Ο ΑΘΛΟΣ ΤΟΥ ΠΡΟΣΦΥΓΑ ΠΟΥ ΑΡΙΣΤΕΥΣΕ ΣΤΙΣ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ
Ένας πρόσφυγας από το Ιράν, που πριν από τρία χρόνια δεν μιλούσε λέξη ελληνικά, έγραψε στις Πανελλαδικές εξετάσεις μέσο όρο 18,25. Τι άλλο –εκτός από ευφυΐα– χρειάστηκε ο Κούρος Νουρ Mοχαμαντί Μπαϊγκί για να πετύχει αυτόν τον άθλο;
Oι Πανελλαδικές εξετάσεις –όσο σκληρές κι αν είναι– είναι ό,τι πιο αξιοκρατικό έχει απομείνει στην Ελλάδα. Τα παιδιά γράφουν ό,τι γράφουν, οι βαθμολογητές δεν μπορούν να ξέρουν ποιος είναι πίσω από κάθε γραπτό (δεν βλέπουν όνομα ή άλλα στοιχεία) και έτσι δεν μπορούν να ευνοήσουν κάποιον ή να χαντακώσουν κάποιον άλλον.
Όταν ένα παιδί δεν γράφει καλά, δεν φταίει η μοίρα, η τύχη ή... τα πολλά μποφόρ της συγκεκριμένης ημέρας. Αν έχει διαβάσει καλά, ενδεχομένως να νικήθηκε από το άγχος του. Θα συμφωνείς, ωστόσο, ότι και αυτός ο παράγοντας πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ώστε να τον διαχειρίζεται όποιος προετοιμάζεται για τις εκάστοτε εξετάσεις – ή συνεντεύξεις, ή ό,τι άλλο μπορεί να χρειαστεί να αντιμετωπίσει στη ζωή του.
«Οι Πανελλαδικές Εξετάσεις είναι μία από τις πολλές δοκιμασίες στις οποίες θα κληθούν να ανταποκριθούν τα παιδιά στη ζωή τους», λέει στο OW η Γεωργία Κωνσταντέλου, αναπληρώτρια καθηγήτρια φιλόλογος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
«Είναι μια μάχη από τις πάρα πολλές που θα δώσουν στη ζωή τους. Δεν θα πρέπει να μπαίνουν στην αίθουσα εξετάσεων με κακή ψυχολογία. Πρέπει να χαλαρώσουμε όλοι και να αφήσουμε τα παιδιά να ζήσουν την πρώτη σημαντική τους στιγμή. Οι μαθητές/αθλητές γνωρίζουν πώς να διαχειρίζονται τους “αγώνες επίδοσης”, αλλά αυτό δεν ισχύει για όλους.
»Το σχολείο έχει γίνει αρκετά εξετασιοκεντρικό και έχει χαθεί σε μεγάλο βαθμό το παιδαγωγικό κομμάτι, ιδίως στη Γ' Λυκείου. Θεωρώ αδιανόητο να μειώνουν τις ώρες της γυμναστικής σε αυτήν την τάξη – που βοηθά τα παιδιά να ηρεμήσουν, να χαλαρώσουν και να αποβάλλουν το στρες που έχουν».
Από την προσφυγιά στις Πανελλαδικές
Ο Κούρος Νουρ Mοχαμαντί Μπαϊγκί δεν είχε τίποτα (άλλο) να χάσει. Είχε, όμως, πάρα πολλά να κερδίσει μέσω των Πανελλαδικών Εξετάσεων που έδωσε φέτος. Το παιδί που ήλθε στην Ελλάδα πριν τρία χρόνια –χωρίς να ξέρει λέξη ελληνικά– έβγαλε μέσο όρο 18,25 έχοντας γράψει 20 στα μαθηματικά και τη φυσική, 19,5 στη χημεία και 13,5 στο μάθημα Νεοελληνικής Γλώσσας και Λογοτεχνίας.
Όπως είπε ο ίδιος στην ιστοσελίδα Στο Nησί, ξεκίνησε από το Ιράν μαζί με την οικογένειά του (τους γονείς και τον μικρότερο αδελφό του, που τον Σεπτέμβριο θα φοιτήσει στην Α' Λυκείου), το 2019. Η έξοδος ήταν αναγκαία, καθώς ο πατέρας του αντιμαχόταν το εκεί θεοκρατικό καθεστώς. Από τα τουρκικά παράλια πέρασαν με μια βάρκα στη Λέσβο, τον Δεκαπενταύγουστο του 2019. Από εκεί μεταφέρθηκαν όλοι στη Μόρια. Όταν αυτή κάηκε ολοσχερώς, η οικογένεια πήγε στον δημοτικό καταυλισμό του Καρά Τεπέ.
Όταν αυτός έκλεισε, μεταφέρθηκαν στον καταυλισμό του κέντρου υποδοχής προσφύγων του Καρά Τεπέ. Οι γονείς του βρήκαν δουλειά ως μεταφραστές σε ΜΚΟ, εξασφάλισαν άσυλο και νοίκιασαν ένα σπίτι.
Ο Κούρος είχε τελειώσει την Α’ Λυκείου στο Ιράν. Την έκανε ξανά στο 2ο ΕΠΑΛ της Μυτιλήνης. Έδωσε εξετάσεις και συνέχισε στη Β’ Λυκείου του Πρότυπου Λυκείου του Πανεπιστημίου Αιγαίου, στη Μυτιλήνη και ολοκληρώνοντας τη Γ’ Λυκείου έδωσε Πανελλαδικές εξετάσεις.
Ποιο είναι το ζητούμενο στο μάθημα της Νεοελληνικής Γλώσσας και Λογοτεχνίας
Όπως εξηγεί η κυρία Κωνσταντέλου, «είναι χρήσιμο να πούμε πως φέτος, το θέμα της έκθεσης –της ιστορικής μνήμης– δυσκόλεψε τελικά τα παιδιά. Δεν μπόρεσαν να αντεπεξέλθουν, μολονότι διδάσκονται την ελληνική από τότε που γεννήθηκαν. Είχε δουλευτεί στα σχολεία και τα φροντιστήρια. Δεν ήταν κάτι που είδαν για πρώτη φορά τα παιδιά μπροστά τους. Παρ’ όλα αυτά, αντιμετώπισαν δυσκολία».
Στο πρώτο ζητούμενο της έκθεσης επιτρέπεται να αντλήσουν επιχειρήματα από τα κείμενα που τους δίνονται – άρα, και να μην έχεις διαβάσει, διαβάζεις τα κείμενα, τα αξιοποιείς και αντλείς τα επιχειρήματα. Έτσι διευκολύνονται τα παιδιά που γνωρίζουν επαρκώς τα ελληνικά. Κάτι που δεν ίσχυε απόλυτα για τον Κούρο.
«Η δυσκολία στο μάθημα της έκθεσης προέκυψε στο Γ' θέμα, που αφορά τη λογοτεχνία. Είχαν πολλές δυσκολίες με την έννοια “ταγάρι”. Δεν φάνηκε να έχουν καταλάβει ακριβώς περί τίνος πρόκειται. Παρότι είχαν δοθεί διευκρινίσεις αναφορικά με το τι είναι ταγάρι, αρκετοί μαθητές δεν μπόρεσαν να εντάξουν στην απάντησή τους και τους κειμενικούς δείκτες».
Τι είναι οι κειμενικοί δείκτες;
«Είναι τα μορφικά στοιχεία ενός κειμένου: οι γλωσσικές επιλογές, το ύφος, τα εκφραστικά μέσα/σχήματα λόγου, οι αφηγηματικοί τρόποι, οι αφηγηματικές τεχνικές, σύμβολα, οι χαρακτήρες κ.λπ. Για παράδειγμα, εάν πρόκειται για πεζό κείμενο, οι αφηγηματικές τεχνικές και οι αφηγηματικοί τρόποι που αξιοποιήθηκαν από τον συγγραφέα που σε βοηθούν να κατανοήσεις το θέμα που προβάλλεται. Εάν πρόκειται για ποίημα, ιδιαίτερο λόγο διαδραματίζουν τα σχήματα λόγου, οι αντιθέσεις, οι εικόνες σε ό, τι αφορά το κύριο θέμα του.
»Η απάντηση προϋποθέτει κριτική σκέψη ώστε να συνδυαστούν οι κειμενικοί δείκτες με το θέμα. Τα περισσότερα παιδιά δυσκολεύονται σε αυτό το κομμάτι. Μπορεί να έχουν καταλάβει το θέμα, αλλά επειδή στην απάντηση ζητείται να συνδυάσουν τεχνικές δημιουργείται πρόβλημα. Δεν αντιλαμβάνονται στο 100% πώς λειτουργούν οι κειμενικοί δείκτες μέσα σε ένα κείμενο.
»Ζητείται από τα παιδιά να αξιοποιήσουν ένα εργαλείο, με το οποίο έρχονται σε επαφή με κριτικό πνεύμα τα τελευταία χρόνια της σχολικής τους πορείας, την ώρα που στα βιβλία δεν υπάρχουν οδηγίες “χρήσεως” ούτε ενδεικτικές απαντήσεις σε αντίστοιχα θέματα. Τα βιβλία που έχουν κείμενα της λογοτεχνίας δεν δείχνουν στους μαθητές πώς λειτουργούν οι κειμενικοί δείκτες. Δεν είναι σαν τα μαθηματικά, που μαθαίνεις θεωρήματα και τύπους κι έπειτα τον τρόπο να τους εφαρμόζεις στις ασκήσεις. Στα φιλολογικά μαθήματα και κυρίως στο μάθημα της λογοτεχνίας, το βιβλίο δεν ανταποκρίνεται ουσιαστικά στο επίπεδο που απαιτείται για τις Πανελλαδικές. Στον μεγαλύτερο βαθμό τα περισσότερα εξαρτώνται από το πώς θα δουλέψει το αντικείμενο ο εκάστοτε εκπαιδευτικός.
»Έγινε μια φιλότιμη προσπάθεια από το Υπουργείο με τον φάκελο υλικού που δίνεται στους μαθητές στη Γ’ Λυκείου, όπου παρουσιάζονται αναλυτικά οι ορισμοί των κειμενικών δεικτών σε ένα γλωσσάρι όρων στις τελευταίες σελίδες, χωρίς όμως να υπάρχουν παραδείγματα εφαρμογής. Χρειάζεται μια επικαιροποίηση του υλικού με παραδείγματα λειτουργίας τους μέσα στα κείμενα, ώστε το σχολικό εγχειρίδιο να ανταποκρίνεται αρτιότερα στο νέο σύστημα και να αποτελεί χρήσιμο εργαλείο τόσο για τους μαθητές όσο και για τους εκπαιδευτικούς».
Η ΕΚΜΑΘΗΣΗ ΜΙΑΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΠΕΡΑΝ ΤΗΣ ΜΗΤΡΙΚΗΣ ΕΧΕΙ ΝΑ ΚΑΝΕΙ ΣΕ ΜΕΓΑΛΟ ΒΑΘΜΟ ΜΕ ΤΗ ΔΙΚΗ ΣΟΥ ΘΕΛΗΣΗ ΝΑ ΦΤΑΣΕΙΣ ΣΕ ΥΨΗΛΟ ΕΠΙΠΕΔΟ.
Η μεγάλη επιτυχία
Πώς μπορεί να προέκυψε το 13,5 του Κούρου, δεδομένης αυτής της τεχνικής δυσκολίας; «Θεωρώ ότι έπιασε το θέμα της έκθεσης (την ιστορική μνήμη), μπόρεσε να αντλήσει επιχειρήματα μέσα από τα κείμενα που δόθηκαν. Είναι πολύ πιθανό να ανταποκρίθηκε στην περίληψη και στο θέμα με τις ερωτήσεις κλειστού τύπου (Σωστό-Λάθος). Θεωρώ δηλαδή πως τα περισσότερα μόρια πρέπει να τα πήρε από την κατανόηση και την παραγωγή κειμένου και όχι από το Β Θέμα, στο οποίο εξετάζονται η δομή του λόγου και η γλώσσα των κειμένων. Εικάζω ότι θα είχε δουλευτεί καλά στην περίληψη και στις ερωτήσεις πρόσληψης και λιγότερο στο Γ θέμα, που αφορά στο λογοτεχνικό κείμενο, ποίημα ή πεζό – όπου ζητείται να παρουσιάσουν τα παιδιά το θέμα, αξιοποιώντας τουλάχιστον 3 κειμενικούς δείκτες και καμιά φορά καλούνται να γράψουν και τη γνώμη τους, όπως έγινε και φέτος (αν ήσασταν στη θέση της αφηγήτριας, θα κρατούσατε το ταγάρι ή όχι και γιατί;). Ένα σκέλος της απάντησης είναι καθαρά προσωπικό και εφόσον τεκμηριωθεί γίνεται αποδεκτό – δεν έχει σημασία αν συμφωνεί αυτός που βαθμολογεί. Πιστεύω ότι το απάντησε τεκμηριωμένα κι αυτό».
Η ελληνική γλώσσα δεν είναι απλή. Επίσης, υπάρχουν πολλοί ξένοι που ζουν στη χώρα δεκαετίες και δεν έχουν καταφέρει να την κατακτήσουν. Τι διαφορετικό μπορεί να έκανε ο Κούρος; «Σίγουρα έκανε άθλο. Η ελληνική γλώσσα δεν είναι απλή και δεν συνδέεται με πολλές άλλες, ώστε να γίνεται εύκολα συσχέτιση. Αν παρακολούθησε μαθήματα εκμάθησης της ελληνικής –απ’ όσο ξέρω στις δομές γίνονται φιλότιμες προσπάθειες– θεωρώ ότι οι εκπαιδευτικοί εστίασαν αρκετά στο να μπορέσει να κατανοήσει τη γλώσσα και σε δεύτερη φάση μπήκαν στη γραφή. Σίγουρα, ο ίδιος αφιέρωσε πάρα πολύ χρόνο και ενδεχομένως να “ψάχτηκε” μόνος του – να είχε ανησυχίες και κάποιον να τον καθοδηγεί. Η εκμάθηση μιας γλώσσας πέραν της μητρικής, έχει να κάνει σε μεγάλο βαθμό με τη δική σου θέληση να φτάσεις σε ένα υψηλό επίπεδο. Τα τρία χρόνια είναι μια χρονική περίοδος που μπορεί κάποιος να μάθει σε ένα ικανοποιητικό επίπεδο τη γλώσσα, όταν υπάρχει αναπτυγμένη αντιληπτική ικανότητα, κάτι που είναι και θέμα ηλικίας. Αλλιώς ανταποκρίνεται ένα 5χρονο παιδί, αλλιώς ένας 18χρονος. Παίζουν ρόλο και οι προηγούμενες προσλαμβάνουσες, για να μπορέσει κάποιος να κάνει τη σύνδεση με τη γλώσσα».
Όπως παίζει ρόλο και η απελπισία που έζησε ο ίδιος ο Κούρος και η οικογένειά του, καθώς προσπαθούσαν να επιβιώσουν.