ΤΗΛΕΡΓΑΣΙΑ: ΠΩΣ ΕΧΕΙ ΕΠΗΡΕΑΣΕΙ ΤΗΝ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΤΗΤΑ ΜΑΣ;
Η τηλεργασία έχει μπει για τα καλά στη ζωή μας, επηρεάζοντας αισθητά κάθε πτυχή της. Δίπλα στα θετικά υπάρχουν τα αρνητικά και καθένας μας καλείται να διαμορφώσει το ισοζύγιο.
Ένα από τα πλεονεκτήματα του επαγγέλματός μου είναι η δυνατότητα που μου παρέχει να δουλεύω από το σπίτι, αλλά και από πάρκα, πλατείες, καφετέριες. Έτσι, η τηλεργασία που επέβαλε η πανδημία δεν ήταν για μένα μια άγνωστη πρακτική. Όσες φορές, μάλιστα, είχα εφαρμόσει στο παρελθόν την εξ αποστάσεως εργασία, ήμουν περιχαρής. Όχι μόνο δεν χρειαζόταν να ξυπνήσω στις επτά το πρωί, αλλά είχα περισσότερο χρόνο να γράψω, και την πολυτέλεια να μαγειρέψω και να ασκηθώ.
Από όταν ήρθε η πανδημία, όμως, το γραφείο με είδε (και με βλέπει) λίγο. Τις περισσότερες εργασιακές ώρες τις περνάω μπροστά σε ένα laptop, συνήθως στο σαλόνι του σπιτιού μου.
«Όλη αυτή η αλλαγή έγινε βίαια. Ξαφνικά βρεθήκαμε αντιμέτωποι με μια πρωτόγνωρη κατάσταση, που δοκίμασε τις αντοχές αλλά και τις προηγούμενες εμπειρίες μας αναφορικά με τον τρόπο που συντελείται η εργασία στη σύγχρονη πραγματικότητα», αναφέρει ο Μάνος Παυλάκης, εκπαιδευτής/σύμβουλος σε θέματα HR.
Η τηλεργασία ήρθε ως λύση ανάγκης σε μια δύσκολη στιγμή και έχει τα «συν» και τα «πλην» της.
Τα θετικά της τηλεργασίας
Κατ’ αρχάς, στα υπέρ της περιλαμβάνεται η μείωση του χρόνου μετακίνησης. Για μερικούς από εμάς αυτό μεταφράζεται σε εξοικονόμηση δύο ωρών την ημέρα, χρόνο που μπορούμε να επενδύσουμε σε κάποια άλλη δραστηριότητα. Για το περιβάλλον, ο περιορισμός της χρήσης μέσων μεταφοράς σημαίνει μείωση της κυκλοφοριακής συμφόρησης και ως εκ τούτου των επιπέδων θορύβου και ατμοσφαιρικής ρύπανσης, αλλά και της φθοράς των συγκοινωνιακών υποδομών.
Επιπλέον, η παραμονή στο σπίτι μάς προσφέρει μεγαλύτερη αυτονομία ως προς την εργασία μας, μιας και μπορούμε να αποφασίσουμε πώς, πού και πότε θα δουλέψουμε, προσαρμόζοντας το πρόγραμμά μας στις καθημερινές μας ανάγκες. Αυτό μπορεί να αυξήσει σε ένα βαθμό την παραγωγικότητά μας, καθώς περιορίζονται οι περισπασμοί και μπορούμε να συγκεντρωθούμε καλύτερα.
Έχουμε, μάλιστα, τη δυνατότητα να βελτιώσουμε την ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής, αφιερώνοντας περισσότερο χρόνο στην οικογένειά μας.
Ας μην ξεχνάμε, ακόμα, ότι η τηλεργασία «έσωσε» δεκάδες θέσεις απασχόλησης και επέτρεψε σε γονείς να συνεχίσουν να δουλεύουν, φροντίζοντας παράλληλα τα παιδιά τους όσο τα σχολεία παρέμεναν κλειστά.
Τα οφέλη για εταιρείες και εργαζόμενους
Το βέβαιο είναι ότι η τηλεργασία αποτέλεσε (και αποτελεί) «γραμμή ζωής» για πολλές επιχειρήσεις, διασφαλίζοντας τη συνέχειά τους και περιορίζοντας τα πάγια έξοδά τους σε μια κρίσιμη περίοδο.
Σε γενικές γραμμές, αυξάνει τα ποσοστά ικανοποίησης και αφοσίωσης των εργαζομένων, μειώνοντας ταυτόχρονα τα ποσοστά αποχώρησής τους, κάτι που κοστίζει χρόνο, χρήματα και πόρους σε μια επιχείρηση. Μάλιστα, στη σημερινή εποχή η ευελιξία στο ωράριο και η ευκολία στη μετακίνηση είναι παράγοντες που πολλοί λαμβάνουμε υπόψη στην αναζήτηση μιας θέσης εργασίας (ίσως και περισσότερο από τον μισθό).
Η έκθεση State of Remote Work 2019 διαπίστωσε ότι όσοι εργάζονταν τακτικά από το σπίτι ήταν πιο ευτυχισμένοι και παρέμεναν στην επιχείρηση που τους απασχολούσε περισσότερο καιρό σε σχέση με όσους είχαν μόνιμη παρουσία στον χώρο εργασίας. Οι πρώτοι δήλωσαν κατά 22% πιο ευχαριστημένοι με τη δουλειά τους, λόγω της καλύτερης ισορροπίας μεταξύ προσωπικής και επαγγελματικής ζωής (91%), της αυξημένης παραγωγικότητας (79%), της λιγότερης πίεσης (78%) και της αποφυγής των μετακινήσεων (78%). Έτσι, ήταν 13% πιθανότερο να παραμείνουν στην ίδια επιχείρηση για τα επόμενα πέντε χρόνια.
«Η ΠΑΝΔΗΜΙΑ ΑΝΕΔΕΙΞΕ ΚΑΠΟΙΟΥΣ ΤΑΞΙΚΟΥΣ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΥΣ, ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΜΑΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΟΥΝ», ΜΑΝΟΣ ΠΑΥΛΑΚΗΣ
Τέλος, χάρη στην τηλεργασία είμαστε σε θέση να παράξουμε έργο ακόμα και όταν δεν νιώθουμε πολύ καλά, χωρίς να θέσουμε σε κίνδυνο την υγεία των συναδέλφων μας, ενώ η ευελιξία στο ωράριο μας επιτρέπει να προγραμματίζουμε λοιπές υποχρεώσεις χωρίς να χάσουμε μια ολόκληρη μέρα εργασίας.
Τηλεργασία, στρες και υπερωρίες
Ως μια μορφή εργασίας για την οποία η πλειονότητα του κόσμου ήταν ελάχιστα προετοιμασμένη, η τηλεργασία έχει και αδυναμίες, οι οποίες δεν άργησαν να φανούν. Όπως αναφέρει έκθεση της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας και του Ευρωπαϊκού Ιδρύματος για τη Βελτίωση των Συνθηκών Διαβίωσης και Εργασίας (Eurofound), η απασχόληση εξ αποστάσεως έχει την τάση να παρατείνει το ωράριο εργασίας και να οδηγεί σε εντατικοποίησή της, παράγοντες που αυξάνουν τα επίπεδα στρες των εργαζομένων. Σύμφωνα με στοιχεία, το 27% των ερωτηθέντων που εργάζονταν από το σπίτι ανέφεραν ότι είχαν εργαστεί στον ελεύθερο χρόνο τους για να ανταποκριθούν στις αυξημένες απαιτήσεις της δουλειάς τους.
Θολή άρχισε να γίνεται και η διαχωριστική γραμμή μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής, με την πρώτη να «κλέβει» μέρος της δεύτερης, αλλά και μέρος των απαραίτητων περιόδων ανάπαυσης.
Οι εργαζόμενοι με μικρά παιδιά είναι αυτοί που αντιμετωπίζουν τα περισσότερα προβλήματα. Πιο συγκεκριμένα, το 22% όσων εργάζονται εξ αποστάσεως και έχουν παιδιά κάτω των 12 ετών αναφέρουν ότι καταβάλλουν μεγάλη προσπάθεια να συγκεντρωθούν στην εργασία τους, σε σύγκριση με το 7% αυτών που έχουν μεγαλύτερα παιδιά και το 5% εκείνων χωρίς παιδιά.
«Όταν η καθημερινότητά μας είναι πλέον το σπίτι, τότε δημιουργούνται διαφορετικές προσδοκίες και δυσλειτουργίες. Βλέπουμε π.χ. το ωράριο να διευρύνεται και όσοι δουλεύουμε από απόσταση, νιώθουμε ότι δουλεύουμε περισσότερο, χωρίς να είμαστε απαραίτητα πιο αποδοτικοί, μιας και υπάρχει το φαινόμενο της ψηφιακής κόπωσης», συμπληρώνει ο κ. Παυλάκης.
Δεν είναι το ίδιο για όλους
Μια επιπλέον διάσταση του ζητήματος τονίζει ο κ. Παυλάκης: «Είναι ωραίο να συζητάμε τα θετικά της τηλεργασίας, όταν μπορούμε να έχουμε έναν χώρο, ένα γραφείο, μια “γρήγορη” σύνδεση, έναν καλό υπολογιστή. Όμως, αυτή δεν είναι η πραγματικότητα πολλών συμπολιτών μας. Φανταστείτε μια οικογένεια με δύο παιδιά που παρακολουθούσαν μαθήματα μέσω τηλεκπαίδευσης και τους δύο γονείς να εργάζονται από το σπίτι. Ή σκεφτείτε πώς ανταποκρίνονται στα νέα δεδομένα συνάνθρωποί μας με χαμηλό εισόδημα. Η πανδημία ανέδειξε κάποιους ταξικούς προβληματισμούς, που πρέπει να μας απασχολήσουν».
Η ΕΛΛΕΙΨΗ ΕΠΑΦΗΣ ΜΕ ΤΟΥΣ ΣΥΝΑΔΕΛΦΟΥΣ ΕΙΝΑΙ ΚΟΙΝO ΠΑΡΑΠΟΝO ΟΣΩΝ ΕΡΓΑΖΟΝΤΑΙ ΕΞ ΑΠΟΣΤΑΣΕΩΣ.
Δεν φαίνονται, επομένως, περίεργα τα ευρήματα μέτρησης που πραγματοποιήθηκε τον Σεπτέμβριο για λογαριασμό του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ, σύμφωνα με τα οποία οι εργαζόμενοι ήταν επιφυλακτικοί απέναντι στην ανάπτυξη της τηλεργασίας. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι:
- το 61% τη θεώρησε αρνητική εξέλιξη ως προς τις ώρες εργασίας του,
- το 52% την αξιολόγησε αρνητικά ως προς την προσωπική ζωή του,
- το 45% την αξιολόγησε αρνητικά ως προς την επαγγελματική του εξέλιξη.
Διαταραχές ύπνου και εργονομικοί τραυματισμοί
Η έρευνα του Eurofound διαπίστωσε, επίσης, ότι η τηλεργασία μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τη σωματική μας ευημερία. Για παράδειγμα, όσοι εργάζονται εξ αποστάσεως έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να εμφανίσουν διαταραχές του ύπνου, που σχετίζονται με τα ακανόνιστα ωράρια εργασίας, το άγχος και την έκθεση στο μπλε φως των ψηφιακών οθονών, καθώς και πονοκέφαλο.
Σαν να μην έφταναν αυτά, επειδή πολλοί από εμάς δεν διαθέτουμε κατάλληλο χώρο εργασίας στο σπίτι, αναγκαστήκαμε να περνάμε ατέλειωτες ώρες καθισμένοι σε τραπέζια και καρέκλες χωρίς εργονομικό σχεδιασμό, αλλά και σε μικρές οθόνες που κουράζουν τα μάτια. Μέσα στην πρώτη καραντίνα χρειάστηκε να αγοράσω καινούργια καρέκλα για το μάλλον ακατάλληλο σεκρετέρ που χρησιμοποιώ ως γραφείο, ενώ πριν από αυτό συνήθιζα να γράφω στο κρεβάτι ή στον καναπέ με τον υπολογιστή στα πόδια. Αποτέλεσμα; Μυοσκελετικά προβλήματα έκαναν την εμφάνισή τους, όπως ο πόνος στη μέση και τον αυχένα.
Ο αντίκτυπος της τηλεργασίας στην ψυχολογία
Το να μπορούμε να διατηρήσουμε την εργασία μας και μια σχετική οικονομική ασφάλεια και σταθερότητα μέσα στις δύσκολες συνθήκες της πανδημίας επηρεάζει σίγουρα θετικά την ψυχολογική μας ευημερία.
Από την άλλη, η μοναξιά και η έλλειψη επαφής με τους συναδέλφους είναι ένα από τα πιο κοινά παράπονα όσων εργάζονται εξ αποστάσεως, ειδικά εκείνων που ο χώρος εργασίας αποτελεί το μοναδικό μέσο κοινωνικοποίησης.
Επιπλέον, ως άνθρωποι έχουμε «σχεδιαστεί» για επαφές πρόσωπο με πρόσωπο. Έτσι λαμβάνουμε περισσότερες πληροφορίες. Με την τηλεργασία βρισκόμαστε πολλές ώρες μπροστά σε μια οθόνη, παρακολουθώντας διαφορετικά περιβάλλοντα και ανθρώπους, με αποτέλεσμα ο εγκέφαλός μας να πρέπει να επεξεργαστεί πολλά ερεθίσματα, να καταβάλλει μεγαλύτερη προσπάθεια προκειμένου να «καταλάβει» συναισθήματα και αυτό προκαλεί μεγαλύτερη κόπωση.
Οι αυξημένες απαιτήσεις, η συνεχής συνδεσιμότητα, η έλλειψη κατάλληλου χώρου σε συνδυασμό με τις όποιες επιπλέον προσωπικές υποχρεώσεις, οδήγησαν σε αύξηση των επιπέδων κόπωσης, προκαλώντας σε πολλούς το λεγόμενο burnout (το σύνδρομο που προκαλείται από το χρόνιο εργασιακό στρες και χαρακτηρίζεται από απώλεια ενέργειας ή κόπωση, πνευματική αποστασιοποίηση από την εργασία ή σχετικά αισθήματα αρνητισμού ή κυνισμού, και μειωμένη απόδοση).
Πρόσφατη έρευνα, με 12 χιλιάδες συμμετέχοντες από 11 χώρες, τονίζει τις προκλήσεις της τηλεργασίας στην ψυχική μας υγεία αναφέροντας ότι:
- Το 78% του παγκόσμιου εργατικού δυναμικού ανέφερε αρνητικές επιπτώσεις στην ψυχική του υγεία.
- Το 42% δηλώνει ότι η παραγωγικότητά του έχει μειωθεί.
- Το 41% δηλώνει ότι υπάρχει μικρότερη διάκριση μεταξύ της επαγγελματικής και της προσωπικής τους ζωής.
- Το 38% βιώνει περισσότερο άγχος.
- Το 35% αντιμετωπίζει έλλειψη ισορροπίας μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής.
- Το 25% αναφέρει ότι πάσχει από εξάντληση.
- Το 14% αισθάνονται μοναξιά.
- Το 85% δηλώνει ότι τα ζητήματα ψυχικής υγείας που σχετίζονται με την εργασία του επηρεάζουν τη ζωή του στο σπίτι, καθώς αντιμετωπίζει προβλήματα στον ύπνο (40%), επιδείνωση της σωματικής του υγείας (35%), μειωμένα επίπεδα ευτυχίας (33%), προκλήσεις στις οικογενειακές σχέσεις (30%) και αισθήματα απομόνωσης από τους φίλους του (28%).
«Η συμβουλή μου σε επιχειρήσεις και εργαζόμενους είναι να πειραματιστούν», έχει προτείνει σε άρθρο του ο Νίκολας Μπλουμ, καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Στάνφορντ. «Πολλές εταιρείες βλέπουν την τηλεργασία με καλό μάτι, ιδίως όταν οι απασχολούμενοι έχουν τη δυνατότητα να εργάζονται από το σπίτι μία ή δύο ημέρες την εβδομάδα. Έτσι, διατηρείται η σύνδεση με το γραφείο και τους συναδέλφους, ενώ παρέχεται ευελιξία και ησυχία».