ΠΩΣ Ο ΘΟΡΥΒΟΣ ΕΠΗΡΕΑΖΕΙ ΤΗ ΜΑΘΗΣΗ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ
Πρόσφατη έρευνα δείχνει ότι η έκθεση των παιδιών σε θόρυβο μέσα και έξω από τις σχολικές αίθουσες είναι επιζήμια, αφού μπορεί να επηρεάσει τη διαδικασία της γνωστικής ανάπτυξης που συμβαίνει πριν από την εφηβεία.
Σχεδόν κάθε πρωί ξυπνάω από τον θόρυβο του δρόμου. Κόρνες, περαστικοί, φωνές, εργασίες από μια πολυκατοικία που χτίζεται παραδίπλα. Εν ολίγοις, μια διαρκής βαβούρα που σε ξυπνάει γύρω στις 6:30 το πρωί, για να μην πω και νωρίτερα. Αλλά δεν τελειώνει εκεί. Ο θόρυβος συνεχίζεται μέχρι περίπου να βραδιάσει, που ησυχάζουν κάπως τα πνεύματα.
Ακριβώς δίπλα από το σπίτι μου έχει ένα σχολείο. Και αναρωτιέμαι: αν έχει τόσο θόρυβο στο σπίτι μου, που είναι στον 5ο όροφο, πόσο θόρυβο μπορεί να έχει στο σχολείο, που είναι ακριβώς δίπλα, με τους μαθητές να προσπαθούν να διαβάσουν, να δώσουν εξετάσεις, να συγκεντρωθούν, να προσέξουν στο μάθημά τους; Και, το κυριότερο, πόσο μπορεί να βλάψει αυτή η ηχορύπανση την παραγωγικότητα, τη συγκέντρωση και τη γνωστική ανάπτυξη εν γένει των παιδιών;
Η μνήμη εργασίας και η προσοχή επηρεάζονται αρνητικά από τον θόρυβο
Οι απορίες μου μοιάζουν εύλογες. Νέα μελέτη διαπίστωσε ότι ο κυκλοφοριακός θόρυβος στα σχολεία έχει αρνητική επίδραση στην ανάπτυξη της μνήμης εργασίας, ή αλλιώς λειτουργικής μνήμης, και της προσοχής των μαθητών του δημοτικού.
Η μελέτη πραγματοποιήθηκε από το Ινστιτούτο Παγκόσμιας Υγείας της Βαρκελώνης (ISGlobal) σε 38 σχολεία της Βαρκελώνης και τα ευρήματά της δημοσιεύτηκαν στο Plos Medicine. Στην έρευνα συμμετείχαν 2.680 παιδιά, ηλικίας 7 έως 10 ετών.
Στόχος των ερευνητών ήταν να εκτιμήσουν τις πιθανές επιπτώσεις του κυκλοφοριακού θορύβου στη γνωστική ανάπτυξη των παιδιών που βρίσκονται στο στάδιο πριν από την εφηβεία. Προκειμένου να το επιτύχουν, επικεντρώθηκαν σε δύο ικανότητες που αναπτύσσονται ταχύτατα κατά την προεφηβική ηλικία και είναι απαραίτητες για τη μάθηση και τη σχολική επίδοση: την προσοχή και τη μνήμη εργασίας.
Πριν προχωρήσουμε παρακάτω, καλό θα ήταν να αναφερθούμε λίγο πιο αναλυτικά σε αυτές τις δύο έννοιες, όπως ορίστηκαν από τη μελέτη. Η προσοχή περιλαμβάνει διαδικασίες όπως η επιλεκτική προσοχή σε συγκεκριμένα ερεθίσματα ή η εστίαση σε μια συγκεκριμένη εργασία για παρατεταμένο χρονικό διάστημα. Από την άλλη πλευρά, η μνήμη εργασίας είναι το σύστημα που μας επιτρέπει να κρατάμε πληροφορίες στο μυαλό μας και να τις χειριζόμαστε για σύντομο χρονικό διάστημα.
Η έρευνα διήρκησε έναν χρόνο, καθώς οι ερευνητές δεν επεδίωκαν να αξιολογήσουν μόνο τη μνήμη εργασίας και την προσοχή, αλλά και την εξέλιξη αυτών με την πάροδο του χρόνου. Κατά τη διάρκεια αυτών των 12 μηνών, πραγματοποιήθηκαν μετρήσεις θορύβου μπροστά από τα σχολεία, στις παιδικές χαρές και μέσα στις αίθουσες διδασκαλίας.
Αν αναρωτιέστε τι έδειξαν τα αποτελέσματα των μετρήσεων, δεν θα σας κρατήσω άλλο σε αγωνία. Η αύξηση κατά 5 dB στα επίπεδα εξωτερικού θορύβου είχε ως αποτέλεσμα να είναι πιο αργή:
- η ανάπτυξη της λειτουργικής μνήμης κατά 11,4%, από το μέσο όρο,
- η ανάπτυξη της «σύνθετης» μνήμης εργασίας κατά 23,5%, από το μέσο όρο,
- η ανάπτυξη της ικανότητας προσοχής κατά 4,8% από το μέσο όρο.
Με πιο απλά λόγια: Η εξέλιξη της μνήμης εργασίας, της σύνθετης μνήμης εργασίας (όταν χρειάζεται να επεξεργαζόμαστε συνεχώς και αποτελεσματικά τις πληροφορίες που είναι αποθηκευμένες στη μνήμη εργασίας) και της προσοχής ήταν πιο αργή στους μαθητές που φοιτούσαν σε σχολεία με υψηλότερα επίπεδα κυκλοφοριακού θορύβου.
Συμπληρωματικά, να πούμε ότι αρνητική επίδραση στη γνωστική ανάπτυξη δεν έχει μόνο ο θόρυβος εκτός σχολείου, αλλά και ο θόρυβος μέσα στις τάξεις. Τα υψηλότερα επίπεδα θορύβου μέσα στην τάξη επηρέασαν αρνητικά τις επιδόσεις των μαθητών τόσο ως προς την προσοχή όσο και ως προς τη μνήμη εργασίας σε σύγκριση με τις πιο ήσυχες τάξεις. Από την άλλη πλευρά, οι ερευνητές δεν παρατήρησαν συσχέτιση μεταξύ του θορύβου στο σπίτι του κάθε συμμετέχοντα και της γνωστικής ανάπτυξης.
Αν αυτά ήταν τα πορίσματα έρευνας που διεξήχθη στη Βαρκελώνη, μπορούμε να φανταστούμε ποια θα είναι τα συμπεράσματα αν γίνει μια ανάλογη έρευνα στην Αθήνα ή σε κάποια άλλη μεγάλη ελληνική πόλη. Γιατί, ας μην ξεχνάμε ότι πέντε πόλεις της Ελλάδας συμπεριλήφθηκαν το 2020 στη λίστα με τις πιο θορυβώδεις πόλεις της Ευρώπης: η Αθήνα, η Θεσσαλονίκη, η Πάτρα, το Ηράκλειο και η Λαμία.