ΓΙΑΤΙ ΠΕΡΙΠΛΕΚΟΥΜΕ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΑΝΤΙ ΝΑ ΤΑ ΑΠΛΟΠΟΙΟΥΜΕ;
Αν το «less is more» είναι μια μεγάλη αλήθεια, τότε γιατί οι άνθρωποι συνεχώς επιλέγουμε να προσθέτουμε αντί να αφαιρούμε;
«Στην προσπάθειά μας να βελτιώσουμε τη ζωή μας, την εργασία μας, την κοινωνία μας, έχουμε την τάση να προσθέτουμε. Παραβλέπουμε τις αφαιρετικές λύσεις, την επιλογή της αφαίρεσης από αυτό που ήδη υπάρχει», γράφει ο Leidy Klotz, αναπληρωτής καθηγητής στις Σχολές Μηχανικών, Αρχιτεκτονικής και Επιχειρήσεων στο Πανεπιστήμιο της Βιρτζίνια, και συνιδρυτής της πρωτοβουλίας Convergent Behavioral Science.
Ας σκεφτούμε αυτό που λέει. Ο καθένας για τη δική του καθημερινότητα. Όταν θέλουμε να βελτιώσουμε ένα κείμενο, προσθέτουμε στοιχεία. Όταν θέλουμε να επιταχύνουμε μια εργασία, προσθέτουμε άτομα. Στη μαγειρική, προσθέτουμε υλικά. Στους χώρους εργασίας, προσθέτουμε κανόνες. Για να είναι τα παιδιά ευτυχισμένα, προσθέτουμε δραστηριότητες και τρέμουμε στην ιδέα απλώς να τα αφήσουμε να βαρεθούν. Για να είμαστε δημιουργικοί, ξεκινάμε νέα χόμπι. Για να έχουμε ένα όμορφο σπίτι, προσθέτουμε διακοσμητικά. Για την εύρυθμη λειτουργία του κράτους και των θεσμών, πολλαπλασιάζουμε τους νόμους και αυξάνουμε τη γραφειοκρατία.
«Σε αυτή την διαρκή κατάσταση αλλαγής, η μια επιλογή είναι να προσθέτουμε σε ό,τι υπάρχει, είτε πρόκειται για αντικείμενα είτε για ιδέες είτε για κοινωνικά συστήματα. Η άλλη επιλογή είναι να αφαιρέσουμε κάτι από αυτό που ήδη υπάρχει», εξηγεί ο Klotz.
Η πρόσθεση είναι η πρώτη μας επιλογή
Είναι όντως η πρόσθεση η πρώτη μας επιλογή; Απάντηση στο ερώτημα επιχειρεί να δώσει ομάδα αμερικανών ερευνητών με δημοσίευσή της στο περιοδικό Nature. Όπως αναφέρει, σπάνια βλέπουμε μια κατάσταση, ένα αντικείμενο ή μια ιδέα που χρήζουν βελτίωσης και σκεφτόμαστε την απλοποίηση ως λύση. «Το πρώτο πράγμα που έρχεται στο μυαλό μας είναι τι μπορούμε να προσθέσουμε για να κάνουμε κάτι καλύτερο, ακόμα και όταν η μόνη σωστή απάντηση στο πρόβλημα είναι να αφαιρέσουμε».
Τα ευρήματα της ομάδας παρουσιάζουν έναν λόγο που οι άνθρωποι καταλήγουμε με φορτωμένα προγράμματα, οι οργανισμοί πνίγονται στη γραφειοκρατία και η ανθρωπότητα εξαντλεί τους πόρους του πλανήτη.
Μια σειρά από πειράματα
Για να εξετάσει εάν και σε ποιον βαθμό οι άνθρωποι παραβλέπουμε την αφαίρεση ως επιλογή, όταν χρειάζεται να κάνουμε μια αλλαγή, ο Klotz και οι συνεργάτες του από το Batten School of Leadership and Public Policy προχώρησαν σε μια σειρά πειραμάτων.
Αρχικά, πραγματοποίησαν μελέτες παρατήρησης. Για παράδειγμα, σε 91 συμμετέχοντες δόθηκε ένα ασύμμετρο μοτίβο και τους ζητήθηκε να το κάνουν συμμετρικό, προσθέτοντας ή αφαιρώντας χρωματιστά κουτιά. Μόνο 18 άτομα επέλεξαν την αφαίρεση.
Στη συνέχεια, πραγματοποίησαν μια σειρά από οκτώ πειράματα με περισσότερους από 1.500 συμμετέχοντες. Σε ένα από αυτά ζητήθηκε από δύο ομάδες ατόμων να σταθεροποιήσουν την οροφή μιας κατασκευής Lego, την οποία συγκρατούσε ένα τουβλάκι στηριγμένο σε μια βάση. Η ανταμοιβή για την ολοκλήρωση της εργασίας ήταν 1 δολάριο. Στην πρώτη ομάδα οι ερευνητές είπαν ότι κάθε κομμάτι που προσθέτουν κοστίζει 10 cents, ενώ στην δεύτερη δόθηκε ένα επιπλέον στοιχείο σχετικά με τις πιθανές λύσεις (κάθε κομμάτι που αφαιρούσαν δεν είχε κόστος). Σχεδόν τα ⅔ των ατόμων στην ομάδα με τη βοήθεια κατέληξαν να επιλέξουν να βγάλουν το τουβλάκι αντί να προσθέσουν νέα, σε σύγκριση με το 41% όσων δεν είχαν λάβει το επιπλέον στοιχείο.
Οι ερευνητές παρατήρησαν, ακόμα, ότι οι άνθρωποι ήταν πιο πιθανό να επιλέξουν την αφαίρεση όταν τους δινόταν η ευκαιρία να εξετάσουν εναλλακτικούς τρόπους αντιμετώπισης ενός προβλήματος. Όταν τους ζητήθηκε να δημιουργήσουν ένα συμμετρικό μοτίβο προσθέτοντας ή αφαιρώντας έγχρωμα μπλοκ, επέλεγαν συχνότερα την αφαίρεση, εάν είχαν περισσότερες από μία προσπάθειες. Επίσης, η ταυτόχρονη εκτέλεση μιας άλλης εργασίας, όπως η παρακολούθηση αριθμών σε μια οθόνη, έκανε λιγότερο πιθανή την αφαίρεση στοιχείων, κάτι που υποδηλώνει ότι απαιτείται περισσότερη προσπάθεια για να βρεθούν αφαιρετικές λύσεις. Και στις δύο περιπτώσεις, η αφαίρεση μπλοκ ήταν η πιο αποτελεσματική λύση.
Γιατί οι άνθρωποι συστηματικά παραβλέπουν τις αφαιρετικές λύσεις;
«Οι λύσεις που περιλαμβάνουν την πρόσθεση τείνουν να έρχονται στο μυαλό γρήγορα και εύκολα», λέει ο Benjamin Converse, κοινωνικός ψυχολόγος στο Πανεπιστήμιο της Βιρτζίνια και ένας από τους συγγραφείς της μελέτης. «Οι αφαιρετικές λύσεις δεν είναι απαραίτητα πιο περίπλοκες, αλλά απαιτούν περισσότερη γνωστική προσπάθεια. Επίσης, επειδή οι άνθρωποι συχνά κινούνται με γρήγορους ρυθμούς, δουλεύουν με τις πρώτες ιδέες που τους έρχονται στο μυαλό. Έτσι, καταλήγουν να δέχονται την πρόσθεση, χωρίς να εξετάζουν την αφαίρεση».
«Όσο περισσότερο οι άνθρωποι βασίζονται σε στρατηγικές που περιλαμβάνουν την πρόσθεση, τόσο πιο προσιτές γνωστικά γίνονται αυτές», εξηγεί η Gabrielle Adams, επίκουρη καθηγήτρια, κοινωνική ψυχολόγος και μέλος της ομάδας των ερευνητών. «Με την πάροδο του χρόνου, η συνήθεια να αναζητούμε τέτοιες ιδέες μπορεί να γίνεται όλο και πιο ισχυρή, με αποτέλεσμα μακροπρόθεσμα να χάνουμε πολλές ευκαιρίες για να βελτιώσουμε τον κόσμο μέσω της αφαίρεσης».
Ο Tom Meyvis, ψυχολόγος στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, ο οποίος ασχολήθηκε με την αναθεώρηση της παραπάνω μελέτης, σημειώνει ότι άλλοι λόγοι για την επιλογή αυτή μπορεί να είναι η μεγαλύτερη πιθανότητα να αξιολογηθούν θετικά οι λύσεις ή το λεγόμενο σφάλμα του «βυθισμένου» κόστους (όταν δηλαδή έχουμε επενδύσει χρόνο, χρήματα και προσπάθεια σε κάτι που δεν αποδίδει, αλλά συνεχίζουμε να επενδύουμε σε αυτό, για να μην πάνε χαμένα όσα κάναμε).