5 «ΝΟΣΤΙΜΕΣ» ΣΤΑΣΕΙΣ ΜΕΣΑ ΚΑΙ ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΗ ΒΑΡΒΑΚΕΙΟ
Μια ανοιξιάτικη βόλτα στο κέντρο της Αθήνας, μέσα και στα πέριξ της Βαρβακείου, με «νόστιμες» στάσεις για τσιμπολόγημα, φαγητό, καφέ και γλυκό.
Είναι ωραία η Αθήνα την άνοιξη και αυτό δεν είναι άλλο ένα κλισέ που ακολουθεί τη φήμη της πρωτεύουσας χωρίς λόγο. Ο γλυκός καιρός της, η ευωδιά των ανθισμένων νεραντζιών, τα ροζ και μοβ άνθη από τις κουτσουπιές και τις πασχαλιές δημιουργούν μια συνθήκη που καθιστά το κέντρο της πόλης όχι μονάχα υποφερτό, αλλά και ιδιαιτέρως ελκυστικό.
Πάντα θα θυμάμαι εκείνα τα ανέμελα απογεύματα των φοιτητικών μου χρόνων, που βγαίναμε από το κτίριο της οδού Καλαμιώτου στο πλάι της Καπνικαρέας που στέγαζε τότε τη σχολή και βολτάραμε τριγύρω χωρίς προορισμό. Ίσα για να μας πάρουν οι μυρωδιές της άνοιξης στα στενά της Πλάκας, ή για να αφεθούμε στη θέα της πόλης από τον Άρειο Πάγο που για κάποιον εντελώς λάθος λόγο τότε θεωρούσαμε ότι ήταν η Πνύκα. Συμβαίνουν αυτά.
Η αλήθεια είναι ότι εκεί που βρίσκεται η Βαρβάκειος Αγόρα, επί της οδού Αθηνάς αλλά και τριγύρω, το αστικό τοπίο εκ πρώτης όψεως δεν είναι τόσο ελκυστικό. Ο συνωστισμός, το μπέρδεμα των μυρωδιών, η απουσία πράσινου και τα βρώμικα πεζοδρόμια κυριαρχούν στη μεγάλη εικόνα – αλλά τα πρωινά και μεσημέρια της άνοιξης μοιάζει να χαλαρώνει κάπως και να γλυκαίνει. Λες να συμβαίνει αυτό λόγω καιρού και ανεβασμένης, μάλλον, διάθεσης;
Όχι ότι είναι η μεγάλη εικόνα το μόνο στο οποίο στηριζόμαστε για να πάμε ή όχι κάπου. Εν προκειμένω, στη Βαρβάκειο και γύρω από αυτή, υπάρχει μια ολόκληρη κοινότητα ανθρώπων, μικρών και μεγάλων εμπόρων και των υπαλλήλων τους, που εργάζεται καθημερινά, ενώ ακόμα περισσότεροι κάτοικοι, εσχάτως και τουρίστες, στηρίζουν την αγορά της. Για να φτάσουμε στον λόγο που γράφονται όλες αυτές οι λέξεις, υπάρχει και μια σειρά από «νόστιμες» στάσεις για φαγητό, για τσίπουρο, για καφέ, για γλυκό, αλλά και για ψώνια που θα κάνετε εντός και εκτός Βαρβακείου και θα ευχαριστηθείτε με το παραπάνω.
Δυο λόγια για τη Βαρβάκειο
Η κατασκευή του κτηρίου της οδού Αθηνάς που στεγάζει την Κεντρική Δημοτική Αγορά της Αθήνας ξεκίνησε το 1878 και ολοκληρώθηκε το 1886, σε σχέδια του αρχιτέκτονα Ιωάννη Κουμέλη. Έχει ορθογώνιο σχήμα και στέγη από γυαλί και μέταλλο, ενώ οφείλει το όνομά της στον ευεργέτη Ιωάννη Βαρβάκη. Έκτοτε έχει δεχτεί κάποιες επισκευές και προσθήκες, ενώ λέγεται ότι επί Χούντας συζητήθηκε και η περίπτωση της κατεδάφισής της, μια πρόταση που, για καλή μας τύχη, δεν υλοποιήθηκε.
Σήμερα, ανακαινισμένη εν μέρει, η Βαρβάκειος κρατά ακόμα τον αρχικό χαρακτήρα της. με την κρεαταγορά να «αγκαλιάζει» την ψαραγορά. Η δεύτερη ναπαραμένει ιδιαίτερα δημοφιλής ενώ η πρώτη έχει παραδώσει μέρος των καταστημάτων της στη σύγχρονη εστίαση. Υπάρχουν κι εκείνοι οι επιχειρηματίες που «βλέπουν» τη Βαρβάκειο σαν μια άλλη βαρκελωνέζικη Boqueria ή κάτι σαν το υπέροχο Eataly – αν και, μεταξύ μας, απέχουμε ακόμα πολύ από αυτά.
Έχει τα δικά της ωραία της, όμως, η Κεντρική Δημοτική Αγορά μας. Είναι πάντα ζωηρή, σταθερά «φωνακλού» και πολυσύχναστη, ενώ αποτελεί πια πόλο έλξης εκείνων των τουριστών της Αθήνας που αποζητούν μια πιο αυθεντική εμπειρία της πόλης μας. Ε, κάπου εδώ ερχόμαστε κι εμείς και η ανοιξιάτικη βόλτα μας για ψώνια και τσιμπολόγημα. Για πάμε!
Μέσα στη Βαρβάκειο
1. Για τσίπουρο και μεζέ στον Καραγιάννη
Αυτή ήταν (και παραμένει για εμένα) η μεγαλύτερη αποκάλυψη της αγοράς, όσο είναι σε πλήρη λειτουργία και ζωή, από το πρωί δηλαδή μέχρι νωρίς το απόγευμα. Είναι το μικροσκοπικό μαγαζάκι του Κώστα Καραγιάννη. Το κληρονόμησε από τον μπαμπά του, που ήρθε από τη Ροδαυγή της Άρτας και το άνοιξε εδώ, σε έναν από τους διαδρόμους που συνδέουν τα κρέατα και τα ψάρια, στα μέσα της δεκαετίας του '70. Και είναι ένας από τους πιο απολαυστικούς μεζέδες του κέντρου για να συνοδεύσουμε το τσίπουρο, το ούζο ή την μπίρα μας. Εδώ, βλέπετε, ερχόμαστε για λίγο αλκοόλ και μια κουβέντα (ή και δυο ή και τρεις) στο πόδι.
Τι τρώμε; Τον αγαπημένο μου μεζέ, που περιλαμβάνει απίθανο μπιφτεκάκι φτιαγμένο από ανάμεικτο κιμά, ένα κομματάκι σαγανάκι, ένα λουκανικάκι, ντομάτα, ελιά, πιπεριά και ψωμάκι, όλα σε ένα πιάτο, συνοδεία καλού ηπειρώτικου τσίπουρου (εννοείται χωρίς). Διαφορετικά, υπάρχει και η επιλογή του ψαρομεζέ, με γαρίδα, γαύρο μαρινάτο, μύδι σαγανάκι και ντολμαδάκι, που ταιριάζει ωραία με ούζο. Κι έχει και κάποιες ακόμα εναλλακτικές για tailor made παραγγελιές. Το κυριότερο, όμως, είναι ότι έχει ψυχή αυτό το μικρούτσικο μαγαζάκι. Έχει καλούς πελάτες και καλούς φίλους. Κι έχει και τον Κώστα στο τιμόνι. Χαμογελαστό και ετοιμόλογο.
– Ουζερί Καραγιάννης, εντός αγοράς, τηλ. 2103248174
2. Σουβλάκι με βορειοελλαδίτικη εσάνς στη Βόλβη
Εδώ τρώμε σουτζουκάκια σε πίτα, λένε οι γιοι μου, που έχουν υιοθετήσει τον βορειοελλαδίτικο τρόπο παραγγελίας του αγαπημένου street εδέσματος. Αν και η «Βόλβη» είναι από τις νεότερες αφίξεις της αγοράς, απ' την πλευρά που βλέπει στην Ευριπίδου, μοιάζει σαν να υπήρχε εδώ πάντα. Μμια μικρή γωνιά που θυμίζει στους μυημένους την αγαπημένη ταινία του Τσιώλη, αλλά που σε κάθε περίπτωση έρχεσαι για τυλιχτό με χοιρινό σουβλάκι (καλαμάκι που λέμε στην Αθήνα) ή μοσχαρίσιο σουτζουκάκι (ναι, αυτό που οι Αθηναίοι ξέρουμε ως κεμπάπ) και για συνοδεία βάζουν ντομάτα, κρεμμύδι, μουστάρδα και μπούκοβο. Φτιάχνουν και βάζουν επίσης δική τους σάλτσα πάπρικα. Όχι τζατζίκι, όχι πατάτες. Απόλαυση.
– Η Βόλβη, Ευριπίδου 24-26, τηλ. 2111180587
3. H Ήπειρος σερβίρει νόστιμα μαγειρευτά
Στα νιάτα μας ερχόμασταν στην Ήπειρο τις μεγάλες ώρες, για πατσά, γίδα φρικασέ ή μαγειρίτσα μετά τα ποτά και πριν τον ύπνο. Σήμερα το αγαπημένο οινομαγειρείο που «τρέχει» πλέον η Ράνια Kαρατζένη είναι ένα από τα αγαπημένα καταφύγια μας τα μεσημέρια που πεθυμήσαμε μια από αυτές τις σούπες που δεν φτιάχνουμε εύκολα στο σπίτι (ναι, ναι τις παραπάνω), αλλά και τις άλλες που φτιάχνουμε, όπως η κοτόσουπα και η μοσχαρόσουπα, αλλά της «Ηπείρου» έχουν άλλη νοστιμιά.
Το μενού τους, βέβαια, έχει και άλλα πολλά και νόστιμα. Έχει σουτζουκάκια κοκκινιστά με ρύζι, γιουβαρλάκια, μουσακά, παστίτσιο, και όλα τα αγαπημένα λαδερά: αρακά, σπανακόρυζο, φασολάκια, γίγαντες σπανάκι, αγκινάρες αλά πολίτα... Κι έχει και σέρβις που θυμίζει άλλες εποχές (τα γκαρσόνια εδώ φορούν στολή, άλλωστε) και αμέτρητες φωτογραφίες με όλους τους διάσημους που έχουν περάσει από το μαγαζί στους τοίχους για χάζι. Κι είναι ωραία.
– Η Ήπειρος, Φιλοποίμενος 4, τηλ. 2103240773
Εκτός αγοράς
4. Στη «ΜΟΚKΑ» ο ελληνικός ψήνεται στη χόβολη
Με τόσο τσιμπολόγημα εντός αγοράς, έναν καφέ τον θέλουμε πριν συνεχίσουμε τη βόλτα. Η πολυσύχναστη «ΜΟΚKΑ» είναι από αυτές τις στάσεις που αξίζει να κάνεις για πολλούς λόγους. Πρώτα και κύρια για τον καλό καφέ που μπορούμε να πιούμε σε όποια εκδοχή μας κάνει κέφι: από ελληνικό στη χόβολη με λουκουμάκι (έτσι τον φτιάχνουν εδώ, όσος κόσμος κι αν περιμένει στην ουρά) μέχρι specialty εσπρέσο κ.λπ. κ.λπ.
Έπειτα, για παρατήρηση της νέας αθηναϊκής πραγματικότητας, αφού είναι από εκείνα τα ελάχιστα πια μέρη του κέντρου που πλάι στους καθημερινούς επίμονους (και υπομονετικούς) θαμώνες, έρχονται και αμέτρητα γκρουπ τουριστών που φωτογραφίζουν με περίσσια περιέργεια την καυτή άμμο στην οποία ψήνεται ο καφές. Σαν φρούτο εξωτικό! Τέλος, γιατί μπορούμε να πάρουμε φρεσκοκομμένο καφέ για το σπίτι από το παρακείμενο ομώνυμο καφεκοπτείο και άλλα συμπαρομαρτούντα (λουκούμια και γλυκά του κουταλιού) και να τα απολαύσουμε με την ησυχία μας στο σπίτι.
– ΜΟΚΚΑ, Αθηνάς 44, τηλ. 2103216892
5. Λουκουμάδες στον «Κρίνο»
Εδώ ο κανόνας λέει: μια μερίδα λουκουμάδες για μάξιμουμ δυο άτομα. Και μαζί δικαιούστε δύο πιρουνάκια και δυο ποτήρια για νερό. Ο «Κρίνος» προσπαθεί να κρατήσει τη λογική του σελφ σέρβις και να αντιμετωπίσει συγχρόνως την επέλαση των πολυπληθών γαστρονομικών τουρ που καταναλώνουν λίγο (και καλά κάνει), εξ ου και ο παραπάνω κανόνας, που ουδέποτε θα χρειαζόταν να τον θέσει στους παραδοσιακούς πελάτες του.
Γιατί πώς να αντισταθείς και να μην θέλεις να φας και τους 5-6 μεγάλους, φρεσκοτηγανισμένους λουκουμάδες, σερβιρισμένους με άφθονο μέλι και κανέλα που περιλαμβάνει η κάθε μερίδα. Γιατί να θέλεις να τους μοιραστείς; Στον «Κρίνο», λοιπόν, περιμένουμε στην ουρά, παίρνουμε δίσκο, δίνουμε παραγγελία, παραλαμβάνουμε, καταναλώνουμε, αναστενάζουμε από ευχαρίστηση και αποχωρούμε με την υπόσχεση της επιστροφής. Μπόνους η ρεμπέτικη κομπανία που πιάνει στασίδι απέξω, σίγουρα τα μεσημέρια του Σαββάτου, αλλά πιθανόν και άλλες μέρες, για λίγη καλή ελληνική μουσική δρόμου. Να έχετε ψιλά μαζί. Αξίζει.
– Κρίνος, Αιόλου 87, τηλ. 2103216852