ΣΟΦΙΑ ΒΑΡΗ: ΠΟΙΑ ΗΤΑΝ Η ΜΕΓΑΛΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΣ
Η ζωγράφος και γλύπτρια Σοφία Βάρη έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 83 ετών, αφήνοντας πίσω της μια καλλιτεχνική παρακαταθήκη εμποτισμένη με την αγάπη της για την Ελλάδα.
Είχα πάρει για πρώτη φορά συνέντευξη από τη Σοφία Βάρη στα μέσα Μαΐου του 2008. Τότε ετοίμαζε την έκθεση «Sculptures Monumentals», στο Μονακό, με 15 μνημειώδη γλυπτά της τοποθετημένα σε στρατηγικά σημεία της Place du Casino, υπό την αιγίδα του Πρίγκιπα Αλβέρτου. Δεκαπέντε χρόνια μετά, εκεί άφησε την τελευταία της πνοή, σε ηλικία 83 ετών.
Το Μόντε Κάρλο ήταν ένα από τα μέρη στα οποία διέμενε με τον σύζυγό της, τον φημισμένο Κολομβιανό καλλιτέχνη Φερνάντο Μποτέρο. Ως βάση της, όμως, δεν θεωρούσε κανένα από τα σπίτια της στα διάφορα μέρη του κόσμου.
«Η βάση μου είναι το ατελιέ μου, το στούντιό μου, εκεί που δουλεύω», μου είχε πει. Από το λιλιπούτειο ατελιέ της στο Παρίσι μέχρι εκείνο στην Πιετρασάντα της Ιταλία –όπου θα σκορπιστεί η τέφρα της– και βέβαια στην Ερέτρια, όπου εκείνη την περίοδο είχε αποκτήσει σπίτι για να περνάει μέρος του χρόνου στην πατρίδα της. «Το έχω ανάγκη να γυρίζω στην Ελλάδα», έλεγε. «Όπως κανείς πρέπει να πιει όταν διψάει ή να φάει όταν πεινάει».
Η Σοφία Βάρη που γνώρισα
Πανύψηλη, φινετσάτη και ευγενής, η Σοφία Βάρη είχε γεννηθεί το 1940 και δεν έκρυβε την ηλικία της. «Όταν είναι κανείς καλλιτέχνης, υπάρχουν βιβλία και κατάλογοι που δείχνουν τουλάχιστον πόσα χρόνια δουλεύει, οπότε εύκολα μπορεί να υποθέσει κανείς πόσων ετών είναι», είχε επισημάνει, για να προσθέσει όμως κάτι πιο ουσιαστικό: «Και να μπορούσα να το κρύψω, δεν νομίζω ότι θα άλλαζε κάτι. Αντιθέτως. Αν δεν μεγαλώναμε, δεν θα ζούσαμε. Το να υπάρχει κανείς και να μπορεί να δημιουργεί είναι σπουδαιότερο από οτιδήποτε άλλο.
»Είμαι πολύ ευχαριστημένη που βαδίζω στα 68 και κάνω εκείνο που ονειρευόμουν σε όλη μου τη ζωή. Το μόνο που ελπίζω είναι να έχω αρκετά χρόνια μπροστά μου, για να κάνω επιτέλους κάτι καλύτερο – διότι, κάθε φορά που τελειώνω μια δουλειά, έχω την ελπίδα ότι η επόμενη θα είναι η καλύτερη».
Η Βάρη και η τέχνη
Η ενασχόληση της Σοφίας Βάρη με την τέχνη είχε προκύψει ως ζωτική ανάγκη. «Δεν είναι ότι αποφάσισα να γίνω καλλιτέχνης», είχε επισημάνει. «Απλώς δεν μπορούσα να κάνω διαφορετικά. Αν το επιχειρούσα, θα ήταν σαν να προσπαθούσα να μην αναπνέω».
Παρόλο που το έργο της απολάμβανε πια διεθνή αναγνώριση, όταν έκανε τα πρώτα της βήματα τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά. «Μην ξεχνάτε πως ήτανε μια άλλη εποχή», έλεγε. «Για μια κοπέλα που ήθελε να ασχοληθεί με την τέχνη, ιδιαίτερα τη ζωγραφική και τη γλυπτική, τα πράγματα ήταν πιο δύσκολα».
Αυτός ήταν ένας από τους λόγους που δεν χρησιμοποίησε το πατρικό της, αλλά επέλεξε το επώνυμο Βάρη, από την περιοχή της Αττικής στην οποία βρισκόταν το σπίτι τους. «Ήθελα να πάρω πάνω μου όλη την ευθύνη, να μην ανακατέψω τίποτα από την οικογένεια και το παρελθόν μου», εξηγεί. «Εξάλλου έβρισκα πως το Κανελλοπούλου ήταν λίγο μεγάλο».
Ο δρόμος προς την καταξίωση
Ανατρέχοντας στο ξεκίνημα της καριέρας της, είχε εξομολογηθεί: «Μεγαλώνοντας σε ένα περιβάλλον προστατευμένο, στην αρχή είχα τη μεγάλη τύχη να μην πρέπει να ζήσω από τη δουλειά μου. Η γλυπτική, βέβαια, με την αρχαϊκή της έννοια, ήταν κάτι πολύ δύσκολο και πολυέξοδο, οπότε ξεκίνησα από τη ζωγραφική. Όταν χρειάστηκε να βασιστώ αποκλειστικά και μόνο στις δυνάμεις μου, σκέφτηκα να οργανώσω ένα είδος σεμιναρίων για επίδοξους ζωγράφους. Προσπαθούσα να τους μυήσω στην τέχνη, τους πήγαινα σε μουσεία, δουλεύαμε και πειραματιζόμασταν μαζί. Δεν ξέρω αν έκανα καλλιτέχνες, γιατί εν τέλει δεν ήμουνα δασκάλα, νομίζω όμως έκανα πολλούς συλλέκτες, κι έμαθα η ίδια πάρα πολλά. Καθώς προσπαθείς να εξηγήσεις κάτι στον άλλο και να τον κάνεις να το νιώσει, τελικά το κατανοείς καλύτερα κι εσύ – γι’ αυτό συνέχισα τα μαθήματα ακόμα κι όταν δεν είχα πια ανάγκη».
Όταν ξεκίνησε τη γλυπτική, άφησε τη ζωγραφική πίσω της, για να την ανακαλύψει εκ νέου όταν της έλειψε το χρώμα. Κάποια στιγμή τα δυο «ενώθηκαν», με την προσθήκη χρώματος σε γλυπτά της. «Είτε το ένα κάνω, είτε το άλλο, το πρωταρχικό μου πιστεύω είναι ένα», τόνιζε. «Άλλοτε το εκφράζω με όγκο, άλλοτε με χρώμα, άλλοτε με μια σύνθεση. Πάντως, όταν είμαι μπροστά σε ένα τελάρο ξεχνάω πως είμαι γλύπτρια και το αντίστροφο».
Όλα είναι σύνθεση
Η Σοφία Βάρη παραλλήλιζε την εικαστική δημιουργία με τη μουσική σύνθεση. «Νομίζω είναι ο καλύτερος τρόπος να εξηγήσει κανείς την αφηρημένη τέχνη», μου είχε πει. «Γιατί πάντα με ρωτάνε: Από πού ξεκινάς; Γιατί; Είναι σαν μια μελωδία. Η μια νότα φέρνει την άλλη και οι δυο μαζί την τρίτη. Είναι μια σύνθεση, όπου παίζει ρόλο ο άξονας, ο όγκος, η αρμονία μεταξύ τους, όλα».
«Η ενασχόληση με την τέχνη είναι πάντα ένα ρίσκο», εκτιμούσε η Σοφία Βάρη. «Όποιος ακολουθεί αυτό το δρόμο οφείλει να αποδεχτεί ότι διαφοροποιείται από τον υπόλοιπο κόσμο. Μπορεί μεν όταν υπάρχει επιτυχία να φαίνονται όλα εξαιρετικά, η επιτυχία όμως –και δεν εννοώ την αναγνώριση και τη δόξα, αλλά το να μπορεί ένας καλλιτέχνης να ζήσει από τη δουλειά του– έρχεται πάρα πολύ δύσκολα».