ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΣΕ ΑΝΗΣΥΧΕΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΟΤΑΝ ΠΑΙΡΝΕΙΣ SMARTPHONE ΣΤΟ ΠΑΙΔΙ ΣΟΥ
Πριν πάρεις στο παιδί σου smartphone, αναρωτήσου αν μπορείς να το προστατεύσεις στον ψηφιακό κόσμο όσο μπορείς στον πραγματικό.
Εσένα πόσο χρόνο περνά καθημερινά στην οθόνη; Tης πήρες από τώρα κινητό; Έχει ανοίξει Instagram; Αυτές είναι κάποιες από τις πιο κοινές ερωτήσεις ανάμεσα σε γονείς παιδιών προ-εφηβικής και εφηβικής ηλικίας. Ο προβληματισμός υπάρχει, μα το αποτέλεσμα δεν αλλάζει: Σύμφωνα με έρευνα της Focus Bari (Ιανουάριος-Ιούνιος 2022) το 53% των παιδιών ηλικίας 10-12 ετών στην Ελλάδα χρησιμοποιεί smartphone, μέσω του οποίου συνδέεται και στο διαδίκτυο.
Για την ακρίβεια, το 98% όλων των παιδιών αυτής της ηλικίας είναι χρήστες διαδικτύου μέσω οποιασδήποτε συσκευής. Από τα 13 και μετά, η χρήση smartphone αγγίζει το 100%.
Οι γονείς δηλώνουν ανήμποροι. Πώς να πεις όχι όταν όλοι οι άλλοι γονείς παίρνουν στο παιδί τους κινητό; Να νιώθει παρακατιανό; Κι ας αναγνωρίζουν και οι ίδιοι τους κινδύνους: Την έξαρση του cyberbullying, το phishing ανηλίκων από παιδόφιλους, το sexting με γυμνές φωτογραφίες και το revenge porn. Κι ας γνωρίζουν καλά πως δεν έχουν ιδέα πώς να προστατεύσουν από όλα αυτά τα παιδιά τους, αφού δεν ξέρουν καν σε ποιες εφαρμογές μπαίνουν και αν είναι κατάλληλες για την ηλικία τους.
Το παράδοξο, μάλιστα, είναι ότι έρχεται κάποια στιγμή που οι ίδιοι οι έφηβοι αναγνωρίζουν πόσο επιβλαβής είναι ο εθισμός τους στα smartphones. Έρευνα μεγάλης αλυσίδας φροντιστηρίων σε 2.291 μαθητές Γυμνασίου και Λυκείου που δημοσιεύτηκε από την εφημερίδα «Η Καθημερινή» έδειξε πως οι δύο στους τρεις θεωρούν πως αν χρησιμοποιούσαν τα κινητά τους τηλέφωνα λιγότερο θα είχαν καλύτερες επιδόσεις στο σχολείο, αλλά και στις κοινωνικές τους δεξιότητες. Τα ίδια τα παιδιά κατανοούν τις αρνητικές επιπτώσεις της υπερβολικής χρήσης, όμως αυτοί που οφείλουν τα βάλουν τα όρια –οι γονείς και το σχολείο– δεν το κάνουν. Τουλάχιστον όχι επαρκώς.
Και σίγουρα όχι στην Ελλάδα, σε αντίθεση με όλο και περισσότερες πόλεις της βόρειας Ευρώπης που τα τελευταία χρόνια συμμετέχουν στο κίνημα «Smartphone Free Childhood», διακρίνοντας έστω και με καθυστέρηση τη χιονοστιβάδα ψυχοσωματικών προβλημάτων που φέρνει στα παιδιά ο εθισμός στην οθόνη. Στην πόλη Greystone, στην Ιρλανδία, γονείς και παιδιά συμφώνησαν πως η χρήση των smartphones θα ξεκινά στο Λύκειο. Στην πόλη Seine-et-Marne, έξω από το Παρίσι, οι κάτοικοι αποφάσισαν να απαγορευτεί για όλους το σκρολάρισμα σε δημόσιους χώρους και στα παιδιά κάτω των 15 ετών να αγοράζονται αποκλειστικά παλιές συσκευές που δεν έχουν πρόσβαση στο διαδίκτυο.
Οι γονείς εκεί αναγνώρισαν την αδυναμία τους να προστατεύσουν τα παιδιά τους online (γονείς που δουλεύουν σε πλατφόρμες social media το έχουν δηλώσει προ πολλού) και βρήκαν αυτή τη μέση λύση, ώστε να περιορίσουν κάπως την εξάρτηση αλλά και τους εξωτερικούς κινδύνους.
Η πραγματική ανησυχία για τα παιδιά που χρησιμοποιούν smartphone
Τα τελευταία 15 χρόνια, ο κοινωνικός ψυχολόγος Jonathan Haidt μελετά την επίδραση της τεχνολογίας στη ζωή των παιδιών. Τα συμπεράσματά του καταγράφονται στο νέο του βιβλίο «The Anxious Generation: How the Great Rewiring of Childhood is Causing an Epidemic of Mental Illness» και συνοψίζονται στη φράση: «έχουμε υπερπροστατεύσει τα παιδιά στον πραγματικό κόσμο και υποπροστατεύσει στον ψηφιακό».
Στο πλαίσιο της έρευνάς του βρήκε πως ενώ το 2010 ελάχιστα παιδιά είχαν smartphone και το Instagram δεν υπήρχε, μόλις 5 χρόνια μετά το 80% των εφήβων είχε και από τα δύο. Με λίγα λόγια, η παιδική ηλικία αντί να επικεντρώνεται στο παιχνίδι επικεντρώνεται πλέον στις οθόνες. «Η αλλαγή αυτή, όμως, δεν είναι μόνιμη», πιστεύει ο Haidt, ο οποίος θεωρεί πως οι γονείς είναι έτοιμοι να επαναστατήσουν και πως μέχρι τα τέλη του 2025 ο ρόλος των οθονών στις ζωές των παιδιών θα αλλάξει.
Αυτό που ανησυχεί τον ψυχολόγο είναι το γεγονός ότι τα smartphones λειτουργούν πια ως «αναστολείς εμπειρίας». «Η χρήση των συσκευών αυτών είναι πλέον τόσο εύκολη και οι δυνατότητες που δίνουν τόσο πολλές, ώστε άπαξ κι ένα παιδί τις πάρει στα χέρια του είναι εξαιρετικά δύσκολο να βρεθεί κάτι άλλο που θα το συγκινήσει περισσότερο», λέει ο Haidt. «Αυτό σημαίνει πως όλες οι άλλες εμπειρίες που ένα παιδί χρειάζεται να έχει θα χαθούν. Αυτή είναι βασικά η απώλεια της παιδικής ηλικίας στον πραγματικό κόσμο!»
Το παραπάνω μου θύμισε μια φίλη που μου έλεγε πρόσφατα πως πρότεινε στην 15χρονη κόρη της να πάνε μια εκδρομή στα Μετέωρα και εκείνη της απάντησε: «Αυτά τα βουνά με τα μοναστήρια πάνω; Δεν χρειάζεται να πάμε. Τα έχω δει στο TikTok».
Ο ειδικός συμπληρώνει πως περισσότερο ανησυχεί για τα κορίτσια, τα οποία ενώ στα 80s και στα 90s περνούσαν πολύ λιγότερο χρόνο από τα αγόρια στα computers παίζοντας video games, πλέον αφιερώνουν πολύ παραπάνω χρόνο σε social media όπως το Instagram και το Pinterest (τα αγόρια συνεχίζουν να περνούν περισσότερο χρόνο στα video games).
Όπως λέει, έχει καταλήξει σε αμέτρητα στοιχεία που δείχνουν πώς τα social media βλάπτουν τα κορίτσια: «Επηρεάζουν κυρίως εκείνα που μπαίνουν στα social media με άγχος ή με τελειομανία. Τα εκθέτει σε αμέτρητα σεξουαλικά καλέσματα από άντρες μεγαλύτερης ηλικίας και σεξουαλικούς εκβιασμούς από συνομήλικα αγόρια, π.χ. συμμαθητές. Τα εκθέτει στον κίνδυνο να εξευτελιστούν δημόσια και αυτό αποτελεί σήμερα τη Nο 1 αιτία αυτοκτονικής πρόθεσης». Η λίστα του Haidt δεν σταματά εκεί.
Για τα αγόρια οι κίνδυνοι είναι λιγότερο σαφείς, πάντως διακρίνει μια σταδιακή αλλαγή στη συμπεριφορά τους από την αυξανόμενη χρήση της τεχνολογίας.
Η λύση δεν είναι να του αρπάξεις το smartphone από τα χέρια
Οι γονείς παίρνουν στα παιδιά τους smartphone γιατί κάποιοι άλλοι γονείς πριν από αυτούς πήραν στα παιδιά τους smartphone. «Ο μόνος τρόπος να αποφύγεις αυτή την πίεση είναι να ενώσεις δυνάμεις με άλλους γονείς, ώστε να καθυστερήσετε αυτή την επιδημία», λέει ο ψυχολόγος. «Αν οι γονείς συμφωνήσουν με τους γονείς των φίλων των παιδιών τους, θα μπορέσουν να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα συλλογικά. Το μόνο που χρειάζεται είναι 3-4 ακόμα οικογένειες που να συμφωνούν σε κάποιες παραδοχές».
Αυτές κατά τον Haidt είναι:
- Όχι smartphone πριν το Γυμνάσιο.
- Όχι social media πριν τα 16.
- Απαγόρευση κινητών στα σχολεία.
- Περισσότερη ανεξαρτησία, ελεύθερο παιχνίδι και υπευθυνότητα στον αληθινό κόσμο.
Κάτι τέτοιο, βέβαια, συνεπάγεται ότι οι γονείς θα πρέπει να αναπληρώσουν το «κενό» με σύνδεση στον πραγματικό κόσμο. Θα πρέπει π.χ. να ενθαρρύνουν τα παιδιά τους να βγαίνουν έξω χωρίς διαρκή επίβλεψη, να συναντούν τους φίλους τους εκτός σχολείου και να μένουν το ένα στο σπίτι του άλλου. «Τα παιδιά χρειάζονται 3 καλούς αληθινούς φίλους, όχι 300 ψηφιακούς», λέει ο ίδιος.
Γεγονός είναι ότι πολλές ομάδες γονιών έχουν εμφανιστεί τελευταία στην Ευρώπη λειτουργώντας έτσι. Διάβαζα πρόσφατα στον Guardian για δύο μαμάδες στη Μ. Βρετανία που μέσω WhatsApp κατάφεραν να συγκεντρώσουν περισσότερους από 4.000 γονείς οι οποίοι δεσμεύτηκαν να μην πάρουν στα παιδιά τους κινητό πριν τα 14 και να μην τους επιτρέψουν την πρόσβαση στα social media πριν τα 16. Ο Haidt πιστεύει ότι η «επανάσταση» αυτή θα εξαπλωθεί σταδιακά σε ολόκληρο τον δυτικό κόσμο.
Αυτό, όμως, δεν πρέπει να μεταφραστεί ως «υπερπροστασία». «Όσο απομακρύνουμε τα παιδιά από τα smartphones, πρέπει να τα φέρνουμε κοντά σε πραγματικές εμπειρίες. Έτσι, όταν θα χρειαστεί να προφυλαχθούν στον πραγματικό κόσμο θα γνωρίζουν από μόνα τους τι πρέπει να κάνουν. Για να μάθουν τα παιδιά, πρέπει να προσπαθήσουν και να δοκιμάσουν κατ’ επανάληψη νέα πράγματα σε περιβάλλον χαμηλού ρίσκου. Τα παιδιά θα έχουν καβγάδες. Αφήστε τα να τα βγάλουν πέρα μόνα τους. Έχουν να μάθουν πολλά από αυτούς. Θα τους έρθουν ιδέες για παιχνίδια ανόητα ή και λίγο επικίνδυνα. Αφήστε τα να δοκιμάσουν, εκτός αν κινδυνεύουν να σκοτωθούν. Αν ο κίνδυνος είναι απλά να πέσουν από την κούνια, δεν πειράζει! Τα παιδιά χρειάζονται ρίσκα!»
Όταν τους δίνονται ευκαιρίες να αντιμετωπίσουν μικρούς κινδύνους, μπορούν να ξεπεράσουν κάποιους από τους παιδικούς τους φόβους και να ανακτήσουν την αυτοπεποίθησή τους, λέει ο Haidt και καταλήγει: «Προστατεύοντας διαρκώς τα παιδιά από τα ρίσκα, τα κάνουμε πιο αγχώδη και λιγότερο ικανά να διαχειριστούν προβλήματα ως ενήλικες. Ανησυχούμε για τα λάθος πράγματα. Και, την ίδια ώρα, κάνουμε τα παιδιά μας ανήμπορα να αντιμετωπίσουν τους κινδύνους και τις συγκρούσεις μόνα τους».