ΕΙΣΑΙ ΓΟΝΙΟΣ ΑΝΩ ΤΩΝ 40; ΚΑΛΩΣ ΗΡΘΕΣ ΣΤΗ ΓΕΝΙΑ «ΣΑΝΤΟΥΙΤΣ»
Είσαι γονιός που έχει «πατήσει» τα 40; Τότε μάλλον ανήκεις στη γενιά «σάντουιτς», αυτή που φροντίζει για τα παιδιά και τους ηλικιωμένους γονείς της ταυτόχρονα.
Είσαι γονιός που έχει «πατήσει» καλά τα 40; Τότε πιθανότατα ανήκεις στη γενιά «σάντουιτς», μαζί με αμέτρητους άλλους μεσήλικες που αντιμετωπίζουν μια –πρωτόγνωρα απαιτητική για εκείνους– πρόκληση: Καλούνται να φροντίσουν τους ηλικιωμένους γονείς τους και τα μικρά παιδιά τους ταυτόχρονα.
Η συνθήκη δεν είναι νέα, όμως ο όρος γενιά «σάντουιτς» καθιερώθηκε τα τελευταία χρόνια, καθώς όλο και περισσότεροι ενήλικες βρίσκονται σε αυτή την άβολη θέση εξαιτίας διαφόρων παραγόντων. Σύμφωνα με το αμερικανικό κέντρο δημοσκοπήσεων Pew, το οποίο έχει μελετήσει το θέμα σε βάθος, το ¼ των Αμερικανών ενηλίκων ανήκει σε αυτή τη γενιά. Από αυτούς που «στριμώχνονται» ανάμεσα στις αμέτρητες ανάγκες των μικρότερων και των μεγαλύτερων, το 50% είναι άνω των 40 ετών και περίπου το 60% άνω των 50.
Τι γίνεται, όμως, με τις ατομικές σου ανάγκες;
Πώς έφτασες να ανήκεις στη γενιά «σάντουιτς»
Σίγουρα δεν πρόκειται για έναν ρόλο που διεκδίκησες, ωστόσο έστω και ακούσια τον επέλεξες όταν αποφάσισες να κάνεις παιδιά σε μεγαλύτερη ηλικία. Σαφώς η αύξηση του προσδόκιμου ζωής και η πρόοδος της ιατρικής έχουν συμβάλλει σε αυτό, ενώ την ίδια ώρα χαρίζουν χρόνια και στους ηλικιωμένους. Όμως, κάπως έτσι βρίσκεσαι στα 50 σου να έχεις παιδιά στο Δημοτικό, τα οποία σε χρειάζονται όλες τις υπόλοιπες ώρες που δεν είναι στο σχολείο, ενώ οι γονείς σου έχουν πλέον πατήσει τα 80 και αποζητούν τη βοήθειά σου όλο και περισσότερο, ακόμα και για τα πιο απλά καθημερινά.
Τον ρόλο αυτό θα έπρεπε να έχεις στο πίσω μέρος του μυαλού σου και όταν επέλεξες να ζεις κοντά στους γονείς σου, ενδεχομένως επειδή και εσύ είχες ανάγκη τη δική τους βοήθεια όταν τα παιδιά σου ήταν μωρά.
Φυσικά, καταλυτικό ρόλο στην αύξηση του πληθυσμού της γενιάς «σάντουιτς» παίζει και η τραγική οικονομική κατάσταση στην οποία οι περισσότεροι έχουμε βρεθεί τα τελευταία χρόνια. Οι απαράδεκτοι μισθοί και οι μειωμένες συντάξεις των ηλικιωμένων δεν αφήνουν περιθώρια να στραφεί κανείς σε άλλες μορφές έμμισθης βοήθειας, που θα αναλάμβανε κάποια από τα «βάρη» της καθημερινότητας. Συνεπώς, μοιάζει να επιστρέφουμε στο πρότυπο της διευρυμένης οικογένειας παλαιότερων εποχών, όταν νέοι, ηλικιωμένοι και παιδιά ζούσαν κάτω από την ίδια στέγη, απολαμβάνοντας ο ένας την φροντίδα του άλλου.
Η συνύπαρξη αυτή έχει και αδιαμφισβήτητα οφέλη, αφού έτσι δημιουργούνται πολύτιμοι δεσμοί ανάμεσα στα μικρότερα με τα μεγαλύτερα μέλη, ενώ όλοι συμβάλλουν με κάποιον τρόπο στις ανάγκες του σπιτιού. Όσο ρομαντικό κι αν ακούγεται αυτό σε κάποιους, άλλο τόσο εξαντλητικό μπορεί να γίνει για τους πραγματικούς φροντιστές της οικογένειας: τη μαμά και τον μπαμπά. Γιατί σε αντίθεση με τις διευρυμένες οικογένειες της δεκαετίας του ’50 και του ’60, οι σημερινοί γονείς χρειάζεται να γίνουν χίλια κομμάτια: Να δουλέψουν και οι δύο ακόμα περισσότερο, να πάνε έπειτα τα παιδιά σε ένα σωρό δραστηριότητες και ραντεβού, να φροντίσουν την ίδια ώρα οτιδήποτε προκύψει στην υγεία των γονιών τους.
Και μη νομίζεις ότι τα πράγματα γίνονται πιο εύκολα όταν τα παιδιά μεγαλώνουν, γιατί μέχρι να καταφέρουν να έχουν το δικό τους εισόδημα, η μαμά και ο μπαμπάς αποστραγγίζονται και οικονομικά.
Πώς θα κάνεις τη ζωή σου πιο εύκολη αν ανήκεις στη γενιά «σάντουιτς»
Αν μιλήσεις με γονείς που έχουν αναλάβει και τη φροντίδα των δικών τους γονιών, θα διαπιστώσεις πως λίγο πιο εύκολη είναι η ζωή όσων έχουν με κάποιον τρόπο «οργανώσει» τις ανάγκες υγείας, δηλαδή όταν δεν χρειάζεται να «τρέχουν» σε δημόσια νοσοκομεία και γιατρούς, περιμένοντας ατελείωτες ώρες σε δυσάρεστες συνθήκες για ένα ραντεβού. Φυσικά, αυτό απαιτεί μια οικονομική επιφάνεια που οι περισσότεροι δεν διαθέτουν.
«Όταν αποκτήσαμε τον γιο μας, πριν 9 χρόνια, οι γονείς μου είχαν δηλώσει πρόθυμοι να μας βοηθούν, έστω μένοντας μαζί του κάποιες ώρες για κάνουμε δικές μας δουλειές ή για να βγούμε ένα βράδυ. Πολύ σύντομα χάσαμε τον πατέρα μου, λίγους μήνες μετά αρρώστησε και η μάνα μου και πλέον τρέχουμε εμείς για όλα. Κάθε μέρα μετά τη δουλειά πηγαίνω να τη δω και να φροντίσω ό,τι χρειάζεται, ενώ αργότερα στο σπίτι έχω να ασχοληθώ με τα μαθήματα του παιδιού. Ο χρόνος για εμάς είναι ελάχιστος», λέει ο φίλος μου ο Οδυσσέας, 45 ετών. Την ίδια ώρα, σοβαρά προβλήματα υγείας εμφάνισαν και οι γονείς της γυναίκας του, οπότε η εξίσωση για το ζευγάρι έγινε πολύ πιο περίπλοκη.
Πώς τα καταφέρνουν;
- Έχουν αλλάξει τις ώρες και τον τρόπο εργασίας τους: Ο Οδυσσέας έχει τη δυνατότητα να δουλεύει πολλές ημέρες από το σπίτι, οπότε μπορεί να παίρνει το παιδί από το σχολείο, να του ετοιμάζει φαγητό, να το πηγαίνει σε κάποιες απογευματινές δραστηριότητες. Η γυναίκα του αποφάσισε να ξεκινά τη δουλειά πολύ νωρίς, ώστε να γυρίζει νωρίς και να φροντίζει το παιδί όταν ο Οδυσσέας είναι στη μητέρα του. Αργά κάποια βράδια ή τα σαββατοκύριακα μπορεί κι εκείνη να πάει στους δικούς της γονείς.
- Έχουν ένα σημαντικό υποστηρικτικό δίκτυο: Έχουν την τύχη να έχουν ορισμένους πολύ καλούς φίλους, με παιδιά κι εκείνοι, που είναι πρόθυμοι να κρατήσουν το δικό τους παιδί όταν η «εξίσωση» δεν βγαίνει διαφορετικά. Στη σπάνια περίπτωση που το ζευγάρι θα βγει για βράδυ, ο μικρός θα μείνει στον θείο που δεν έχει ακόμα οικογένεια. Αυτό, βέβαια, χρειάστηκε να μεγαλώσει ο μικρός για να μπορέσει να γίνει – όσο ήταν μωρό ήταν αδύνατον.
- «Κλέβουν» λίγες ώρες για τον εαυτό τους: Δεδομένου ότι ο Οδυσσέας ξεκινά τη δουλειά στις 10:00, μπορεί το πρωί, αφού αφήσει το παιδί στο σχολείο, να πάει για μία ώρα στο γυμναστήριο. Και επειδή ξέρει ότι η γυναίκα του δεν έχει αυτή τη δυνατότητα, δεν έχει καμία αντίρρηση να μείνει με το παιδί κάποια βράδια, αν εκείνη θέλει να βγει με τις φίλες της. Σπάνια, βέβαια, γιατί η κούραση και των δύο συχνά νικά την ανάγκη για βόλτα.
- Όχι, όμως, αρκετές: Την ίδια ώρα, βέβαια, οι φίλοι μου έχουν αναγκαστεί να βάλουν πολλές από τις δικές τους ανάγκες στην άκρη. Δεν υπάρχει χρόνος να κάνουν κάποιο από τα αγαπημένα τους χόμπι, μετά βίας προλαβαίνουν να πάνε στον οδοντίατρο, ενώ όταν έρχεται η ώρα να κλείσουν τα σχολεία, τότε τα πράγματα γίνονται πολύ πιο δύσκολα. Με ποιον θα μείνει το παιδί 3 ολόκληρους μήνες το καλοκαίρι και πώς θα λείψουν από τους παππούδες δύο ολόκληρες εβδομάδες διακοπών;
Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, κάποια λύση –σίγουρα όχι η ιδανική– βρίσκεται. Και ενώ παρακολουθώντας τους από τη μία σκέφτομαι πόσο πιεσμένη είναι η καθημερινότητά τους ψυχικά, σωματικά μα και οικονομικά, από την άλλη τους θαυμάζω. Όχι που καταφέρνουν να τα βγάλουν πέρα με τα logistics (ποιος θα κάνει τι και πότε), αλλά που το κάνουν χωρίς να γκρινιάζουν, επιστρατεύοντας όλους τους διαθέσιμους πόρους:
- Αναπροσαρμόζοντας τις υποχρεώσεις τους, ώστε να φροντίσουν επαρκώς τόσο τα μικρά όσο και τα μεγάλα «εξαρτώμενα» μέλη.
- Μη διστάζοντας να ζητήσουν βοήθεια, όταν τη χρειαστούν. Γι’ αυτό δεν υπάρχουν οι καλοί φίλοι, άλλωστε;
- «Κλέβοντας» ώρες προσωπικού χρόνου και σεβόμενοι ο ένας την ανάγκη του άλλου για προσωπικό χρόνο.
- Αφήνοντας στην άκρη το «ιδανικό» και νιώθοντας ικανοποίηση με το καλύτερο δυνατό «εφικτό».
Από όλα, αυτό το τελευταίο νομίζω είναι ίσως το σπουδαιότερο που μπορεί να κάνει ένας μέλος της γενιάς «σάντουιτς» για να προστατεύσει την ψυχική υγεία του.
Βρείτε εδώ τα audio articles που είναι διαθέσιμα αυτή τη στιγμή.
Για να ακούτε τα άρθρα του OW που είναι διαθέσιμα σε ηχητική μορφή, μπορείτε να μας ακολουθήσετε σε Spotify και σε Apple Podcasts.