Φωτογραφία: Yulia Mikheeva

ΒΙΚΤΟΡ ΚΑΪΣΕΤΑ: ΑΠΟ ΤΙΣ ΦΤΩΧΟΓΕΙΤΟΝΙΕΣ ΤΗΣ ΒΡΑΖΙΛΙΑΣ ΣΤΑ ΑΣΤΕΡΙΑ ΤΟΥ ΜΠΑΛΕΤΟΥ ΔΙΕΘΝΩΣ

Οι παραστάσεις του μπαλέτου «Δον Κιχώτης» στην Εθνική Λυρική Σκηνή έφεραν στην Αθήνα τον ταλαντούχο Βίκτορ Καϊσέτα, που έχει αναμετρηθεί ήδη στην καριέρα του όχι μόνο με μεγάλους ρόλους αλλά και με φλέγοντα κοινωνικο-πολιτικά ζητήματα.

Αν ρωτήσεις τον Βίκτορ Καϊσέτα τι σημαίνουν τα τατουάζ που έχει στα χέρια του, μαθαίνεις πολλά για τον 25χρονο χορευτή, που θεωρείται ένας από τους πιο ταλαντούχους της γενιάς του. Όσοι τον παρακολούθησαν να ερμηνεύει τον ρόλο του Μπαζίλιο στο κλασικό μπαλέτο «Δον Κιχώτης», στην Εθνική Λυρική Σκηνή, προφανώς δεν τα διέκριναν γιατί τα κάλυπταν τα κοστούμια του – κάτι που μπορεί επίσης να κάνει με ειδικό μέικ απ, αν χρειαστεί.

«Δεν είναι πολύ συνηθισμένο για έναν χορευτή του μπαλέτου να έχει τατουάζ», μου λέει την επόμενη της πρεμιέρας στο καμαρίνι του. «Νομίζω όσοι έχουμε θέλουμε να είμαστε λίγο τα κακά παιδιά».

Ακούγοντας βέβαια τι εκπροσωπούν τα δικά του, καταλαβαίνεις ότι μόνο «κακό παιδί» δεν είναι. Οι σαγιονάρες Havaianas ψηλά στο αριστερό του χέρι είναι σήμα κατατεθέν της πατρίδας του, της Βραζιλίας. Χαμηλότερα, τέσσερα χέρια ενωμένα συμβολίζουν τα μέλη της οικογένειάς του: «Έχουμε όλοι το ίδιο», μου εξηγεί.

μπαλέτο
Ο Βίκτορ Καϊσέτα και η Μάντισον Γιανγκ ως Μπαζίλιο και Κίτρι στο μπαλέτο «Δον Κιχώτης», στην Εθνική Λυρική Σκηνή. Φωτογραφία: Βαλέρια Ισάεβα
Ο Βίκτορ Καϊσέτα και η Μάντισον Γιανγκ ως Μπαζίλιο και Κίτρι στο μπαλέτο «Δον Κιχώτης», στην Εθνική Λυρική Σκηνή.

Κατεβαίνει στο επόμενο, μια βαλίτσα από την οποία φυτρώνει ένα ηλιοτρόπιο, λέγοντας: «Όταν ξεκίνησε ο πόλεμος στην Ουκρανία, είδα ένα βίντεο στο οποίο μια ηλικιωμένη γυναίκα έδινε σε έναν Ρώσο στρατιώτη ηλιόσπορους και του είπε: Βαλ’ τους στην τσέπη σου. Τουλάχιστον όταν πεθάνεις θα φυτρώσουν μερικά λουλούδια».

Τότε, τον Φεβρουάριο του 2022, ο Βίκτορ Καϊσέτα ήταν κορυφαίος χορευτής στο Μπαλέτο Μαριίνσκι της Αγίας Πετρούπολης, μια από τις σπουδαιότερες εταιρείες μπαλέτου στον κόσμο. «Ήταν ένα μέρος που είχα λατρέψει, αλλά για λόγους αρχής έπρεπε να το εγκαταλείψω», λέει κάνοντας μια πρώτη νύξη σε μία από τις πιο δύσκολες στιγμές όχι απλώς της καριέρας, αλλά της ίδιας του της ζωής.

Κοντά στον καρπό του είναι χτυπημένο ένα ζευγάρι φτερά, για το οποίο αρκείται να πει το εξής: «Ήμουν σε μια δύσκολη κατάσταση και κατάφερα να πετάξω μακριά. Κάνω πάντα ό,τι μου λέει η καρδιά μου».

Στο δεξί χέρι του, τα τατουάζ γαληνεύουν. Στο ένα ο Βίκτορ είναι με τον σκύλο του, στο άλλο με τον σύντροφό του, να χαζεύουν τον έναστρο ουρανό ξαπλωμένοι στο γρασίδι. Και υπάρχει ένα ακόμα –που δεν έχω καν προσέξει μέχρι που μου το δείχνει ο ίδιος– ψηλά στον λαιμό του: το σύμβολο του ζωδίου του, που είναι Κριός.

Ουσιαστικά, τα τατουάζ του θα μπορούσαν να είναι ο «οδικός χάρτης» της κουβέντας που ακολούθησε. Μιας κουβέντας που μας πήγε από τις φτωχογειτονιές της Βραζιλίας μέχρι το Λονδίνο, που είναι η βάση του για φέτος, κι από τη δύναμη που τον καθοδηγεί στη ζωή του –«ένα πάγωμα στο στομάχι», όπως λέει χαρακτηριστικά– μέχρι την ανάγκη του να κάνει ψυχοθεραπεία.

Δον Κιχώτης
Μέσα από τη μοναδική μουσική του Λούντβιχ Μίνκους, η χορογραφία του «Δον Κιχώτη» περιγράφει μια ιστορία για τα υψηλά ιδανικά του ιπποτισμού που συγκινεί διαχρονικά συνδυάζοντας κωμικά και ρομαντικά στοιχεία. Φωτογραφία: Βαλέρια Ισάεβα
Τα κοστούμια για το μπαλέτο μπαλέτο «Δον Κιχώτης» υπογράφει η διεθνώς αναγνωρισμένη Ελληνίδα σχεδιάστρια μόδας Μαίρη Κατράντζου.

Ο Βίκτορ Καϊσέτα σε πρώτο πρόσωπο

Αγαπώ πάρα πολύ την πατρίδα μου και είμαι πολύ περήφανος που είμαι Βραζιλιάνος. Προέρχομαι από μια οικογένεια που δεν είχε μεγάλη οικονομική άνεση, από μια φτωχή γειτονιά. Επειδή οι γονείς μου δούλευαν, για να μη γυρίζω στους δρόμους ή να μένω μόνος στο σπίτι πήγαινα σε μια κοινωνική δομή στην οποία κάναμε διάφορες δραστηριότητες, από αθλήματα μέχρι μπαλέτο. Δεν επέλεγες τι ήθελες να κάνεις, έπρεπε να καταπιαστείς με όλα.

Είχα δοκιμάσει όλα τα αθλήματα και μου φαίνονταν βαρετά. Αν έκανες αρκετή προπόνηση μπορούσες να είσαι καλός. Όταν όμως έκανα για πρώτη φορά μπαλέτο, στα 12, ήταν η πρώτη φορά που άκουσα ότι δεν ήμουν καλός σε κάτι. Ότι ήμουν αδύναμος και δεν είχα αντίληψη. Αυτό με πείσμωσε και ήθελα να εξασκούμαι όλο και περισσότερο. Στο μπαλέτο δεν μπορείς ποτέ να είσαι τέλειος, προσπαθείς να φτάσεις κάτι άπιαστο κι αυτό με εξιτάρει.

Στη Βραζιλία υπάρχουν εταιρείες μπαλέτου, αλλά ούτε έχουν κάποια κυβερνητική στήριξη, ούτε είναι μια δραστηριότητα που απολαμβάνει ιδιαίτερης εκτίμησης. Η δασκάλα μου, από την άλλη, είδε σε μένα κάτι που δεν είχε διακρίνει κανείς άλλος και μου είπε ότι για να ασχοληθώ επαγγελματικά με το μπαλέτο έπρεπε να φύγω στο εξωτερικό. Επειδή δεν είχα την οικονομική δυνατότητα, ο μόνος τρόπος ήταν να συμμετάσχω σε διεθνείς διαγωνισμούς. Έτσι κατάφερα να κερδίσω κάποιες υποτροφίες.

Στα 15 μου διακρίθηκα στο Prix de Lausanne, στην Ελβετία, όπου συμμετείχαν 80 χορευτές, ενώ περίπου 50 σχολές μπαλέτου μας παρακολουθούσαν επί μία εβδομάδα. Μου προτάθηκαν 18 υποτροφίες και πήγα αρχικά στο Τορόντο, στον Καναδά. Εκεί όμως απογοητεύτηκα και ήθελα να εγκαταλείψω το μπαλέτο. Δεν μου το επέτρεψε η δασκάλα μου στη Βραζιλία, την οποία εκτιμώ απεριόριστα. Τη θαυμάζω, την εμπιστεύομαι και θα έκανα ό,τι μου ζητούσε. Εκείνη με έστειλε στο Βερολίνο, όπου ξαναβρήκα τον ενθουσιασμό μου.

Η αρχική πρόβλεψη ήταν να μείνω στο Βερολίνο για τρία χρόνια, αλλά στον ενάμιση χρόνο συμμετείχα σε έναν διαγωνισμό στη Μόσχα, όπου μου προτάθηκε να δουλέψω στο Μπαλέτο Μαριίνσκι, στην Αγία Πετρούπολη. Ήμουν 17 τότε, αρχικά δεν κατάλαβα πόσο σημαντική ήταν αυτή η πρόταση, μετά μου είπαν ότι είναι κορυφαίο μπαλέτο στον κόσμο. Πήγα και έζησα εκεί τα πέντε καλύτερα χρόνια της ζωής μου.

Στη Ρωσία είναι σαν να αναπνέεις τέχνη. Έχουν τεράστιο σεβασμό για το μπαλέτο και τεράστια γνώση. Σε αντιμετωπίζουν σαν να έχεις μια ανώτερη δύναμη. Ένιωθα διαρκώς ένα πάγωμα στο στομάχι, έναν συνδυασμό φόβου και ενθουσιασμού. Ήταν σαν ναρκωτικό να βρίσκομαι εκεί. Αλλά όταν η Ρωσία επιτέθηκε στην Ουκρανία, αποφάσισα ότι έπρεπε να φύγω. Δεν θα μπορούσα να νιώθω καλά αν παρέμενα εκεί. Θα έχανα το όραμα και τον σεβασμό μου για την τέχνη. Πήρα μαζί μου τη γνώση που αποκόμισα, ενώ ακόμα δυσκολεύομαι να αποδεχτώ ό,τι έχει συμβεί.

Σκηνή από τον «Δον Κιχώτη». Φωτογραφία: Βαλέρια Ισάεβα
Σκηνή από τον «Δον Κιχώτη».

Μέχρι τότε, την καρδιά μου κατηύθυνε το μπαλέτο. Ένιωθα πως είχα έρθει σε αυτό τον κόσμο για να είμαι καλλιτέχνης. Αλλά ξαφνικά είδα ένα άλλο κομμάτι μου, πιο ανθρώπινο, που μου έλεγε πως ίσως αυτό δεν ήταν το μόνο που είχε σημασία. Όταν έγινε η επίθεση στην Ουκρανία, άρχισα να συμπονώ τους άλλους ανθρώπους. Μου ήταν δύσκολο να φύγω από τη Ρωσία, γιατί την είχα αγαπήσει, και μου λείπει. Είναι σαν ένα τραύμα που ακόμα επεξεργάζομαι. Ακόμα έχω εφιάλτες.

Από το Μαριίνσκι ήταν πολύ υποστηρικτικοί απέναντί μου, δεν έχω να πω τίποτα κακό. Αλλά αυτό που συμβαίνει στη Ρωσία είναι ντροπή. Υπάρχει μεγάλη προπαγάνδα και έλλειψη ενημέρωσης. Όταν άρχισε η οικογένειά μου να με ενημερώνει για πράγματα που εμείς δεν ακούγαμε, νόμιζα ότι είναι fake news. Μετά όμως πολλοί Ουκρανοί συνάδελφοι που δούλευαν στη Ρωσία άρχισαν να λένε ότι οι οικογένειές τους ξεσπιτώνονταν εξαιτίας του πολέμου, ότι κατέφευγαν σε σταθμούς του μετρό για να γλιτώσουν τους βομβαρδισμούς. Αναρωτήθηκα τι θα έκανα αν συνέβαινε κάτι τέτοιο στην οικογένειά μου και σκέφτηκα ότι το λιγότερο που μπορούσα να κάνω ήταν να εγκαταλείψω τη Ρωσία, όσο κι αν με πονούσε αυτό. Ήμουν μόνο 22 ετών και ήρθαν τα πάνω κάτω στη ζωή μου. Ακόμα το δουλεύω στην ψυχοθεραπεία.

Έζησα μια πολύ δύσκολη εβδομάδα. Σχεδόν δεν κοιμόμουν. Περίμενα σε ουρές μέσα στη νύχτα για να πάρω λίγα μετρητά από την τράπεζα, ενώ δεν είχα πλήρη πρόσβαση στον λογαριασμό μου. Ευρώ και δολάρια ήταν αδύνατο να βρεις. Προσπαθούσα να βγάλω ταξιδιωτικά έγγραφα για τον σκύλο μου, γιατί δεν υπήρχε περίπτωση να φύγω χωρίς αυτόν, και αναγκάστηκα να καταφύγω σε πλαστογράφο. Οι διεθνείς πτήσεις είχαν διακοπεί, μπορούσες να ταξιδέψεις μόνο με λεωφορείο, κι επειδή η Αγία Πετρούπολη ήταν πιο κοντά στα σύνορα με Εσθονία και Φινλανδία, φιλοξενούσα στο σπίτι μου χορευτές από άλλες πόλεις που επίσης προσπαθούσαν να φύγουν. Και βέβαια προσπαθούσα να δω πού θα μπορούσα να πάω. Όσο κι αν ήλπιζα ότι ο πόλεμος θα τελείωνε γρήγορα, βαθιά μέσα μου ήξερα ότι αυτό δεν θα συνέβαινε.

Τελικά βρήκα καταφύγιο στο Βερολίνο. Είχα χάσει έξι κιλά και επειδή ήμουν ούτως ή άλλως αδύνατος δεν είχα καθόλου δυνάμεις. Η οικογένειά μου δεν μπορούσε να με στηρίξει οικονομικά, οπότε έπρεπε να βρω δουλειά. Επικοινώνησα με το Εθνικό Μπαλέτο της Ολλανδίας και –παρότι είχε προηγηθεί η πανδημία και είχαν υποστεί περικοπές στον προϋπολογισμό– μου πρόσφεραν αμέσως μια θέση. Τους είμαι εξαιρετικά ευγνώμων.

Στο Άμστερνταμ ξεκίνησα να κάνω ψυχοθεραπεία. Για ένα κομμάτι της κοινωνίας είναι ακόμα ταμπού, ακόμα και μεταξύ των συναδέλφων μου. Εμένα με βοηθάει πολύ να εξισορροπώ τα συναισθήματά μου – και μπορώ να καταλάβω ποιος χορευτής κάνει ψυχοθεραπεία και ποιος όχι! Όταν μπαίνουμε στην πρόβα, πρέπει να αφήνουμε έξω όλα μας τα προβλήματα, να δίνουμε τα πάντα στην τέχνη, στο μπαλέτο, κι αυτό καταπιέζει τον ψυχισμό μας. Είναι κάτι τόσο έντονο, που πολλοί εκδηλώνουμε προβλήματα ψυχικής υγείας. Οπότε θεωρώ απαραίτητο να έχω κάποιον με τον οποίο μπορώ να μιλήσω. Ειδικά μετά από όλες αυτές τις αλλαγές που έχω ζήσει. Είμαι μόλις στα 25, αλλά νιώθω σαν να έχω ζήσει διπλάσια χρόνια.

μπαλέτο
Τα κοστούμια για το μπαλέτο μπαλέτο «Δον Κιχώτης» υπογράφει η διεθνώς αναγνωρισμένη Ελληνίδα σχεδιάστρια μόδας Μαίρη Κατράντζου. Φωτογραφία: Βαλέρια Ισάεβα
Μέσα από τη μοναδική μουσική του Μίνκους, η χορογραφία του «Δον Κιχώτη» περιγράφει μια ιστορία για τα υψηλά ιδανικά του ιπποτισμού που συγκινεί διαχρονικά συνδυάζοντας κωμικά και ρομαντικά στοιχεία.

Θα έλεγα ότι εμείς οι χορευτές έχουμε κάτι μαζοχιστικό. Ωθούμε το σώμα μας στα άκρα, το υποβάλλουμε συνέχεια σε επίπονες δοκιμασίες. Κάνουμε πράγματα που απέχουν παρασάγγας από το φυσιολογικό. Γι’ αυτό και οι καριέρες μας είναι τόσο σύντομες. Νομίζω κανείς μας δεν θέλει να σκέφτεται το μετά, γιατί είμαστε εθισμένοι στο μπαλέτο. Για μένα, η δασκάλα μου στη Βραζιλία είναι σαν πρότυπο, αν καταφέρω στο μέλλον να κάνω κάτι σαν αυτή, θα είμαι ευτυχής. Θέλω να ανταποδώσω στην κοινωνία όσα μου προσφέρθηκαν και όσα έμαθα. Ήδη το προσπαθώ με όποιον τρόπο μπορώ. Όποτε βρίσκομαι στη Βραζιλία, κάνω ομιλίες και μαθήματα, ενώ συγκεντρώνω και πηγαίνω στα παιδιά παπούτσια μπαλέτου, πουέντ, γιατί εκεί είναι απρόσιτα οικονομικά ακόμα και για τη μεσαία τάξη. Γεμίζω βαλίτσες και όταν τα μοιράζω νιώθω σαν Άγιος Βασίλης. Μου δίνει μεγάλη χαρά να βλέπω τα χαμόγελα που σχηματίζονται στα πρόσωπα των παιδιών, παίρνω κι εγώ δύναμη για να συνεχίσω.

Νομίζω ότι υπήρχαν πολύ τοξικές συμπεριφορές στον κόσμο του μπαλέτου, όπως το body shaming, η αντρική κυριαρχία εις βάρος των γυναικών και πολλά άλλα. Τώρα έχει ανοίξει η συζήτηση και –παρότι δεν είναι όλα λυμένα– νιώθω ότι και μόνο που έχουμε επίγνωση των προβλημάτων είναι μια κάποια πρόοδος. Υπήρχε μια εγγενής κουλτούρα κακοποίησης στο μπαλέτο, που μπορούσε να σε κάνει ακόμα και να κακοποιείς τον ίδιο σου τον εαυτό – εγώ το είχα πάθει. Χαίρομαι που έχει αρχίσει να αλλάζει.

Αυτό τον χρόνο έχω εγκατασταθεί στο Λονδίνο με τον σύντροφό μου, που είναι Βρετανός – αν και τον περισσότερο καιρό ταξιδεύω. Μέχρι το καλοκαίρι χόρευα στο Άμστερνταμ αλλά τώρα έχω πάρει σαμπάτικαλ για να ταξιδέψω και να χορέψω με άλλα μπαλέτα. Μου αρέσει να γνωρίζω διαφορετικά μέρη, διαφορετικούς ανθρώπους, διαφορετικές σκηνές. Πολλοί δεν το θέλουν, γιατί χάνουν τη βολή τους, αλλά εγώ δεν θέλω να βολεύομαι. Θέλω να νιώθω αυτό το πάγωμα στο στομάχι, μου δίνει ζωή. Μόνο ο χορός με κάνει να το νιώθω, οτιδήποτε άλλο με κάνει να βαριέμαι.

Με τον σύντροφό μου πρωτοσυναντηθήκαμε στην Αθήνα πριν από λίγα χρόνια και έχει έρθει τώρα μαζί μου, οπότε είναι ένα ιδιαίτερο ταξίδι για μας. Δεν είναι από τον χώρο του μπαλέτου κι αυτό είναι καλό! Εξισορροπεί τη συχνά χαοτική ενέργεια που έχω εγώ ως καλλιτέχνης. Είναι πολύ προσγειωμένος, πολύ ήρεμος, καλός ακροατής. Είναι το γινγκ στο δικό μου γιανγκ. Δεν θα μπορούσα να έχω σχέση με χορευτή, νομίζω θα τρελαινόμουν.

Ο Μπαζίλιο που ενσαρκώνω στον «Δον Κιχώτη» είναι κουρέας, έχει πολύ ελεύθερο πνεύμα και είναι ερωτευμένος με την Κίτρι, όμως ο πατέρας της θέλει να την παντρέψει με έναν πλούσιο ευγενή. Οπότε, σε όλο το μπαλέτο προσπαθεί να τους κερδίσει όλους με το ταπεραμέντο του. Τεχνικά, είναι μια πολύ απαιτητική παράσταση, αλλά σου προσφέρει μεγάλα υποκριτικά περιθώρια, μια ελευθερία.

Στην πρεμιέρα στην Αθήνα –όπως και σε κάθε πρεμιέρα– είχα ένα κάποιο άγχος. Έχω ερμηνεύσει πολλές φορές τον ρόλο του Μπαζίλιο, οπότε νιώθω σιγουριά, ήταν όμως το ντεμπούτο της παρτενέρ μου, της Μάντισον Γιανγκ, στον ρόλο της Κίτρι και ήθελα να τη στηρίξω.

Η χορογραφία στον «Δον Κιχώτη» είναι πολύ ευχάριστη και ο θεατής δεν συνειδητοποιεί πόσο δύσκολη είναι. Αλλά αυτό πρέπει να κάνει ο χορευτής, να παρασύρει το κοινό με την ερμηνεία και να το κάνει να ξεχνάει την τεχνική – διαφορετικά το μπαλέτο θα έχανε τη μαγεία του.

Ο Βίκτορ Καϊσέτα ερμήνευσε τον ρόλο του Μπαζίλιο στις τρεις πρώτες παραστάσεις του μπαλέτου «Δον Κιχώτης», σε χορογραφία Τιάγκο Μπορντίν – βασισμένη στην αρχική εκδοχή του Μαριύς Πετιπά. Θα ακολουθήσουν στον ίδιο ρόλο οι Οσιέλ Γκουνεό (15, 20 & 22/12), Εσνέλ Ράμος (24, 26 & 28/12) και Γιώργος Χατζόπουλος (4/1/2025). Κλείσε εισιτήρια

SLOW MONDAY NEWSLETTER

Θέλεις να αλλάξεις τη ζωή σου; Μπες στη λογική του NOW. SLOW. FLOW.
Κάθε Δευτέρα θα βρίσκεις στο inbox σου ό,τι αξίζει να ανακαλύψεις.