Η ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΗ ΓΟΗΤΕΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΡΚΟΥΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ: ΟΤΑΝ Η ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΤΗΤΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΠΑΓΙΔΑ
Ο εθισμός στη διαρκή απασχόληση δεν είναι ισόβια καταδίκη. Κατανοώντας τις ρίζες του και επιλέγοντας συνειδητά να επιβραδύνουμε, μπορούμε να επανασυνδεθούμε με τον εαυτό μας, τις αξίες και τις σχέσεις που δίνουν νόημα στη ζωή μας.
Πλησιάζει –και πάλι– το τέλος του έτους και μαζί ξεκινά ο ετήσιος προσωπικός απολογισμός: τα επιτεύγματα, οι προκλήσεις και οι στιγμές που ξεχώρισαν μέσα στη χρονιά. Ορισμένοι από εμάς αντιμετωπίζουμε τις διακοπές των Χριστουγέννων ως μια πολυαναμενόμενη ευκαιρία για ξεκούραση από την έντονη καθημερινότητα, ενώ άλλοι τις προσεγγίζουμε με ανησυχία, προβληματισμένοι για τις εκκρεμότητες που παραμένουν ή τους στόχους που δεν έχουν επιτευχθεί.
Αυτή η ανησυχία συχνά συνδέεται με την ασταμάτητη ταχύτητα της καθημερινότητας και τον εθισμό στη διαρκή απασχόληση, καθώς, σε έναν κόσμο που συνδέει την παραγωγικότητα με την προσωπική αξία, είναι εύκολο να εγκλωβιστεί κανείς σε κύκλους δράσης, επίτευξης και διαρκούς προσπάθειας – συχνά εις βάρος της ψυχικής ευεξίας και της ουσιαστικής ικανοποίησης.
Η κοινωνική εμμονή με τη διαρκή απασχόληση
Σε έναν κόσμο που συχνά ταυτίζει το «κάνω» με το «είμαι», ο εθισμός στη διαρκή απασχόληση έχει αναδειχθεί σε μία από τις πιο διαδεδομένες αλλά ταυτόχρονα λιγότερο αναγνωρίσιμες μορφές αποφυγής. Ενώ η κοινωνία επιβραβεύει την παραγωγικότητα, υπάρχει ένα κρυμμένο κόστος: χάνουμε την επαφή με τον εαυτό μας. Ο εθισμός στη διαρκή απασχόληση δεν αφορά απλώς την ολοκλήρωση πραγμάτων – αφορά την απόσπαση της προσοχής μας από αυτά που πραγματικά χρειάζονται ουσιαστική προσοχή.
Τι είναι εθισμός;
Ο εθισμός, όπως τον περιγράφει ο Gabor Maté, είναι κάθε επαναλαμβανόμενη συμπεριφορά που προσφέρει ανακούφιση αλλά συνεχίζεται παρά τις επιβλαβείς της συνέπειες. Δεν αφορά τόσο τη συμπεριφορά αυτή καθαυτή, όσο την προσωρινή ανακούφιση ή απόδραση που παρέχει. Στην περίπτωση της διαρκούς απασχόλησης, η συνεχής δράση και επίτευξη λειτουργούν ως αναισθητικό, προστατεύοντάς μας από δυσάρεστα συναισθήματα όπως η ανεπάρκεια, ο πόνος ή το εσωτερικό κενό.
Η διαρκής απασχόληση προσφέρει και ένα βιοχημικό όφελος: Κάθε φορά που ολοκληρώνουμε μια εργασία, ο εγκέφαλός μας απελευθερώνει ντοπαμίνη, τον «νευροδιαβιβαστή της ευφορίας», που συνδέεται με την ανταμοιβή και την κινητοποίηση. Αυτό δημιουργεί ένα προσωρινό αίσθημα ευχαρίστησης, ενισχύοντας τη συμπεριφορά και παρακινώντας μας να συνεχίσουμε. Παράλληλα, κατά τη διάρκεια του στρες απελευθερώνονται ενδορφίνες που προσφέρουν μια αίσθηση ανακούφισης ή ευφορίας, καλύπτοντας τις επιπτώσεις που έχει η χρόνια απασχόληση στην ψυχική και σωματική μας υγεία. Αυτές οι βιοχημικές αντιδράσεις κάνουν τη διαρκή απασχόληση να φαίνεται ανταποδοτική ακόμα κι όταν μας εξαντλεί.
Γιατί εθιζόμαστε στη διαρκή απασχόληση
Στην ουσία της, η διαρκής απασχόληση είναι μια στρατηγική αποφυγής, ένας τρόπος να αποσπάσουμε την προσοχή μας από βαθύτερα, άλυτα συναισθήματα. Όπως εξηγεί ο Dr. Gabor Maté, το κρίσιμο ερώτημα δεν είναι «Γιατί ο εθισμός» αλλά «Γιατί ο πόνος». Ποιες ανεκπλήρωτες ανάγκες ή αθεράπευτες πληγές προσπαθούμε να κατευνάσουμε παραμένοντας διαρκώς απασχολημένοι;
Ο ρόλος της παιδικής ηλικίας
Οι ρίζες αυτού του εθισμού συχνά βρίσκονται στην παιδική μας ηλικία. Οι πρώτες μας εμπειρίες –ο τρόπος που αγαπηθήκαμε, εκτιμηθήκαμε ή λάβαμε προσοχή– διαμορφώνουν τις πεποιθήσεις μας για την προσωπική μας αξία. Για πολλούς, η αξία τους συνδέθηκε με όρους: με την απόδοση, τα επιτεύγματα ή την ικανοποίηση των προσδοκιών των άλλων. Ως παιδιά, μάθαμε να αποδεικνύουμε την αξία μας μέσα από το «κάνω», εσωτερικεύοντας πεποιθήσεις όπως:
- Αν είμαι απασχολημένος, έχω αξία.
- Αν πετύχω αρκετά, θα με αγαπήσουν.
- Αν δουλέψω σκληρότερα, θα αγαπήσω τον εαυτό μου.
Η κοινωνική ενίσχυση
Αυτό το μοτίβο συνεχίζεται και στην ενήλικη ζωή, ενισχυόμενο από μια κουλτούρα που εξυψώνει την παραγωγικότητα και επιβραβεύει τη διαρκή απασχόληση. Όπως εξηγεί ο Dr. Scott Lyons, η διαρκής απασχόληση γίνεται ένας κύκλος αυτοκαθησυχασμού και αυτοεγκατάλειψης: ένας τρόπος να αναισθητοποιούμε τον πόνο ενώ απομακρυνόμαστε ακόμη περισσότερο από τις αυθεντικές ανάγκες και τα συναισθήματά μας.
Ένα παλιό ρητό συνοψίζει εύστοχα αυτή τη δυναμική: «Το παιδί που δεν αγκαλιάζεται από το χωριό, θα το κάψει για να νιώσει τη ζεστασιά του». Όταν αισθανόμαστε αόρατοι, χωρίς αξία ή αποκομμένοι, συχνά στρεφόμαστε σε υπερβολική απόδοση, τελειομανία ή ασταμάτητη απασχόληση για να αποδείξουμε την αξία μας – στον εαυτό μας και στους άλλους.
Παράλληλα, συχνά υπερφορτώνουμε το πρόγραμμά μας για να αποφύγουμε τη δυσφορία που μπορεί να μας προκαλέσει ο ελεύθερος χρόνος. Πολύς ελεύθερος χρόνος μπορεί να οδηγήσει σε πλήξη, ενεργοποιώντας το Δίκτυο Προεπιλεγμένης Λειτουργίας (Default Mode Network) του εγκεφάλου, που μας οδηγεί σε ρηχή σκέψη και αυτοαναφορικότητα. Για να ξεφύγουμε από αυτή την κατάσταση, ενστικτωδώς αναζητούμε στοχοκεντρικές δραστηριότητες ή περισπασμούς, δημιουργώντας υπερφορτωμένα ημερολόγια που εμποδίζουν την ουσιαστική ενδοσκόπηση.
Το συναισθηματικό και σωματικό κόστος της διαρκούς απασχόλησης
Παρά την προσωρινή ανακούφιση που προσφέρει, η διαρκής απασχόληση έχει σοβαρές συνέπειες:
- Άγχος και burnout: Η διαρκής πίεση για επίδοση εντείνει τη σωματική και ψυχική εξάντληση.
- Αποσύνδεση: Η αδιάκοπη δραστηριότητα αφαιρεί τον χρόνο για ουσιαστική σύνδεση με τους άλλους αλλά και με τον ίδιο μας τον εαυτό.
- Μειωμένη ανθεκτικότητα: Με την πάροδο του χρόνου, η διαρκής απασχόληση αποδυναμώνει την ικανότητα διαχείρισης προκλήσεων.
Η αδυναμία να κάνουμε παύση και να αναστοχαστούμε δεν είναι απλώς ένα σύμπτωμα της σύγχρονης ζωής, είναι μια επίκτητη αντίδραση. Όταν η ηρεμία μας φαίνεται απειλητική, ενστικτωδώς γεμίζουμε τη σιωπή με δραστηριότητες, διαιωνίζοντας το άγχος και εμποδίζοντας τη βαθύτερη σύνδεση με τον εαυτό μας.
Στρατηγικές για να σπάσει ο κύκλος της απασχόλησης
1. Αναγνώριση του μοτίβου
Ρωτήστε τον εαυτό σας: Τι αποφεύγω μένοντας διαρκώς απασχολημένος; Η κατανόηση αυτών των παραγόντων είναι το πρώτο βήμα για να ανακτήσετε τον χρόνο και την ψυχική σας ευεξία.
2. Κατανόηση της βιοχημείας
Αναγνωρίστε πώς η ντοπαμίνη και οι ενδορφίνες τροφοδοτούν τον κύκλο της διαρκούς απασχόλησης. Η επίγνωση αυτής της βιοχημικής διαδικασίας σας επιτρέπει να τη διακόψετε συνειδητά.
3. Επαναπροσδιορισμός της επιτυχίας
Αμφισβητήστε την πεποίθηση ότι η αξία σας συνδέεται με την παραγωγικότητα. Υιοθετήστε μια νοοτροπία που προτάσσει το «είμαι» έναντι του «κάνω» και υπενθυμίστε στον εαυτό σας: Είμαι αρκετός όπως είμαι.
4. Σκόπιμες παύσεις
Εξασκηθείτε στην ηρεμία. Απλές ασκήσεις, όπως να στέκεστε στην ουρά χωρίς να ελέγχετε το τηλέφωνό σας, μπορούν να εκπαιδεύσουν το νευρικό σας σύστημα να βρίσκει ασφάλεια σε στιγμές ησυχίας.
5. Εστίαση σε ό,τι πραγματικά έχει σημασία
Ακολουθήστε τη συμβουλή του Oliver Burkeman: Καθορίστε μερικές βασικές προτεραιότητες που ευθυγραμμίζονται με τις αξίες σας και αφιερώστε την ενέργειά σας σε αυτές, αντί να τη σκορπίζετε σε αμέτρητες δραστηριότητες.
6. Ουσιαστική σύνδεση
Δημιουργήστε στιγμές σκόπιμης σύνδεσης. Αφήστε τους περισπασμούς, προσπαθήστε να είστε απόλυτα παρόντες με τους αγαπημένους σας και καλλιεργήστε σχέσεις που έχουν σημασία.
7. Καλλιέργεια αυτοσυμπόνιας
Το σπάσιμο του κύκλου απαιτεί χρόνο. Δείξτε κατανόηση στον εαυτό σας καθώς απομαθαίνετε μοτίβα που είναι βαθιά ριζωμένα εδώ και χρόνια. Γιορτάστε μικρά βήματα προόδου.
8. Η έννοια του «αρκετά καλού»
Η ιδέα του Donald Winnicott για το «αρκετά καλό» μάς υπενθυμίζει ότι η τελειότητα δεν είναι απαραίτητη για να νιώθουμε άξιοι. Η υιοθέτηση αυτής της ιδέας προάγει την αυτοσυμπόνια και βοηθά στην αντιμετώπιση της πίεσης που ασκεί η διαρκής απασχόληση.
9. Ο χρόνος ως σχέση
Όπως προτείνει ο Burkeman, αντιμετωπίστε τον χρόνο ως μια σχέση στην οποία πρέπει να πλοηγηθείτε με προσοχή και παρουσία, όχι ως κάτι που πρέπει να ελέγξετε.
Συμπέρασμα: Η δύναμη της στασιμότητας
Ο εθισμός στη διαρκή απασχόληση δεν είναι ισόβια καταδίκη. Κατανοώντας τις ρίζες του και επιλέγοντας συνειδητά να επιβραδύνουμε, μπορούμε να επανασυνδεθούμε με τον εαυτό μας, τις αξίες και τις σχέσεις που δίνουν νόημα στη ζωή μας. Το κλειδί βρίσκεται στην αποδοχή της ηρεμίας, στη διαχείριση της δυσφορίας που μπορεί να προκαλεί και στην αναγνώριση της αξίας μας μέσα από το «είμαι» και όχι από το «κάνω».
Όπως υπενθυμίζει η Esther Perel, «Η ποιότητα των σχέσεών σας καθορίζει την ποιότητα της ζωής σας». Ξεκινήστε από τη σημαντικότερη σχέση: αυτή που έχετε με τον εαυτό σας. Βγαίνοντας από τον ατέρμονο κύκλο της απασχόλησης, ανοίγετε την πόρτα για μεγαλύτερη σύνδεση, νόημα και ολοκλήρωση στη ζωή σας.
Η Πηνελόπη Δημητρακοπούλου είναι Executive & Leadership Coach.