ΜΙΑ ΨΥΧΟΛΟΓΟΣ ΜΙΛΑΕΙ ΓΙΑ ΟΣΑ ΚΡΥΒΟΝΤΑΙ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΟ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΟ ΦΑΓΗΤΟ
Η ψυχολόγος Καλλιόπη Εμμανουηλίδου δεν είναι ο άνθρωπος που θα σου «κουνήσει το δάχτυλο» επικριτικά, αν φας κάτι παραπάνω. Μάλλον θα σε βοηθήσει να καταλάβεις γιατί το έκανες και πώς να το αποφύγεις αν θέλεις στο μέλλον. Αυτό επιχειρεί με το βιβλίο «Ψυχο-γαστρονομία» και φωτίζει στη συνέντευξή μας πολλά ενδιαφέροντα στοιχεία για το ζήτημα «διατροφή και συναίσθημα».
Σε κανένα λεξικό δεν θα βρεις τη λέξη «ψυχο-γαστρονομία». Είναι μια επινόηση της Καλλιόπης Εμμανουηλίδου, ψυχολόγου που διατηρεί γραφείο ψυχολογικής υποστήριξης στη Θεσσαλονίκη, ενώ παράλληλα γράφει και μεταφράζει βιβλία σχετικής θεματολογίας (όπως το «Πώς να βοηθήσω το παιδί μου να ελέγχει τη διάθεσή του»). Ο νεολογισμός αυτός αποτελεί τον τίτλο του πιο πρόσφατου βιβλίου της. Το θέμα του δεν είναι η απώλεια βάρους ή η δίαιτα. Είναι να καταλάβεις πώς το συναίσθημα επηρεάζει τη διατροφή, σε μια σχέση που μπορεί να εξελιχθεί σε φαύλο κύκλο.
Η «Ψυχο-γαστρονομία» είναι ένα βιβλίο που απόλαυσα πραγματικά. Στο εξώφυλλο ορίζεται ως «ο πρώτος ελληνικός οδηγός για τη διαισθητική διατροφή και την ψυχολογία της μαγειρικής». Εγώ, ως άτομο που συχνά μπερδεύει το φαγητό με το συναίσθημα –και έχει κάνει διάφορες απόπειρες να χάσει βάρος, ξαναπαίρνοντάς το μετά–, μπορώ να πως ότι αναγνώρισα τον εαυτό μου σε πολλά σημεία.
Ένα από τα βασικά στοιχεία που μου άρεσαν είναι ότι η συγγραφέας αντλεί από τη γνώση και την πείρα που έχει ως ψυχολόγος, οργανώνοντας με συστηματικό αλλά πολύ απλό και εύληπτο τρόπο ό,τι άπτεται του θέματος. Στις σελίδες του βιβλίου χωράνε από επιστημονικά τεκμηριωμένα στοιχεία μέχρι συνταγές της ίδιας, της μητέρας και φίλων της.
Διαβάζοντας την «Ψυχο-γαστρονομία» είχα την αίσθηση ότι η Καλλιόπη Εμμανουηλίδου με καταλαβαίνει. Όχι μόνο εμένα προσωπικά αλλά και όλους όσοι έχουμε καταφύγει στο ψυγείο μετά από μια δύσκολη μέρα, δεν έχουμε καταλάβει πώς άδειασε το κουτί με τα γλυκά κι έχουμε διστάσει να ανέβουμε στη –ρημάδα– τη ζυγαριά.
Η συνέντευξη μαζί της είναι διαφωτιστική κι έχει προς το τέλος μια φράση σαν χριστουγεννιάτικο δωράκι: «Το έξτρα μελομακάρονο δεν θα σου δώσει την αγκαλιά που χρειάζεσαι – αλλά κι αν το φας, μη σε μαλώνεις»!
– Στο βιβλίο «Ψυχο-γαστρονομία» καλύπτετε οτιδήποτε έχει να κάνει με τη διατροφή ως ψυχολογική εμπειρία. Από την πείρα που έχετε ως ψυχοθεραπεύτρια, πόσο θα λέγατε ότι συνειδητοποιεί ο μέσος άνθρωπος τη σχέση μεταξύ των δύο;
Οι άνθρωποι που έρχονται για ψυχοθεραπεία, ιδίως αν πρόκειται για ένα θέμα διατροφικής δυσκολίας, έχουν ήδη αντιληφθεί πόσο βαθιά ψυχολογική είναι η σχέση μας με την τροφή. Ο μέσος άνθρωπος θα έλεγα πως έχει αρχίσει να καταλαβαίνει ότι τα συναισθήματά του επηρεάζουν τη διατροφική του συμπεριφορά. Όμως, δεν νομίζω ότι αντιλαμβάνεται το βάθος της σχέσης αυτής, πόσο μάλλον τον ρόλο που παίζει η διατροφή στη διαμόρφωση της διάθεσής μας, καθώς αυτά αφορούν πολύ πιο πρόσφατα επιστημονικά ευρήματα για το πεπτικό μας σύστημα. που δεν είναι ακόμα ευρέως διαδεδομένα.
– Ποια είναι η πιο κρίσιμη ηλικία ή περίοδος για να παγιωθούν σε κάποιον οι κυρίαρχες διατροφικές του συνήθειες;
Είναι πολύ δύσκολο να απαντήσω σε αυτήν την ερώτηση, διότι κάθε φάση της ζωής μας προσφέρει ευκαιρίες για να εξελιχθούν τα πράγματα υπέροχα ή να εγκατασταθούν προβληματικά μαθήματα. Σίγουρα όσο πιο νωρίς μάθουμε π.χ. να σεβόμαστε τον κορεσμό μας, τόσο καλύτερα. Οι συνήθειες στο διάβα του καιρού ισχυροποιούνται μέσω της επανάληψης ως εγκεφαλικές συνάψεις και μεταβάλλονται πιο δύσκολα, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι η αλλαγή είναι κάτι ακατόρθωτο – σε συνδυασμό βέβαια με έναν ψυχολογικό επαναπροσδιορισμό. Οπότε, η κρίσιμη ηλικία είναι η «νωρίς». Ιδιαίτερη προσοχή όμως θα χρειαστεί να δοθεί και στην εφηβική ηλικία, κυρίως επειδή βάλλεται από πιέσεις που αλλοιώνουν την εικόνα του σώματος και που υποκινούν επικίνδυνες διατροφικές συνήθειες.
– Στο βιβλίο δίνετε πολύτιμα «όπλα» για να βελτιώσει κανείς τη σχέση του με τη διατροφή. Ποια είναι τα βασικά εμπόδια που μπορεί να συναντήσει στην προσπάθεια να κάνει ό,τι διαβάζει πράξη; Τι ακούτε συχνότερα από θεραπευόμενους ή/και αναγνώστες σας;
Νομίζω πως μια από τις βασικές δυσκολίες είναι ο έλεγχος της παρόρμησης, το να σταματήσουμε δηλαδή τη φυσική ορμή του εγκεφάλου μας να καταναλώσει κάτι που μακροπρόθεσμα ξέρουμε ότι δεν μας κάνει πολύ καλό, ή να σταματήσουμε έγκαιρα πριν χορτάσουμε ή λιγωθούμε. Ένα δεύτερο εμπόδιο που ακούω συχνά είναι η έλλειψη χρόνου, κάτι που όμως είναι διαχειρίσιμο, όταν γίνεται σωστή προτεραιοποίηση. Ένα τρίτο είναι ο θόρυβος και ο «θόρυβος», δηλαδή η φασαρία και γύρω μας (ένα ζωηρό περιβάλλον με πολλά ερεθίσματα και υπερδραστηριοποίηση) και μέσα μας (πολλές σκέψεις, δυσκολία συγκέντρωσης, υπερανάλυση, ενοχές και διάφορες φωνούλες που μας εμποδίζουν να συγκεντρωθούμε).
– Μπορούμε να ορίσουμε ένα χρονικό πλαίσιο στο οποίο κάποιος θα μπορούσε να αλλάξει διατροφικές συνήθειες χωρίς πια τον κίνδυνο να κάνει πισωγυρίσματα;
Δεν θα μπορούσαμε να ορίσουμε κάτι τέτοιο. Εξαρτάται πάρα πολύ από την ετοιμότητα και τη θέληση που έχει κάποιος για να αλλάξει. Αλλά και από τα βιώματα, τα τραύματα, το βάθος των λανθασμένων διατροφικών μαθημάτων που έχει διδαχθεί από μικρός, και φυσικά από τις τρέχουσες συνθήκες που παρεμποδίζουν ή διευκολύνουν την επίτευξη μιας αλλαγής. Σίγουρα όμως θέλει πολλή καρτερικότητα και επιμονή, και πολλή αγάπη και τρυφερότητα προς τον εαυτό μας, για να καταφέρουμε αυτή η αγάπη να βρει την αντανάκλασή της και στο πιάτο μας.
– Γιατί οι άνθρωποι επιμένουν στην αναζήτηση μιας «θαυματουργής» δίαιτας, ακόμα κι αν έχουν κάνει ανάλογες προσπάθειες στο παρελθόν αλλά ξαναπήραν το βάρος που έχασαν;
Ο ανθρώπινος εγκέφαλος παίρνει ικανοποίηση από το γρήγορο και αποτελεσματικό. Του αρέσουν οι γρήγορες λύσεις, γιατί δεν θέλει να καταπονείται με πολλή προσπάθεια. Αν και οι άνθρωποι βλέπουν ότι δεν πήγε καλά η «θαυματουργή» δίαιτα, αντί να κατηγορήσουν την κουλτούρα της δίαιτας που είναι –αποδεδειγμένα πλέον– αποτυχημένη και οδηγεί σε προσαύξηση βάρους και/ή διατροφικές διαταραχές, κατηγορούν τον εαυτό τους και νιώθουν αποτυχημένοι οι ίδιοι. Έτσι, υποκύπτουν στις πιέσεις αυτής της τρομερά επικερδούς βιομηχανίας λόγω άγνοιας και ξαναπροσπαθούν για την επόμενη μαγική λύση. Παγιδεύονται δηλαδή σε έναν φαύλο κύκλο λόγω άγνοιας.
– Η άλλη πλευρά του να καταφεύγεις στο φαγητό για λόγους συναισθηματικούς είναι να σου κόβεται η όρεξη όταν υπάρχει στενοχώρια, φόρτιση κ.ά. Ποιοι είναι οι μηχανισμοί πίσω από αυτό;
Όσοι τρώνε συναισθηματικά απευθύνονται στο φαγητό και βιολογικά (για να πάρουν τα αγχολυτικά καταπραϋντικά του οφέλη) και ψυχολογικά (για να δώσουν μια αίσθηση παρηγοριάς, φροντίδας, κανακέματος). Άλλοι άνθρωποι αποφεύγουν το φαγητό, γιατί το πεπτικό τους σύστημα δεν θα το δεχτεί καλά (το στρες μπλοκάρει την πέψη) ή και επίτηδες, αποστερητικά, τιμωρητικά, αυτοκαταστροφικά («δεν μου αξίζει να φάω τώρα»).
– Στις διαταραχές πρόσληψης τροφής (ανορεξία, βουλιμία, υπερφαγία), πέρα από τους ψυχολογικούς παράγοντες υπάρχουν και παράγοντες οργανικοί που παίζουν ρόλο;
Ναι, οι έρευνες έχουν δείξει ότι υπάρχει υψηλή κληρονομικότητα. Αυτό χρειάζεται προσοχή στην ερμηνεία, για να καταλάβουμε αν πρόκειται για υπερίσχυση ενός διαταραγμένου διατροφικού προτύπου (μίμηση) ή αν υπάρχει και βιολογικό υπόβαθρο πέραν του περιβαλλοντικού ερεθίσματος. Οι τελευταίες έρευνες δείχνουν την ύπαρξη σχετικών γονιδίων και ορμονικών διαφορών που κάνουν κάποιους ανθρώπους πιο επιρρεπείς στις διατροφικές διαταραχές. Προς το παρόν, το πιο ορθό είναι να πούμε ότι μια διατροφική διαταραχή είναι αποτέλεσμα του συνδυασμού βιολογικών τάσεων και περιβαλλοντικών επιδράσεων που ενεργοποιούν τις τάσεις αυτές και οδηγούν σε μια διαταραγμένη διατροφική συμπεριφορά.
– Διακρίνετε από την εμπειρία σας διαφορές στον τρόπο που αντιμετωπίζουν το φαγητό άντρες και γυναίκες;
Οι γυναίκες δέχονται πολύ περισσότερες πιέσεις για να συμμορφωθούν στο ιδεώδες του πολύ λεπτού σώματος, οπότε και αναπτύσσουν μια πιο ενοχική τάση. Στο βιβλίο «Ψυχο-γαστρονομία» μπορείτε να διαβάσετε αναφορές σε έρευνες που δείχνουν κάποιες διαφορές στη διατροφική συμπεριφορά (π.χ. προτιμήσεις). Σχετικά με την έμφυλη διαφοροποίηση της αποτελεσματικότητας της ενσυνείδητης διατροφής, δεν έχω υπόψη μου κάποια σχετική έρευνα που να μας οδηγεί σε ένα συμπέρασμα για να απαντήσουμε ολοκληρωμένα. Ούτε η δική μου εμπειρία είναι αντιπροσωπευτική, καθώς η συντριπτική πλειοψηφία των θεραπευόμενων (ιδίως για διατροφικά θέματα) είναι γυναίκες.
– Έχετε συναντήσει στην ψυχοθεραπευτική σας πρακτική άτομα που πάσχουν από ορθορεξία; Πότε πια μιλάμε για εμμονή με την καλή διατροφή;
Ναι, έχω συναντήσει – αν και πρόκειται για μια κατηγορία διαταραχής δυσδιάκριτη στη σημερινή εποχή, που τόσο πολλή πληροφορία έχουμε για την υγιεινή διατροφή. Οπότε δεν εμφανίζεται ως αρχικό αίτημα, αλλά προκύπτει ως διάγνωση στην πορεία. Η ορθορεξία, σχεδόν όπως και η ανορεξία, είναι διαταραχή με υψηλή άρνηση του προβλήματος, οπότε πολύ σπάνια θα έρθει κάποιος –μεσούσης της έξαρσης– να αναζητήσει βοήθεια. Κάτι το θεωρούμε ως παθολογικό, όταν αρχίζει να έχει επιπτώσεις στην ποιότητα ζωής ενός ανθρώπου σε έναν ή περισσότερους τομείς. Νομίζω ότι όλοι μας καταλαβαίνουμε κατά βάθος πότε μια συμπεριφορά μας αρχίζει να έχει στοιχεία καταναγκασμού και να μας ελέγχει σε βαθμό που να μας ζορίζει εσωτερικά. Όταν κάποιος διατρέφεται υγιεινά σε βαθμό που απασχολεί το μυαλό του υπερβολικά και αποκτά συναισθήματα άγχους σχετικά με τη διαδικασία επιλογής και απόφασης –ενώ κατακλύζεται από ενοχές, αν π.χ. φάει μια τηγανητή πατάτα–, νομίζω ότι, για να το πούμε απλά, δεν περνάει και πολύ καλά!
– Συνήθως την περίοδο των γιορτών ο κόσμος τρώει ή φοβάται ότι θα φάει περισσότερο. Αν κάποιος δεν προλαβαίνει να διαβάσει το βιβλίο σας και να υιοθετήσει τις πρακτικές που προτείνετε, ποιες βασικές συμβουλές θα δίνατε;
Πολλά άρθρα γράφουν οι διατροφολόγοι, όταν πλησιάζουν οι γιορτές, ως προς το πώς να διαχειριστούμε το γιορτινό φαγητό. Θα μου επιτρέψετε να διατυπώσω τις συμβουλές στον ενικό, γιατί πραγματικά νιώθω ως ψυχοθεραπεύτρια πολλή συμπόνια για το πώς περνάνε οι άνθρωποι αυτές τις μέρες:
Οι γιορτές μπορεί να είναι υπέροχες, αλλά και πολύ δύσκολες. Έχουν μαγεία, χαρά, ελπίδα, ζεστασιά, αλλά και κόπωση, καταναγκασμό, εξάντληση, άγχος, λύπη. Αναγνώρισε όλα αυτά τα πολλά και έντονα συναισθήματα που σου προκαλούν οι μέρες αυτές. Οι γιορτές επηρεάζουν τον διάκοσμο γύρω σου, τη διασκέδαση, αλλά και τη διατροφή σου. Όπως μπορεί να ευχαριστιέσαι τα πολλά φωτάκια, αλλά να σε κουράζουν και λίγο, έτσι και το γιορτινό φαγητό μπορεί να είναι υπέροχο, αλλά και να έχει και μια υπερβολή. Κοίτα την ουσία, απόλαυσε τα φωτάκια, απόλαυσε το φαγητό. Ζήσε τις γιορτινές εμπειρίες σε αργή κίνηση, κάνε παύσεις για να χαρίσεις στον εαυτό σου απόλαυση και χαρά, γευστική τέρψη, σύνδεση με τους ανθρώπους που πραγματικά αγαπάς και υπομονή με τους ανθρώπους που αναγκαστικά θα δεις τις μέρες αυτές. Το έξτρα μελομακάρονο δεν θα σου δώσει την αγκαλιά που χρειάζεσαι – αλλά κι αν το φας, μη σε μαλώνεις. Συνδέσου με την τροφή, μαγείρεψέ την ενσυνείδητα και δημιουργικά. Να είσαι παρών στη στιγμή και να μην ξεχνάς να σκεφτείς με ευγνωμοσύνη τη ζωή σου και με συμπονετικότητα τον εαυτό σου. Απόλαυσε τα φωτάκια, απόλαυσε το φαγητό!