ΠΟΙΟΣ ΕΥΘΥΝΕΤΑΙ ΠΟΥ ΠΝΙΓΗΚΕ ΤΟ ΒΡΕΦΟΣ ΣΤΟΝ ΑΛΙΑΚΜΟΝΑ;
Μια 29χρονη μητέρα θεωρείται υπεύθυνη που το βρέφος της βρέθηκε πνιγμένο στον Αλιάκμονα. Τι ευθύνες όμως έχει και ο περίγυρος που ήξερε ότι αντιμετώπιζε σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα;
Νωρίς το πρωί της δεύτερης ημέρας του 2023 έγινε γνωστό πως ένα βρέφος 11 μηνών βρέθηκε νεκρό στο φράγμα του Αλιάκμονα, στη Βέροια. Το είχε εγκαταλείψει εκεί η γυναίκα που το γέννησε. Στις πρώτες πληροφορίες περιλαμβανόταν το γεγονός ότι η 29χρονη είχε ψυχολογικά προβλήματα και είχε στο παρελθόν νοσηλευτεί σε ψυχιατρικές κλινικές περισσότερες από 10 φορές.
Δεν άργησε να εμφανιστεί στο «φακό» η γειτονιά (αυτή η μάστιγα), για να πει πως όλοι ήξεραν τα θέματα αυτής της γυναίκας, που έμενε με τους γονείς της και έφυγε παραμονή της Πρωτοχρονιάς από το σπίτι της οικογένειας μαζί με το μωρό.
Όταν γύρισε την επομένη, ήταν μόνη. Ομολόγησε στους οικείους της τι είχε κάνει και εκείνοι ενημέρωσαν τις αρχές. Λίγες ώρες αργότερα μάθαμε και ότι η γυναίκα είχε διακόψει τη φαρμακευτική αγωγή που λάμβανε για τα σοβαρά ψυχολογικά της προβλήματα, τα οποία δεν ονομάστηκαν.
Κατά συνέπεια, αφαιρέθηκε από το «αδηφάγο» τηλεοπτικό κοινό η δυνατότητα ενδελεχούς ενημέρωσης, μήπως και κάποιοι επιλέξουμε να δώσουμε δεκάρα για τη σοβαρότητα των ψυχικών διαταραχών που καλούνταν να διαχειριστεί η 29χρονη και για όσα πραγματικά μπορεί να την οδήγησαν στο έγκλημα. Έγινε ξεκάθαρο πως αυτή η «διαχείριση» ήταν ανεπιτυχής. Δεν έγιναν όμως, γνωστοί οι λόγοι. Όσα ωθούν κάποιον που χρειάζεται βοήθεια να την απαρνείται.
Δεν μάθαμε αν στους «δαίμονες» που τη βασάνιζαν είχε προστεθεί η επιλόχειος κατάθλιψης – που έχει οδηγήσει μανάδες να πηδήξουν από μπαλκόνια.
Μολονότι μας έβαλαν το μάτι στην κλειδαρότρυπα, δεν μας άφησαν να «δούμε» αν η οικογένειά της ήταν υποστηρικτική: αν δηλαδή βοηθούσαν τη γυναίκα με τον Γολγοθά της, ή αν έκρυβαν το πρόβλημα κάτω από το «χαλάκι», όπως συνηθίζει να κάνει η μέση οικογένεια της ελληνικής περιφέρειας – όπου όλοι ξέρουν ακόμα και το χρώμα του εσωρούχου του κάθε γείτονα, κάθε ημέρα.
Η μητέρα και οι άλλοι
Η 29χρονη μητέρα ζούσε στον Σταυρό Ημαθίας, που έχει πληθυσμό 1.229 ανθρώπους – βάσει της απογραφής του 2011. Και μάλλον δεν χρειάζεται να θυμίσω τι σημαίνει να ζεις σε μια τόσο κλειστή κοινωνία, στην βαθιά συντηρητική Ελλάδα (που θέλει να βαυκαλίζεται πως είναι προοδευτική). Ή μάλλον χρειάζεται, αφού εδώ που φτάσαμε δεν υπάρχουν ευκόλως εννοούμενα.
Θα το κάνω σε λίγο. Πρώτα να ξεκαθαρίσω ότι σε καμία περίπτωση δεν δικαιολογώ την πράξη της. Αλλά και δεν «στρογγυλοκάθομαι» και στο αιώνιο debate για το «μητρικό ένστικτο» και το πώς μια μάνα που δεδομένα (;) έχει στο λειτουργικό της σύστημα συγκεκριμένες ρυθμίσεις μπορεί να σκοτώσει το παιδί της. (Παρεμπιπτόντως, ενώ κάποιοι υποστηρίζουν ότι το μητρικό ένστικτο υφίσταται, υπάρχουν στοιχεία που αποδεικνύουν ότι είναι μύθος. Επίσης, το «μάνα» δεν πάει πακέτο με την ενσυναίσθηση, τη φροντίδα, την αγάπη, την υπομονή και το ενδιαφέρον για το παιδί).
Φρονώ λοιπόν πως ο εισαγγελέας που –εύλογα– άσκησε ποινική δίωξη στη μητέρα του μωρού για ανθρωποκτονία από πρόθεση θα έπρεπε να παραπέμψει και τους οικείους της. Ίσως και όσους κατέθεσαν πως «ήξεραν».
Προφανώς και η 29χρονη έχει την κύρια ευθύνη για το έγκλημα. Αυτό δεν σημαίνει πως είναι αθώοι οι οικείοι της και ο πατέρας του μωρού.
Αυτός ο άνδρας δήλωσε πως «το παιδί δεν το είχα αναγνωρίσει. Πάλεψα να το αναγνωρίσω. Μπροστά μου έβρισκα ένα τοίχο. Ήθελα να πάω συμβολαιογραφικά να το αναγνωρίσουμε, δεν θέλανε. Ψάχτηκα για να προσφύγω δικαστικά».
Αλλά δεν προσέφυγε. Επίσης, δεν τον ρώτησαν ποιοι ήταν αυτοί που «δεν θέλανε». Εκτός και αν ο πληθυντικός είναι ευγενείας. Που μάλλον δεν είναι.
Ένα βρέφος καταδικασμένο
Η ιατροδικαστική εξέταση έδειξε ότι το βρέφος βρήκε ασφυκτικό θάνατο μέσα στο νερό. Δεδομένης της μη αναστρέψιμης εξέλιξης, αν με ρωτάς, θα σου πω πως «σώθηκε». Το βρίσκεις κυνικό; Ασεβές; Τρομακτικό;
Πες μου σε παρακαλώ τους λόγους. Όχι τους ηθικοπλαστικούς. Τους επί της ουσίας. Πώς φαντάζεσαι τη ζωή αυτού του κοριτσιού με τα στοιχεία που ξέρεις και χιλιάδες άλλα που προφανώς υπάρχουν, αλλά δύσκολα θα μαθευτούν, γιατί χαλούν το prestige των «νοικοκυρέων» που έσπευσαν να κατακρεουργήσουν την 29χρονη;
Ναι, ξεκάθαρα θα ήταν προτιμότερο να έχει βρει μια άλλη λύση και το παιδί να είναι σήμερα ζωντανό, ιδανικά στα χέρια μιας οικογένειας που θα το μεγάλωνε με φροντίδα και αγάπη. Δυστυχώς όμως δεν ζούμε σε παραμύθι, αλλά σε μια πραγματικότητα με πολλά προβλήματα. Και όσο κι αν προσπαθώ, δεν βλέπω πως το κοριτσάκι που έφυγε από τη ζωή πριν καν καταλάβει τι σημαίνει ζωή θα είχε όσα χρειαζόταν για να μεγαλώσει με υγεία στο περιβάλλον όπου γεννήθηκε.
Δεν τα είχε η μητέρα της. Δεν τα βρήκε ποτέ.
Μια προσωπική εμπειρία
Νιώθω αδύναμη να διαχειριστώ την οργή που αισθάνομαι προς όσους ζούσαν κοντά της, που «ήξεραν». Γιατί, αν έκαναν και κάτι –πέρα από να δείχνουν την «τρελή» του χωριού–, ίσως να μην υπήρχε αυτή η κατάληξη.
Έχω ξεκάθαρη εικόνα για το πόσο δύσκολο είναι να ακολουθήσει άνθρωπος με σοβαρές ψυχικές διαταραχές τη θεραπεία του, ειδικά σε περιόδους που δεν συναντάται καν με τη λογική και δεν υπάρχει ψήγμα υπομονής. Μόνο πόνος. Και «θολωμένο» μυαλό. Όλα αυτά εντείνονται όταν ζεις ως δακτυλοδεικτούμενος σε μια μικρή κοινωνία, με mantra το «τι θα πει ο κόσμος».
Εδώ θα ήθελα να σου διηγηθώ μια ιστορία βγαλμένη από τη ζωή: μετά τον θάνατο όλων των μελών της οικογένειάς μου, ενώ ήμουν σε βαθιά κατάθλιψη, είχα πάει διακοπές για γιορτές σε συγγενείς μου, που ζουν σε πόλη της Πιερίας.
Είχα ήδη αρχίσει ψυχοθεραπεία και, για να εξηγήσουν οι θείες μου στη γιαγιά που πως δεν είμαι «τρελή», της είπαν πως πάω στην Τένια Μακρή, γνωστή ψυχολόγο που έμπαινε τότε κάθε μέρα στο σπίτι της γιαγιάς μέσω της τηλεόρασης. Άρα της ήταν οικεία. Άρα, εγώ δεν ήμουν «τρελή».
Να σου πω, φυσικά, πως τότε ουδόλως με ενδιέφερε τι θα πουν οι δικοί μου (πολύ περισσότερο η γειτονιά) για εμένα. Είχα ένα σημαντικότερο πράγμα να με απασχολεί: το να ζήσω, καθώς αντιμετώπιζα και αυτοκτονικό ιδεασμό.
ΕΙΛΙΚΡΙΝΑ ΔΕΝ ΜΠΟΡΩ ΝΑ ΔΕΧΤΩ ΠΩΣ ΚΟΙΜΟΥΝΤΑΙ ΕΥΚΟΛΑ ΤΑ ΒΡΑΔΙΑ ΟΙ «ΞΕΡΑΜΕ». ΚΑΙ ΔΕΝ ΑΝΤΕΧΩ ΑΛΛΑ ΑΒΙΑΣΤΑ «ΣΤΑΥΡΩΜΑΤΑ» ΤΩΝ ΕΠΙ ΧΡΟΝΙΑ «ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΚΩΝ», ΟΤΑΝ ΕΙΝΑΙ ΑΡΓΑ.
Βέβαια, εγώ δεν έμενα όλο τον χρόνο στη συγκεκριμένη πόλη, γιατί τότε θα μιλούσαμε για μια τελείως διαφορετική συνθήκη. Και κάνω μεγάλο αγώνα για να μην αναφερθώ στις ζωές όσων ζούσαν εκεί και με έκριναν ελαφρά τη καρδία (για τα ψυχολογικά μου προβλήματα, το γεγονός ότι δεν παντρευόμουν και δεν έκανα παιδιά κλπ, κλπ), γιατί δεν θέλω να γίνω σαν κι αυτά που κοροϊδεύω.
Είμαι σε θέση να γνωρίζω και πόσο δύσκολο είναι για τους οικείους να πείσουν έναν ψυχικά ασθενή πως όντως χρειάζεται τη βοήθεια που λαμβάνει, ώστε να μπορεί να έχει μια σχετική κανονικότητα στη ζωή του. Να δει πως υπάρχει ελπίδα. Ένα φως στο τούνελ. Και είναι ευλογία να βλέπεις αυτό το φως, χωρίς να έχει προηγηθεί κάτι ακραίο. Για να συμβεί όμως αυτό, χρειάζεται τεράστια υποστήριξη από τους ανθρώπους που εμπιστεύεσαι.
Κατ’ αρχάς, χρειάζεσαι ανθρώπους τους οποίους μπορείς να εμπιστευτείς, γιατί σου έχουν αποδείξει πως έχουν ως προτεραιότητα το καλό σου. Όχι το τι θα πει ο κόσμος. Που δεν έχουν ένα μόνιμα επικριτικό βλέμμα όταν σε κοιτούν και δεν σου λένε «είσαι τρελή», κάθε φορά που δεν πας με τα νερά τους. Διαφορετικά, κλείνεσαι περισσότερο στον εαυτό σου, γεγονός που δίνει περισσότερο χώρο στους «δαίμονες» να κυριεύσουν σε όλο σου το είναι, εξαφανίζοντας τις εξόδους διαφυγής.
Ειλικρινά δεν μπορώ να δεχθώ πως κοιμούνται εύκολα τα βράδια οι «ξέραμε». Σίγουρα δεν αντέχω άλλα αβίαστα «σταυρώματα» των επί χρόνια «προβληματικών», όταν είναι αργά. Και κάποια στιγμή θα ήταν χρήσιμο να πληρώνουμε τις συνέπειες των λόγων – πέραν των πράξεων μας.
Ίσως τότε να γλιτώναμε από τους «καλύτερους». Να μπαίναμε στον κόπο να ασχοληθούμε λίγο περισσότερο με την πραγματική κατανόηση της σημασίας που έχει η ψυχική υγεία για όλους μας. Γιατί στο δικό μου το μυαλό, οι «ξέραμε» είναι επίσης ψυχικά ασθενείς, με αδιάγνωστη διαταραχή που κάνει κακό όχι μόνο στους ίδιους, αλλά και σε άλλους.