ΒΙΚΥ ΒΟΛΙΩΤΗ: «Η ΥΙΟΘΕΣΙΑ ΣΟΥ ΧΑΡΙΖΕΙ ΜΙΑ ΥΓΙΗ, ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ»
Η υιοθεσία της μικρής Άννας από την Αιθιοπία έδωσε στην ηθοποιό Βίκυ Βολιώτη και τον σύζυγό της μία ευτυχισμένη, πλήρη οικογένεια, όπως την είχε φανταστεί. Και λίγο καλύτερη. Πόσο εύκολη όμως είναι η ζωή μιας πολύχρωμης οικογένειας στην Ελλάδα του σήμερα; Πόσο δυσκολεύτηκε να μιλήσει στο παιδί για την ιστορία του και τι ανησυχίες έχει ως μαμά; Οι απαντήσεις της στη συνέντευξη που ακολουθεί.
Το ραντεβού μου με τη Βίκυ Βολιώτη και τη δική της οικογενειακή πραγματικότητα έχει οριστεί ένα ηλιόλουστο μεσημέρι Σαββάτου στο σπίτι της. Όταν η πόρτα ανοίγει κι εκείνη με υποδέχεται με ένα ζεστό χαμόγελο, δεν ακούγονται παιδικές φωνές, ούτε χαρούμενα ποδοβολητά.
Στον ενιαίο χώρο κουζίνας-σαλονιού με τη mix n’ match αισθητική δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να μαρτυράει παιδική παρουσία. Μόνο ένας μικρός σκύλος –τον λατρεύω με την πρώτη ματιά– ο οποίος έφτασε στο σπίτι ειδικά για την Άννα, την 8χρονη κόρη της, που αποζητούσε την παιχνιδιάρικη παρέα ενός τετράποδου φίλου.
Η Βίκυ Βολιώτη μου έχει ζητήσει να μην φωτογραφηθεί το παιδί, ούτε ο χώρος του, ούτε καν τα αντικείμενά του και αυτό είναι κάτι απολύτως κατανοητό και σεβαστό. Μιας κι ένα μικρό παιδί δεν μπορεί να αποφασίσει αν θα εκτεθεί ή όχι, εμείς ως ενήλικες οφείλουμε να σεβαστούμε τα όρια της προσωπικής του ζωής.
Η Άννα δεν είναι το βιολογικό παιδί της ηθοποιού Βίκυς Βολιώτη και του διευθυντή φωτογραφίας Σίμου Σαρκετζή. Γεννήθηκε πριν από 8 χρόνια στην Αιθιοπία και υιοθετήθηκε από τους γονείς της προτού καν κλείσει χρόνο, μέσω του συστήματος διακρατικών υιοθεσιών.
Η απόφαση μιας υιοθεσίας
Το τελευταίο διάστημα βλέπω όλο και περισσότερες ελληνικές οικογένειες με έγχρωμα παιδιά και αυτό είναι κάτι που μου γεννάει μια αβίαστη ευφορία, μια αισιοδοξία για τις ποιότητες των ανθρώπων που αποφασίζουν κάτι τέτοιο, αλλά και για την ίδια την κοινωνία. Παρ’ όλα αυτά, δεν μου φαίνεται μια εύκολη απόφαση. Σε αντίθεση με εκείνη.
«Έχω βαρεθεί να με ρωτούν πώς και γιατί πήρα την απόφαση να προχωρήσω σε μια υιοθεσία. Για μένα ήταν κάτι πολύ αυτονόητο, που δεν χρειάστηκε να το σκεφτώ, ούτε να το κουράσω πολύ. Δεν δυσκολεύτηκα να το αποφασίσω, ανέκαθεν ήθελα να υιοθετήσω ένα παιδί», μου λέει και κάπως έτσι διαγράφω την πρώτη από τις ερωτήσεις μου, τη βαρετή.
Αν η απόφαση της υιοθεσίας ήταν εύκολη, πόσο εύκολο ήταν να μιλήσει στο παιδί για αυτήν; «H στιγμή που θα μιλήσεις στο παιδί για πρώτη φορά για την υιοθεσία είναι αρκετά κρίσιμη. Γιατί το βασικό που σε απασχολεί είναι το πώς θα το ακούσει το παιδί, πώς θα το φιλτράρει. Από πολύ νωρίς της έλεγα την ιστορία της ζωής μας και της οικογένειάς μας. Για μένα είναι αυτονόητο ότι πρέπει να πεις από νωρίς την αλήθεια. Το τι θα αποκαλύψεις κάθε φορά στο δείχνει το παιδί με τις ερωτήσεις του».
Διακρατικές υιοθεσίες στην Ελλάδα του σήμερα
Στην Ελλάδα, η γραφειοκρατία για να υιοθετήσει κανείς ένα παιδί από ένα ίδρυμα παιδικής προστασίας δεν είναι μικρή. Μάλιστα, πριν από τον νόμο 4538/2018, ο χρόνος αναμονής για τους υποψήφιους γονείς μπορεί να έφτανε τα 6 έτη, γεγονός που είτε αποθάρρυνε πολλά ζευγάρια, είτε τα «ανάγκαζε» να καταφύγουν σε μη νόμιμες μεθόδους απόκτησης ενός παιδιού. Για τον λόγο αυτό θεσπίστηκε για πρώτη φορά ανώτατο όριο αναμονής για τις διαδικασίες της αναδοχής και της υιοθεσίας. Πλέον, ο προβλεπόμενος χρόνος υιοθεσίας ορίζεται στους 8-12 μήνες.
Ένα άλλο κώλυμα είναι η ηλικία των παιδιών προς υιοθεσία. Μάλλον ευτυχώς στη χώρα μας δεν υπάρχουν πολλά μωρά για υιοθεσία και, αφού οι περισσότεροι επιθυμούν –και δικαίως– να ζήσουν όλες τις φάσεις ενός παιδιού από τη βρεφική ηλικία, αρκετά ζευγάρια στρέφονται πλέον στο εξωτερικό. Σε χώρες σαν την Αιθιοπία, το σύστημα διακρατικών υιοθεσιών βοηθάει πολλά μωρά που θα έμεναν χωρίς γονείς και πολλούς γονείς στα ανεπτυγμένα κράτη που θα έμεναν χωρίς παιδιά.
Η διακρατική υιοθεσία ρυθμίζεται από τη Διεθνή Σύμβαση της Χάγης, την οποία η Ελλάδα κύρωσε το 2009. Οι ουσιαστικές προϋποθέσεις για τη σύσταση και τη λύση της υιοθεσίας ρυθμίζονται από το δίκαιο της ιθαγένειας του κάθε μέρους. Η διαδικασία μιας διακρατικής υιοθεσίας μπορεί να διαρκέσει από 1 έως 3 χρόνια, ανάλογα με τους νόμους της ξένης χώρας. Οι υποψήφιοι γονείς, όμως, που πρέπει να είναι 30-60 ετών, περνάνε από αξιολόγηση στη χώρα τους. Ο φάκελος της υιοθεσίας συντάσσεται εκεί.
Η οικογένεια της Άννας που γεννήθηκε στην Αιθιοπία
Οι γονείς της Άννας χρειάστηκε να κάνουν κάποια ταξίδια στην Αιθιοπία. Η μητέρα της την πρωτοπήρε αγκαλιά όταν ήταν 30 ημερών και την έφερε στην Ελλάδα οριστικά σε ηλικία 8 μηνών. Από τότε, σύμφωνα με τους νόμους της Αιθιοπίας, ένας κοινωνικός λειτουργός τους επισκέπτεται κάθε χρόνο για να διαπιστώσει ότι όλα πάνε καλά και να συντάξει την έκθεσή του προς τις αρμόδιες αιθιοπικές αρχές.
Και πράγματι όλα πάνε καλά. «Η Άννα είναι ένα πολύ δυναμικό παιδί, που διεκδικεί, έχει πολύ χιούμορ, απεχθάνεται τις φωνές και την ένταση και είναι πολύ πολύ τρυφερή, αλλά δυστυχώς καθόλου χαδιάρα. Είναι ένα χαρούμενο παιδί που θέλω να κάνω παρέα. Κι αυτό είναι κάτι που δεν περίμενα να μου συμβεί. Μου αρέσει να βλέπουμε μαζί παιδικές ταινίες, να της διαβάζω βιβλία, να πηγαίνουμε σε μουσεία και να τρώμε έξω. Τη γουστάρω σαν χαρακτήρα, μου αρέσει ο τρόπος που υπάρχει», μου λέει για εκείνη η μαμά της, ενώ τα μάτια της πετάνε σπίθες.
ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΜΑΣ ΑΠΟΔΕΧΟΜΑΣΤΕ ΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ ΟΤΙ ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΑΤΙ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟ. ΠΡΟΣΠΑΘΟΥΜΕ ΝΑ ΜΑΘΟΥΜΕ ΣΤΗΝ ΑΝΝΑ ΝΑ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΕΙ Η ΙΔΙΑ ΜΕ ΚΑΘΑΡΟΤΗΤΑ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΣΧΟΛΙΑ.
Στην καθημερινότητα της οικογένειας μπορεί να μην υπάρχει ρουτίνα, λόγω της δουλειάς της μαμάς και του μπαμπά, πράγμα που δεν αρέσει καθόλου στη μικρή, όπως μαθαίνω. Υπάρχει όμως το «μαζί», όλες εκείνες οι στιγμές που δένουν τα μέλη μιας οικογένειας, οι μαζώξεις, τα τραπέζια. «Μία από τις πιο σημαντικές αναμνήσεις μου, οι οποίες είναι κυτταρικές πια, είναι τα κυριακάτικα γεύματα με όλη μαζί την οικογένεια – πάντα υπάρχει γιαγιά και παππούς σε αυτό. Για μένα αυτό είναι οικογένεια: Η αίσθηση της συνεύρεσης των ανθρώπων που μοιράζονται κάτι από πάντα, που τους δένει το “αίμα” με την ευρεία έννοια, χωρίς να υπάρχει τίποτε σκοτεινό και κακό μεταξύ τους. Το να μαζεύεται η οικογένεια και να είμαστε όλοι μαζί είχε μια απίστευτη θαλπωρή, μια ζεστασιά, και αυτό θέλω να δώσω και στην Άννα. Να μπορεί να ανακαλεί αυτές τις αναμνήσεις. Το βλέπω άλλωστε ότι της είναι πολύ σημαντικό να μας έχει όλους, της δίνει μια αίσθηση δύναμης και ασφάλειας», μου λέει όταν τη ρωτώ τι σημαίνει για εκείνη οικογένεια.
Οι σχέσεις με τους άλλους
Πώς φαίνεται όμως η δική της πολύχρωμη οικογένεια στους άλλους; Αντιμετωπίζει αδιάκριτα σχόλια; Υφίσταται κάποιο είδος ρατσισμού; «Όχι, κανένα. Τα μικρά παιδιά, βέβαια, οι φίλοι της, της κάνουν εύλογα ερωτήσεις. Δεν το θεωρώ ούτε παράλογο, ούτε αδιάκριτο. Είναι αυτονόητο για ένα παιδί να ρωτήσει από περιέργεια “γιατί το δέρμα σου είναι πιο σκούρο;”. Η απάντηση είναι: “γιατί εγώ γεννήθηκα στην Αφρική”. Η Άννα έχει μάθει να απαντάει. Στην οικογένειά μας αποδεχόμαστε το γεγονός ότι υπάρχει κάτι διαφορετικό, δεν το αρνούμαστε, και ανάλογα με την όρεξη και τη διάθεση της στιγμής έρχονται και οι απαντήσεις. Προσπαθούμε να μάθουμε στην Άννα να αντιμετωπίζει η ίδια με καθαρότητα τα όποια σχόλια. Και το κάνει. Αν και τον τελευταίο καιρό δεν τη ρωτάνε πλέον. Ίσως επειδή τα παιδιά του σχολείου την έχουν μάθει και ο κύκλος της είναι συγκεκριμένος».
Εκείνη τη στιγμή χτυπάει το τηλέφωνο. Διακόπτουμε την κουβέντα μας για να κανονιστεί ένα playdate με τους φίλους της μικρής. Ένα playdate έχει πάντα προτεραιότητα όταν έχεις μικρό παιδί, όλοι το ξέρουν αυτό. Κοιταζόμαστε συνωμοτικά. Βλέπω στα μάτια της ότι το περίμενε αυτό το τηλεφώνημα. «Ακούω κάποιες φίλες που αναπολούν τη μωρουδιακή φάση, εγώ όχι. Ωραία η φάση του μωρού, αλλά πιο ωραία είναι τώρα», μου λέει.
Πώς «γεννιέται» το υιοθετημένο μωρό
Τη ρωτάω αν βίωσε άγχος με το μωρό. «Εννοείς αν πήγαινα να δω αν αναπνέει το βράδυ; Και 20 φορές μέσα στη νύχτα! Κάποιες φορές, όταν ήταν πολύ ήσυχη, έβαζα το αυτί μου πάνω στο στόμα της. Είχα πολύ άγχος, συνέχεια. Είτε γεννάς, είτε υιοθετείς ένα παιδί, το δεδομένο είναι ότι έρχεται ένα μωρό στο σπίτι και δεν ξέρεις τι να κάνεις, όλα είναι καινούργια».
Πώς όμως «γεννιέται» ένα υιοθετημένο παιδί; Ποια ήταν τα στοιχεία που την έκαναν μητέρα πρώτα στο μυαλό και μετά στη ζωή της; «Δεν μπορώ να πω με σιγουριά τι ήταν αυτό που γέννησε την επιθυμία μου. Ξέρω όμως ότι δεν είχα ποτέ διακαή πόθο να μείνω έγκυος, να κάνω το δικό μου παιδί. Δεν ήταν από τα πράγματα που είχα ως στόχο στη ζωή μου. Έλεγα πάντα ότι αν είναι να αποκτήσω παιδί, θα ήθελα πολύ να υιοθετήσω. Υπήρχε η επιθυμία να προσφέρω σε ένα παιδί το οποίο μπορεί να μην είχε εξαρχής τα εφόδια για μια καλή ζωή. Αλλά μεγάλο ρόλο έπαιξε και το ότι ο Σίμος ήθελε το ίδιο. Η επιθυμία μου λοιπόν διαμορφώθηκε και σε σχέση με τη δική του επιθυμία. Το να γίνεις γονιός έχει να κάνει με πολύπλοκους, προσωπικούς υπαρξιακούς μηχανισμούς. Μερικές φορές σκέφτομαι αν ενισχύθηκε αυτή μου η επιθυμία από το γεγονός ότι έχασα τη μητέρα μου εκείνη την περίοδο, αλλά δεν ξέρω σε ποιον βαθμό».
ΔΕΝ ΘΑ ΗΘΕΛΑ ΚΑΠΟΙΟΣ ΝΑ ΠΑΡΕΙ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΑΠΟ ΜΕΝΑ ΚΑΙ ΝΑ ΚΑΝΕΙ ΚΑΤΙ ΓΙΑ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΤΟΙΜΟΣ. ΘΑ ΗΘΕΛΑ ΟΜΩΣ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΚΑΤΑΝΟΗΤΟ ΟΤΙ Η ΥΙΟΘΕΣΙΑ ΕΙΝΑΙ ΚΑΤΙ ΕΥΚΟΛΟ ΚΙ ΩΡΑΙΟ.
Πώς διαμορφώνει τη νέα μας οικογένεια η παλιά;
Η μητέρα της Βίκυς Βολιώτη ήταν Γερμανίδα και εκείνη γεννήθηκε και έζησε τα πρώτα 5 χρόνια της ζωής της στη Γερμανία. Έπαιξε ρόλο η δική της διαπολιτισμική οικογένεια στην απόφασή της να προχωρήσει σε μια διαπολιτισμική υιοθεσία; «Δεν ξέρω. Σίγουρα το ότι μεγάλωσα σε μια οικογένεια δύο πολιτισμών, οι οποίοι μπορεί να μην διαφέρουν ως προς το χρώμα, αλλά διαφέρουν τρομακτικά ως προς τη νοοτροπία και την αντίληψη των πραγμάτων, με έκανε να καταλάβω πόσο δύσκολο είναι να συνυπάρχουν άνθρωποι από διαφορετικές κουλτούρες. Γιατί δεν ήταν εύκολο ούτε στη δική μας οικογένεια…»
Δεν ήταν όμως εύκολο ούτε για την ίδια ως παιδί σε μία «ξένη» κοινωνία. «Αντιμετώπισα δυσκολίες που με πλήγωναν πολύ. Φράσεις όπως “εσύ είσαι Γερμανίδα, δεν καταλαβαίνεις” ή “είσαι απ’ αλλού, οπότε μην μιλάς” προέκυπταν κάθε φορά που υπήρχε μια σύγκρουση με τους φίλους μου. Η καταγωγή μου εμφανιζόταν ως ελάττωμα, ως κάτι που με διαχώριζε από τους άλλους και με έκανε διαφορετική, κάποια που δεν ανήκει στην ομάδα».
Λένε ότι οι γονείς «επιλέγουν» τα παιδιά τους για να ξαναζήσουν τη δική τους ιστορία αλλιώς. Φτιάχνουν ασυνείδητα μια πραγματικότητα στην οποία μπορούν μέσα από το παιδί τους να δουν τον εαυτό τους να αντιμετωπίζει τα πράγματα αλλιώς και να νικάει. Στο συνειδητό επίπεδο, πάντως, η ίδια είναι συνεχώς σε ετοιμότητα να αποκρούσει κάθε ναρκισιστικό στοιχείο του γονεϊκού ρόλου που ενδεχομένως εισβάλλει ανάμεσα σε εκείνη και τη μικρή Άννα: «Από τα πιο βασικά πράγματα που πρέπει να προσέχει κανείς ως γονιός είναι να μην προβάλει στο παιδί τις δικές του επιθυμίες, τα δικά του τα θέλω, τα δικά του προβλήματα, τα κόμπλεξ, όλα αυτά που κουβαλάει από τη δική του οικογένεια. Αυτή είναι η μεγαλύτερη δουλειά που πρέπει να κάνει ένας γονιός. Είναι πολύ δύσκολο, βέβαια, γιατί το παιδί σου είναι ένα κομμάτι δικό σου με την έννοια ότι το διαμορφώνεις και εσύ. Πρέπει όμως να θυμάσαι πάντα ότι το παιδί σου είναι ένας άλλος άνθρωπος. Μπορεί να το μεγαλώνεις εσύ, αλλά δεν είναι δικό σου. Είναι του εαυτού του».
Η ελληνική κοινωνία και η διαφορετική οικογένεια
Αισθάνεται ενοχές; «Συνέχεια. Ότι κάτι δεν κάνω καλά, ότι δεν της μίλησα σωστά, ότι θύμωσα ενώ δεν έπρεπε… Όλη την ώρα αισθάνομαι ενοχές. Αλλά νομίζω ότι αυτό είναι πρόβλημα της δικής μας γενιάς. Τα έχουμε κάνει πιο πολύπλοκα τα πράγματα. Βλέπουμε το δέντρο και χάνουμε το δάσος. Χάνουμε την απλότητα και τη χαρά. Έχω μια αίσθηση ότι παλιά τα παιδιά μεγάλωναν πιο αβίαστα, πιο απλά και ήταν περισσότερο “του εαυτού τους”. Τώρα δίνουμε πολλή σημασία σε λεπτομέρειες που δεν ξέρω αν έχουν νόημα και τα φορτώνουμε υπερβολικά».
Είναι ολοφάνερο ότι έχω απέναντί μου τη μητέρα μιας οικογένειας με τις ίδιες με μένα ανησυχίες. Μιας τυπικής οικογένειας της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας, που όμως στα μάτια αυτής της κοινωνίας μπορεί να μην μοιάζει τόσο τυπική. Είναι η ελληνική κοινωνία ανοιχτή στον διαφορετικό τύπο οικογένειας; «Δεν ξέρω πραγματικά πόσο ανοιχτή είναι η ελληνική κοινωνία. Έχουμε δείγματα και προοδευτικότητας και ακραίου συντηρητισμού. Θα έλεγα ότι είμαστε μια πολύ μπερδεμένη κοινωνία. Οι Έλληνες είμαστε τρομερά αντιφατικοί, πιστεύω ότι δεν προσπαθούμε να βγάλουμε ένα συμπέρασμα ο καθένας μόνος του γι’ αυτά που θέλει και πιστεύει, το οποίο δημιουργεί διάφορες παρεξηγήσεις. Πάντως, όσον αφορά το θέμα της οικογένειας νομίζω ότι έχει αρχίσει να ανοίγει ένα παράθυρο. Μέχρι πριν από 5 χρόνια δεν θα συζητούσαμε καν το θέμα του ξένου ωαρίου, για παράδειγμα. Οπότε, ναι, πιστεύω ότι προχωράμε».
Η υιοθεσία είναι εύκολη και όμορφη
Θεωρεί ότι και η δική της επιλογή θα μπορούσε να λειτουργήσει ως παράδειγμα για να προοδεύσει η κοινωνία; «Το τι θα κάνει ο καθένας στη ζωή του θα έπρεπε να είναι μια προσωπική απόφαση, οπότε πρέπει να είναι πολύ σίγουρος γι’ αυτό που πάει να κάνει. Δεν θα ήθελα δηλαδή κάποιος να πάρει παράδειγμα από μένα και να κάνει κάτι για το οποίο δεν είναι έτοιμος. Από αυτή την οπτική, δεν θα ήθελα να αποτελέσω παράδειγμα. Θα ήθελα όμως να γίνει κατανοητό ότι η υιοθεσία είναι κάτι εύκολο κι ωραίο. Θα ήταν πολύ όμορφο να δει κάποιος ότι μπορεί μια οικογένεια με υιοθετημένο παιδί να είναι μια ευτυχισμένη οικογένεια, μια υγιής οικογένεια, που δεν διαφέρει σε τίποτα από μια οικογένεια με βιολογικά παιδιά».