν πάθουν κάτι, ξέρουν ότι δεν είμαι αυτή στην οποία θα τηλεφωνήσουν για να τους σώσει. Όχι γιατί δεν θα πάω, αλλά επειδή πιθανότατα δεν θα δω την κλήση. Και κάπως έτσι ήρθε η ώρα να μοιραστώ μαζί σας μια προσωπική ιστορία.
Για πάρα πολλά χρόνια (άνω των δυο δεκαετιών) έκανα αθλητικό ρεπορτάζ. Από αυτό που έπρεπε να παίρνω τηλέφωνα ή να σε απαντώ σε κλήσεις από την ώρα που άνοιγα τα μάτια μου έως την ώρα που τα έκλεινα, αργά το βράδυ.
Με τα smartphones η κατάσταση έγινε ακόμα χειρότερη, αφού πια δεν υπήρχε ο «φραγμός» του να πρέπει πουλήσεις το νεφρό σου για να πληρώσεις τον λογαριασμό της κινητής τηλεφωνίας. Την ίδια ώρα, είχα και ζωή. Δηλαδή, επικοινωνούσα με συγγενείς, φίλους και συντρόφους, σαν κανονικός άνθρωπος. Βέβαια, κατά διαστήματα εξαφανιζόμουν. Ήταν τότε που με «νικούσε» η κατάθλιψη και έκρινα ότι δεν μου φταίει κανείς να του φορτώνω τη μαυρίλα μου.
Ομολογώ ότι οι περισσότεροι δικοί μου άνθρωποι με έβριζαν ανελέητα για αυτήν την απομόνωσή μου, θυμίζοντάς μου ότι για αυτό υπάρχουν στη ζωή μου (για να είναι εκεί για μένα και στις μαύρες μου). Εγώ όμως (με) ήξερα καλύτερα. Και από τη στιγμή που πνιγόμουν η ίδια στην τοξικότητά μου (έκανα μόνο αρνητικές σκέψεις για να «ταΐζω» την κατάθλιψη), δεν ήθελα να πνίξω και όσους έλεγα πως αγαπούσα.
Τα χρόνια πέρασαν, οι επισκέψεις στην ψυχολόγο αυξήθηκαν και αφενός κατάλαβα πώς να μην αφήνω το θέμα της ψυχικής υγείας που αντιμετώπιζα να διαλύει τη ζωή μου. Αφετέρου, εκτίμησα όσους έμειναν κοντά μου, γιατί η αλήθεια είναι ότι δεν «αντεχόμουν» ιδιαίτερα. Ένα πράγμα που δεν άλλαξα ήταν οι ώρες που επένδυα στη δουλειά μου. Αρχικά το έκανα ώστε να μην αφήνω χρόνο στο μυαλό μου να ασχοληθεί με τη ζωή μου (και άρα να συνεχίζει με αμείωτη ένταση το αυτομαστίγωμα). Μετά, ήρθε η κρίση και κάπως έπρεπε να ζήσω.
Το τηλέφωνο κλείνει όταν μπω σπίτι
Το τηλέφωνο ήταν και πάλι πρωταγωνιστής της καθημερινότητάς μου. Αυτή τη φορά, όμως, μόνο για τις ώρες που δούλευα. Όταν επέστρεφα στο σπίτι, το παρατούσα κάπου να μην το βλέπω και να μην με ενοχλεί, γιατί ήθελα να αδειάσω το μυαλό μου.
Πάνω από μια δεκαετία αργότερα, ακόμα δεν δίνω μεγάλη σημασία στις κλήσεις. Διαβάζω ωστόσο, ανά κάποιες ώρες, τα μηνύματα που δέχομαι στις δύο εφαρμογές που έχω επιλέξει να λαμβάνω real time notifications και πάντα online.
Παλαιότερα ήταν δέκα οι εφαρμογές. Η μείωσή τους δεν είχε να κάνει με τη ζαλάδα που μου προκαλούσε το ποιος έστελνε κάθε φορά τι, αλλά με το άδειασμα της μπαταρίας του κινητού ανά λίγες ώρες – με συνέπεια να προσθέτω στη ζωή μου και το άγχος του να έχω πάντα πρόχειρο φορτιστή ή power bank. Έτσι είπα το «ως εδώ». Λίγο αργότερα διάβασα για τον όρο «τηλεφωνοφοβία».
Η τηλεφωνοφοβία έρχεται με δύσπνοια, άγχος και ταχυπαλμία
Ως telephone phobia (τηλεφωνοφοβία ή τηλεφοβία ή φόβος των τηλεφώνων) ορίζεται ο «φόβος της πραγματοποίησης ή απάντησης τηλεφωνημάτων». Είναι όρος κοινός μεταξύ ατόμων με κοινωνική αγχώδη διαταραχή.
Σε πολλούς μπορεί να μην αρέσει να μιλούν στο τηλέφωνο ή να αποφεύγουν τις συνομιλίες που πρέπει να κάνουν μέσω τηλεφώνου. Όταν, όμως, μπαίνει στη μέση το έντονο άγχος, η δύσπνοια ή η ταχυπαλμία όταν λαμβάνει κανείς μια κλήση, τότε μπορεί να πρόκειται για τηλεφωνοφοβία.
Μερικά ακόμα συμπτώματα της τηλεφωνοφοβίας είναι τα εξής:
- Αποφεύγεις να κάνεις κλήσεις ή να απαντάς στην κλήση όταν σε καλούν άλλοι.
- Καθυστερείς να πραγματοποιήσεις μια τηλεφωνική κλήση ή να απαντήσεις σε μια κλήση.
- Αποκτάς εμμονή με όσα ειπώθηκαν στην κλήση.
- Ανησυχείς μήπως ενοχλήσεις το άτομο, στο οποίο τηλεφωνείς.
Στους τρόπους αντιμετώπισης ανήκει η γνωστική αναδιάρθρωση (σκέφτεσαι τα άγχη σου, δίνεις ψύχραιμες απαντήσεις και τα ξεφορτώνεσαι, π.χ. γιατί να ζητήσει κάποιος το τηλέφωνό σου, αν δεν θέλει να σου μιλήσει;) μαζί με άλλα tasks που μπορείς να δουλέψεις με επαγγελματία.
Στα must ανήκει το να επιβραβεύουμε τον εαυτό μας, όταν απαντάμε σε κλήση ή καλούμε κάποιον, να μην το πολυσκεφτόμαστε και να προετοιμαζόμαστε ώστε να πάει η συζήτηση όπως την έχουμε ετοιμάσει. Και, στο τέλος της ημέρας, δεν υπάρχει κάποιος νόμος που μας υπαγορεύει να απαντάμε σε όλες τις κλήσεις, κάθε μέρα.
Έχεις τηλεφωνοφοβία ή σε έχει απλώς κουράσει η καθημερινότητα;
Από την προσωπική μου εμπειρία, θα σου πω ότι αν νιώθεις να κόβεται η ανάσα σου όταν χτυπάει το τηλέφωνο, μπορεί να φταίει ότι έχεις δώσει πολύ χώρο σε πολλούς να πιστεύουν πως μπορούν να σου λένε ό,τι θέλουν, όπως θέλουν, όποτε θέλουν. Been there, done that. Όχι πια.
Μπροστά στο «τέρας» της ασυδοσίας κάποιων που πιστεύουν πως δίνεις χώρο για να τον καταπατήσουν και να τον επεκτείνουν, έχω να προτείνω ως λύση το email: γράφεις ό,τι νιώθεις και σκέφτεσαι (σίγουρα καλύτερα και πιο ξεκάθαρα από ό,τι θα τα έλεγες). Ακόμα και αν ξέρεις ότι δεν θα συνεννοηθείς ποτέ, τουλάχιστον θα είσαι συνεπής στον εαυτό σου και τη σαφήνειά σου.
Εσχάτως, σε μια απαιτητική για το μυαλό και τη ψυχή μου περίοδο (μια ψυχή που λατρεύω έχει πρόβλημα υγείας), αισθάνθηκα σαν να πέφτει βράχος στο στήθος μου και να εμποδίζει την ανάσα μου ακόμα και όταν το κινητό ήταν απλώς στο οπτικό μου πεδίο (χωρίς να χτυπάει).
Δεν θα σου πω εκτενώς τι είχε προηγηθεί, γιατί δεν το αξίζεις. Κανείς δεν αξίζει να ζήσει τον βομβαρδισμό τοξικότητας και εμπαιγμού που έζησα από ανθρώπους που, τελικά, δεν είναι δικοί μου άνθρωποι (συγγενείς και φίλοι που έχω επιλέξει), ως εκ τούτου πολύ κακώς τους είχα δώσει το χώρο να με ενοχλούν.
Σε μια περίπτωση ατόμου που με ενόχλησε για πολλοστή φορά (και για χαζό λόγο: το ενοχλούσε το γάβγισμα των σκυλιών μου) τηλεφωνώντας μου για ακόμα μια φορά εν ώρα εργασίας, όταν είπα πως δεν μου αρέσει η συμπεριφορά του και μου προκαλεί άγχος που δεν χρειάζομαι (έχω αρκετό – αλλά, θα μου πεις, τι τον νοιάζει;) με ρώτησε αν πηγαίνω στην ψυχολόγο μου.
Δεν ξέρω αν κατάλαβες, αλλά η κατεξοχήν περίπτωση ατόμου που χρειάζεται ψυχολόγο έβγαλε τη δική του ανάγκη πάνω μου. Και τότε αποφάσισα να βάλω ένα τέλος, να θέσω προτεραιότητες. Αυτό θεωρώ πως είναι το δώρο της προσωπικής δουλειάς που κάνει ο καθένας μας με τον εαυτό του.
Παλιά, το πιθανότερο είναι να βυθιζόμουν στην κατάθλιψη. Τώρα, όταν έφτασα στο ναδίρ, προσπάθησα να ηρεμήσω για 24 ώρες και μετά κατέστρωσα το πλάνο ανάδυσής μου. Έβαλα τα όριά μου. Ξεκαθάρισα ότι δεν μπορεί να μου τηλεφωνεί εν ώρα εργασίας. Αν θέλει κάτι σημαντικό, μπορεί να μου στείλει ένα μήνυμα κι αν θεωρήσω κι εγώ σημαντικό τον λόγο θα την πάρω τηλέφωνο όταν έχω τη δυνατότητα.
Η πρώτη σημείωσή μου ήταν: Αδιαφορώ για ό,τι συνέβη, επικεντρώνομαι στο τι μπορώ να κάνω από δω και πέρα. Αυτό ήταν να φροντίσω την ψυχή που με έχει ανάγκη.