ΤΙ ΦΕΡΝΕΙ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΣΤΟ SKINCARE
Υπάρχει διέξοδος για να γίνει η βιομηχανία της ομορφιάς πιο βιώσιμη. Μας την προσφέρει η βιοτεχνολογία, που θα επιτρέψει να δημιουργήσουμε συνθετικά συστατικά ευεργετικά για τον άνθρωπο και φιλικά για το περιβάλλον.
Συχνά συζητάμε ότι η φυσική ομορφιά, εκείνη δηλαδή που στηρίζεται στα συστατικά από τα φρούτα, τα λαχανικά, τα φυτά και τις τροφές φυτικής προέλευσης, είναι ο δρόμος που πρέπει να ακολουθήσει η βιομηχανία της ομορφιάς μπροστά στην απειλή της κλιματικής αλλαγής. Υπάρχει όμως και κάτι ανησυχητικό σε αυτήν την ιδέα. Μέχρι το 2025, η αγορά των φυσικών καλλυντικών θα έχει αξία 48 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Αυτό σημαίνει ότι θα παραχθούν εκατομμύρια μπουκαλάκια, βαζάκια και σωληνάρια προϊόντων για τα οποία θα χρειαστούν αμέτρητοι τόνοι φυσικών συστατικών. Πώς αλήθεια περιμένουμε από τη φύση να μας δώσει αρκετούς πόρους για να τα καλλιεργήσουμε και να τα παράγουμε χωρίς να εξαντληθεί; Σε αυτό το προβληματικό σημείο κάνει την εμφάνισή της η βιοτεχνολογία, ώστε να μειώσει τον περιβαλλοντικό αντίκτυπο από την ανάγκη μας για φυσικά συστατικά.
Η βιοτεχνολογία είναι ένας αναπτυσσόμενος σύνθετος επιστημονικός κλάδος που χρησιμοποιεί μικροοργανισμούς και ένζυμα για να δημιουργήσει νέα συστατικά τα οποία είναι ασφαλέστερα για τον άνθρωπο και φιλικότερα προς το περιβάλλον. Είναι κάτι τόσο παλιό όσο η δημιουργία του ψωμιού, του κρασιού και του τυριού, αλλά και κάτι απόλυτα σύγχρονο και επαναστατικό τώρα που την ανακαλύπτει η βιομηχανία της ομορφιάς.
Πώς η βιοτεχνολογία θα φέρει την επανάσταση στο skincare
Πριν προλάβεις να καταδικάσεις τη γενετική μηχανική και την παρέμβαση στο DNA των οργανισμών, μήπως να σου θυμίσουμε ότι το ζητούμενο είναι να περιοριστεί η μόλυνση του περιβάλλοντος και οι μη ηθικοί τρόποι προμήθειας φυσικών πρώτων υλών; Αυτό που κάνει η βιοτεχνολογία είναι να επαναδημιουργεί μέσα στο απόλυτα ελεγχόμενο περιβάλλον του εργαστηρίου συστατικά που τα καταναλώνουμε σε υπερβολικές ποσότητες ή κινδυνεύουν με εξαφάνιση. Αυτά τα νέα συστατικά μοιάζουν σαν «δίδυμα» με εκείνα που ζουν στη φύση, προσφέρουν τα ίδια ή και περισσότερα οφέλη, και σίγουρα δεν επιβαρύνουν το περιβάλλον.
Το πώς η βιοτεχνολογία το επιτυγχάνει αυτό εξηγεί η Muriel Pujos, διευθύντρια του Τμήματος Έρευνας και Ανάπτυξης του skincare brand Philosophy: «Στη βιοτεχνολογία μπορείς να χρησιμοποιήσεις τη ζύμωση, δηλαδή τη φυσική μετατροπή μίας ουσίας με τη βοήθεια ενός μικροοργανισμού, να κάνεις καλλιέργειες φυτικών κυττάρων ή να χρησιμοποιήσεις ένζυμα σε μία διαδικασία που ονομάζεται ενζυμική σύνθεση».
Κάπου εδώ μπαίνει στην κουβέντα και μια άλλη δαιμονοποιημένη λέξη, τα «συνθετικά» συστατικά. Ο David Koo, ιδρυτής του νέας γενιάς φυσικού brand Tiny Associates, γίνεται έξαλλος όταν αυτά χαρακτηρίζονται «ύποπτα» και τα φυσικά συστατικά «καθαρά»: «Ο όρος “συνθετικό” σημαίνει ότι δύο ή περισσότερα συστατικά συνδυάζονται από τον άνθρωπο για να δημιουργηθεί ένα σύνολο», διευκρινίζει. Στα προϊόντα του brand του, που στοχεύουν στη διατήρηση της ισορροπίας του μικροβιώματος της επιδερμίδας, χρησιμοποιεί φυσικά μόρια που έχουν υποστεί ζύμωση με βιοτεχνολογία. Εξηγεί ότι τα συστατικά που προέρχονται από τη φύση δεν είναι απαραίτητο ότι θα σεβαστούν το μικροβίωμα: «Τα αιθέρια έλαια φυσικής προέλευσης, για παράδειγμα, μπορεί να είναι πολύ ερεθιστικά. Έτσι, τα φυσικά και τα συνθετικά συστατικά πρέπει να συνυπάρχουν, καθώς και τα δύο μπορούν να κάνουν καλό στο δέρμα και στον πλανήτη μας».
Πώς τα brands ομορφιάς πειραματίζονται με τη βιοτεχνολογία
Η εφαρμογή της βιοτεχνολογίας στην κοσμετολογία δεν είναι επιστημονική φαντασία. Εδώ και κάποια χρόνια, η Lancôme εντάσσει τη βιοτεχνολογία σε μία γενικότερη στρατηγική προστασίας, διατήρησης και αποκατάστασης της βιοποικιλότητας. Συγκεκριμένα, χρησιμοποιεί τη Fermogenesis, μία αποκλειστική εργαστηριακή διαδικασία ανάπτυξης συστατικών φυσικής προέλευσης, περιορίζοντας έτσι τη χρήση ακατέργαστων φυτικών υλών.
Επίσης, σε όλους τους ορούς και τις κρέμες της, η Biossance χρησιμοποιεί βιολογικό σκουαλένιο από ζαχαροκάλαμο αντί να το προμηθεύεται από τη συνήθη πηγή της, το συκώτι των καρχαριών. Η πρόεδρος της Biossance εξηγεί πώς γίνεται αυτό: «Δημιουργούμε ένα τέλειο στέλεχος μαγιάς και στη συνέχεια το ανακατεύουμε με σιρόπι ζαχαροκάλαμου. Με τη διαδικασία της ζύμωσης, η μαγιά μετατρέπει τη ζάχαρη σε ένα συνθετικό μόριο σκουαλενίου».
Παρόμοιες ανησυχίες έχουν και οι Mats Johansson και Monica Kylén, που δημιούργησαν το brand L:a Bruket, τα προϊόντα του οποίου συνδυάζουν συστατικά αναπτυγμένα στο εργαστήριο με φυσικά από τις σουηδικές ακτές και τα δάση. Θεωρούν πως «η βιοτεχνολογία είναι ένα πολύτιμο εργαλείο για εμάς, γιατί ενισχύει τη δράση των ακατέργαστων πρώτων υλών μας και μιμείται εργαστηριακά συγκεκριμένες ιδιότητες που έχουν οι ζωντανοί οργανισμοί, όπως τα παράκτια φυτά, τα φύκια και τα δέντρα».
Η βιοτεχνολογία ίσως να είναι μονόδρομος σε ένα μέλλον όπου οι φυσικοί πόροι θα είναι σε έλλειψη. Όπως λένε, «η βιοτεχνολογία έχει άπειρες δυνατότητες, διαφυλάσσει τη βιοποικιλότητα και δημιουργεί κυκλικές διαδικασίες παραγωγής που δεν απογυμνώνουν τη φύση από τους θησαυρούς της».