ΕΠΑΙΝΟΙ ΚΑΙ ΕΠΙΚΡΙΣΕΙΣ: ΑΠΟ ΤΙ ΕΠΗΡΕΑΖΟΝΤΑΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΟΙ ΚΑΤΑΘΛΙΠΤΙΚΟΙ ΕΦΗΒΟΙ;
Ερευνητές εστίασαν σε καταθλιπτικούς εφήβους και εξέτασαν πώς επιδρούν στον εγκέφαλό τους όσα ακούν από τους γονείς τους, με έμφαση στις επικρίσεις και τους επαίνους. Τι είχε μεγαλύτερο αντίκτυπο;
Οι αλληλεπιδράσεις γονέων και εφήβων –και ιδιαίτερα η κριτική και ο έπαινος από τους γονείς προς τους εφήβους– έχουν αναγνωριστεί ως παράγοντες που σχετίζονται με το πώς τα παιδιά αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους. Όταν υπερτερούν οι αρνητικές κριτικές, αυτό συνδέεται με την κατάθλιψη των εφήβων, που αποκτούν χαμηλή αυτογνωσία.
Ωστόσο, το κατά πόσον οι καταθλιπτικοί έφηβοι παρουσιάζουν συναισθηματική και νευρική αντιδραστικότητα στην κριτική και τον έπαινο των γονέων ήταν κάτι που δεν είχε μελετηθεί έως τώρα. Δεν ήταν δηλαδή ξεκάθαρο το πώς ανταποκρίνονται οι έφηβοι με κατάθλιψη ειδικά σε όσα ακούν από τους γονείς του. Καλά ή κακά.
Η ψυχοβιολόγος και νευροεπιστήμονας Lisanne van Houtum, του Leiden University της Ολλανδίας, αποφάσισε να καλύψει το κενό που υπήρχε. Η δουλειά που έκανε με τη σύμπραξη συναδέλφων της δημοσιεύτηκε στο Psychological Medicine.
Αποκαλύπτει ότι οι έφηβοι με κατάθλιψη είναι πιο ευαίσθητοι στην κριτική των γονιών και λιγότερο ευαίσθητοι στον έπαινό τους, συγκριτικά με τους ψυχικά υγιείς εφήβους. Αυτό έδειξαν οι μετρήσεις αυξημένης εγκεφαλικής δραστηριότητας και αυτοαναφερόμενες αξιολογήσεις διάθεσης.
Οι καταθλιπτικοί έφηβοι στην έρευνα
Οι ερευνητές μελέτησαν τις συναισθηματικές και εγκεφαλικές αντιδράσεις των εφήβων με κατάθλιψη στην αρνητική (κριτική) και τη θετική (έπαινος) ανάδραση. Εστίασαν σε 20 Ολλανδούς εφήβους, ηλικίας από 13,5 έως 18 ετών, που είχαν διαγνωστεί με δυσθυμία (μια ήπια, χρόνια μορφή κατάθλιψης) ή με μείζονα καταθλιπτική διαταραχή (μια σοβαρή, οξεία μορφή κατάθλιψης).
Επιλέχθηκαν επίσης 59 υγιείς έφηβοι, ηλικίας 12 έως 18 ετών, χωρίς κατάθλιψη. Μέρος στη μελέτη πήραν και οι γονείς των παιδιών.
Σε όλους παρουσιάστηκαν αρχικά λέξεις «feedback» που ήταν μονολεκτικές περιγραφές των χαρακτηριστικών της προσωπικότητας.
Όλοι κλήθηκαν να βαθμολογήσουν τις λέξεις αυτές ως αρνητικές (π.χ. «αναξιόπιστο»), ουδέτερες (π.χ. «χαοτικό») ή θετικές (π.χ. «ευγενικό»). Επιπροσθέτως, οι έφηβοι αξιολόγησαν πόσο τους αφορούσαν οι λέξεις, ενώ μαγνητικός τομογράφος αποκάλυπτε την εγκεφαλική τους δραστηριότητα όταν τις άκουγαν.
Πριν αρχίσει η μελέτη, οι έφηβοι ενημερώθηκαν ψευδώς ότι ο γονέας τους θα επέλεγε και θετική και αρνητική feedback λέξη που θα περιέγραφε καλύτερα την προσωπικότητα του παιδιού του. Κάθε τέτοια λέξη προλογιζόταν ως εξής: «Η μητέρα/ο πατέρας σου πιστεύει ότι είσαι…».
Πρακτικά, οι ερευνητές έδειξαν στους συμμετέχοντες ένα μείγμα προ-προγραμματισμένων feedback λέξεων. Αφού τα παιδιά είδαν όλες τις λέξεις, ενημέρωσαν για τη διάθεσή τους. Όταν βγήκαν από τον μαγνητικό τομογράφο, κλήθηκαν να πουν όσες περισσότερες από αυτές τις λέξεις μπορούσαν μέσα σε ένα δίλεπτο.
Με τη χρήση μαθηματικής μοντελοποίησης, οι ερευνητές ανακάλυψαν πως τόσο οι καταθλιπτικοί έφηβοι όσο και οι υγιείς παρουσίασαν μείωση της διάθεσης μετά την κριτική και αύξηση μετά τον έπαινο, σε σύγκριση με τις ουδέτερες λέξεις. Ωστόσο, ο βαθμός αύξησης της διάθεσης μετά τον έπαινο ήταν αμβλύς στους καταθλιπτικούς εφήβους, σε σύγκριση με τους υγιείς.
Τι έδειξε ο μαγνητικός τομογράφος
Η ανάλυση των μαγνητικών τομογραφιών των εφήβων με κατάθλιψη αποκάλυψε αυξημένη εγκεφαλική δραστηριότητα –συγκριτικά με τους υγιείς εφήβους– ως απάντηση στην κριτική, ιδιαίτερα στην περιοχή του εγκεφάλου που λειτουργεί ως «φύλακας» μεταξύ αυτών που ελέγχουν τη γνωστική λειτουργία ανώτερης τάξης και το συναίσθημα. Επομένως είναι κρίσιμες για τη διαχείριση της διάθεσης.
«Ως εκ τούτου, η αυξημένη δραστηριότητα σε αυτήν την περιοχή μπορεί να υποδεικνύει απόπειρα συντονισμού των γνωστικών και συναισθηματικών κυκλωμάτων στον εγκέφαλο», δήλωσε η Van Houtum.
Στους καταθλιπτικούς εφήβους υπήρχε και αυξημένη δραστηριότητα στον κροταφικό πόλο, ο οποίος θεωρείται ότι αποθηκεύει την κοινωνική γνώση, αλλά και στις περιοχές του εγκεφάλου που σχετίζονται με τη μνήμη ζωντανών γεγονότων (ιππόκαμπος, παραϊπποκάμπια έλικα).
«Αυτά τα ευρήματα ευθυγραμμίζονται με το πώς οι καταθλιπτικοί έφηβοι θυμήθηκαν περισσότερο την κριτική από τους επαίνους, στο ελεύθερο δίλεπτο ανάκλησης. Υποδηλώνει πως η συγκεκριμένη ομάδα τείνει να δίνει προσοχή στην αρνητική ανατροφοδότηση και να απομνημονεύει πιο έντονα την αρνητική ανάδραση», διευκρίνισε η επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης.
Όπως αναμενόταν, οι έφηβοι με κατάθλιψη επέδειξαν πιο αρνητικές απόψεις για τον εαυτό τους. Έγινε ξεκάθαρο ότι η ανατροφοδότηση των γονέων, είτε ήταν έπαινος είτε κριτική, είχε ως αποτέλεσμα μια αυξημένη διάθεση εάν ταίριαζε με την αυτοπεποίθηση του εφήβου.
«Ο προσδιορισμός των χαρακτηριστικών της προσωπικότητας που εκτιμούν οι έφηβοι στον εαυτό τους μπορεί να είναι το κλειδί για τη βελτίωση της καταθλιπτικής τους διάθεσης», κατέληξε η van Houtum. «Oι γονείς θα μπορούσαν να διδαχθούν να αναγνωρίζουν αυτά τα πολύτιμα χαρακτηριστικά του παιδιού και να υποστηρίξουν την ανάπτυξη μιας θετικής αυτοεκτίμησης».