3 ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΠΟΥ ΜΟΥ ΕΔΩΣΕ Η ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΜΟΥ
Θεραπεύοντας τα τραύματα που κουβαλάει το παιδί μέσα σου, βλέπεις πολύ πιο καθαρά τα παιδιά γύρω σου. Αυτό με έμαθε –μεταξύ άλλων– η ψυχοθεραπεία.
Περνάω μία φάση ψυχανάλυσης που νιώθω ότι είναι η πιο γόνιμη της ζωής μου. Η ειδικός που βλέπω είναι φοβερή, μεθοδική και συνεπής. Μέσα σε έναν χρόνο που δουλεύουμε μαζί, ο τρόπος που προσεγγίζει τα πράγματα με έχει προχωρήσει πολύ πιο γρήγορα από όλους τους προηγούμενους. Σίγουρα παίζει ρόλο το ότι είμαι κι εγώ σε μία φάση ζωής έτοιμη να αντιμετωπίσω θέματα που έσπρωχνα πάντα κάτω από το χαλάκι, και αρκετά ώριμη ώστε να αποστασιοποιηθώ και να δω ψύχραιμα τα πράγματα. Ανάμεσα στις αποκαλυπτικές εβδομαδιαίες μας συνεδρίες και την καθημερινότητά μου, σιγά σιγά ξεκαθάρισαν μέσα μου μερικές ατράνταχτες αλήθειες. Αλήθειες που πρώτα εντόπισα για μένα σαν παιδί, και ύστερα είδα ξεκάθαρα στα παιδιά γύρω μου. Τόσο στον 25χρονο μεγάλο μου γιο, όσο και στον 10χρονο μικρό αλλά και τους φίλους τους, τα μωρά των φίλων μου, τα παιδιά στην πλατεία. Αισθάνομαι σα να έχω δει κάτι τόσο προφανές, που θέλω να το μοιραστώ με όλους. Για αρχή, ιδού μερικά «αξιώματα»:
1. Ένα παιδί δεν κάνει κάτι «σε σένα», απλώς του «συμβαίνει»
«Δεν με άφησε να κλείσω μάτι τη νύχτα». «Με έκανε ρεζίλι στο σούπερ μάρκετ με το tantrum του». «Με βλέπει σαν ταμειακή μηχανή, μόνο». Το πρώτο και σημαντικότερο που πρέπει να καταλάβουμε όσο νωρίτερα γίνεται είναι πως κανένα παιδί, σε οποιαδήποτε ηλικία, δεν κάνει κάτι με άξονα κι εστίαση εμάς. Όταν κατάλαβα αυτή την αλήθεια, συνειδητοποίησα πόσο ναρκισσιστικό είναι, μιας και βάζει στο επίκεντρο εμάς τους ίδιους και όχι το παιδί (μας).
Όχι, δεν σε ξαγρύπνησε, δεν μπορούσε να κοιμηθεί από τους πόνους των κολικών. Όχι, δεν χτυπήθηκε στο διάδρομο του σούπερ μάρκετ για να σε κάνει ρεζίλι και να σε αναγκάσει να του αγοράσεις γαριδάκια, απλά δεν έχει τον τρόπο να αυτορυθμιστεί ώστε να δεχτεί τη ματαίωση και να καταλάβει τη λογική πίσω από το «όχι, δεν σου κάνει καλό», όταν είναι τριών ετών. Και, ναι, στα δεκατρία σε βλέπει σαν γιγάντιο κουμπαρά, όχι επειδή δεν σε αγαπάει, αλλά επειδή σε αυτή την ηλικία αρχίζει να αποκτά νόημα η ταυτότητα που εκφράζεται μέσα από το τελευταίο trend στα παπούτσια. Και νιώθει αρκετά άνετα να σου ζητήσει με κάθε τρόπο να τα αποκτήσει.
Ακόμη κι αν έχουμε ξεκαθαρίσει μέσα μας αυτή τη μεγάλη αλήθεια, ένα σημαντικό ζήτημα είναι να μην μπαίνουμε στον πειρασμό να το λέμε, ούτε για αστείο. Γιατί δηλώσεις του τύπου «με βλέπει/με έκανε/με ανάγκασε» χτίζουν ένα αφήγημα διαστρεβλωμένο, που δεν κάνει σε κανέναν καλό.
2. Το να θυμώνεις σε βγάζει από τη θέση του ενήλικα
Ας πούμε ότι ζήτησες από το παιδί να μαζέψει το δωμάτιό του πριν βγει βόλτα με τους φίλους του, αλλά δεν το έκανε. Και όταν το συνειδητοποιείς, βάζεις τις φωνές. Αποτέλεσμα: πανικοβάλλεται προσωρινά, αφού βλέπει ότι ο φροντιστής του είναι θυμωμένος μαζί του (σε όποια ηλικία και να είναι, το παιδί εξαρτάται από μας για τα πάντα, από το αν μπορεί να ξενυχτήσει ένα βράδυ μέχρι το αν θα έχει φαγητό στο πιάτο του). Άρα, τακτοποιεί το δωμάτιο για να ξεθυμώσει τον φροντιστή του και να νιώσει ξανά ασφάλεια.
Θα το ξανακάνει; Ναι. Θα ξαναθυμώσεις; Ναι. Όμως, δείτε τι γίνεται: Όταν θυμώνουμε, στην ουσία «κατεβαίνουμε» στο δικό τους ηλικιακό επίπεδο, και σταματάμε να είμαστε στη θέση του πιο εξελιγμένου ενήλικα, στον οποίο το παιδί μπορεί να βασιστεί, και από τον οποίο μπορεί να μάθει. Γινόμαστε «ίσοι», η σχέση αποκτά άλλη δυναμική.
Και τι να κάνω; θα πείτε. Βγες από την εξίσωση, θα πω. Πάρε μια βαθιά ανάσα και μην το παίρνεις προσωπικά. Αντί να θυμώσεις (αντίδραση που υποδεικνύει ότι έχεις εισπράξει ματαίωση), δες το σαν ευκαιρία για μάθημα. Το να θυμώνεις είναι σα να περίμενες από το παιδί να μη φερθεί όπως φέρθηκε, ενώ ήξερες καλά ότι είναι πολύ πιθανό να το κάνει και θα το ξανακάνει, επειδή είναι αφηρημένο λόγω ορμονών, επειδή βαριέται, ή για οποιονδήποτε άλλο λόγο.
Κρατήστε τον θυμό για πράγματα και καταστάσεις που ξεφεύγουν πραγματικά από το σύστημα αξιών σας. Και πάλι, όχι φωνές. Αλλά σταθερή, ξεκάθαρη συζήτηση κι επιβολή των συνεπειών.
3. Να είσαι συνεπής στο λόγο σου
Αυτό το ξέρετε. Αλλά είναι τόσο SOS, που πρέπει να το πούμε ξανά. Γιατί, ακόμη κι αν το γνωρίζουμε στο πετσί μας, πιάνουμε καθημερινά τον εαυτό μας να γλιστράει και να ξεφεύγει. Λοιπόν: Όταν λέμε κάτι, το κάνουμε. Έταξες παγωτό και τελικά κάνει κρύο; Πάρε του το παγωτό και ας μην το φάει τώρα. Υποσχέθηκες ότι θα περάσετε μαζί το απόγευμα και τελικά προέκυψε έκτακτο zoom με το γραφείο; Καλύτερα να δυσαρεστήσεις την επαγγελματική σου «οικογένεια» παρά να απογοητεύσεις το παιδί σου.
Αν δεις ότι δεν είναι εύκολο, καλύτερα να μην τάζεις, παρά να ακυρώνεις τον εαυτό σου και τη σχέση σας. Πες «θα προσπαθήσω το απόγευμα να το περάσω μαζί σου». Αυτό δε σε κάνει λιγότερο καλό γονιό, αλλά καλύτερο. Θα μάθεις στο παιδί πώς να μοιράζεται ξεκάθαρα την πρόθεσή του και θα του δείξεις ότι δεσμεύεσαι να κάνεις ό,τι περνάει από το χέρι σου για να είστε μαζί. Εάν δεν τα καταφέρετε, θα το δεχτεί πολύ ευκολότερα και θα έχει αναγνωρίσει την προσπάθειά σου.
Σκεφτείτε το: Όταν λέμε κάτι στο παιδί μας, αυτό που ακούει δεν είναι η πρόθεση αλλά ένα ξεκάθαρο statement που έχει τη δύναμη κανόνα, νόμου. Στο ίδιο πνεύμα, όταν βλέπετε ότι σκαρφαλώνει κάπου επικίνδυνα ή κάνει παρέα με ένα παιδί που μοιάζει επιρρεπές στον κίνδυνο και την παραβατικότητα (διαφορετικές ηλικίες, ίδιες αγωνίες), δεν βοηθά σε τίποτα το να πείτε «θα πέσεις» ή «θα σε μπλέξει». Εάν φοβάστε, μοιραστείτε την αγωνία σας λέγοντας κάτι του στιλ «έχεις ανέβει πολύ ψηλά και θα πρέπει να κάνεις πολύ προσεκτικά βήματα ώστε να μην πέσεις», ή «σου έχω εμπιστοσύνη αλλά η μανία του Χ με τα γρήγορα αμάξια/το γρήγορο χρήμα κ.ο.κ. με προβληματίζει».
Σκεφτείτε το: Αν πεις στο παιδί «θα πέσεις» και δεν πέσει, που είναι και το πιο πιθανό σενάριο, πόσο αφερέγγυος είσαι μετά στα μάτια του; Το ίδιο ισχύει και με τις αρνητικές δηλώσεις, όπως «θα φας τιμωρία», «κομμένο το play station» κλπ. Ακόμη κι αν το μετανιώσετε την ώρα που το λέτε, είναι προτιμότερο να τηρήσετε την «υπόσχεσή» σας, από το να την ανακαλέσετε λίγο αργότερα. Γι’ αυτό με τα παιδιά, πολύ περισσότερο από οποιονδήποτε, προσέχουμε τα λόγια μας.