iStock

ΟΙ «ΚΡΥΦΕΣ» ΟΜΟΡΦΙΕΣ ΤΩΝ ΠΑΞΩΝ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΕΝΟΣ ΝΤΟΠΙΟΥ

Έχοντας περάσει τα περισσότερα καλοκαίρια του στο γραφικό νησί του Ιονίου, ο Γιάγκος Αντίοχος μιλά για τις αλλαγές που έχουν γίνει στον τόπο καταγωγής του και τις κρυφές –για λίγο ακόμη μάλλον– χαρές που μπορεί να προσφέρει.

Λένε ότι αν πηγαίνεις κάθε χρόνο σ’ ένα μέρος, τότε δεν καταλαβαίνεις τις διαφορές. Είναι μικρές και ανεπαίσθητες, με αποτέλεσμα να μην γίνονται εύκολα αντιληπτές. Κάτι τέτοιο σίγουρα δεν ισχύει για μένα και τους Παξούς, το νησί που αποτελεί πατρίδα του Αντιοχέικου εδώ και πολλές γενιές. Για εμένα προσωπικά, οι αλλαγές που έχουν γίνει στο νησί είναι μεγάλες και διακριτές.

Το νησί που πέρασα τα περισσότερα παιδικά μου καλοκαίρια δεν υπάρχει πια. Αντ’ αυτού βρίσκεται ένα άλλο. Γοητευτικό, δεν λέω. Σίγουρα πιο εύκολα προσβάσιμο. Αλλά λιγότερο αυθεντικό από αυτό που γνώρισα. Δεν πειράζει. Ακόμη κι έτσι, στραγγισμένοι από νοσταλγία και απάτητα φυσικά τοπία, οι Παξοί εξακολουθούν να είναι για μένα ένας τόπος μαγικός.

Πού 'ναι τα χρόνια, ωραία χρόνια

Η νοσταλγία είναι πάντοτε παραμορφωτική, λειτουργώντας μονόπλευρα, προκατειλημμένα προς όφελος του παρελθόντος. Συνήθως, ξεχνάμε τις δυσκολίες και τα άσχημα των περασμένων χρόνων, βουτώντας τις αναμνήσεις μέσα στην κολυμβήθρα της νεότητας και της ξεγνοιασιάς.

Προσπαθώντας να είμαι όσο πιο αντικειμενικός γίνεται –που δεν γίνεται– μπορώ να ισχυριστώ ότι οι Παξοί είχαν πολλές δυσκολίες στο πρόσφατο παρελθόν. Δεν υπήρχε ούτε Ιόνια Οδός, ούτε Εγνατία, ούτε γέφυρα στο Ρίο-Αντίρριο. Το ταξίδι είχε πέρασμα από την Πελοπόννησο στην Αιτωλοακαρνανία, αμέτρητες στροφές στους επαρχιακούς δρόμους της Άρτας, κάποιες φορές του Αστακού ή της Βόνιτσας. Οι Παξοί δεν είχαν καθημερινή συγκοινωνία με την Ηγουμενίτσα, παρά μόνο ένα πλοιαράκι από Σύβοτα, το «Καμέλια», που χωρούσε έξι αυτοκίνητα και στη ζούλα κάνα-δυο μικρά στην πλώρη. Δεν είχαν σύστημα αφαλάτωσης, που προσφέρει –έστω και με πολλά προβλήματα– μη πόσιμο νερό σε όλα τα σπίτια. Δεν είχαν πρόσβαση στις περισσότερες παραλίες. Δεν είχαν πολλά κολονάτα ποτήρια, signature cocktails και αποδομημένα πιάτα.

Παξοί
Κτήριο στον Γάιο © Μπέττυ Ζώτου
Κτήριο στον Γάιο

Ας είμαστε, όμως, ειλικρινείς. Οι Παξοί δεν ήταν ήδη από τη δεκαετία του ’80 ένα φτηνό και ανεκμετάλλευτο νησί. Το Ιόνιο είναι «λίμνη με αλμυρό νερό» κι έτσι τα κότερα έκαναν ουρές στο λιμάνι του Γαΐου για να παρκάρουν. Επίσης, οι Ιταλοί, έχοντας τότε λιρέτα και εμείς δραχμή, εκμεταλλεύονταν το συναλλαγματικό πλεονέκτημα και την κοντινή απόσταση, πλημμυρίζοντας το «Κάπρι των Φτωχών» τον Αύγουστο. Να μην θυμηθώ για την απευθείας σύνδεση Μπρίντιζι-Παξών και το κομβόι των αυτοκινήτων με ιταλικές πινακίδες που κατέβαινε από το πλοίο.

Μετά κόπηκε η κορδέλα στην Εγνατία, η οποία έφερε καραβιές από Βορειοελλαδίτες, ήρθε η καλύτερη σύνδεση με την Ηγουμενίτσα και τα σπίτια έγιναν στους Παξούς περισσότερα από τις ελιές.

Μόνο η αυλή του σπιτιού μου στα Μαγαζιά μοιάζει με απόρθητο φρούριο. Στους Παξούς τη λέμε αφοδιά και είναι ανέγγιχτη εδώ και περισσότερο από δυο αιώνες. Εκεί που εξακολουθούν να έρχονται συγγενείς, συγχωριανοί και φίλοι για να γιορτάσουμε τη γιορτή του πατέρα μου και πλέον και του γιου μου.

Παξοί
Η πλακόστρωτη αυλή (αφοδιά) του σπιτιού μου © Μπέττυ Ζώτου
Η πλακόστρωτη αυλή (αφοδιά) του σπιτιού μου

Διαφορετικοί, αλλά πάντοτε γοητευτικοί Παξοί

Ένας καλός μου φίλος Παξινός μου είχε πει κατά τη διάρκεια της πρώτης σεζόν του «Maestro»: «Γιάγκο μου, εμείς δεν περιμέναμε το “Maestro” για να γεμίσουμε». Κι έχει δίκιο. Από τις αρχές του 2000, οι Παξοί διανύουν μια σταθερή πορεία ανάπτυξης. Χωρίς μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες και με περιορισμένες υποδομές, το νησί γεμίζει με μεγάλη ευκολία, τουλάχιστον τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, ενώ ο Σεπτέμβριος είναι πολύ δυνατός μήνας τουριστικά. Επίσης, οι βίλες που βρίσκονται σε κάθε σημείο των 30 τετραγωνικών χιλιομέτρων έκτασης των Παξών προσφέρουν ένα καλό εισόδημα στους συνήθως ξένους ιδιοκτήτες τους και φιλοξενούν μερικές χιλιάδες εσώκλειστους τουρίστες που ζουν μέσα σε χρυσά πολυτελή κλουβιά.

Άρα, η επιτυχία του «Maestro» δεν πολλαπλασίασε την τουριστική κίνηση, αλλά σίγουρα ανέβασε τη φρενίτιδα και την υπεραξία ενός #paxos story στο Instagram. Εξάλλου, ο Χριστόφορος Παπακαλιάτης έχει προσφέρει πολλά στο νησί από το οποίο κατάγεται, προβάλλοντας τηλεοπτικά τους Παξούς ως ένα «νησιωτικό παράδεισο», με απόλυτο σεβασμό στον τόπο. Είναι ένας ντόπιος που ξέρει τους πάντες και τα πάντα, και θα τον συναντήσεις στο Capriccio στο Γάιο, στον Μπουρνάο ή στον Ben στο Μονοδένδρι.

Παξοί
Η παραλία του Ορκού © Μπέττυ Ζώτου
Η παραλία του Ορκού

Πού να κολυμπήσω, πού να φάω και πού να πιω στους Παξούς

Με πονάει, αλλά πλέον δεν πάω στις παραλίες που πήγαινα μικρός. Το Λεβρεχιό στο Λογγό χάλασε από τότε που φάρδυνε ο δρόμος που περνάει στο πάνω μέρος του. Το beach bar στην Κακιά Λαγκάδα –ένα πάλαι ποτέ παραλιακό κόσμημα– έχει στριμώξει εμάς τους ντόπιους που θέλουμε να στρώσουμε τις πετσέτες μας σε μια άκρη, ενώ και οι σωλήνες της αφαλάτωσης δεν βοηθούν στο να απολαύσεις το τοπίο. Τα Αυτιά του Γαϊδάρου, που είναι προς το Μογγονήσι, είναι τις ημέρες του Αυγούστου δύσκολα προσβάσιμα λόγω κίνησης για εμάς τους κατοίκους του βορείου τμήματος του νησιού. Το Μονοδένδρι είναι πλέον υπερβολικά οργανωμένη παραλία για τα γούστα μου.

Όμως, ουδέν κακόν αμιγές καλού. Η Παξινιά γιαγιά μου, η Τασούλα, συνήθιζε να λέει: «Μάθημα, ξεμάθημα, δυο καλά μαθήματα». Έτσι, το ξεβόλεμα από τη ραγδαία ανάπτυξη με ανάγκασε να ψάξω να βρω νέες παραλίες, που λόγω συνήθειας τις είχα μόνο ακουστά. Για παράδειγμα, ο Ορκός που βρίσκεται στον παλιό δρόμο προς τη Λάκκα είναι ένας μικρός παράδεισος. Αν έχεις τη διάθεση για ένα χιλιόμετρο κατάβασης και στη συνέχεια ανάβασης, θα βρεθείς σε ένα από τα ανέγγιχτα σημεία των Παξών. Μπροστά από την παραλία, το μόνο που υπάρχει είναι μερικά μικρά λιθόκτιστα στρογγυλά σπιτάκια και μετά το απέραντο καταπράσινο τοπίο με ελιές και κυπαρίσσια. Το Μαρμάρι στο Λογγό είναι μια παραλία να την πιεις στο ποτήρι, με τα γαλαζοπράσινα χρώματα να συνθέτουν έναν μοναδικό πίνακα. Βέβαια, φέτος βρήκα το Μαρμάρι με πάρα πολύ κόσμο.

Παξοί
Η παραλία του Ερημίτη © Μπέττυ Ζώτου
Η παραλία του Ερημίτη

Σίγουρα, από τα highlights του νησιού είναι το Κηπιάδι και ο Κήπος. Δυο παραλίες που βρίσκονται κοντά στο Λογγό και μέχρι πρότινος είχαν δύσκολη πρόσβαση. Φέτος, ο δρόμος για το Κηπιάδι είναι καλύτερος και τα νερά είναι όπως πάντα κρυστάλλινα. Και οι δυο πλευρές του Κηπιαδίου είναι γοητευτικές – αν και προτιμώ τη δεξιά, που είναι πιο ήσυχη. Στον Κήπο είναι υπέροχα όταν ο ήλιος αρχίζει να κρύβεται πίσω από τις ελιές.

Όπου και να βρίσκεσαι, όμως, το απόγευμα πρέπει να βρεθείς στην παραλία του Ερημίτη. Ο δρόμος φέτος είναι κάκιστος και όσοι δεν έχετε τζιπ θα αναγκαστείτε να παρκάρετε αρκετά μακριά. Όμως, το αποτέλεσμα θα σας ανταμείψει, αφού θα δείτε ένα από τα καλύτερα ηλιοβασιλέματα με φόντο τους θεόρατους καρτποσταλικούς βράχους που καθρεφτίζονται στη θάλασσα.

Παξοί
Εσωτερική αυλή στον Γάιο © Μπέττυ Ζώτου
Εσωτερική αυλή στον Γάιο

Γενικά, το επίπεδο του φαγητού στους Παξούς είναι υψηλό. Δύσκολα θα απογοητευτείς από τα εστιατόρια του νησιού. Τα αγαπημένα μου είναι το Τάκα – Τάκα στο Γάιο για πεντανόστιμη μακαρονάδα θαλασσινών, το Averto στα Μαγαζιά για εξελιγμένα θαλασσινά πιάτα, κοκτέιλ-βάλσαμο από τα χέρια του Νικόλα και κορυφαίο brunch, ο Διογένης στη Λάκκα για νόστιμα μαγειρευτά και ο Βασίλης στο Λογγό, που αποτελεί μια διαχρονική υψηλής ποιότητας πρόταση με δημιουργική κουζίνα. Από εκεί και πέρα, πάντοτε θα περάσω από τη Mandi στο λιμάνι της Λάκκας για να δω τι ψιλό ψάρι έχει να ρίξει στο τηγάνι, ενώ θα κάνω μια βόλτα από το Παξοιμάδι να δω αν έχει κάνα τραπέζι.

Παξοί
Το μουσείο των Παξών στον Γάιο © Μπέττυ Ζώτου
Το μουσείο των Παξών στον Γάιο

Πέρα από το εστιατορικό κομμάτι, το Capriccio στο Γάιο έχει κάθε χρόνο και καλύτερο παγωτό, ενώ η κρέπα του είναι σταθερά απολαυστική. Κλασσική αξία είναι και το Negroni στο Porto Vecchio, όπως και τα υπόλοιπα κοκτέιλ που σερβίρονται στην πιο γοητευτική γωνιά του λιμανιού.

Στο Λογγό μην ξεχάσεις να πιεις το απεριτίφ σου στο Le Rocher, που προσφέρει απλόχερα ένα από τα καλύτερα φωτογραφικά κάδρα των Παξών. Το καφενείο του Θεόφραστου στη Λάκκα είναι από τα τελευταία παραδοσιακά μέρη όπου μπορείς να συναντήσεις Παξινούς, ενώ ακριβώς δίπλα το εργαστήριο κοσμημάτων του Γιώργου Απέργη έχει χειροποίητα κομμάτια που θα ερωτευθείς. Τέλος, ο Μπουρνάος στο χωριό μου, τα Μαγαζιά, είναι μια από τις υποχρεωτικές στάσεις. Ένα καφενείο που έχει τα καλύτερα live, μεζέδες και κρύες μπίρες. Ένα φυλακτό που κρατάει από τους παλιούς Παξούς, αυτούς που αγάπησα και δεν υπάρχουν πια. Ένα από τα ελάχιστα πράγματα που, έστω και οπτικά, με ταξιδεύει πίσω στο χρόνο.

SLOW MONDAY NEWSLETTER

Θέλεις να αλλάξεις τη ζωή σου; Μπες στη λογική του NOW. SLOW. FLOW.
Κάθε Δευτέρα θα βρίσκεις στο inbox σου ό,τι αξίζει να ανακαλύψεις.