ΜΠΟΡΕΙΣ ΝΑ ΚΑΝΕΙΣ ΠΙΟ ΑΠΟΔΟΤΙΚΟ ΤΟΝ ΕΓΚΕΦΑΛΟ ΣΟΥ; ΕΝΑΣ ΝΕΥΡΟΨΥΧΟΛΟΓΟΣ ΑΠΑΝΤΑ
Xρησιμοποιούμε πράγματι ένα μικρό μόνο μέρος του εγκεφάλου μας; Υπάρχουν τρόποι και τεχνικές για να διευρύνουμε τις νοητικές δυνατότητές μας; Υπάρχουν καθημερινά κόλπα για να εξασκηθούμε στην καλύτερη αξιοποίηση του μυαλού μας; Ένας νευρολόγος απαντάει σε όλα, εξηγώντας μας ποια ακριβώς είναι η δουλειά του.
Μπορεί να έχεις ακούσει για τη νευροψυχολογία, αν κάποιος δικός σου επισκέπτεται ειδικό νευροψυχολόγο για να να αντιμετωπίσει προβλήματα μνήμης, συγκέντρωσης ή απόδοσης – ίσως κάποιο παιδί με μαθησιακές δυσκολίες ή ένας συγγενής με αρχές άνοιας.
Πρόκειται για έναν ιδιαίτερο κλάδο της ψυχολογίας, που πολύ απλοϊκά θα λέγαμε ότι κινείται ανάμεσα στις Νευροεπιστήμες και την Ψυχολογία. Στο εξωτερικό, το πρώτο επίσημο επιστημονικό περιοδικό νευροψυχολογίας με αυτό το όνομα ιδρύθηκε το 1987 από την Αμερικανική Ψυχολογική Εταιρεία.
Καθώς οι δυνατότητες του ανθρώπινου εγκέφαλου και η συσχέτισή του με σημαντικά θέματα υγείας μπαίνουν πλέον στο μικροσκόπιο με την ταχεία άνοδο των Νευροεπιστημών, αρχίζει δειλά-δειλά και στην Ελλάδα να ακούγεται η επιστήμη της νευροψυχολογίας.
«Νομίζω ότι όλοι θα έπρεπε να επισκεφτούμε έναν νευροψυχολόγο», μου είπε φίλη που μου σύστησε τη συγκεκριμένη επιστημονική ειδικότητα. Και κάπως έτσι αποφάσισα να αναζητήσω γιατί θα έπρεπε να πάει κάποιος σε νευροψυχολόγο εγώ ή ακόμη και... όλοι.
Ο Δρ. Ευθύμιος Αγγελάκης, νευροψυχολόγος και Επιστημονικός Συνεργάτης της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ, μου έδωσε όλες τις απαντήσεις, αλλά κυρίως με βοήθησε να καταλάβω τι εννοούμε όταν λέμε ότι χρησιμοποιούμε ένα μικρό μέρος του εγκεφάλου μας και πώς θα μπορούσαμε με απλούς τρόπους να τον εκμεταλλευτούμε λίγο περισσότερο.
– Τι κάνει ένας νευροψυχολόγος; Σε τι διαφέρει από έναν ψυχολόγο και σε τι από έναν νευρολόγο;
Καταρχάς ας ξεκαθαρίσουμε ότι το επάγγελμα του ψυχολόγου είναι ευρύ και έχει πολλές ειδικότητες. Είναι σαν να λέμε γιατρός. Μπορεί να έχει επικρατήσει να θεωρούμε ψυχολόγο τον κλινικό ψυχολόγο, αλλά είναι μία από τις πολλές ειδικότητες της ψυχολογίας.
Αν θέλουμε λοιπόν να ορίσουμε μερικές διαφορές, θα λέγαμε ότι ο κλινικός ψυχολόγος έχει ειδικευτεί στο να βοηθάει ανθρώπους που έχουν ψυχιατρικές παθήσεις (κατάθλιψη, αγχώδεις διαταραχές, εθισμούς κ.λπ.), ενώ ο ψυχοθεραπευτής στο να βοηθάει ανθρώπους να αναπτυχθούν προσωπικά, ακόμη κι αν δεν έχουν κάποια πάθηση, δίνοντας προτεραιότητα στα συναισθήματα.
Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, η δουλειά του νευροψυχολόγου είναι οι διανοητικές λειτουργίες του μυαλού μας. Για να γίνω πιο συγκεκριμένος, αν για παράδειγμα ο νευρολόγος ασχολείται με τις εγκεφαλικές λειτουργίες που έχουν να κάνουν με τη βασική λειτουργικότητα του ανθρώπου, δηλαδή το να μπορεί να βλέπει, να ακούει, ή να έχει ισορροπία, ο νευροψυχολόγος μοιάζει με τον νευρολόγο, με τη διαφορά ότι ειδικεύεται στις ανώτερες νοητικές λειτουργίες του μυαλού, όπως είναι η μνήμη, η νοημοσύνη, η συγκέντρωση και η μάθηση.
«Η ΦΥΣΗ ΠΡΟΕΒΛΕΨΕ ΤΟΝ ΚΟΠΟ ΤΗΣ ΜΑΘΗΣΗΣ ΝΑ ΤΟΝ ΚΑΝΟΥΜΕ ΜΕ ΧΑΡΑ. Η ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΟΜΩΣ ΕΧΕΙ ΑΦΑΙΡΕΣΕΙ ΚΑΘΕ ΧΑΡΑ ΑΠΟ ΤΗ ΜΑΘΗΣΙΑΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ».
Όλες αυτές οι λειτουργίες σχετίζονται με το κεντρικό νευρικό σύστημα και έτσι ο νευροψυχολόγος έχει καλή γνώση της δομής και της λειτουργίας του εγκεφάλου, που οι υπόλοιποι ψυχολόγοι δεν χρειάζεται να έχουν. Όμως ο νευροψυχολόγος δεν είναι ιατρός και δεν δικαιούται να χορηγεί φάρμακα.
Ένας νευροψυχολόγος μπορεί να ασχολείται με οποιαδήποτε ηλικία, από τους μεγαλύτερους ηλικιακά που μπορεί να πάσχουν από άνοια, μέχρι τα παιδιά της προσχολικής ηλικίας που παρουσιάζουν τις πρώτες ενδείξεις νοητικών δυσκολιών και συγκέντρωσης.
– Δεδομένου ότι οι εγκεφαλικές λειτουργίες αλληλοεπηρεάζονται, έχει νόημα να επισκεφτεί νευροψυχολόγο ένας άνθρωπος με κατάθλιψη ή αγχώδη διαταραχή;
Φυσικά έχει νόημα, εφόσον έχουν επηρεαστεί οι γνωστικές λειτουργίες. Άλλωστε, είναι γνωστό ότι τα συναισθήματα επηρεάζουν και τις γνωστικές λειτουργίες, άρα και η κατάθλιψη μπορεί να κάνει το ίδιο. Εκείνο όμως που θα δουλέψει ο ασθενής με τον νευροψυχολόγο είναι τα θέματα απόδοσης. Άρα, θα απευθυνθεί εκεί αν αισθάνεται ότι δυσλειτουργεί σε αυτόν τον τομέα, ενίοτε με την παραπομπή του ψυχιάτρου του.
– Σε ποιες περιπτώσεις είναι απαραίτητη μια αξιολόγηση από νευροψυχολόγο;
Σε όλες τις περιπτώσεις που μια νόσος, μια διαταραχή ή ένα απλούστερο πρόβλημα επηρεάζει τις ανώτερες νοητικές λειτουργίες, η αξιολόγηση του νευροψυχολόγου είναι χρήσιμη για να διευκρινιστεί σε τι βαθμό έχουν επηρεαστεί αυτές οι λειτουργίες.
Ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η νόσος του Αλτσχάιμερ, η διάγνωση της οποίας πρέπει να περιλαμβάνει και αξιολόγηση νευροψυχολόγου, ώστε να διαπιστωθεί τι ακριβώς έχει επηρεαστεί όσον αφορά τη μνήμη και τη νόηση και σε ποιον βαθμό.
– Με ποια εργαλεία γίνεται η αξιολόγηση;
Ο νευροψυχολόγος χρησιμοποιεί νευροψυχολογικά και ψυχομετρικά τεστ, ειδικά διαμορφωμένα για τις επιμέρους νοητικές λειτουργίες. Τα τεστ αυτά έχουν φτιαχτεί από νευροψυχολόγους –βλέπετε στο εξωτερικό ο κλάδος είναι αρκετά παλιός, χρονολογείται σχεδόν μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, παρότι η Ελληνική Νευροψυχολογική Εταιρεία ιδρύθηκε πολύ πρόσφατα– και κατατάσσουν την ανθρώπινη διανοητική λειτουργία σε μια κλίμακα από ελλειμματική μέχρι χαρισματική.
Ναυαρχίδα αυτών των τεστ είναι το τεστ νοημοσύνης του Wechsler, που διατίθεται για 3 ηλικιακές ομάδες: νηπιακή, παιδική-εφηβική και ενηλίκων.
Το τελευταίο διάστημα έχουν αρχίσει να εφαρμόζονται μετρήσεις των ανώτερων εγκεφαλικών λειτουργιών βασισμένες σε απεικονιστικά εργαλεία, πιο «βιολογικά» θα λέγαμε, αλλά ακόμη δεν έχουν μπει στη ρουτίνα των νευροψυχολόγων.
– Όση ώρα μιλάμε, αναρωτιέμαι αν είστε εσείς ο αρμόδιος για να απαντήσετε στο ερώτημα: Τελικά, σε τι ποσοστό χρησιμοποιούμε το μυαλό μας; Επειδή, ξέρετε, γίνεται λόγος για το αν εκμεταλλευόμαστε στο 100% τον εγκέφαλό μας.
Η απάντηση είναι μάλλον πιο απλή απ’ όσο πιστεύει ο κόσμος. Σκεφτείτε ότι ο εγκέφαλος είναι ένας επεξεργαστής: παίρνει δεδομένα από τις αισθήσεις μας, τα επεξεργάζεται με πιο πολύπλοκους τρόπους και παράγει μια συμπεριφορά, είτε κινητική, είτε διανοητική.
Γεννιόμαστε με ένα προεγκατεστημένο λογισμικό, θα μπορούσαμε να πούμε απλοϊκά, το οποίο εμπλουτίζεται κατά τη διαδικασία της ανάπτυξης του εγκεφάλου. Γεννιόμαστε με δεδομένες συμπεριφορές, ξέροντας για παράδειγμα πώς να θηλάσουμε, ενώ κανείς δεν μας το δίδαξε, αλλά στην πορεία μπορούμε να προσθέσουμε κι άλλα λογισμικά.
Καθετί που μαθαίνουμε, πληροφορίες ή δεξιότητες, χωρούν απεριόριστα στο μυαλό μας. Το μυαλό δεν «πήζει» ποτέ από τη μάθηση. Όσα περισσότερα μαθαίνω, τόσο πιο πολύ το εκμεταλλεύομαι. Αν είχα τον χρόνο, θεωρητικά θα μπορούσα να μάθω τα πάντα, όλες τις γλώσσες, τα αθλήματα, τις τέχνες, κλπ. Εμείς όμως μαθαίνουμε λίγα, τόσα όσα χρειαζόμαστε για να λειτουργούμε, παραμελώντας τις δυνατότητες του μυαλού μας.
Γιατί, ξέρετε, όταν η γνώση κατακτηθεί, μετά δεν χρειάζεται να προσπαθήσουμε. Το νέο λογισμικό του εγκεφάλου λειτουργεί αυτόματα, σαν αυτόματος πιλότος, όπως για παράδειγμα η οδήγηση. Βεβαίως, η μάθηση ως διαδικασία έχει κόπο. Η φύση όμως προέβλεψε αυτόν τον κόπο να τον κάνουμε με χαρά και αυτή η χαρά λέγεται παιχνίδι.
Γι’ αυτό βλέπουμε όλες τις ηλικίες των θηλαστικών να παίζουν πολύ. Ο σκοπός του παιχνιδιού είναι να βελτιωνόμαστε διασκεδάζοντας. Με αυτή την έννοια είναι υγιές το ανταγωνιστικό παιχνίδι. Η φύση έχει προβλέψει να χαιρόμαστε με τη μάθηση. Η κοινωνία όμως έχει καταφέρει να αφαιρέσει κάθε χαρά από τη μαθησιακή διαδικασία.
– Θα λέγατε λοιπόν ότι η θεραπεία σε έναν νευροψυχολόγο περιλαμβάνει το παιχνίδι ως μέσο βελτίωσης των νοητικών λειτουργιών;
Προτιμούμε να μην την ονομάζουμε θεραπεία, αλλά αποκατάσταση όταν υπάρχει κάποια βλάβη (π.χ. εγκεφαλικό επεισόδιο) και εκπαίδευση όταν υπάρχουν αναπτυξιακές δυσκολίες, ελλειμματική προσοχή, δυσλεξία, αυτισμός υψηλής λειτουργικότητας.
Ένας τρόπος βοήθειας λοιπόν είναι μέσω του παιχνιδιού, αλλά δεν είναι μόνο αυτός. Το να εκπαιδεύσω ενήλικες και παιδιά να ζήσουν τη ζωή τους παίζοντας είναι η δική μου, προσωπική εξέλιξη μέσα από τη δουλειά μου, ο στόχος μου.
– Ποια είναι η συχνότητα αυτών των συνεδριών, με ποια εργαλεία εκπαιδεύετε τον ασθενή ή αποκαθιστάτε μια βλάβη;
Συνήθως οι συνεδρίες γίνονται μία φορά την εβδομάδα, αναλόγως με το πού στοχεύει η εκπαίδευση. Για παράδειγμα, σε επίκτητες διαταραχές, σε ένα εγκεφαλικό, μπορεί να εκπαιδεύεις κάποιον στη μνήμη, άρα διδάσκεις μνημονοτεχνικές. Αυτές τις τεχνικές θα έπρεπε να τις διδασκόμαστε από το σχολείο, είναι πολύ χρήσιμες ακόμη και σε ένα παιδί με μαθησιακές δυσκολίες.
«ΤΟ ΜΥΑΛΟ ΔΕΝ ''ΠΗΖΕΙ'' ΠΟΤΕ ΑΠΟ ΤΗ ΜΑΘΗΣΗ. ΟΣΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΜΑΘΑΙΝΩ, ΤΟΣΟ ΠΙΟ ΠΟΛΥ ΤΟ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΟΜΑΙ».
Μνημονοτεχνικές μπορείς να διδάξεις και στην κατάθλιψη ή την αγχώδη διαταραχή, ώστε να ενισχύσεις την αυτοπεποίθηση κάποιου. Και φυσικά θα τον εκπαιδεύσεις να μην εστιάζει στην τάση του προς το άγχος. Ξέρετε αυτό που λένε οι Κινέζοι, «έχεις δύο σκύλους μέσα στο μυαλό σου, αυτόν που ταΐζεις, αυτόν θα δυναμώσεις». Στην αγχώδη διαταραχή λοιπόν διδάσκουμε και τεχνικές χαλάρωσης, διαφραγματικές αναπνοές, προοδευτική μυϊκή χαλάρωση, οραματισμό…
Μια άλλη εκπαίδευση είναι αυτή των φροντιστών, των ανθρώπων δηλαδή που διαχειρίζονται έναν άνθρωπο με άνοια ή με εγκεφαλικό. Πρέπει να μάθουν πώς θα του συμπεριφέρονται.
– Θα ήθελα να κλείσουμε με την κινέζικη παροιμία. Ως ειδικός για τη μέγιστη απόδοση του εγκεφάλου μας, θα μπορούσατε να μας δώσετε 1-2 πολύ απλές συμβουλές για να «ταΐζουμε τον καλό σκύλο του μυαλού μας»;
Σας προτείνω:
- να αποφορτίζετε καθημερινά τον νου σας και τα συναισθήματά σας με ασκήσεις διαλογισμού,
- να βγαίνετε όσο πιο συχνά μπορείτε από τον αυτόματο πιλότο, ώστε να εκπαιδεύετε την δημιουργικότητά σας,
- να αντιμετωπίζετε τα πάντα σαν παιχνίδι και όχι σαν αγγαρεία, αποδεχόμενοι τις αποτυχίες ως δεδομένη παράμετρο κάθε παιχνιδιού,
- να εξασκείστε στη στέρηση κάθε εθισμού και
- να ζείτε κάθε μέρα και κάθε στιγμή από την αρχή, επιτρέποντας στον εαυτό σας να επαναπροσδιορίσει ποιος είναι και τι μπορεί να κάνει καλύτερα.