«Η ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΙΑ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΙΟ ΤΟΞΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ»
Η συζήτηση ξεκίνησε και πάλι με αφορμή άλλο ένα σκάνδαλο. Αυτή τη φορά στο επίκεντρο βρίσκεται η Κιβωτός του Κόσμου. Αν και μερίδιο ευθύνης έχουμε κι εμείς, που δεχόμαστε την τοξική φιλανθρωπία, πρωτίστως η ευθύνη βαραίνει την Πολιτεία, που για άλλη μια φορά τρέχει να προλάβει τις εξελίξεις.
Αυτές τις μέρες ακούμε και διαβάζουμε πολλά για την υπόθεση της Κιβωτού του Κόσμου. Θρησκευόμενοι και άθρησκοι, αριστεροί και δεξιοί, φιλάνθρωποι και μη έχουμε όλοι –ή σχεδόν όλοι– διαμορφώσει μια άποψη. Καλώς ή κακώς; Αυτό δεν είναι επί της παρούσης να το συζητήσουμε. Πάντως, για άλλη μια φορά έχω την εντύπωση ότι κοιτάμε το δέντρο και χάνουμε το δάσος.
Άλλωστε, μέχρι να προχωρήσει η υπόθεση, μέχρι να γίνουν όσα πρέπει να γίνουν, κανείς από εμάς τους έξω δεν μπορεί να γνωρίζει. Ίσως και ποτέ να μην μάθουμε. Δεν θα είναι δα και η πρώτη φορά που θα αναλωθούμε σε ευχολόγια και με δυο αράδες θα προσπαθήσουμε να ξεπλύνουμε ενοχές και αδιαφορία (καλή ώρα).
Από όσα διάβασα, θα σταθώ μόνο σε ένα. Σε μια ανάρτηση που δεν εστιάζει αποκλειστικά στο συγκεκριμένο γεγονός, αλλά μιλά για μια γενικότερη προβληματική νοοτροπία. Είναι η ανάρτηση της κλινικής ψυχολόγου, διδάσκουσας στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής και συν-ιδρύτριας της οργάνωσης Οrlando LGBT+, Νάνσυς Παπαθανασίου.
Η τοξική φιλανθρωπία
«Η φιλανθρωπία είναι μια από τις πιο τοξικές έννοιες που υπάρχουν. Υπονοεί μια επιλογή, ηθικά ανώτερη, για την οποία κανείς πρέπει να επιβραβεύεται. Κάτι που κανείς κάνει χωρίς να είναι υποχρεωμένος. Ότι αυτός που την δέχεται θα πρέπει να χρωστάει χάρη. Η φιλανθρωπία δεν αναγνωρίζει δικαιώματα, δεν έχει υποχρεώσεις παρά για το απολύτως ελάχιστο (καλύτερο το τίποτα;). Και είναι ο πιο γρήγορος δρόμος για εκπτώσεις όλων των ειδών.
»Έχω δουλέψει με ιδρύματα (όχι με την “Κιβωτό”). Κάθε φορά, μου ζητούνταν να παραβιάζω κάτι από τη δεοντολογία, για να συνεχίσει η συνεργασία. Κάθε φορά, η άρνησή μου αντιμετωπιζόταν αρχικά με έκπληξη και στη συνέχεια με ολοκλήρωση της συνεργασίας μας. Θεωρούνταν αυτονόητο ότι τα παιδιά ή οι ενήλικες σε αυτές τις δομές δεν είχαν τα ίδια δικαιώματα, ότι δεν ίσχυαν οι ίδιοι κανόνες, ότι όλοι συμφωνούσαμε σε αυτό (πάντα υπήρχε κάποια δικαιολογία που κατέληγε στο “για το καλό τους” ή στο ότι “δε γίνεται αλλιώς”).
»Το να βρίσκεται κανείς σε μια θέση ανάγκης μεταφράζεται συχνά στο ότι πρέπει να δέχεται οτιδήποτε. Το πρόβλημα με τη φιλανθρωπία ξεκινάει ακριβώς εκεί: ότι βλέπει τους ανθρώπους σαν κάτι λιγότερο. Περιμένει ότι θα πρέπει να δεχτούν κάτι λιγότερο, επειδή δεν έχουν (εδώ υπονοείται και ότι φταίνε γι’ αυτό). Σαν η αξιοπρέπεια, τα δικαιώματα, η τήρηση της δεοντολογίας να είναι μια πολυτέλεια που δεν τους αναλογεί. Σαν να πρέπει να είναι ευχαριστημένοι και ευγνώμονες, επειδή απλά υπάρχουν και επειδή οι εκάστοτε φιλάνθρωποι ασχολούνται μαζί τους. Σαν να οφείλουν να είναι καλά και συνεργάσιμα παιδιά, γλυκείς και εύκολοι ενήλικες, γιατί μόνο έτσι αξίζουν την φιλανθρωπία (την ελεημοσύνη).
»Κι επειδή είναι “χάρη” που περιμένει την “αυτονόητη” αναγνώριση, επειδή “θα έπρεπε να πουν κι ευχαριστώ”, η φιλανθρωπία μπορεί να κάνει εκπτώσεις σε δικαιώματα και δεοντολογίες και γίνεται η πιο φθηνή λύση. Γιατί στην καλοσύνη των ξένων δεν χωράνε απαιτήσεις».
Το βάρος της λύσης
«Το να φύγουμε από την φιλανθρωπία κοστίζει. Κοστίζει η ανάληψη της ευθύνης μας, το να αντιμετωπίζουμε όλους τους ανθρώπους ως έχοντες τα ίδια δικαιώματα στις παροχές, την αξιοπρέπεια και την τήρηση της δεοντολογίας από πλευράς μας. Κοστίζει το κατάλληλα εκπαιδευμένο και επαρκώς αμειβόμενο προσωπικό. Κοστίζουν οι ουσιαστικοί έλεγχοι. Κοστίζει η διαβίωση στις συνθήκες που θα θέλαμε για εμάς. Όλα αυτά κοστίζουν περισσότερο από όσο μπορεί να καλύψει οποιοσδήποτε ιδιώτης και γι’ αυτό είναι συλλογική ευθύνη, υποχρέωση της πολιτείας. Κι αν το κόστος αυτό το αποφεύγουμε συλλογικά, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα έρθει η στιγμή να το πληρώσουμε.
ΑΝ ΔΕΝ ΑΛΛΑΞΕΙ ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ, ΟΙ ΜΕΜΟΝΩΜΕΝΕΣ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΕΣ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΠΑΝΤΑ ΑΝΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΕΣ.
»Κι ακόμη περισσότερο θα κοστίσει να σκεφτούμε πως μπορούμε να δημιουργήσουμε δομές ασφαλείς και λειτουργικές, που δεν θα ντρεπόμαστε για αυτές. Να πούμε για κοινοτικά πλαίσια και όχι μόνο για μια ρομαντικοποιημένη εικόνα αποϊδρυματοποίησης. Να δούμε πως το μοντέλο της οικογένειας που προβάλλεται ως πανάκεια μέσα και έξω από τις δομές (μπορεί να) αναπαράγει και όλη την δυσλειτουργία και την τοξικότητα της ετεροκανονικότητας. Να παραδεχτούμε ότι η αναδοχή μπορεί να μην είναι οριζόντια κατάλληλη ή δυνατή για όλες τις περιπτώσεις. Ότι χρειάζεται και ένα άλλο μοντέλο, που δεν θα φοβόμασταν αν μας αφορούσε (και μόνο αν το σκεφτούμε έτσι θα καταλάβουμε τι πρέπει να διεκδικήσουμε). Θα μας κοστίσει γιατί φιλανθρωπία, πατερναλισμός, ετεροκανονικότητα, προνόμια και καταπιέσεις πάνε μαζί. Αν θέλουμε να μιλάμε για φιλελεύθερες δημοκρατίες και ευνομούμενες πολιτείες, πρέπει πρώτα να διασφαλίσουμε την αξιοπρέπεια και τα δικαιώματα όλων, χωρίς εκπτώσεις. Όχι επειδή είμαστε φιλάνθρωποι, αλλά επειδή σε αυτό το αυτονόητο έχουμε συμφωνήσει».
Η προστασία των παιδιών
Η Νάνσυ Παπαθανασίου συνεχίζει σχετικά με τη δήλωση ότι τα παιδιά που διαμαρτύρονται είναι γιατί δεν μπορούν να συγχωρήσουν ότι ένα Ίδρυμα πήρε τη θέση των γονιών τους.
«Όταν η πρώτη σου δημόσια αντίδραση είναι να επιστρέψεις κάποια κατηγορία, αντί να αναστοχαστείς και σηκώσεις την ευθύνη που υποτίθεται ότι είχες αναλάβει, αυτό είναι τουλάχιστον ένδειξη μιας κουλτούρας απολύτως ακατάλληλης για στήριξη οποιουδήποτε (και συνολικά παραμονής σε θέση με ισχύ). Υπό το φως των επόμενων καταγγελιών, τα λόγια του αποκτούν άλλη, μεγαλύτερη, βαρύτητα και πολύ πιο σοβαρές συνυποδηλώσεις (ανεξάρτητα από την οποία δικαστική διερεύνηση)».
Ανάληψη ευθυνών αντί για φιλανθρωπία
Αν κάτι πρέπει να αλλάξει είναι η νοοτροπία μας περί φιλανθρωπίας και ευθύνης. Οι λύσεις για κοινωνικά ζητήματα δεν μπορεί (και δεν πρέπει) να είναι ατομικές, αφημένες στα χέρια ιδιωτών. Οι λύσεις για κοινωνικά ζητήματα μας αφορούν όλους και ιδίως την Πολιτεία.
Αφορούν εμάς, καθώς οφείλουμε να απαιτούμε περισσότερα, να αποδίδουμε ευθύνες εκεί που πρέπει. Αφορούν εμάς, γιατί –μας αρέσει, δεν μας αρέσει– η φιλανθρωπία δεν είναι η λύση στο πρόβλημα. Δεν είναι ένδειξη αλληλεγγύης, αλλά αναπαραγωγή μιας άνισης σχέσης ανάμεσα σε κάποιον που κατέχει την ισχύ και σε κάποιον που χρειάζεται υποστήριξη.
«Μπορεί να έχει ημερομηνία λήξης, παρά το γεγονός ότι η ανάγκη εξακολουθεί να υφίσταται», σημειώνει η Νάνσυ Παπαθανασίου. «Και μπορεί (όπως και συχνά συμβαίνει) να συνδέεται με μια ρητή ή άρρητη επιλογή για το ποιο άτομο “αξίζει” τη φιλανθρωπία μας. Και αυτή η επιλογή εύκολα γίνεται επιβολή στάσεων και αξιών, και καταλήγει να αναπαράγει, αν όχι και να ενισχύει, αποκλεισμούς, ανισότητες και καταπιέσεις».
Πρωτίστως, όμως, αφορούν την Πολιτεία ως αρχή που οφείλει να προστατεύει, να ελέγχει, να αξιολογεί με αντικειμενικά κριτήρια, μακριά από κάθε είδους συμφέροντα. Αφορούν την Πολιτεία, γιατί δική της δουλειά είναι να διαφυλάττει και να προστατεύει τα παιδιά (και όποιον χρειάζεται υποστήριξη) και τα δικαιώματά τους απέναντι σε όποιον αποπειράται να τα καταπατήσει.
Αν δεν αλλάξουν αυτά, τα περιστατικά που μας… ρίχνουν από τα σύννεφα δεν θα σταματήσουν. Αν δεν αλλάξει το σύστημα, οι μεμονωμένες πρωτοβουλίες θα είναι πάντα αναποτελεσματικές.