ΕΙΝΑΙ Ο ΠΟΥΤΙΝ ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΑΣ ΠΟΛΕΜΟΥ;
Ο Βλαντίμιρ Πούτιν ξεκίνησε την επίθεση εναντίον της Ουκρανίας χωρίς ενδεχομένως να περιμένει τη διεθνή αντίδραση. Η Δύση συσπειρώθηκε. Ο πόλεμος, αντίθετος στο διεθνές δίκαιο, καταδικάζεται αλλά συνεχίζεται. Οι εμπειρογνώμονες συγκεντρώνουν αποδείξεις για πιθανά εγκλήματα πολέμου, την ώρα που όλα συγκλίνουν στο ότι χρειάζεται πολιτική βούληση.
Ημερομηνία δημοσίευσης: 31/03/2022
Ένας μήνας συμπληρώθηκε ήδη από τη μέρα που ο ρωσικός στρατός εισέβαλε στην Ουκρανία. Ένας μήνας κόλασης και φρίκης για τον ουκρανικό λαό που, παρά τις βαριές απώλειες, εξακολουθεί να αντιστέκεται. Τις μάχες στο πεδίο συνοδεύουν οι μάχες στον κυβερνοχώρο και οι στοχευμένες επικοινωνιακές τακτικές των πρωταγωνιστών. Μηνύματα προς τους λαούς, μηνύματα προς τη διεθνή κοινότητα, μηνύματα προς συμμάχους και αντιπάλους. Σκληρές λεκτικές αντιπαραθέσεις, αναδρομή στην Ιστορία ερμηνευμένη κατά βούληση, ανάκληση ιστορικών γεγονότων απεύθυνση στη μνήμη και το θυμικό. Προπαγάνδα, ψευδείς ειδήσεις, deep fake, fact checking, αποκλεισμός ή αποχώρηση μέσων ενημέρωσης και κοινωνικής δικτύωσης συμπληρώνουν το σκηνικό.
Μάχες εντυπώσεων, μάχες ουσίας. Μάχες που δίνονται και στους διεθνείς οργανισμούς, σε μια προσπάθεια τερματισμού ενός πολέμου στον οποίο «δεν έχουμε νικητές, μόνο ηττημένους», όπως χαρακτηριστικά υπογράμμισε ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών, Αντόνιο Γκουτέρες.
«Ήρθε η ώρα να τερματιστεί αυτός ο παράλογος πόλεμος», τόνισε με έμφαση, κάνοντας λόγο για μαζική εισβολή στο κυρίαρχο έδαφος της Ουκρανίας κατά παράβαση του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών.
Έγκλημα και τιμωρία; Από το πεδίο της μάχης στην Ουκρανία στα διεθνή δικαστήρια
Στο ίδιο μήκος κύματος η απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης που, με 13 ψήφους υπέρ και 2 κατά, διέταξε τον άμεσο τερματισμό των στρατιωτικών επιχειρήσεων στα ουκρανικά εδάφη. Προφανώς, δεν αποτελεί έκπληξη το ότι μειοψήφησαν ο Ρώσος και η Κινέζα δικαστής.
Η δεσμευτική αυτή απόφαση ασφαλιστικών μέτρων του Δικαστηρίου ελήφθη ύστερα από προσφυγή της Ουκρανίας λίγο μετά τη ρωσική εισβολή. Το Κίεβο υποστήριζε ότι είναι αβάσιμα όσα επικαλέστηκε η Μόσχα περί γενοκτονίας στο Ντονμπάς, στην ανατολική Ουκρανία, για να εισβάλει στη χώρα. Αυτή ήταν η αρχική τοποθέτηση του Βλαντίμιρ Πούτιν για την εισβολή στην Ουκρανία. Όμως έχει ενδιαφέρον ότι η ρωσική πλευρά, κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, αναγκάστηκε να αλλάξει τη θέση της. Επικαλέστηκε «προληπτική νόμιμη άμυνα» προκειμένου να θεμελιώσει το επιχείρημά της ότι το αίτημα της Ουκρανίας δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της Σύμβασης του ΟΗΕ για τη Γενοκτονία κι επομένως το δικαστήριο «δεν είχε δικαιοδοσία». Οι δικαστές όμως έκριναν αλλιώς.
Κατάφωρη εισβολή
«Οι δικαιολογίες που χρησιμοποιεί η Ρωσία, ότι απειλείται από την Ουκρανία και αναγκάζεται με προληπτική, νόμιμη άμυνα να αντιδράσει, ή ότι πρόκειται να σταματήσει μία γενοκτονία, και γι’ αυτό έπρεπε να χρησιμοποιήσει τέτοια βία, είναι δικαιολογίες στον χώρο του φαντασιακού. Ο επιθετικός πόλεμος Ρωσίας κατά Ουκρανίας παραβιάζει το διεθνές δίκαιο», υπογραμμίζει η Ντανιέλλα Μαρούδα, Επίκουρη Καθηγήτρια Διεθνούς Δικαίου - Διεθνούς Ανθρωπιστικού Δικαίου στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.
Ο Βλαντιμίρ Πούτιν, όμως, στο πολεμικό του διάγγελμα εμφανίζεται να θεωρεί ότι η Ουκρανία δεν αποτελεί κυρίαρχη κρατική οντότητα, αλλά τμήμα της ρωσικής επικράτειας ή τουλάχιστον αναπόσπαστο τμήμα του φυσικού χώρου επιρροής της Ρωσίας.
«Πρόκειται για κατάφωρη εισβολή ενάντια σε ένα ανεξάρτητο κράτος-μέλος του ΟΗΕ, δεν υπήρξε ποτέ εκδηλωμένη επίθεση εναντίον της Ρωσίας που θα μπορούσε να απαντηθεί με αμυντικής φύσεως δράσεις. Οπότε, η παραβίαση της βασικής αρχής του διεθνούς δικαίου που αφορά στην εδαφική ακεραιότητα και ανεξαρτησία ενός κράτους, είναι δεδομένη», ξεκαθαρίζει ο Γρηγόρης Τσάλτας, Ομότιμος Καθηγητής Διεθνούς Δικαίου του Παντείου Πανεπιστημίου.
Εν αναμονή τελικής απόφασης
Επισημαίνοντας ότι συνήθως τα ασφαλιστικά μέτρα κερδίζονται, ο Στέλιος Περράκης, Καθηγητής Διεθνούς Δικαίου και Κοσμήτορας της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Νεάπολις της Πάφου, σημειώνει ότι θα πρέπει να περιμένουμε την τελική απόφαση του Δικαστηρίου: «Κανείς δεν ξέρει τι θα γίνει, πρέπει να αποδειχτεί νομικά ότι υπήρξε απόφαση περί γενοκτονίας. Όταν δει κανείς δηλαδή τι σημαίνει το έγκλημα της γενοκτονίας, που είναι το ύπατο έγκλημα κατά της ανθρωπότητας, θα πρέπει να αποδειχτεί ότι υπήρξε μία σαφής θέση και πολιτική με αυτό το στόχο. Δεν είναι εύκολο να αποδειχθεί. Ούτε η Ρωσία να αποδείξει ότι η Ουκρανία έκανε πράξεις γενοκτονίας. Το επικαλέστηκε όμως. Και η Ουκρανία ακριβώς πάνω σε αυτό το ζήτημα θεώρησε ότι το δικαστήριο έχει δικαιοδοσία για να εξετάσει τις διαφορές που προκύπτουν από αυτό. Και να πάει δηλαδή έτσι στο ζήτημα της χρήσης βίας».
«Θα είναι μία πάρα πολύ δύσκολη διαδικασία νομικά, πολύ ενδιαφέρουσα», προσθέτει ο κ. Περράκης. Σπεύδει ωστόσο να τονίσει ότι η απόφαση των ασφαλιστικών μέτρων «είναι μία πολύ σημαντική απόφαση, γιατί, έστω κι αν δεν μπαίνει στην ουσία, λέει το αυτονόητο: δεν μπορείς να προσφύγεις ποτέ σε χρήση βίας. Οποιαδήποτε ερμηνεία και να δώσεις σε μία διάταξη, ρύθμιση κ.λπ., δεν μπορείς να προσφύγεις σε χρήση βίας. Και ούτε υπάρχουν δικαιολογίες πάνω σε αυτό. Τα ζητήματα της δήθεν προληπτικής νόμιμης άμυνας, έχουν από πολλά χρόνια ξεκαθαρίσει. Προληπτική νόμιμη άμυνα δεν υπάρχει. Αυτά τα χτυπήματα πριν ο άλλος κινηθεί δεν γίνονται δεκτά, θεωρούνται ότι είναι εκτός πεδίου δικαίου. Για να έχεις νόμιμη άμυνα, πρέπει να υπάρχει επίθεση. Η επίθεση ορίζεται πάρα πολύ σαφώς. Αφορά συγκεκριμένες ενέργειες, πράξεις. Η επίθεση πρέπει να συμβαίνει τώρα, όχι “νομίζω ότι θα γίνει επίθεση”. Και να αντιδράσεις έναντι αυτής, να ασκήσεις το φυσικό δικαίωμα στη νόμιμη άμυνα, η οποία, πάντοτε, πρέπει να έχει και μία αναλογικότητα. Δηλαδή, ανάλογα με το πόσο επιτίθεται κάποιος, ποιο είναι το πλήγμα, ποια είναι η παράβαση την οποία έκανε, να είναι και η ανταπόδοση».
Η απαγόρευση προσφυγής στη χρήση βίας
Είναι γεγονός ότι η πρόεδρος του Διεθνούς Δικαστηρίου Τζοάν Ντόνοχιου έδωσε το στίγμα της θέσης του δικαιοδοτικού οργάνου σημειώνοντας ότι η χρήση βίας της Ρωσίας στην Ουκρανία εγείρει πολύ σοβαρά ζητήματα διεθνούς δικαίου. «Το δικαστήριο έχει πλήρη επίγνωση του εύρους της ανθρωπιστικής τραγωδίας στην Ουκρανία», είχε δηλώσει νωρίτερα.
Ο κ. Περράκης υπογραμμίζει ότι η απόφαση του Δικαστηρίου της Χάγης είναι μία σωστή θέση του δικαστηρίου, ξεκάθαρη απέναντι σε αυτό που είναι η κορυφαία παραβίαση. «Γιατί μπορεί να το λέει όπως θέλει η ρωσική πλευρά, μπορεί να λέει η Μόσχα ότι πρόκειται για “ειδική στρατιωτική επιχείρηση”, αλλά είναι εισβολή», τονίζει. «Σας θυμίζω ότι όλοι ποτέ δεν το παραδέχονται. Θυμηθείτε την Τουρκία στην Κύπρο. Επικαλέστηκε την προστασία και την ασφάλεια των Τουρκοκυπρίων και την ιδιότητά της ως εγγυήτρια δύναμη για την εισβολή. Όχι. Υπάρχει υπερκείμενη αξία, πανανθρώπινη, οικουμενική, που σχετίζεται με όλη την ανθρωπότητα, όπως λέει ο Χάρτης των Ηνωμένων Εθνών, που είναι η απαγόρευση προσφυγής στη χρήση βίας. Και καμία άλλη διάταξη, ρύθμιση –ακόμα κι αν προβλέπεται δηλαδή σε μία συμφωνία, ας πούμε εγγυήσεων, όπως ήταν στην περίπτωση της Κύπρου– δεν μπορεί ποτέ να παρακάμψει αυτόν τον κανόνα».
Μια απόφαση που δεν εφαρμόζεται
Παρά τη δεσμευτικότητα της απόφασης του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, ο πόλεμος συνεχίζεται. Γιατί, μπορεί οι αποφάσεις να είναι δεσμευτικές, όμως δεν υπάρχει μηχανισμός επιβολής τους. Πώς λοιπόν ένα κράτος θα υποχρεωθεί να συμμορφωθεί με το διεθνές δίκαιο, με τις αποφάσεις της διεθνούς δικαιοσύνης; Κι αν δεν υπάρχει τρόπος να συμβεί αυτό, τότε θα μπορούσε κανείς να αναρωτηθεί: ποια είναι η σημασία τέτοιων αποφάσεων; Τι νόημα έχει μια δεσμευτική απόφαση που δεν εφαρμόζεται;
«Είναι πολύ σημαντική η απόφαση ως διαπραγματευτικό χαρτί που χρησιμοποιεί η Ουκρανία, ο Ζελένσκι, στις διαπραγματεύσεις», απαντά η κ. Μαρούδα. «Είναι σημαντική για την υποστήριξη της διεθνούς κοινότητας. Είναι σημαντική για όλες τις δράσεις οι οποίες γίνονται. Οι αποφάσεις που λαμβάνονται στα Διεθνή Δικαστήρια έχουν πολύ μεγάλη σημασία στις διεθνείς σχέσεις, γιατί μπορεί να χρησιμοποιηθούν χρόνια μετά, όποτε η μία πλευρά λέει πράγματα τα οποία είναι έωλα από την πλευρά του διεθνούς δικαίου».
Το δίκαιο του ισχυρού
Θα μπορούσε κανείς εύλογα να παρατηρήσει ότι δίνεται η εντύπωση της επικράτησης του δικαίου του ισχυρού. Η κ. Μαρούδα διαφωνεί. «Στις διεθνείς σχέσεις, στη θεωρία του ρεαλισμού, υπάρχει η αντίληψη ότι το δίκαιο του ισχυρού τελικά επικρατεί. Όμως αυτά που γίνονται δηλώνουν ακριβώς το αντίθετο. Η Ρωσία συνεχίζει έναν πόλεμο μάταιο, τον οποίο ξεκίνησε κακώς και δεν έχει τη δυνατότητα να τον σταματήσει εύκολα. Γιατί, τι θα γυρίσει να πει τώρα πίσω σε έναν Ρωσικό λαό, που έχει καταστραφεί και που αναμένεται να το αντιληφθεί αυτό τους επόμενους μήνες; Αντιστοίχως, και από την πλευρά της Ουκρανίας υπάρχει αδιέξοδο. Πόλεμος δεν πρέπει να ξεκινά ποτέ. Άπαξ και ξεκινήσει, μετά δεν είναι θέμα ισχυρού και αδυνάμου. Μετά είναι θέμα λογικής, που πρέπει κάποια στιγμή να επικρατεί».
Ωστόσο, ο κ. Τσάλτας θέτει ένα ζήτημα ισχύος σχετικά με το διεθνές δίκαιο και την εφαρμογή του στην περίπτωση της Ρωσίας και του Ρώσου Προέδρου. «Τα εγκλήματα πολέμου έχουν σχέση με οτιδήποτε αφορά σε παραβίαση κανόνων διεθνούς δικαίου και αρχών του διεθνούς δικαίου κατά τη διάρκεια μιας εμπόλεμης κατάστασης. Είναι δηλαδή ένας γενικός ορισμός, θα μπορούσε να καλύψει τα πάντα. Αλλά στην περίπτωση της Ρωσίας, δυστυχώς, η φύση του κράτους το οποίο έχει εμπλακεί σε αυτήν την εμπόλεμη κατάσταση, είναι τέτοια, που είναι δύσκολο να “συρθεί” στη διεθνή δικαιοσύνη. Είναι ένα ισχυρό κράτος, είναι μία υπερδύναμη.
»Βέβαια, ίσως μπορούσε να πει κανείς ότι οι κανόνες του διεθνούς δικαίου ισχύουν μόνο για τα μικρά κράτη και όχι για τα μεγάλα. Ασφαλώς δεν ισχύει κάτι τέτοιο. Για όλα τα κράτη ισχύουν οι κανόνες του δικαίου. Σε κάθε περίπτωση όμως είναι σίγουρο ότι η εφαρμογή του κανόνα του δικαίου –και, σε αυτή την περίπτωση, του διεθνούς δικαίου– έχει και σχέση με την ισχύ των κρατών, η οποία απορρέει στη βάση της κλασικής έννοιας της αρχής της ισχύος από τη στρατιωτική υπεροχή ή όχι αυτού του κράτους».
Εγκλήματα πολέμου
Υπό το πρίσμα αυτό λοιπόν τίθεται το ερώτημα αν ο Ρώσος Πρόεδρος μπορεί τελικά να παραπεμφθεί για εγκλήματα πολέμου. Είναι ο Βλαντιμίρ Πούτιν εγκληματίας πολέμου; Ο Αμερικανός Πρόεδρος Τζο Μπάιντεν το έχει ήδη εκφράσει δημόσια προσθέτοντας και άλλους χαρακτηρισμούς, όπως «δολοφονικός δικτάτορας», «καθαρός κακοποιός που διεξάγει ανήθικο πόλεμο εναντίον του λαού της Ουκρανίας».
Η βαθιά διαιρεμένη αμερικανική Γερουσία, σε μια σπάνια περίπτωση ενότητας, υιοθέτησε ψήφισμα με το οποίο ο Ρώσος Πρόεδρος καταγγέλλεται ως εγκληματίας πολέμου. «O πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν, τον Φεβρουάριο του 2022, ξεκίνησε έναν προμελετημένο, απρόκλητο, αδικαιολόγητο και παράνομο πόλεμο κατά του κυρίαρχου έθνους της Ουκρανίας», υπογραμμίζεται μεταξύ άλλων στο ψήφισμα, που περιλαμβάνει αναφορά στις «παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και πράξεων που συνιστούν εγκλήματα πολέμου εντός της Ρωσικής Ομοσπονδίας και σε όλο τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένης της Τσετσενίας, της Γεωργίας, της Ουκρανίας και της Συρίας».
Και οι φωνές που ζητούν την παραπομπή του Ρώσου ηγέτη σε Δικαστήριο για εγκλήματα πολέμου πληθαίνουν. Δύο πρώην Πρωθυπουργοί της Βρετανίας, ο Γκόρντον Μπράουν και ο Τζον Μέητζορ βρίσκονται μεταξύ των σχεδόν 1,5 εκ. πολιτών από ολόκληρο τον κόσμο που υπογράφουν την έκκληση για τη συγκρότηση ενός Ειδικού Διεθνούς Δικαστηρίου, αντίστοιχου αυτού της Νυρεμβέργης, για να δικάσει τον Ρώσο Πρόεδρο και τους στενότερους συνεργάτες του.
Η συλλογή αποδεικτικού υλικού
Ήδη, το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης, ύστερα από παραπομπή 39 κρατών, ανάμεσα στα οποία η Ελλάδα και η Κύπρος, έχει ξεκινήσει έρευνα για τα εγκλήματα πολέμου που διαπράττονται στην Ουκρανία.
«Είναι πρωτοφανές αυτό που συμβαίνει», τονίζει η κ. Μαρούδα. «Αυτές οι 39 χώρες έδωσαν την ταχύτητα που χρειαζόταν ώστε να ξεκινήσει άμεσα η συλλογή αποδεικτικού υλικού. Αυτό δεν έχει ξαναγίνει ποτέ με τέτοια ταχύτητα και ενώ ο πόλεμος μαίνεται. Είναι επί τόπου ομάδες της εισαγγελικής αρχής και συγκεντρώνουν στοιχεία, αυτή τη στιγμή που μιλάμε. Για να καταλάβετε τη σύγκριση, στην περίπτωση του Αφγανιστάν πήρε 15 χρόνια μια τέτοια έρευνα για να πειστούν οι δικαστές να την επιτρέψουν! Δηλαδή, δεν είναι απλό. Είναι επαναστατικά αυτά που συμβαίνουν αυτή την περίοδο».
Η πολιτική βούληση
Κι εδώ μπαίνει το ζήτημα της πολιτικής βούλησης. «Όταν υπάρχει πολιτική βούληση, οι μηχανισμοί λειτουργούν. Σε άλλες περιπτώσεις, απλά δεν υπάρχει αυτό και δυστυχώς μένουμε με μία αγωνία, αν ποτέ θα παύσουν αυτά τα εγκλήματα να λαμβάνουν χώρα στον κόσμο. Στην περίπτωση της Ρωσίας, ο κυνικός τρόπος, τα έωλα επιχειρήματα και το ότι δεν έκανε καν μία προσπάθεια για μια σοβαρή επίλυση των διαφορών με άλλους τρόπους, προκαλούν αυτή τη μοναδική αντίδραση», επισημαίνει η κ. Μαρούδα.
Ο κ. Τσάλτας βάζει το πλαίσιο για να κατανοήσουμε αυτό που συμβαίνει. Διευκρινίζει λοιπόν ότι «το Διεθνές Δίκαιο, είτε μας αρέσει, είτε όχι, είναι το κατεξοχήν πολιτικό δίκαιο. Είναι το δίκαιο, δηλαδή, του οποίου οι αρχές και οι κανόνες επαφίενται στη βούληση των κρατών. Αλλά, δυστυχώς, και η εφαρμογή αυτών των κανόνων επαφίεται πάλι στη βούληση των κρατών. Γι’ αυτό λέμε ότι είναι το κατεξοχήν πολιτικό δίκαιο». Και προσθέτει ότι πρέπει να γνωρίζουμε πως «ο πόλεμος δεν λύνεται με νομικά μέσα, αλλά με πολιτικά. Η ισχύς, ουσιαστικά, του δικαίου, αναγορεύεται σε ύψιστης σημασίας θέμα μόνο για την αποτροπή του πολέμου. Δηλαδή, για προληπτικούς λόγους, το διεθνές δίκαιο μπορεί να μας φανεί χρήσιμο. Δυστυχώς, κατά τη διάρκεια μίας εμπόλεμης κατάστασης, το διεθνές δίκαιο υπαναχωρεί υπέρ της πολιτικής διαπραγμάτευσης. Άρα, τη δεδομένη στιγμή, εκείνο που χρειάζεται αυτή η ένοπλη σύρραξη είναι άμεσα μία πολιτική λύση».
Η δικαιοδοσία του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου
Πάντως, ο Γενικός Εισαγγελέας του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου Καρίμ Καν, από την προκαταρκτική του έρευνα που έγινε ώστε να προχωρήσει η υπόθεση, δήλωνε ότι «υπάρχει εύλογη βάση για να πιστεύουμε ότι τόσο τα εικαζόμενα εγκλήματα πολέμου όσο και τα επίσης εικαζόμενα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας έχουν διαπραχθεί στην Ουκρανία». Επισήμανε μάλιστα ότι η Ουκρανία δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος του Καταστατικού της Ρώμης για τη συγκρότηση του ΔΠΔ κι επομένως δεν μπορούσε η ίδια να παραπέμψει το θέμα της στο Δικαστήριο. Όμως, έχει αποδεχτεί τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου σε δύο περιπτώσεις.
Η κ. Μαρούδα εξηγεί: «Το μόνιμο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο με έδρα τη Χάγη, ιδρύθηκε την 1 Ιουλίου 2002, όταν η ιδρυτική του συνθήκη, το Καταστατικό της Ρώμης για το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο που υιοθετήθηκε το 1998, τέθηκε σε ισχύ. Στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου εμπίπτουν το έγκλημα της γενοκτονίας, τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, τα εγκλήματα πολέμου και το έγκλημα της επίθεσης. Το τελευταίο προστέθηκε από το 2010 και μετά, και άρχισε να λειτουργεί στη δικαιοδοσία του δικαστηρίου το 2021, είναι πρόσφατο δηλαδή. Η Ουκρανία είχε κάνει δήλωση ότι αποδέχεται τη δικαιοδοσία του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου για εγκλήματα πολέμου κατά της ανθρωπότητας και γενοκτονία, αλλά δεν μπορούσε να φανταστεί ότι θα βρισκόταν θύμα εγκλήματος επίθεσης. Δεν έχει αποδεχτεί τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου για την επίθεση. Έτσι, δεν μπορεί ο Εισαγγελέας του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου να διερευνήσει την επίθεση, την επιθετική ενέργεια, τη χρήση βίας, την παραβίαση του χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, τον επιθετικό πόλεμο.
»Για τον λόγο αυτό υπάρχουν δύο συζητήσεις, οι οποίες τρέχουν παράλληλα. Η μία συζήτηση είναι ενεργοποίηση του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου και καταγραφή των εγκλημάτων πολέμου. Δηλαδή εγκλημάτων που έχουν σχέση με το πού στοχεύεις, πώς προστατεύεις ή δεν προστατεύεις αμάχους, αντίποινα, επιθέσεις σε βάρος του άμαχου πληθυσμού, που είναι εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, που έχουν μία συστηματικότητα στον τρόπο σχεδιασμού. Αυτό έχει να κάνει με τη Μαριούπολη. Στη διάρκεια της πολιορκίας δεν επιτρεπόταν να περάσουν φάρμακα και τρόφιμα. Η Μαριούπολη μπορεί να πάει και για γενοκτονία ακόμα. Και το λέω αυτό για τη Μαριούπολη ειδικά, γιατί εξολοθρεύονται ολόκληρες ομάδες, ανάμεσα στις οποίες και Έλληνες, με αυτήν τη δημιουργία μίας αβίωτης κατάστασης για όσους είναι μέσα σε πόλεις υπό πολιορκία, και την αδυναμία τους να βγουν με ασφαλή τρόπο. Αυτά τα δύο στοιχεία είναι στοιχεία που τα είχαμε δει και στη Σρεμπρένιτσα. Έτσι έχουμε τις έρευνες που γίνονται αυτή τη στιγμή και τη συλλογή αποδεικτικών στοιχείων, από την πλευρά της εισαγγελικής αρχής του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου. Αυτή η διαδικασία συμπληρώνεται –για κάποιους δεν θα χρειαζόταν, αλλά σας εξήγησα γιατί– από τη δημιουργία ενός Ειδικού Δικαστηρίου, που θα δικάσει το έγκλημα της επίθεσης, δηλαδή του επιθετικού πολέμου. Είναι αυτό που ζητάει ο Τζο Μπάιντεν».
Το αδύνατο σημείο
Ο κ. Τσάλτας επισημαίνει ότι «το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο, σε επίπεδο καθολικής εφαρμογής στη διεθνή κοινότητα, πάσχει από το ότι οι μεγάλες δυνάμεις ουσιαστικά δεν συμμετέχουν σε αυτό. Ρωσία και ΗΠΑ δεν επικύρωσαν ποτέ το Καταστατικό του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, παρόλο που το υπέγραψαν. Μάλιστα, τελευταία, είναι γεγονός ότι έχουν αποσύρει με δηλώσεις τους ακόμα και αυτήν την υπογραφή. Υπάρχουν κράτη που δεν έχουν καν υπογράψει, ανάμεσα στα οποία φιγουράρουν περισσότερο οι περιπτώσεις της Κίνας και της Ινδίας».
Πάντως, η δικαιοδοσία του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου είναι συμπληρωματική προς τα εθνικά δικαστήρια. Δηλαδή, το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο ενεργοποιείται όταν ένα κράτος αδυνατεί ή δεν επιθυμεί να διώξει τους υπεύθυνους για εγκλήματα πολέμου. Προτεραιότητα έχουν τα εθνικά δικαστήρια. Προφανώς, όμως, για την περίπτωση της Ρωσίας και τον Πρόεδρό της δεν τίθεται τέτοιο ζήτημα, τουλάχιστον όχι σε αυτή τη φάση. Όπως δεν ετέθη ζήτημα παραπομπής στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της υπόθεσης της Ουκρανίας από το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, αφού η Ρωσία είναι ένα από τα πέντε μόνιμα μέλη του και έχει το δικαίωμα της αρνησικυρίας.
Πριν τα εγκλήματα πολέμου, η εισβολή
Αν και, με αφορμή και τους χαρακτηρισμούς για τον Ρώσο Πρόεδρο από την πλευρά του Τζο Μπάιντεν, η δημόσια συζήτηση έχει περιστραφεί γύρω από τα εγκλήματα πολέμου, ο Στέλιος Περράκης θεωρεί ότι η κορυφαία παραβίαση για την περίπτωση της Ρωσίας, είναι η επέμβαση, η εισβολή. «Κι αυτό γιατί ο χάρτης του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών είναι πάρα πολύ σαφής. Δεν είναι τυχαίο ότι σε ένα Δικαστήριο, διπλανό του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, εκδικάζεται η προσφυγή που έκανε η Ουκρανία κατά της Ρωσίας, ακριβώς για τα ζητούμενα αυτά. Ξεκινώντας από την αρχή την ιστορία της εισβολής στην Ουκρανία, η εντολή που δόθηκε είναι αυτή ακριβώς που καθορίζει την ευθύνη. Εκεί νομίζω θα εστιαστεί περισσότερο η ευθύνη του Πούτιν, και λιγότερο στα επιμέρους εγκλήματα, τα οποία γίνονται στην καθημερινότητα και έχουν να κάνουν με το πεδίο – προσβολές αμάχων, προσβολές στόχων που δεν είναι στρατιωτικοί, όλα αυτά τα θέματα.
»Η έρευνα που έχει ξεκινήσει από τον εισαγγελέα του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου δεν είναι μόνο ένα συμβολικό γεγονός, μια ένδειξη ότι κάτι κινείται ώστε να υπάρξει απαγγελία κατηγορίας ενδεχομένως –θα το δούμε αυτό– για συγκεκριμένα εγκλήματα πολέμου. Σαφέστατα αυτή τη στιγμή έχουν τελεστεί και είναι πολλά. Σαφέστατα.
»Από κει και πέρα, θα πρέπει να δούμε τις εξελίξεις και τις πολιτικές διαθέσεις, οι οποίες μπορεί να οδηγήσουν σε ένα άλλο στάδιο εξελίξεων, με παύση των εχθροπραξιών. Αυτό που είναι εξαιρετικά δύσκολο, όμως, είναι να ξαναδούμε τους θεσμούς όπως ήταν μέχρι πριν από λίγα χρόνια. Το διεθνές δίκαιο είχε περάσει σε μία φάση αλληλεγγύης. Δηλαδή, ήμασταν και λίγο πιο πέρα από τη συνεργασία μεταξύ των κρατών. Ενδιαφερόμασταν διαφορετικά. Όπως, ας πούμε, το ζήσαμε με την πανδημία. Φοβάμαι για τις συνέπειες από την κρίση του πολέμου στη λειτουργία των διεθνών θεσμών, στα Ηνωμένα Έθνη, στις περιφερειακές οργανώσεις. Όλοι θεωρούσαμε ότι υπάρχουν θεσμοί, οι οποίοι είναι ένας κοινός τόπος συνάντησης, συνεργασίας των λαών. Ε, αυτό σήμερα θα υποστεί όχι απλώς κραδασμούς. Οι συνέπειες θα είναι τεράστιες.
»Η ανατροπή, η οποία γίνεται τώρα, είναι καθοριστική. Δεν ξέρω τι θα επέλθει σε επίπεδο συνεννοήσεων, προκειμένου οι δύο εμπόλεμες χώρες να καταλήξουν κάπου. Φανταστείτε τι γίνεται σε επίπεδο συνόρων. Τι συνεπάγεται η αναγνώριση με τον άλφα ή βήτα τρόπο μετακίνησης συνόρων, ακόμα κι αν μετατραπεί μια ενιαία χώρα σε ομοσπονδία, με περιοχές οι οποίες να έχουν μια αυτονομία; Τι συνεπάγεται για τα δυτικά Βαλκάνια; Και για τις Ελληνοτουρκικές σχέσεις και για την Κύπρο, για όλα. Όλα. Είναι δύσκολο αυτή τη στιγμή να προβλέψει κανείς τι θα γίνει και γι’ αυτόν τον λόγο θα ήταν προτιμότερο περισσότερο να μελετάμε τις εξελίξεις, χωρίς να προβλέπουμε, όπως κάνουν κάποιοι... μελλοντολόγοι, τι ακριβώς θα συμβεί. Γιατί κανείς δεν ξέρει».
Πράγματι, άδηλο είναι το μέλλον, όμως φαίνεται ζοφερό. Όχι μόνο για την Ουκρανία ή τη Ρωσία, αλλά για ολόκληρο τον κόσμο. Ήδη βιώνουμε τις συνέπειες ενός πολέμου που το Διεθνές Δίκαιο δεν κατάφερε να αποτρέψει και πλέον η συζήτηση αφορά την απονομή ή όχι δικαιοσύνης. Στην πράξη, είναι ζήτημα πολιτικής βούλησης και σχέσεων ισχύος και εξουσίας. Όμως ο πόλεμος δεν είναι το μόνο πρόβλημά μας. Ο κόσμος αλλάζει και οι κρίσεις διαδέχονται η μια την άλλη. Είναι σαν να άνοιξε το πιθάρι της Πανδώρας. Μπροστά λοιπόν σε αυτό το άδηλο και μάλλον ζοφερό μέλλον, ας κρατήσουμε την ελπίδα.
Η Μαρίνα Ρήγου είναι Επ. Καθηγήτρια στο Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ του ΕΚΠΑ, Δημοσιογράφος.