ΓΙΑΤΙ ΤΟ «ADOLESCENCE» ΕΙΝΑΙ ΗΔΗ ΜΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΚΑΛΥΤΕΡΕΣ ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΕΣ ΣΕΙΡΕΣ ΤΗΣ ΧΡΟΝΙΑΣ
Το «Adolescence» έγινε το απόλυτο τηλεοπτικό viral, σοκάροντας και καθηλώνοντας το κοινό. Μια σειρά που δεν βλέπεται απλώς – συζητιέται παντού.
Μια αγγλική μίνι σειρά τεσσάρων επεισοδίων που προβάλλεται στο Netflix, χωρίς τη συμμετοχή λαμπερών αστέρων και συντελεστών, έχει γίνει το απόλυτο τηλεοπτικό viral λίγες μέρες μετά την πρεμιέρα της. Μάλιστα, ο πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου, Κιρ Στάρμερ, σε ομιλία του στη Βουλή των Κοινοτήτων ανέφερε ότι «τα προβλήματα που αναφέρει η σειρά πρέπει να αντιμετωπιστούν», ενισχύοντας τη φήμη της, αλλά και προσφέροντας θεσμική βαρύτητα στο «Adolescence».
Πέρα, όμως, από την αναφορά του πρωθυπουργού του Ηνωμένου Βασιλείου σ’ αυτό, το «Adolescence» αποτελεί ήδη τηλεοπτικό φαινόμενο. Μια σειρά που κατάφερε να θίξει το φαινόμενο του (cyber)bullying και της βίας των ανηλίκων με τόσο αποτελεσματικό τρόπο, που άγγιξε (ίσως και σόκαρε) το κοινό. Μια γροθιά στο στομάχι κάθε θεατή.
Γιατί φοβόμαστε τόσο πολύ τους εφήβους;
Μια από τις συγκλονιστικότερες σκηνές του «Adolescence» διαδραματίζεται στο τρίτο και πιο επιτυχημένο επεισόδιο της σειράς. Σ’ αυτό, η κλινική ψυχολόγος που παρακολουθεί τον 13χρονο φερόμενο ως δολοφόνο Τζέιμι Μίλερ τον επισκέπτεται στο Ίδρυμα Ανηλίκων όπου κρατείται για να κάνει μαζί του μια συνεδρία.
Σε κάποια στιγμή, ο 13χρονος κρατούμενος εκρήγνυται και απειλεί την ψυχολόγο, που προσπαθεί να κρύψει τον φόβο της. Στη συνέχεια, αφού χαλαρώνει, ο Τζέιμι της απευθύνει σαρκαστικά το λόγο, ρωτώντας την: «Είναι δυνατόν να φοβάσαι ένα δεκατριάχρονο παιδί;»
Αυτό το ερώτημα είναι κατά τη γνώμη μου ο πυρήνας της σειράς. Ένα ερώτημα που πρέπει να απευθύνουμε πρώτα και κύρια στους εαυτούς μας. Γιατί φοβόμαστε τόσο πολύ τους εφήβους; Γιατί νιώθουμε τόσο αδύναμοι στο να τους καταλάβουμε;
Η σειρά προσπαθεί να απαντήσει σ’ αυτό το ερώτημα, έχοντας ένα ευφυές σεναριακό εύρημα, αποκαλύπτοντας σε κάθε επεισόδιο τη ματιά μιας διαφορετικής εμπλεκόμενης πλευράς. Στο πρώτο, εισαγωγικό επεισόδιο, χτίζονται οι χαρακτήρες της αφήγησης και γίνεται ξεκάθαρη η πλοκή: Ο 13χρονος Τζέιμι συλλαμβάνεται για τον φόνο της συμμαθήτριας του Κέιτι, με τον ίδιο να αρνείται την ενοχή του.
Στο δεύτερο επεισόδιο του «Adolescence» πρωταγωνιστές είναι οι δύο ντετέκτιβ που έχουν αναλάβει την υπόθεση και επισκέπτονται το σχολείο όπου φοιτούσε το θύμα και ο φερόμενος θύτης. Στο τρίτο επεισόδιο, είναι η σειρά του Τζέιμι Μίλερ να αποκαλύψει τις κρυφές πτυχές της προσωπικότητάς τους, ενώ στο τέταρτο και τελευταίο επεισόδιο βλέπουμε την πλευρά της οικογένειας Μίλερ.
Σίγουρα τα πιο δυνατά επεισόδια είναι το δεύτερο και το τρίτο. Είναι εκεί που οι ενήλικες έρχονται σε επαφή με τους έφηβους. Ή, ακόμη καλύτερα, προσπαθούν να έρθουν σε επαφή και να καταλάβουν τους έφηβους. Είναι η στιγμή που οι ενήλικοι κοιτούν με φόβο και τρόμο τον ανήλικο κόσμο. Μάλλον γιατί βλέπουν στους εφήβους το πραγματικό πρόσωπο της κοινωνίας που διαμορφώνουν με τις καθημερινές τους επιλογές και πράξεις.
Η «ζούγκλα του σχολείου», όπως αυτή αποτυπώνεται γλαφυρά στο δεύτερο επεισόδιο, δεν είναι τίποτα περισσότερο από έναν μικρόκοσμο που εμείς οι ενήλικες έχουμε φτιάξει και διαιωνίζουμε. Η πλήρης αδυναμία παρέμβασης των εκπαιδευτικών στο χάος που βλέπουμε στο αγγλικό σχολείο του «Adolescence» είναι η τρανή απόδειξη της ανικανότητας των ενηλίκων να κατανοήσουν και να επικοινωνήσουν με τον κόσμο των εφήβων. Γιατί δεν γίνεται αυτό; Πιθανώς, γιατί η σύνδεση με τα παιδιά –όλων των ηλικιών– χρειάζεται χρόνο. Και «ο χρόνος είναι χρήμα» είναι το δόγμα της σημερινής κοινωνίας, που τρέχει με φρενήρεις ρυθμούς.
Κάθε φορά που ανοίγει η πόρτα μιας τάξης, κάθε φορά που η κάμερα ακολουθεί τους μαθητές, μια άβολη, σκληρή αλήθεια φανερώνεται. Τότε είναι που αρχίζουν τα «τς, τς, τς, πώς κατάντησαν έτσι οι νέοι», τα «στην εποχή μας δεν ήταν έτσι τα παιδιά» και οι υπόλοιποι αφορισμοί που έρχονται από τους άμεμπτους ενήλικους θεατές. Μόνο που το «Adolescence» φροντίζει να γυρίσει την κάμερα και να ζουμάρει όποτε αυτό το επιθυμεί στο ενήλικο κόσμο. Και μας λέει ορθά και κοφτά ότι εμείς φταίμε. Ο αντικατοπτρισμός της δικής μας εικόνας είναι αυτός που βλέπουμε στο σχολικό προαύλιο και στις τάξεις. Γι’ αυτό και τρομάζουμε.
Το κορυφαίο τρίτο επεισόδιο της σειράς είναι μια σκέτη αποκάλυψη. Η κλινική ψυχολόγος δίνει για πρώτη φορά τον λόγο στον έφηβο, κι αυτό είναι κάτι που δεν το περιμένουμε ούτε εμείς οι θεατές, αλλά ούτε ο ίδιος ο Τζέιμι! O 13χρονος κρατούμενος ρωτάει συνέχεια την ψυχολόγο: «Επιτρέπεται να μου κάνεις τέτοιες ερωτήσεις;»
Το ρωτά γιατί δεν έχει μάθει να του δίνουν τον λόγο, να τον ακούν, να του συμπεριφέρονται σαν άνθρωπο με ευθύνες και υποχρεώσεις. Έχει μάθει να τον κρίνουν και να τον συμμορφώνουν. Και όταν ο ενήλικας δώσει τον λόγο στον έφηβο, τότε πρέπει να είναι έτοιμος για τις αποκαλύψεις που θα έρθουν, γιατί αυτές θα είναι ωμές, ευθείες και ειλικρινείς. Μέσα σ’ αυτή τη σχεδόν πενηντάλεπτη συνεδρία, θα ξεδιπλωθεί στον τηλεοπτικό φακό ο τρόπος με τον οποίο περνούν τα έμφυλα στερεότυπα και διαιωνίζονται οι φαύλοι κύκλοι των κακοποιητικών συμπεριφορών από γενιά σε γενιά. Μόνο που τώρα η τεχνολογία διαφοροποιεί τον τρόπο με τον οποίο πραγματοποιείται η κακοποίηση, ενώ παράλληλα προσφέρει μια βολική δικαιολογία στους γονείς.
ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ ΛΕΕΙ ΤΟ «ADOLESCENCE» ΕΙΝΑΙ ΟΤΙ ΔΕΝ ΦΤΑΙΝΕ ΤΑ SOCIAL MEDIA ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΗΒΙΚΗ ΒΙΑ, ΑΛΛΑ ΟΙ ΕΝΗΛΙΚΕΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΗΣΟΥΝ ΜΕ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥΣ.
Και θα έλεγα να κάνετε μια χάρη στον εαυτό σας και να δείτε σήμερα κιόλας τη σειρά μαζί με τα έφηβα παιδιά σας. Θα είναι μια μοναδική αφορμή για να επικοινωνήσετε μαζί τους.
Μονοπλάνο, εξαιρετικές ερμηνείες και ένα φινάλε που θα έπρεπε να έχει έρθει πιο νωρίς
Το «Adolescence» δεν ξεχωρίζει μόνο για την σεναριακή του ουσία. Η βρετανική σειρά διαθέτει και άλλες δημιουργικές αρετές. Όπως ότι το κάθε επεισόδιο γυρίστηκε σε μονοπλάνο, δηλαδή χωρίς να υπάρχει μοντάζ και κοψίματα (ή δίνει αυτήν την εντύπωση), εντείνοντας την αγωνία και τονίζοντας την αίσθηση της δράσης. Επίσης, με έναν ύπουλο σκηνοθετικό τρόπο συνδέει τις ζωές όλων των εμπλεκομένων, συνθέτοντας έτσι το παθογενές κοινωνικό ψηφιδωτό. Κάθε επεισόδιο είναι εξαιρετικά χορογραφημένο έτσι, ώστε να μπορεί η κάμερα να ακολουθεί τους πρωταγωνιστές, ξεγλιστρώντας ανάμεσα στο πλήθος.
Οι πρωταγωνιστές είναι εξαιρετικοί, αλλά ξεχωρίζουν δύο ερμηνείες: Η πρώτη είναι του απίστευτου Όουεν Κούπερ, που ενσαρκώνει τον πρωταγωνιστή Τζέιμι. Ο 15χρονος ηθοποιός, στην πρώτη του εμφάνιση στην τηλεόραση, κάνει ένα άκρως εντυπωσιακό ντεμπούτο. Η ερμηνεία του στη συνεδρία με την ψυχολόγο αποτυπώνει την ψυχοπαθολογία ενός διαταραγμένου εφήβου με πραγματικά μοναδικό τρόπο. Οι ερμηνευτικές του διακυμάνσεις, ανάμεσα στη παιδικότητα και στα ξεσπάσματα λεκτικής/σωματικής βίας, προσφέρουν στο θεατή μια γεύση από τη δυσκολία του να μεγαλώνεις ένα έφηβο παιδί. Επίσης, η ερμηνεία του Άσλεϊ Γουόλτερς, του Αφρο-Βρετανού ντετέκτιβ της σειράς, είναι αυτή που προσφέρει επιπλέον υποκριτική βαρύτητα στο «Adolescence», ενώ βάζει μέσα στο σεναριακό κάδρο και το φυλετικό ζήτημα.
Στις ερμηνευτικές διακρίσεις θα είχαμε αναφέρει και τον Στίβεν Γκράχαμ, που ερμηνεύει τον πατέρα του Τζέιμι και είναι σεναριογράφος της σειράς. Όμως, η απόφαση να μην τελειώσει το «Adolescence» στην εξαιρετική σκηνή του αμαξιού στο τελευταίο επεισόδιο, αλλά στο σπίτι των Μίλερ, σ’ ένα μελοδραματικό φινάλε με δακρύβρεχτες εξομολογήσεις, δεν αφήνει περιθώρια για θριαμβολογίες. Ίσα ίσα, θα μπορούσαμε να πούμε ότι μάλλον αδικούν μια σειρά την οποία δύσκολα θα καταφέρει να ξεπεράσει οποιαδήποτε άλλη μέσα στο 2025.