ΜΙΚΡΕΣ ΟΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΡΗΜΟ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΛΟΓΟΥ
Σπανίζει το χυμώδες στον πολιτικό λόγο. Ευτυχώς όμως υπάρχουν και εξαιρέσεις που αξίζει να μνημονεύονται, ως ρωγμές στα βραχώδη του δεδομένου και της κομματικής νόρμας.
Σπανίζει το χυμώδες στον πολιτικό λόγο. Συνήθως κυριαρχεί το τετριμμένο και άδροσο. Αν συνυπολογίσεις τις κοινοτοπίες, τους εξυπνακισμούς , τους συμψηφισμούς, τις υπερβολές και σε πολλές περιπτώσεις τα «σκοτωμένα» ελληνικά, καταλήγεις στο προφανές:
Ο πολιτικός λόγος, τουλάχιστον στην εποχή μας, δεν θέλγει, δεν ενθουσιάζει, δεν συγκινεί, δεν πείθει. Και δικαίως θεωρείται από την πλειονότητα –ειδικά των νέων– ξένος, αδιάφορος, απωθητικός.
Χυμώδης λόγος δεν είναι ο λογοτεχνίζων ή ο πεποιημένος των λογίων. Ούτε βεβαίως ο χαμηλότονος, παρότι διατηρεί μια σχετική αξία, ούτε ο ισορροπιστικός, χωρίς γωνίες και αιχμές, που διεκδικεί δάφνες αντικειμενικότητας, αλλά κατ’ ουσίαν επιδιώκει να είναι αρεστός σε όλους.
Καλά, σε πυρακτωμένες περιόδους σαν τη σημερινή, την προεκλογική, ο πολιτικός λόγος θυμίζει γηπεδική εξέδρα αφασικών οπαδών, ακόμη κι όταν οι ρητορεύοντες επιστρατεύουν ισχυρά επιχειρήματα και τελούν εν δικαίω.
Χυμώδης είναι ο ουσιαστικός λόγος. Με τις «λέξεις να καρφώνονται σαν πρόκες» για «να μην τις παίρνει ο άνεμος». Είναι ο ευπρεπής και στιβαρός που δεν παραλείπει την αυστηρότητα ούτε παρακάμπτει την αυτοκριτική όταν απαιτείται.
Είναι ο λόγος που σου δίνει υλικό να αξιοποιήσεις τις δικές σου σκέψεις και ιδέες, ανεξάρτητα από το πολιτικό σου πρόσημο. Αν, δε, κοσμείται από ανθισμένη γλώσσα και δόσεις αυτοσαρκασμού, τότε μιλάμε για υπόδειγμα πολιτικού λόγου.
Ευτυχώς δεν λείπουν τέτοια παραδείγματα. Πρόκειται για εξαιρέσεις, αλλά υπάρχουν. Και αξίζει να μνημονεύονται. Ως ρωγμές στα βραχώδη του δεδομένου και της κομματικής νόρμας. Ως αισθητικός αντίλογος στις κραυγές ομοδόξων και στα γαβγίσματα των αντιπάλων.
Ιδού, λοιπόν, δύο συγκεκριμένα παραδείγματα τελευταίας εσοδείας. Το ένα από τον Ευάγγελο Βενιζέλο, σε πρόσφατη εκδήλωση, και το άλλο από τον βουλευτή του ΠΑΣΟΚ Χάρη Καστανίδη, στη Βουλή. Ακούστε τους, παρακαλώ.
– Ευάγγελος Βενιζέλος
Σε εκδήλωση υπό τον τίτλο «Μένουμε Ευρώπη»; Υποκλοπές, Δικαιώματα και Κράτος δικαίου
«Οφείλω εγώ με το δικό μου “πολεμικό μητρώο” να δώσω διαβεβαιώσεις ή να αποδείξω τίποτα; Πρέπει να σιωπώ επιστημονικά για τις υποκλοπές προκειμένου να μην “επωφεληθεί” ο ΣΥΡΙΖΑ;
»Μη κρίνουν εξ ίδιων τα αλλότρια. Είμαι πολιτικά και κομματικά απελεύθερος, απολαμβάνω τη σφαίρα της μεταπολιτικής, αλλά υπερασπίζομαι την επιστημονική μου συνείδηση, σοβαρότητα, αξιοπιστία και κυρίως πειστικότητα. Όποιος έχει επιστημονικό αντίλογο ας τον διατυπώσει με αναλυτικά και τεκμηριωμένα επιχειρήματα.
»Όποιος πιστεύει πολιτικά ότι πρέπει να σωπάσουμε ενώπιον των υποκλοπών για να μην επωφεληθούν οι “άλλοι”, απλώς δεν βοηθά τους “άλλους” να είναι πράγματι “άλλοι”».
– Χάρης Καστανίδης
Στη Βουλή, κατά τη συζήτηση με αφορμή την πρόταση δυσπιστίας που κατέθεσε ο ΣΥΡΙΖΑ
«Πάνω από την αίθουσα πλανάται μια λέξη: Τσίπα. Και πλανάται γιατί λείπει από την αίθουσα, τον δημόσιο διάλογο, και από την ευθύνη της κυβέρνησης».
«Θα ήταν μεγαλειώδης πράξη, αν ο πρωθυπουργός έλεγε έκανα λάθος, μου ξέφυγαν πράγματα και ζητώ συγνώμη από τον ελληνικό λαό, δεν θα επαναληφθεί και εγώ ο ίδιος μαζί με όλη την αντιπολίτευση και όλα τα κόμματα, θα κάνω ότι μπορώ να διορθώσω τα πράγματα. Θα ήταν μεγαλειώδης ηθική και πολιτική πράξη».
Χαίρε, Τζασίντα!
Ε, δεν θα μπορούσε να λείπει η Τζασίντα Άρντερν από τούτη την ενδεικτική αναφορά στο χυμώδες του πολιτικού λόγου. Ειλικρίνεια και γενναία επιλογή από την πρώην πρωθυπουργό της Νέας Ζηλανδίας.
Μια σπάνια περίπτωση που αξίζει να μνημονεύεται:
«Άνθρωπος είμαι. Δίνουμε όσα μπορούμε για όσο μπορούμε, και μετά είναι καιρός (σ.σ. για αποχώρηση). Και για μένα, είναι καιρός. Το ότι έγινα πρωθυπουργός είναι η μεγαλύτερη τιμή της ζωής μου και θέλω να ευχαριστήσω τους Νεοζηλανδούς για το προνόμιο που μου έδωσαν να κυβερνήσω τη χώρα για πεντέμισι χρόνια. Όμως μαζί με το προνόμιο έρχεται η ευθύνη, συμπεριλαμβανομένης της ευθύνης να ξέρεις πότε είσαι πρόσωπο κατάλληλο για να κυβερνήσει και πότε δεν είσαι».
«Ξέρω τι χρειάζεται αυτή η δουλειά, και ξέρω πως δεν έχω πλέον αρκετό καύσιμο στο ντεπόζιτο για την κάνω σωστά. Είναι τόσο απλό».