ΠΩΣ ΘΑ ΩΦΕΛΗΘΕΙΣ ΑΝ ΒΑΛΕΙΣ ΣΤΗ ΖΩΗ ΣΟΥ ΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ
Η ποίηση είναι λόγος, μα είναι και φάρμακο. Είναι ένα ταξίδι σε άγνωστη χώρα και δεν θα σου κοστίσει παρά μόνο λίγο από τον χρόνο σου. Βάλε τη στην καθημερινότητά σου και θα μας θυμηθείς.
Σύμφωνα με την τελευταία έρευνα από τον Οργανισμό Συλλογικής Διαχείρισης Έργων του Λόγου, το ποσοστό των Ελλήνων που διαβάζει περισσότερα από πέντε βιβλία τον χρόνο δεν ξεπερνά το 31%. Από αυτά, το μεγαλύτερο ποσοστό καταλαμβάνουν τα ελληνικά και μετά τα ξενόγλωσσα μυθιστορήματα (ιδιαίτερα τα αστυνομικά), ακολουθούν τα εκπαιδευτικά βιβλία, ενώ έπονται τα ιστορικά και τα σχετικά με την οικονομία. Μόλις το 1% των φιλαναγνωστών διαβάζει ποίηση, πράγμα που σε κάνει να απορείς, αν έχεις την τύχη να μιλάς την ίδια γλώσσα με τον Σεφέρη και τον Ελύτη, τον Καβάφη και τον Ρίτσο.
Θα μου πεις, διαβάζουν και τα παιδιά ποίηση στο σχολείο. Όμως, κάτι πρέπει να πηγαίνει πολύ λάθος στη διδασκαλία της, ώστε να φτάνουν στα 18 σχεδόν να τη μισήσουν. Από την άλλη, διδάσκεται η ποίηση; Καλούν οι φιλόλογοι τους έφηβους να βρουν τις σημειολογίες στις «Θερμοπύλες» του Καβάφη – μα ήταν άραγε αυτός ποτέ ο σκοπός του; Ζήτησαν ποτέ οι ποιητές να τους καταλάβουμε και να τους αναλύσουμε;
«Η ποίηση πρέπει να σημαδεύει το κεφάλι και να πετυχαίνει την καρδιά», είχε γράψει κάποτε ο Αργύρης Χιόνης – πόσο πιο λιανά να στο κάνει; Αν δώσεις στην ποίηση μια ευκαιρία ένα ήσυχο βράδυ, αν έχεις την τύχη να τη βρεις μπροστά σου, αν σε πετύχει στη σωστή στιγμή που δεν θα βιάζεσαι, αν συντονιστεί με κάποιον νευρώνα στο υποσυνείδητό σου, την αισθάνεσαι.
Δεν συμβαίνει πάντα, ούτε εύκολα. Μα όταν συμβεί, όταν φτάσει στην καρδιά, μπορεί να την τρυπήσει.
Γιατί να βάλεις στη ζωή σου την ποίηση
Διάβαζα πρόσφατα ένα άρθρο της συμβούλου ψυχικής υγείας Tee Twyford, η οποία έλεγε ότι ξεκινά κάθε εβδομάδα της διαβάζοντας ένα ποίημα. Κάθε Δευτέρα πρωί λαμβάνει το newsletter του αγαπημένου της βιβλιοπωλείου, που περιλαμβάνεται πάντα ένα ποίημα το οποίο φροντίζει να διαβάζει με προσοχή. Πολλές φορές, μάλιστα, το αποθηκεύει για να μπορέσει να επιστρέψει σε αυτό ανά πάσα στιγμή.
Επιπλέον, κάθε φορά που πετυχαίνει ένα ποιητικό απόσπασμα που τη συγκινεί, φροντίζει να το «κρατά», είτε διασώζοντάς το ψηφιακά είτε γράφοντάς το σε ένα κομμάτι χαρτί.
Η ίδια λέει: «Με ανακουφίζει η ιδέα ότι το πρώτο email που λαμβάνω κάθε Δευτέρα πρωί δεν έχει να κάνει με δουλειά. Δεν με καλεί να κάνω κάτι, να σκεφτώ κάτι, να προγραμματίσω κάτι, παρά μόνο να αισθανθώ και να απολαύσω για μερικά λεπτά την ομορφιά ενός ποιήματος.
»Η ποίηση με συγκινεί αφάνταστα. Γιατί σε μια γεμάτη καθημερινότητα, που δεν προλαβαίνουμε ούτε να παρατηρήσουμε τι καιρό έχει έξω, η ποίηση έχει τη δύναμη να βάλει λέξεις σε ένα συναίσθημα ικανό να σε ακινητοποιήσει. Η ποίηση σε προκαλεί, εκφράζει αυτά που νιώθεις με τον πιο άρτιο τρόπο και σε εμπνέει ενίοτε να κινητοποιηθείς».
Η Twyford ανατρέχει σε παλαιότερες μελέτες που κατέληξαν στο ότι η ποίηση μας βοηθά να εκδηλώσουμε τα συναισθήματά μας, ενώ μας ενθαρρύνει να σκάψουμε βαθύτερα μέσα μας.
Η ΠΟΙΗΣΗ ΕΧΕΙ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΝΑ ΕΠΙΒΡΑΔΥΝΕΙ ΚΑΙ ΝΑ ΕΛΕΓΧΕΙ ΤΟΝ ΡΥΘΜΟ ΤΗΣ ΑΝΑΠΝΟΗΣ ΜΑΣ.
Η ποίηση, όπως ανακάλυψαν ερευνητές από τα Πανεπιστήμια του Plymouth και του Nottingham Trent, αποδείχτηκε πολύτιμη κατά την περίοδο την πανδημίας: Πολλοί άνθρωποι που είχαν τις ημέρες της καραντίνας τον χρόνο να διαβάσουν, να συζητήσουν ή και να γράψουν ποίηση παρατήρησαν χάρη σε αυτήν «εμφανώς θετικό αντίκτυπο στην ευημερία τους». Περισσότεροι από τους μισούς ανέφεραν ότι η ποίηση τους βοήθησε να αντιμετωπίσουν τη μοναξιά, την απομόνωση, καθώς και συμπτώματα άγχους ή κατάθλιψης.
Άλλες έρευνες έχουν δείξει πως όταν διαβάζουμε δυνατά ένα ποίημα μπορεί να ενεργοποιήσουμε μέσα μας την απόκριση της χαλάρωσης, επιφέροντας μια αίσθηση ηρεμίας. Κι αυτό γιατί η ποίηση έχει την ιδιότητα να επιβραδύνει και να ελέγχει τον ρυθμό της αναπνοής μας, ο οποίος με τη σειρά του διεγείρει το παρασυμπαθητικό σύστημα του εγκεφάλου, που αναλαμβάνει να κατευνάσει το στρες.
Την ίδια ώρα, καταλήγει η ειδικός, βάζοντας στη ζωή σου την ποίηση με κάποια συνέπεια, αποκτάς μια συνήθεια που σε κάνει να νιώθεις καλά και σου δημιουργεί ευκαιρίες για σύνδεση. «Πολλές φορές μοιράζομαι ένα ωραίο ποίημα με τα παιδιά μου ή με κάποια φίλη. Και συχνά συμβαίνει να μου στέλνουν ένα ποίημα στα μέσα της εβδομάδας και αυτό να αποτελεί την καλύτερη στιγμή της ημέρας μου, να μιλά στην καρδιά μου».
Δώσε στην ποίηση μια ευκαιρία
Δεν θα σε βάλω να πας στο βιβλιοπωλείο και να ζητήσεις τις ποιητικές συλλογές του Σεφέρη και του Καβάφη. Ο λόγος είναι ότι «Σε βρίσκει η ποίηση», όπως πολύ εύστοχα τιτλοφόρησε μία από τις τελευταίες συλλογές του ο Τίτος Πατρίκιος, που δεν θα μπορούσε να το περιγράψει με μεγαλύτερη ακρίβεια:
Εκεί που αναρωτιέσαι για πράγματα που πρώτη φορά αντικρίζεις
για πράγματα χιλιοειπωμένα που έχουνε πια περάσει
για πράγματα που ξαφνιάζουν κι ας γίνονται κάθε μέρα
για πράγματα που έλεγες δεν θα συμβούν ποτέ
και τώρα συμβαίνουν μπρος στα μάτια σου
[...]
Εκεί απάνω σε βρίσκει η ποίηση...
Η ποίηση μπορεί να σε βρει σε μια ανάρτηση κάποιου φίλου στα social. Στα «Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας» της κόρης σου, που τα ξέχασε ανοιχτά στη σελίδα που ο Καββαδίας γράφει για τις γάτες των φορτηγών. Σε βρίσκει στο γραφείο, όταν κάποιος συνάδελφος αναφωνεί «πώς πέρασε η ώρα» και αυτόματα σκέφτεσαι «Δώδεκα και μισή. Πώς πέρασαν τα χρόνια», χωρίς να μπορείς να καταλάβεις πού το διάβασες τελευταία φορά και πώς στο καλό γίνεται να μην το ξεχνάς ποτέ.
Η ποίηση σε βρίσκει ακόμα και μέσα από κάποιους ραδιοφωνικούς σταθμούς, αν τύχει να βάλουν «Το Σκάκι» σε μελοποιημένη ποίηση Μανώλη Αναγνωστάκη ή –πιο σπάνια– «Τα βράδια» του Τάσου Λειβαδίτη, με τη φωνή του Παπακωνσταντίνου που σε κάνει να ανατριχιάζεις.
Σε βρίσκει η ποίηση, και όταν σε βρει γιατρεύει το «μέσα» σου όπως ο πεζός λόγος δεν θα μπορέσει ποτέ να κάνει.