ΣΤΥΜΦΑΛΙΑ: ΜΙΑ ΛΙΜΝΗ, ΜΑ ΠΟΙΑ ΛΙΜΝΗ;
Μονοήμερη εξόρμηση στη λίμνη Στυμφαλία του νομού Κορινθίας. Μια εκδρομή που μας επιφύλαξε πολύ γέλιο, μια ωραία μεγάλη βόλτα, νέες γνώσεις και το αναμενόμενο καλό φαγητό για να κλείσει η μέρα όπως πρέπει.
Η ιδέα για τη Στυμφαλία έπεσε στο τραπέζι (όχι, ψέματα, στο Messenger) στα μέσα μιας βαρετής χειμωνιάτικης εβδομάδας. Και ήταν τόσο βαρετή εκείνη η εβδομάδα, που δεν είχαμε καν το κουράγιο να διοργανώσουμε μια εκδρομή της προκοπής. Δηλαδή με διανυκτέρευση σε ξενώνα με τζάκι και όλα τα σχετικά.
Είπαμε, λοιπόν, να κάνουμε μια κυριακάτικη εξόρμηση, κάπου κοντά, αλλά όχι και τόσο. Kάπου που δεν θα χρειαζόταν να οδηγήσουμε πάνω από δυο ώρες, αλλά να μην έχουμε ξαναπάει, και κάπου, ασφαλώς, που να έχει ενδιαφέρουσα φύση. Γιατί αυτό είναι το ζητούμενο όταν βγαίνεις εκτός πόλης μετά από καιρό.
«Να πάμε στη λίμνη Στυμφαλία, στα ορεινά της Κορινθίας», ήταν η δική μου πρόταση. «Έχει και λίμνη και μουσείο και μύθο να τη συνοδεύει και σίγουρα καλή ταβέρνα για μετά που θα είμαστε κουρασμένοι», συμπλήρωσα σαν άλλος ταξιδιωτικός πράκτορας και η παρέα (το γκρουπ, πιο σωστά) συμφώνησε.
Μια Κυριακή στη λίμνη Στυμφαλία
Λίγες ημέρες μετά, τρία αυτοκίνητα, δυο παιδιά, ένας σκύλος και εφτά ενήλικες προσπαθήσαμε να επιδείξουμε συνέπεια σε ένα αόριστο ραντεβού: να είμαστε όλοι καθ’ οδόν το πρωί της Κυριακής, γύρω στις 9. Εντάξει, ως συνήθως, το 9 δεν το πιάσαμε αλλά το 10 παρά επετεύχθη και, τελοσπάντων, γύρω στις 11:30 απήχαμε, βάσει gps, λίγα μόλις λεπτά από τον προορισμό μας.
Στο μεταξύ, στο δικό μας αυτοκίνητο, όπου επέβαιναν τα δυο παιδιά της παρέας, η μόνιμη ερώτηση μετά τη μία ώρα ταξιδιού –και βασικά αμέσως μετά τον κόμβο του Κιάτου, όπου άρχισαν η ανάβαση και οι στροφές– ήταν το κλασικό «σε πόση ώρα φτάνουμε». Έφτασε λοιπόν κάποια στιγμή εκείνη η ώρα όπου ο μπαμπάς-οδηγός ήταν στην ευχάριστη θέση να πει ότι μετά την ανηφόρα και μια ακόμα στροφή θα φαινόταν μπροστά μας η λίμνη. Είχαμε πλησιάσει «απειλητικά» το γαλάζιο του χάρτη και ανυπομονούσαμε να δούμε τη λίμνη να απλώνεται μπροστά στα μάτια μας.
Η ΣΤΥΜΦΑΛΙΑ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΤΟΝ ΝΟΤΙΟΤΕΡΟ ΟΡΕΙΝΟ ΥΓΡΟΒΙΟΤΟΠΟ ΤΩΝ ΒΑΛΚΑΝΙΩΝ.
Όσοι έχετε πάει στη Στυμφαλία και διαβάζετε αυτές τις γραμμές, είμαι βέβαιη ότι ήδη γελάτε. Γιατί, πράγματι, ανεβήκαμε, κατεβήκαμε, στρίψαμε και... λίμνη γιοκ. Εκεί δηλαδή που θα έπρεπε να είναι η λίμνη, λίμνη δεν υπήρχε πουθενά. Αντ’ αυτής απλωνόταν μπροστά μας μια απέραντη έκταση με καλαμιές και άλλους θάμνους, ενώ έπρεπε να καταβάλλεις μάλλον μεγάλη προσπάθεια για να διακρίνεις κάποια ελάχιστα σημεία με νερό.
Για να είμαι ειλικρινής, δεν ήταν καθόλου άσχημο το τοπίο που ανοίχτηκε μπροστά μας. Ήταν όμως απροσδόκητο. Και στην πραγματικότητα έμοιαζε περισσότερο με οροπέδιο. Ένα μεγάλο οροπέδιο όπου μπορούσες να απολαύσεις τη θέα στα γύρω βουνά, με δεσπόζουσα τη χιονισμένη Ζήρεια (όρος Κυλλήνη, αλλιώς), το παιχνίδι που έκαναν τα σύννεφα πέρα ψηλά στον ανοιχτό ορίζοντα, αλλά και την ενδιαφέρουσα χειμωνιάτικη βλάστηση τριγύρω. Έστω και άνευ λίμνης, ήταν ωραία.
Όλα για τη λίμνη
Τι συμβαίνει όμως στη Στυμφαλία και δεν έχει και τόσο νερό; Αρχικά, πρέπει να πούμε ότι η φυσική αυτή ορεινή λίμνη, στα όρια των νομών Κορινθίας και Αργολίδας, βρίσκεται σε ένα οροπέδιο ανάμεσα στα όρη Κυλλήνη και Ολίγυρτος και χαρακτηρίζεται ελώδης, διατηρώντας νερό κυρίως τους χειμερινούς μήνες – και όχι κάθε χειμώνα, όπως διαπιστώσαμε. Η εγκυκλοπαίδεια μας πληροφορεί, επίσης, ότι βρίσκεται σε 600 μ. υψόμετρο, η έκτασή της αγγίζει τα 3,5 τ.χλμ. και το βάθος της, στα σημεία που καλύπτεται μονίμως από νερό, κυμαίνεται από 2-2,5 μ. την άνοιξη και μισό περίπου μέτρο στις αρχές του φθινοπώρου.
Εκεί που αρχίζουμε να ξεσκονίζουμε όλοι τις εγκυκλοπαιδικές μας γνώσεις, μπαίνουν και τα παιδιά στην κουβέντα και μαζί τους ο Ηρακλής (ποιος άλλος;) που κλήθηκε στον έκτο άθλο του να εξολοθρεύσει τις Στυμφαλίδες όρνιθες από την περιοχη. «Αγριεύει» η συζήτηση. Επρόκειτο, λέει, για ανθρωποφάγα πουλιά με χάλκινα ράμφη, νύχια και φτερά. Καλά, όχι ακριβώς. Οι επιστήμονες υποστηρίζουν ότι πρόκειται μάλλον για τις φαλακρές ίβιδες, η επίσημη ονομασία των οποίων είναι Geronticus eremita και οι οποίες πλέον δεν υπάρχουν στην Ευρώπη. Πιθανολογείται όμως ότι είχαν παρουσία στην Ελλάδα κατά τα αρχαία χρόνια (2.000-3.000 π.Χ.). Ίσως λοιπόν πράγματι να αποτελούσαν μάστιγα της περιοχής, η οποία σημειωτέον –βάσει της τοπικής μυθολογίας– οφείλει το όνομά της στον ήρωα Στύμφαλο, που ήταν δευτερότοκος γιος του βασιλιά Αρκάδα.
Σήμερα, η λίμνη Στυμφαλία ανήκει στο Ευρωπαϊκό Δίκτυο Προστατευόμενων Περιοχών NATURA 2000 και για όλα αυτά και άλλα πολλά μαθαίνουμε περνώντας το κατώφλι του Μουσείου Περιβάλλοντος Στυμφαλίας, που ανήκει στο δίκτυο των θεματικών μουσείων του Πολιτιστικού Ιδρύματος Ομίλου Πειραιώς.
Βόλτα στα πέριξ και στο μουσείο
Πρέπει εδώ να ομολογήσω ότι, ενώ σε ολόκληρη τη διαδρομή ακολουθούσαμε πινακίδες που μας οδηγούσαν στο μουσείο, μόλις φτάσαμε στο τέλος της διαδρομής δεν είναι μόνο ότι δεν είδα τη λίμνη. Δεν είδα ούτε και το μουσείο. Δεν ξέρω τι έπαθα σ’ αυτό το μίνι ταξίδι. Η παρατηρητικότητα που συνήθως με χαρακτηρίζει πήγε περίπατο. Χρειάστηκε να περπατήσουμε ένα ολόκληρο μονοπάτι. Να περάσουμε από έναν αρχαίο ναό αφιερωμένο στην Αθηνά που αγνάντευε τη λίμνη. Να κατηφορίσουμε έπειτα προς τη λεκάνη της. Να χαζέψουμε κάποια ελάχιστα αγριολούλουδα που είχαν κάνει την εμφάνισή τους σε σημεία με ήλιο, μαζί και κάμποσες άγριες φασκομηλιές και μια-δυο άγριες ορχιδέες –καθ’ υπόδειξη ενός έμπειρου πεζοπόρου της παρέας τις τελευταίες. Πέρασε δεν-ξέρω-κι-εγώ-πόση-ώρα μέχρι να επιστρέψουμε πίσω στα παρκαρισμένα αυτοκίνητα για να σηκώσω το κεφάλι λίγο ψηλότερα και να δω το εντυπωσιακό κτίριο που στεγάζει το μουσείο.
Το Μουσείο Περιβάλλοντος Στυμφαλίας, λοιπόν, βρίσκεται στην πλαγιά ενός από τους κατάφυτους λόφους που περιβάλλουν τη λίμνη, τη μεγαλύτερη ορεινή υδατική λεκάνη της Πελοποννήσου – όπως μαθαίνουμε σχετικά. Και μαθαίνουμε κι άλλα: ότι η Στυμφαλία επικοινωνεί με τη Ζήρεια με υπόγειους αλλά και ορατούς δρόμους νερού, και ότι η λίμνη αποτελεί τον νοτιότερο ορεινό υγροβιότοπο των Βαλκανίων.
Στο μουσείο βλέπουμε επίσης πώς το περιβάλλον της περιοχής επηρέασε την ανάπτυξη της ανθρώπινης δραστηριότητας και έπειτα περνάμε στην αίθουσα με το ανοιχτό ενυδρείο που αναπαριστά σε τομή τη λίμνη, με ζωντανά ψάρια και φυτά της περιοχής. Όπως εύκολα καταλαβαίνει κανείς, το μουσείο είναι ιδανικός προορισμός για τα παιδιά – όχι ότι οι ενήλικες θα βαρεθούν.
Ωραίο το μουσείο, καλή και η επιπλέον γνώση, ενήλικες, παιδιά και σκυλί, ωστόσο, εξακολουθούμε να είμαστε με τον καημό της λίμνης. Θέλουμε να τη δούμε όσο πιο... υδάτινη γίνεται. Έτσι, λοιπόν, αποφασίζουμε να μη γυρίσουμε προς τα πίσω, όπως ήρθαμε, αλλά να την κυκλώσουμε, ώστε να δούμε τι γίνεται από την άλλη μεριά. Και, ναι! Φέρνοντας βόλτα τη Στυμφαλία ανακαλύπτουμε επιτέλους και τα σημεία όπου έχει νερό και αυτό φαίνεται. Έχει και παγκάκι στο σημείο αυτό για να καθίσεις και να απολαύσεις τη θέα όσο θέλεις. Εμείς όμως φεύγουμε. Η ώρα έχει περάσει και το στομάχι γουργουρίζει. Και έχουμε μετά και δυο ώρες δρόμο μέχρι την Αθήνα. Είπαμε, έχουμε έρθει για μονοήμερη.
Διαμονή και φαγητό
Αν δεν είστε σαν και μας και θέλετε να μείνετε στην περιοχή για να την εξερευνήσετε περαιτέρω, μια πολύ καλή επιλογή διαμονής είναι ο ξενώνας Πλειάδες στους Καλιανούς, σε απόσταση 5 χλμ. από τη λίμνη. Αν πάλι δεν έχετε αντίρρηση να απομακρυνθείτε λίγο παραπάνω, μπορείτε να προσεγγίσετε το χωριό Καστανιά και να επιλέξετε μεταξύ του ξενώνα Καστανιά και του ξενοδοχείου Άστρα. Πολύ ωραία είναι επίσης το Αρχοντικό Κεφαλάρι και το Armonia Boutique Hotel, και τα δυο στο χωριό Κεφαλάρι – 9 χλμ. περίπου από τη Στυμφαλία.
Για φαγητό, έχετε κατά νου ότι η περιοχή προσφέρεται κυρίως για όσους αγαπούν το κρέας: γουρουνοπούλα στη σούβλα, κοντοσούβλι, κοκορέτσι, σαλάτα εποχής, τζατζίκι και φρέσκιες τηγανιτές πατάτες είναι μια συνηθισμένη παραγγελία στις γύρω ταβέρνες. Εμείς κλείσαμε την εκδρομή μας στην ταβέρνα Νότης ή Φωλιά της Αγάπης στη Στυμφαλία (τηλ.: 2747022074), όπου φάγαμε όλα τα παραπάνω, μαζί και μια χωριάτικη που δεν ήταν εποχής αλλά τη ζήτησαν τα παιδιά! Πολύ καλές ταβέρνες θεωρούνται επίσης το Πατρικό στους Καλιανούς (τηλ.: 2747022224) και ο Μάγκας στο Κεφαλάρι (τηλ.: 2747022280)