ΒΙΚΤΩΡΙΑ ΤΣΕΠΕΝΕΚΑ: «ΟΙ ΟΘΟΝΕΣ ΠΡΟΣΦΕΡΟΥΝ ΗΔΟΝΗ ΧΩΡΙΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ»
Πώς εξηγείται ο εθισμός μικρών και μεγάλων στις οθόνες κάθε είδους; Έχει αλλάξει αναπόδραστα ο τρόπος που ζούμε και σχετιζόμαστε με τους άλλους; Η ψυχολόγος Βικτώρια Τσεπενέκα χαρτογραφεί την κατάσταση, αποκαλύπτει βαθύτερες προεκτάσεις και προτείνει λύσεις.
Μία από τις πιο ενδιαφέρουσες συζητήσεις που παρακολούθησα στο TEDxAthens 2024 είχε θέμα «Ψυχική υγεία και οθόνες». Ένα θέμα που απασχολεί και συζητιέται ίσως περισσότερο από κάθε άλλο αναφορικά με τις ανθρώπινες σχέσεις σήμερα, οι οποίες μοιάζουν να μετατοπίζονται όλο και περισσότερο από τον πραγματικό στον ψηφιακό κόσμο. Το αποτέλεσμα, μεταξύ άλλων, είναι οι φυσικές, face-to-face επαφές να περιορίζονται και το μεγαλύτερο ποσοστό των singles να μένει με το... κινητό στο χέρι.
Η Βικτώρια Τσεπενέκα, ψυχολόγος με πιστοποιημένη γνώση στη Συστημική Ψυχοθεραπεία, ήταν από τους ομιλητές που κέρδισαν το ενδιαφέρον μας, και η χαρά μας που δέχθηκε να μιλήσουμε στο OW για την επίδραση των οθονών στις σχέσεις μας είναι μεγάλη.
«Οι οθόνες έρχονται για να προσφέρουν έναν εύκολο έλεγχο και μια ηδονή που δεν επιζητά προσωπική προσπάθεια»
– Το καλοκαίρι που πέρασε παρατήρησα περισσότερο από ποτέ μία θλιβερή πραγματικότητα: Μικρά παιδιά στην παραλία, να κάθονται στην ξαπλώστρα παίζοντας στο κινητό. Νέοι άνθρωποι στα μπαρ των νησιών βυθισμένοι στις οθόνες, να μη μιλούν μεταξύ τους, να μη φλερτάρουν live, μα μέσα από εφαρμογές. Για τη δική μου γενιά, που δεν μεγάλωσε έτσι, οι εικόνες αυτές αποτελούν δυστοπία. Αποτελούν σίγουρα μία μετατόπιση στις κοινωνικές σχέσεις. Πρόκειται, όμως, για παθογένεια ή έτσι μοιάζει σε εμάς τους μεγαλύτερους;
Αναμφίβολα οι εικόνες αυτές αποτελούν ένα φαινόμενο της εποχής, το οποίο πολλοί ειδικοί αναφέρουν ότι λαμβάνει πλέον διαστάσεις πανδημίας. Φαίνεται να εξελίσσεται σε μία μορφή παθογένειας, καθώς η συνεχής έκθεση στις οθόνες μπορεί να οδηγήσει σταδιακά σε μορφές εθισμού. Η ενασχόληση με τις οθόνες απελευθερώνει στον εγκέφαλο ντοπαμίνη, γνωστή ως το χημικό της χαράς, η οποία σταδιακά συνδέει συνειρμικά την χρήση της οθόνης με την παροχή άμεσης παθητικής ικανοποίησης.
Σε μια εποχή που το άγχος, η έντονη ταχύτητα της καθημερινότητας, ο σύγχρονος τρόπος ζωής που φλερτάρει με τον ναρκισσισμό και η αποστασιοποίηση από τις βαθύτερες ανάγκες του εαυτού κατέχουν κεντρική θέση, οι οθόνες έρχονται για να προσφέρουν έναν εύκολο έλεγχο και μία ηδονή που δεν επιζητάει προσωπική προσπάθεια και δουλειά.
Είναι ένας απλός τρόπος να καταπολεμηθεί το αίσθημα της ανίας, χωρίς να καταναλωθεί «άσκοπη» ενέργεια. Σίγουρα η περίοδος του Covid ενίσχυσε έντονα αυτό το φαινόμενο, γιατί ανάγκασε όλες τις ηλικίες να απομονωθούν σε ένα σπίτι, έχοντας ως βασική διέξοδο τις οθόνες. Το βασικό θέμα είναι όμως ότι η απομόνωση πλέον είναι επιλογή και όχι επιβολή, καθώς οι άνθρωποι αναζητούν κατά βάση την επαφή σε έναν ψηφιακό κόσμο. Η οθόνη επομένως είναι πιο επιθυμητή, γιατί δεν φέρει την πολυπλοκότητα και τη συναισθηματική επένδυση της διά ζώσης επαφής.
– Από την άλλη, τα social media συμβάλλουν στο να γεννηθούν ή να διατηρηθούν σχέσεις που χωρίς αυτά πιθανώς να μην είχαν ποτέ καμία ευκαιρία. Έχουν οι σχέσεις αυτές μικρότερη βαρύτητα από όσες υφίστανται αποκλειστικά στον πραγματικό κόσμο;
Σίγουρα τα social media είναι μέσα επικοινωνίας και σύνδεσης μεταξύ των ανθρώπων, μειώνοντας τις πραγματικές αποστάσεις και τα χιλιόμετρα. Σε καμία περίπτωση οι σχέσεις που γεννιούνται μέσω αυτών δεν έχουν μικρότερη βαρύτητα και αξία από τις διά ζώσης σχέσεις. Σε αυτό που διαφέρουν σίγουρα είναι στον τρόπο που είναι δομημένες, καθώς ο κόσμος στον οποίο υφίστανται είναι κατά βάση ψηφιακός αλλά όχι ψεύτικος. Παρ' όλα αυτά, μπορεί να είναι εξίσου ποιοτικές σχέσεις, με ισχυρές βάσεις και δεσμούς, όπου οι άνθρωποι νιώθουν σύνδεση, ασφάλεια και δέσιμο. Για πολλούς ανθρώπους, άλλωστε, μπορεί να είναι μονόδρομος μία τέτοια μορφή σχέσεων.
Για παράδειγμα, άνθρωποι που ζουν σε απομονωμένα μέρη ή αντιμετωπίζουν δυσκολίες στις μετακινήσεις τους, αλλά και άνθρωποι που ζουν στο εξωτερικό, μακριά από τον φιλικό και οικογενειακό τους κύκλο, μπορούν μέσω των social media να διατηρήσουν ενεργές τις σχέσεις τους, μειώνοντας έτσι τη χιλιομετρική απόσταση και την όποια δυσκολία μπορεί να έχει η καθημερινότητά τους.
Για τους ανθρώπους αυτούς, τέτοιες σχέσεις έχουν μεγάλη βαρύτητα, καθώς ενισχύουν τη σύνδεση και τους δεσμούς, εξασφαλίζοντας τη συνέχεια αυτών των σχέσεων στο μέλλον. Μην ξεχνάμε άλλωστε ότι τα social δεν είναι απλά ένα μήνυμα, είναι σίγουρα μια βιντεοκλήση αλλά και ένας τρόπος να ενημερώνεσαι για τη ζωή του άλλου, χωρίς να νιώθεις ότι χάνεις στιγμές του.
– Τα dating apps αποτελούν το νέο «πεδίο δράσης» στο flirting. Ένα επιτυχημένο matching μπορεί να οδηγήσει σε ένα live ραντεβού και αν αυτό πάει καλό μπορεί να ακολουθήσει και δεύτερο. Όμως παρατηρείται συχνά ο ένας από τους δύο ανεξήγητα να εξαφανίζεται, το λεγόμενο ghosting. Και το άλλο άτομο μένει ματαιωμένο να απορεί τι έκανε λάθος. Είναι η οθόνη που κάνει τέτοιες συμπεριφορές πιο εύκολες, ή υπάρχει πραγματικά δυσκολία στη σύναψη ποιοτικών σχέσεων στους νέους ανθρώπους;
Η απάντηση θα έλεγα ότι βρίσκεται κάπου ανάμεσα. Σίγουρα η οθόνη και τα συγκεκριμένα apps έχουν έναν αρκετά απρόσωπο χαρακτήρα, κάνοντας πολύ πιο εύκολη και φαινομενικά ανώδυνη την εξαφάνιση κάποιου. Σβήνοντας απλά το προφίλ ή αφήνοντας αναπάντητο ένα μήνυμα, ο καθένας πλέον μπορεί να επιλέξει να αποστασιοποιηθεί χωρίς να χρειαστεί να εξηγήσει το γιατί και να βάλει τον εαυτό του σε μια δύσκολη θέση. Αποποιείται με έναν τρόπο την ευθύνη εύκολα και απρόσωπα.
Παράλληλα, όμως, παρατηρείται ότι οι άνθρωποι βιώνουν μεγάλες δυσκολίες να συνάψουν ποιοτικές σχέσεις. Αυτό που κυριαρχεί πλέον είναι το εφήμερο, το πιο επιφανειακό και το μη δεσμευτικό. Σίγουρα η εποχή του Covid συνέβαλε έντονα, λόγω της αναγκαστικής απομόνωσης και αποξένωσης, τα αίτια όμως είναι πολύ βαθύτερα, εστιάζοντας κύρια και πρωταρχικά στο οικογενειακό σύστημα.
Η έλλειψη σεβασμού και η απουσία ενσυναίσθησης για τα συναισθήματα του άλλου, καθώς και έλλειψη δεξιοτήτων επικοινωνίας, είναι αυτά που οδηγούν σε μη ποιοτικές σχέσεις των νέων. Όταν οι νέοι δεν έχουν λάβει και δεν έχουν μάθει αντίστοιχα να δίνουν τα παραπάνω, δεν έχει νόημα γι' αυτούς να επενδύσουν σε βάθος στις σχέσεις, ούτε να δυσκολευτούν για να τις διατηρήσουν, να ακούσουν τους άλλους, και κυρίως να ακούσουν τον ίδιο τους τον εαυτό και τις εσωτερικές συγκρούσεις τους. Επιλέγουν έτσι να εξαφανιστούν και να αποστασιοποιηθούν από σχέσεις που απαιτούν επένδυση και προσπάθεια, άρα να αποστασιοποιηθούν και από τον εσωτερικό τους προβληματισμό.
– Μήπως οι οθόνες αλλάζουν τις εγκεφαλικές μας λειτουργίες; Η δυνατότητα να είσαι 24 ώρες το 2ωρο online συχνά γίνεται εθισμός. Παρακολουθείς τα άτομα που σε ενδιαφέρουν, το πότε είναι ενεργά και πότε όχι, τις αναρτήσεις και τα stories τους, αναρωτιέσαι γιατί ενώ είναι ενεργά δεν σου μιλούν, ελέγχεις αν κοιτάνε τα δικά σου stories, αν δεν το κάνουν ανησυχείς ότι δεν τα ενδιαφέρεις πια… Δεν είναι λίγο ανησυχητικές αυτές οι συμπεριφορές;
Προφανώς αυτές οι συμπεριφορές εγείρουν έντονη ανησυχία και προβληματισμό. Ο ψηφιακός κόσμος αρχίζει να γίνεται πιο σημαντικός από τον πραγματικό και η χρήση των οθονών απαραίτητη έως και εθιστική. Αυτό οφείλεται στην συνεχή ροή διέγερσης που προσφέρουν οι οθόνες, την οποία μπορεί να είναι δύσκολο για τους ανθρώπους –ειδικά τους νέους– να αγνοήσουν, καθώς λειτουργεί σαν ψηφιακό ναρκωτικό για τον εγκέφαλό μας.
Η χρήση της οθόνης απελευθερώνει μία στιγμιαία αλλά ισχυρή δόση ντοπαμίνης στον εγκέφαλο, η οποία μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τον έλεγχο των παρορμήσεων, οδηγώντας σε συνεχή αναζήτηση αυτής της δόσης. Εδώ έρχεται και το φαινόμενο FOMO (Fear of Missing Out), ο φόβος δηλαδή μήπως μείνω εκτός των πραγμάτων, που επιδεινώνεται από τις συνεχείς ειδοποιήσεις και αναρτήσεις στα social media, οι οποίες φαίνεται να ασκούν σημαντική πίεση στους ανθρώπους να είναι συνεχώς online.
Τα άτομα αναφέρουν ότι αισθάνονται πίεση, καταπόνηση και ενοχές εάν δεν είναι σε θέση να απαντήσουν αμέσως σε ένα κείμενο, ενώ συχνά αντιμετωπίζουν μεγάλο άγχος κάθε φορά που η πρόσβασή τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης περιορίζεται. Παράλληλα, μελέτες έχουν δείξει ότι ο χρόνος που αφιερώνουμε στην οθόνη έχει επιπτώσεις στον εγκέφαλό μας. Ειδικά στα παιδιά, παρατηρήθηκαν επιδράσεις στον κροταφικό λοβό που σχετίζεται με τη μνήμη, στον βρεγματικό λοβό που βοηθάει στην επεξεργασία της αφής, της πίεσης, της αίσθησης του ζεστού και του κρύου, τη γλώσσα και τη ακοή, καθώς και στον ινιακό λοβό, που αφορά την επεξεργασία των οπτικών πληροφοριών. Φαίνεται επίσης να επηρεάζει έντονα τον μετωπιαίο φλοιό του εγκεφάλου, επίδραση παρόμοια με αυτή της κοκαΐνης, με αποτέλεσμα ο χρόνος στην οθόνη να ξεκινά έναν κύκλο ευχαρίστησης/ανταμοιβής που μπορεί να έχει αρνητικό αντίκτυπο στη ζωή μας.
– Τι συμβουλεύεις τους ανθρώπους που μπαίνουν σε αυτό το «τριπάκι»;
Όσοι αρχίζουν να μπαίνουν σε αυτό το «τριπάκι» χρειάζεται σίγουρα να αναγνωρίσουν ότι η ενασχόλησή τους με τις οθόνες είναι αρκετά έντονη. Η αλλαγή στην καθημερινότητά τους είναι αναγκαία, ώστε ο χρόνος που υπό άλλες συνθήκες αφιέρωναν στις οθόνες να διοχετεύεται σε πιο παραγωγικές δραστηριότητες. Τέτοιου είδους δραστηριότητες μπορεί να είναι το διάβασμα, η ενασχόληση με κάποιο χόμπι και ο αθλητισμός, που ενισχύουν και τις διά ζώσης συναναστροφές και συνδέσεις.
Εξίσου σημαντικά είναι τα όρια, μέσω των οποίων η χρήση της οθόνης θα γίνει ελεγχόμενη και όχι ανεξέλεγκτη. Σχετικά με τα όρια, βοηθητικό θα ήταν να οριστούν ζώνες μέσα στο σπίτι όπου οι οθόνες θα αποφεύγονται, όπως η κρεβατοκάμαρα ή η κουζίνα, καθώς και ημερήσια όρια στον χρόνο χρήσης των εφαρμογών και κυρίως των social media, με μέγιστο χρόνο ιδανικά τις 2 ώρες την ημέρα. Σε αυτό το σημείο είναι σημαντικό να αναφερθεί και ότι πολλές φορές είναι αναγκείο να αναζητηθεί κατάλληλη ψυχοθεραπευτική, ίσως και ψυχιατρική υποστήριξη, για να γίνουν κατανοητοί οι βαθύτεροι λόγοι που οδηγούν σε μία τόσο έντονη ενασχόληση με τον ψηφιακό κόσμο και η συναισθηματική επιρροή που ασκείται.
ΔΕΝ ΓΙΝΕΤΑΙ Ο ΓΟΝΙΟΣ ΝΑ ΕΠΙΒΑΛΕΙ ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΟΘΟΝΕΣ, ΕΝΩ Ο ΙΔΙΟΣ ΧΑΝΕΤΑΙ ΜΕΣΑ ΣΕ ΑΥΤΕΣ.
– Πάμε τώρα στους έφηβους. Τα παιδιά αυτά μεγάλωσαν με ένα κινητό στο χέρι, που τους δόθηκε κυρίως τις στιγμές που οι γονείς ήθελαν να κάτσουν ήσυχα. Έπειτα, οι γονείς καμάρωναν που τα παιδιά είχαν μάθει να χειρίζονται την οθόνη καλύτερα και από τους ίδιους. Στα 12 τους αγόρασαν τις πιο ακριβές συσκευές της αγοράς και στα 15 γκρινιάζουν που τα παιδιά τους είναι εθισμένα σε αυτές ή για τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν. Μοιάζει να τα κάναμε όλα λάθος. Σώζεται η κατάσταση;
Φυσικά και σώζεται, άλλωστε τα λάθη είναι για να διορθώνονται και για να μας εξελίσσουν, και κάθε άνθρωπος έχει δικαίωμα να βιώσει επανορθωτικές εμπειρίες. Το πιο βασικό είναι οι γονείς να γίνουν το σωστό πρότυπο για τα παιδιά τους, μέσω της οριοθέτησης και του περιορισμού την προσωπικής τους χρήσης των οθονών. Τα παιδιά είναι μιμητές των γονικών συμπεριφορών, επομένως μια υγιής και σωστή χρήση από τους γονείς μπορεί να δώσει ένα καλό παράδειγμα στα παιδιά.
Επίσης, οι οθόνες είναι σημαντικό να μην γίνονται μέσα παθητικής ηρεμίας των παιδιών και της έντασής τους, αλλά μέσα ενημέρωσης και εκπαίδευσης, παράλληλα με άλλες, πιο ενεργητικές δραστηριότητες, όπως ο αθλητισμός.
– Τι θα συμβούλευες να γίνει στις γενιές που ακολουθούν; Τι μαθήματα πήραμε την τελευταία 10ετία από την επίδραση των οθονών στην ψυχική υγεία των παιδιών και τι αλλαγές πρέπει να κάνουμε;
Η υπερεμπλοκή των παιδιών με τις οθόνες μας έχει δώσει αρκετά μαθήματα για την επίδραση τους στην ψυχική τους υγεία, ενώ δεν είναι λίγες οι έρευνες σχετικά με αυτά τα ζητήματα. Οι βασικότερες επιδράσεις στην ψυχική υγεία των παιδιών είναι η κατάθλιψη, το άγχος, η αϋπνία καθώς και συμπτώματα που σχετίζονται με την ΔΕΠΥ (Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας). Επίσης, κάποιες επιπλέον σημαντικές επιδράσεις είναι η καθυστέρηση της ομιλίας των παιδιών, η γνωστική εξασθένηση, η δυσκολία στην επίλυση προβλημάτων και η έλλειψη δημιουργικής σκέψης, η έκθεση στον κυβερνο-εκφοβισμό, προβλήματα σωματικού βάρους και κακής υγείας των οστών λόγω έλλειψης σωματικής δραστηριότητας, η οποία αργότερα στη ζωή μπορεί να αυξήσει τις καρδιακές παθήσεις και άλλες καταστάσεις υγείας, καθώς και θέματα όρασης.
Οι επιπτώσεις είναι μεγάλες, σίγουρα όμως οι οθόνες δεν γίνεται να απαγορευτούν, αφενός γιατί έχουν μεγάλη χρησιμότητα σε αρκετά πλαίσια, όπως εκπαιδευτικά, αφετέρου γιατί κάτι τέτοιο θα έφερνε μόνο αρνητικά αποτελέσματα και αντίσταση από τα παιδιά, που ζουν πλέον σε μια τεχνολογική εποχή. Αυτό που είναι σημαντικό να αλλάξει είναι οι γονείς αρχικά, αλλά και οι εκπαιδευτικοί και η κοινωνία ευρύτερα, να είναι κοντά στα παιδιά και να τα εκπαιδεύσουν τεχνολογικά, καλλιεργώντας την παραγωγική χρήση των ψηφιακών εργαλείων.
Οριοθετημένη χρήση με επίβλεψη ειδικά στις μικρότερες ηλικίες –από τους 18 μήνες και έπειτα, σύμφωνα με την Αμερικανική Ακαδημία Παιδιατρικής–, ένταξη και ενίσχυση των offline δραστηριοτήτων, όπως χόμπι, αθλήματα, βιβλία, εκδρομές, παιδική χαρά, ενθάρρυνση για ατομικό παιχνίδι καθώς και για παιχνίδι με τους γονείς και με άλλα παιδιά και, το βασικότερο, όχι άμεση πρόσβαση σε οθόνες από μικρή ηλικία. Δεν είναι λύση το παιδί να ηρεμεί με μία οθόνη, ώστε να μην επιβαρύνει τους γονείς. Η παιδική ηλικία διψάει για σύνδεση και συναναστροφή –ακόμα και στην ψηφιακή εποχή– και σίγουρα το πιο σημαντικό είναι οι γονείς να προσφέρουν αυτή τη διά ζώσης σύνδεση στα παιδιά τους, η οποία με τη σειρά της καλλιεργεί την επικοινωνία, τον διάλογο και την εμπιστοσύνη.
Η πιο αποδοτική συνταγή για την αποτελεσματικότητα όλων αυτών αποτελεί σίγουρα η συμπεριφορά του ενήλικα, όπως αναφέρθηκε, ο οποίος καθημερινά με τη στάση του δίνει ένα ηχηρό μήνυμα και γίνεται πρότυπο για τα παιδιά. Δεν γίνεται να επιβάλει μέτρα για τις οθόνες ενώ ο ίδιος χάνεται μέσα σε αυτές, ούτε να παραπονιέται για έλλειψη επαφής ενώ την ίδια στιγμή δεν προκαλεί την επαφή και την επικοινωνία.