ΕΙΜΑΙ Η ΜΟΝΗ ΠΟΥ ΔΕΝ ΑΓΑΠΑ ΤΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΟΥΣ ΣΤΟΛΙΣΜΟΥΣ;
Κινέζικες «πλαστικούρες», λαμπιόνια που αναβοσβήνουν σε ιδεοψυχαναγκαστικό ρυθμό και ένα σπίτι που θυμίζει παλιατζίδικο. Είμαι η μόνη που νιώθει έτσι;
Είναι πάλι αυτή η εποχή του χρόνου. Που τα μπαλκόνια γεμίζουν λαμπάκια και κρεμασμένους Άη-Βασίληδες, που τα δέντρα (φυσικά ή πλαστικά, σε κάθε πιθανό μέγεθος ή απόχρωση) παίρνουν ξανά την καθορισμένη θέση τους στο σαλόνι και που ο αγαπημένος μου ραδιοφωνικός σταθμός παίζει χριστουγεννιάτικα τραγούδια σχεδόν από τις αρχές Νοεμβρίου, με τη θερμοκρασία έξω να «χτυπάει» 25αρια.
Είναι πάλι αυτή η εποχή του χρόνου που η σκέψη πως για μια ακόμη χρονιά θα φέρουμε το τεμαχισμένο δέντρο από την αποθήκη, θα τινάξουμε τα μισομαδημένα κλαδιά του, θα το μοντάρουμε και θα τσακωνόμαστε για το πού πρέπει να μπει το κάθε στολίδι με έχει ήδη κουράσει.
Ακόμα περισσότερο με κουράζει το ότι πρέπει μετά να μαζέψω το δέντρο, να τινάξω καλά ένα-ένα τα κλαδιά στο μπαλκόνι που για έναν μήνα θα μαζεύουν σκόνη, να μαζέψω το κάθε μικρό και μεγάλο στολίδι, διακοσμητικό και λαμπάκι (σίγουρα κάτι θα ξεχαστεί κάπου), να βάλω ηλεκτρική σκούπα οριακά και στο ταβάνι… Παρατηρείτε, εν τω μεταξύ, πως στο «μετά» πέρασα από το α’ πληθυντικό στο α’ ενικό, έτσι; Γιατί στο στόλισμα ο ενθουσιασμός τους κάνει όλους να θέλουν να βάλουν ένα χεράκι, να πουν μια άποψη. Στο ξεστόλισμα, όμως, τρέχουν να κρυφτούν σαν τα ποντίκια.
Είναι πάλι αυτή η εποχή του χρόνου, λοιπόν. Που τα παιδιά θέλουν το σπίτι μας ασφυκτικά στολισμένο, όπως στις ταινίες, όμως την ίδια ώρα αρνούνται να τακτοποιήσουν τα παραπεταμένα ολούθε παιχνίδια τους, με αποτέλεσμα οι καρυοθραύστες να έχουν κολλήσει πάνω στις Μπάρμπι, οι κάλτσες στο τζάκι να γεμίζουν με σφαίρες Νερφ και το αισθητικό αποτέλεσμα να είναι χειρότερο από παλιατζίδικο.
Εννοείται ότι γεμίζουμε και το μπαλκόνι με λαμπιόνια και φωτεινούς αγιοβασίληδες. Όμως κανείς από αυτούς που τα ζήτησαν (αναφέρομαι και στον έτερο ενήλικα του σπιτιού) δεν ασχολείται ποτέ να τα ανάψει! Ούτε φυσικά να τα σβήσει.
Και να πω ότι τους προκαλεί καμία ιδιαίτερη χαρά όλο αυτό, τις ημέρες μετά το στόλισμα; Το δέντρο ούτε που γυρίζουν να το ξανακοιτάξουν. Αρκεί που τήρησαν το χριστουγεννιάτικο έθιμο.
Ποιο χριστουγεννιάτικο έθιμο;
Το «χριστουγεννιάτικο δέντρο» έρχεται από τον ευρωπαϊκό πρώιμο μεσαίωνα (πριν το 900 μ.Χ.) και δεν έχει καν σαν αφορμή του τα Χριστούγεννα. Τη σκοτεινή εκείνη εποχή, όταν ο παγανισμός ήταν στο φόρτε του, οι διάφορες βορειοευρωπαϊκές φυλές περίμεναν κάθε Δεκέμβριο να έρθει η ημέρα του χειμερινού ηλιοστασίου (μεταξύ 20 και 23 Δεκεμβρίου, ανάλογα με τη χρονιά), με την πιο μεγάλη νύχτα του χρόνου. Επειδή μετά το ηλιοστάσιο η ημέρα αρχίζει πάλι να μεγαλώνει, οι λαοί εκείνοι καθιέρωσαν την 23η Δεκεμβρίου ως γιορτή της αναγέννησης του ήλιου. Ένα από τα έθιμα της συγκεκριμένης γιορτής ήταν ο στολισμός των σπιτιών με αειθαλή δέντρα και θάμνους, κυρίως με έλατα που έχουν την ιδιότητα να παραμένουν καταπράσινα ακόμα και όταν τα κόψεις. Για τον λόγο αυτό τα έλατα θεωρούνταν προικισμένα με μαγικές, προστατευτικές δυνάμεις.
Τα μετέφεραν, λοιπόν, μέσα στα σκοτεινά μεσαιωνικά σπίτια (που γέμιζαν με το δροσερό τους άρωμα) και τα στόλιζαν με μήλα, πορτοκάλια και αναμμένα κεριά, που συμβόλιζαν τον ήλιο. Η ιδέα αυτή του στολισμού παραμένει μέχρι σήμερα.
Στην Ελλάδα, που καμία σχέση δεν είχε με όλα αυτά, το έθιμο του χριστουγεννιάτικου δέντρου το έφεραν οι Βαυαροί – το πρώτο δέντρο που στολίστηκε ποτέ ήταν στα Ανάκτορα του Όθωνα το 1833, στο Ναύπλιο αρχικά και μετά στην Αθήνα. Από τη δεκαετία του ’50 και μετά δεν υπήρχε ελληνικό σπίτι χωρίς δέντρο κάθε Χριστούγεννα.
Το πραγματικά ελληνικό χριστουγεννιάτικο έθιμο είναι το καράβι, το οποίο συμβολίζει την καινούργια πλεύση του ανθρώπου στη ζωή, μετά τη γέννηση του Χριστού. Και είναι απόλυτα ταιριαστό με μια θαλασσινή χώρα σαν τη δική μας και με το γεγονός ότι τα Χριστούγεννα οι περισσότεροι ναυτικοί επιστρέφουν στα σπίτια τους. Εξάλλου, ένα ξύλινο καράβι, πέρα από την παράδοση, προβάλλει και μια οικολογικότερη συνείδηση –ούτε κομμένα δέντρα (έστω κι αν καλλιεργούνται για τον σκοπό αυτό), ούτε «πλαστικούρες» που παράγονται σωρηδόν σε κάποιο ασιατικό εργοστάσιο που δεν κλείνει καν για να γιορτάσει τα Χριστούγεννα.
Τα παιδιά απαιτούν χριστουγεννιάτικο δέντρο, όμως. Δεν έχουν αντίρρηση να βάλουμε και καράβι, ας βάλουμε και ένα διαστημόπλοιο αν πρόκειται να με κάνει χαρούμενη, αλλά το δέντρο δεν γίνεται να λείπει. Βλέπεις, η παγκοσμιοποίηση, η διαφήμιση, ο υπερκαταναλωτισμός, το κιτς (αν ρωτάτε εμένα) νικούν και στις γιορτές κατά κράτος. Κι εγώ δεν μπαίνω καν στη διαδικασία να αντισταθώ.
Γιατί τους χριστουγεννιάτικους στολισμούς μπορεί να μην τους αγαπώ, αλλά αγαπώ εκείνα και τα χαμόγελά τους που δεν συγκρίνονται με κανένα στολίδι.