iStock

ΓΙΑΤΙ ΚΛΑΙΜΕ; ΜΙΑ ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΥΤΡΙΑ ΑΠΑΝΤΑΕΙ

Γιατί κλαίμε; Τι σημαίνει η δυσκολία κάποιων ανθρώπων να κλάψουν; Τι μας προσφέρει κάθε διαφορετικό είδος δακρύων; Είναι ευεργετικό για την υγεία μας το κλάμα;

Κλάμα χαράς ή δάκρυα χειραγώγησης και θλίψης. Γιατί κλαίνε οι άνθρωποι; Τι συμβαίνει όταν κάτι μας μπλοκάρει από το να ξεσπάσουμε σε κλάματα θέλοντας να εκφράσουμε όλα όσα νιώθουμε, σκεφτόμαστε και βιώνουμε; Το κλάμα είναι ένα εκ γενετής εργαλείο επιβίωσης; Πόσα είδη δακρύων υπάρχουν και τι είναι αυτό που ξεχωρίζει τα υγρά μάτια των ανθρώπων από αυτά των ζώων;

Θέσαμε όλα μας τα ερωτήματα σχετικά με τα δάκρυα στη Μίνα Μαρούγκα, ψυχοθεραπεύτρια-κοινωνική ανθρωπολόγος MSc, και εκείνη μάς έλυσε κάθε απορία.

Η ψυχοθεραπεύτρια-κοινωνική ανθρωπολόγος, Μίνα Μαρούγκα, λύνει τις απορίες μας για το κλάμα

– Γιατί κλαίμε;

Από τη στιγμή που τα μωρά γεννιούνται, επικοινωνούν τις ανάγκες τους μέσω του κλάματος, αποσπώντας την προσοχή του φροντιστή τους, από την οποία εξαρτώνται για να επιβιώσουν. Οι ειδικοί πιστεύουν ότι τόσο οι άνθρωποι όσο και τα ζώα, έχουν εξελιχθεί να κλαίν  από τη βρεφική ηλικία, με στόχο την επιβίωση.

κλάμα
Pexels Ivan Samkov

– Υπάρχουν «τύποι» δακρύων;

Σε γενικές γραμμές, κάθε πλάσμα που έχει βολβούς παράγει δύο τύπους δακρύων, τα βασικά και τα αντανακλαστικά δάκρυα. Τα πρώτα διατηρούν το μάτι υγρό, ενώ τα δεύτερα προστατεύουν από εξωτερικούς ερεθιστικούς παράγοντες, όπως η σκόνη ή το έντονο φως. Οι άνθρωποι είναι τα μόνα πλάσματα των οποίων τα δάκρυα μπορούν να προκληθούν και από τα συναισθήματά τους, αυτά είναι τα συναισθηματικά δάκρυα.

Η σύγχρονη μελέτη σχετικά με τα μυστήρια των δακρύων φαίνεται να αφήνει στην άκρη την άποψη που διατύπωσε ο Δαρβίνος ότι τα συναισθηματικά δάκρυα είναι «άσκοπα» και περίπου 150 χρόνια μετά, υιοθετεί μια πιο οικολογική θεωρία, σύμφωνα με την οποία τα δάκρυα πυροδοτούν τον κοινωνικό δεσμό και την ανθρώπινη σύνδεση. Πρόκειται για μια πράξη επικοινωνίας που μπορεί να προάγει τους δεσμούς των ανθρώπων και την κοινωνική συνοχή.

Οι άνθρωποι κλαίμε όταν είμαστε λυπημένοι, απογοητευμένοι, συγκλονισμένοι, χαρούμενοι, ανακουφισμένοι ή συγκινημένοι. Η ευαλωτότητα εξηγεί ο Dr. Ad Vingerhoets, πρωτοπόρος στη μελέτη της πανανθρώπινης αυτής εμπειρίας, είναι «το βασικό συστατικό του κλάματος», ανεξάρτητα με το αν είναι αποτέλεσμα θλίψης ή χαράς.

Οι άνθρωποι κλαίνε όταν βιώνουν απώλεια και ψυχικό πόνο σε οποιαδήποτε ηλικία. Αλλά, φαίνεται ότι καθώς μεγαλώνουμε είναι πιο πιθανό να ρίξουμε δάκρυα νοσταλγίας, δέους ή ενσυναίσθησης ή όταν παρακολουθούμε κάποιον να πράττει αλληλέγγυα ή ηθικά. Είναι αυτή η ικανότητα των ενηλίκων να κλαίνε, ως απάντηση στην καλοσύνη ή την ευγένεια, που υποδηλώνει ότι το κλάμα γίνεται πιο φιλοκοινωνικό καθώς μεγαλώνουμε.

κλάμα
Unsplash Christian Gunn

– Ποιος και γιατί κλαίει περισσότερο και πιο έντονα; Οι άνδρες ή οι γυναίκες;

Έρευνες από όλο τον κόσμο έχουν διαπιστώσει ότι οι γυναίκες κλαίνε σταθερά πιο συχνά από τους άνδρες. Κάποια ευρήματα μαρτυρούν ότι όσο πιο μικρά είναι τα κορίτσια και τα αγόρια, τόσο πιο ίση ποσότητα κλάματος παράγουν. Αυτή η ισορροπία αλλάζει ωστόσο με την πάροδο του χρόνου. Σημαντικός λόγος για αυτή τη διαφορά φαίνεται να αποτελούν τα πρότυπα φύλου. Μεγαλώνοντας, είναι πιθανό οι άνδρες να αναστέλλουν το κλάμα τους, από φόβο μήπως παραβιάσουν μια στερεοτυπική οδηγία, που υπαγορεύει ότι «οι άντρες δεν κλαίνε». Παρ' όλ' αυτά, οι άνδρες αναφέρουν επίσης οφέλη από το κλάμα και μπορεί να αισθάνονται πιο ελεύθεροι να κλάψουν υπό ορισμένες συνθήκες, όπως στις κηδείες, όπου το κλάμα θεωρείται συνήθως φυσιολογικό και αναμενόμενο.

Επιπλέον, το χάσμα δακρύων ανάμεσα σε άνδρες και γυναίκες, τείνει να εμφανίζεται κατά την εφηβεία, κάτι που σύμφωνα με κάποιους ειδικούς βάζει στο τραπέζι μια υπόθεση εργασίας, που ωστόσο εξακολουθεί να βρίσκεται υπό μελέτη σχετικά με τον ρόλο των ορμονών: η τεστοστερόνη να καταστέλλει τα δάκρυα ή οι διακυμάνσεις των επιπέδων των οιστρογόνων να κινητοποιούν ευκολότερα την αντίδραση του κλάματος.

– Υπάρχουν κατηγορίες κλάματος;

Κλάψα θλίψης, χαράς, χειραγώγησης και ανάγκης για προσοχή; Παρόλο που η θλίψη, ο θυμός, το άγχος και η απογοήτευση είναι τα συναισθήματα που κινητοποιούν πιο έντονα το κλάμα σε διάφορους πολιτισμούς και συνδέονται με καταστάσεις όπως απόρριψη, προσωπική ανεπάρκεια, πόνο και τραυματισμό, θάνατο, αποχωρισμό ή υποτίμηση, το κλάμα είναι επίσης δυνατό όταν οι άνθρωποι αισθάνονται θετικά συναισθήματα, όπως ανακούφιση, δέος, ευτυχία ή χαρά και συνδέεται και με ευχάριστα γεγονότα, όπως  η γέννηση, ο γάμος ή η αποφοίτηση ενός παιδιού.

Ορισμένοι ερευνητές υποστηρίζουν ότι το κλάμα δεν σχετίζεται μόνο με συναισθηματικές ενδοπροσωπικές εμπειρίες. Σύμφωνα με την άποψη της συμπεριφορικής οικολογίας, μπορεί να κλαίμε μόνο και μόνο για να επικοινωνήσουμε κοινωνικά κίνητρα στους άλλους, όπως το να θέλουμε να τραβήξουμε την προσοχή, επειδή αντιλαμβανόμαστε ότι ένα άλλο άτομο είναι πιθανή πηγή παρηγοριάς ή βοήθειας. Έχει μάλιστα φανεί ότι οι άνθρωποι δεν θέλουν πάντα να βελτιώσουν το πώς αισθάνονται και μπορεί μερικές φορές να παρακινούνται να βιώσουν δυσάρεστα συναισθήματα, «εργαλειοποιώντας» τρόπο τινά το δάκρυ, ώστε να επιτύχουν κάποια απόκριση που περιμένουν από τον απέναντι.

κλάμα
iStock

– Μπορούμε να κατηγοριοποιήσουμε τη διάρκεια που κλαίει ένας άνθρωπος; Μπορεί να είναι λίγα λεπτά, ώρες ή και μέρες; Τι μπορεί να χαρακτηριστεί ως ασταμάτητο κλάμα;

Αν και το κλάμα μπορεί να διαφέρει σημαντικά σε διάρκεια, ανάλογα με τα ατομικά χαρακτηριστικά και το είδος του συναισθηματικού ερεθίσματος που το πυροδοτεί, το συχνό, ανεξέλεγκτο, διαρκές ή ανεξήγητο κλάμα, μπορεί να οφείλεται σε ψυχική διαταραχή, ορμονική ανισορροπία ή νευρολογική πάθηση. Σε περιπτώσεις όπου τα άτομα μπορεί να βιώνουν παρατεταμένο κλάμα για μέρες ή και για μεγαλύτερες περιόδους, συνήθως υπάρχει σύνδεση με ενυπάρχουσες κλινικές καταστάσεις, όπου η συναισθηματική δυσφορία επιμένει. Ενώ το περιστασιακό κλάμα είναι μια φυσική συναισθηματική αντίδραση, το επίμονο ή ασταμάτητο κλάμα στους ενήλικες, μπορεί να υποδηλώνει υποκείμενα προβλήματα υγείας που απαιτούν προσοχή.

– Υπάρχουν περιπτώσεις ανθρώπων που, ενώ θέλουν, δεν μπορούν να κλάψουν; Τι υποδηλώνει αυτό για την ψυχική τους υγεία και πόσο τους βλάπτει η έλλειψη δακρύων;

Όταν κλαίμε, αυτό που κάνουμε επί της ουσίας είναι ότι εκδραματίζουμε με έναν τρόπο τα, περιπεπλεγμένα, δύσκολα, ανεπεξέργαστα συχνά, συναισθήματα που διακινούνται εντός μας.

Η χρόνια αναστολή του κλάματος μπορεί να σχετίζεται με την παγίωση μηχανισμών απώθησης ή αποφυγής μιας πρότερης απειλητική, για τον ψυχισμό, εμπειρίας. Αυτοί οι αμυντικοί μηχανισμοί εγκαθίστανται ασυνείδητα από το άτομο, προκειμένου να μην έρθει σε επαφή με την ευάλωτη πλευρά του. Οι άνθρωποι που δεν κλαίνε, συχνά καταπιέζουν τα συναισθήματά τους, σε μια προσπάθεια να μην (ξανα)έρθουν σε επαφή με τον τρωτό Εαυτό, ή να διατηρήσουν μια συγκεκριμένη εικόνα Εαυτού, ως δυνατού και άρα ικανού να ανταπεξέλθει στην αντιξοότητα.

Αυτή η αποφυγή μπορεί να δημιουργήσει μια αποσύνδεση μεταξύ των συναισθηματικών εμπειριών και της αυτοεικόνας, επιφέροντας συναισθήματα  δυσφορίας. Η «μόνωση» από τα δάκρυα είναι αποτέλεσμα εσωτερικής σύγκρουσης μεταξύ της βίωσης της συνθήκης που θα εκκινούσε το κλάμα και της διατήρησης μιας πρόσοψης δύναμης και μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένη διέγερση του συμπαθητικού νευρικού συστήματος, με δυνητικά επιβλαβείς επιπτώσεις τόσο στη σωματική όσο και στην ψυχοκοινωνική υγεία του ατόμου, εμποδίζοντας τη συναισθηματική απελευθέρωση και συσσωρεύοντας ανεπεξέργαστα συναισθήματα.

Διαταραχές της ψυχικής υγείας, όπως η κατάθλιψη, το άγχος και το PTSD (μετατραυματικό στρες), το εσωτερικευμένο στίγμα ή συνθήκες όπως η παιδική παραμέληση ή η κακοποίηση, μπορεί να οδηγήσουν σε συναισθηματικό μούδιασμα, όπου κυριαρχεί ένα είδος συναισθηματικής αποσύνδεσης, μια ανηδονία. Και ναι μεν μπορεί να λειτουργεί ως προστατευτικός μηχανισμός για την αποφυγή των συντριπτικών συναισθημάτων, αλλά μπορεί επίσης να εμποδίσει τη φυσική έκφραση της θλίψης ή του πένθους.

– Το κλάμα είναι ευεργετικό για την υγεία ενός ανθρώπου;

Το κλάμα μπορεί, κάτω από προϋποθέσεις, να αποτελεί μία σημαντική συμπεριφορά αυτορρύθμισης, αυτοκαταπράυνσης, που βοηθά στη ρύθμιση των συναισθημάτων και στη βελτίωση της διάθεσης. Η πράξη του κλάματος μπορεί να οδηγήσει σε αλλαγές στη φυσιολογία, όπως στην αυξημένη ενεργοποίηση του παρασυμπαθητικού νευρικού συστήματος, που συμβάλει στη συνολική ψυχική και σωματική υγεία του οργανισμού.

Επιπλέον, τα συναισθηματικά δάκρυα, μοναδικά στο ανθρώπινο είδος, περιέχουν ξεχωριστές χημικές συνθέσεις, και απελευθερώνουν ορμόνες ευεξίας, όπως οι ενδορφίνες και η ωκυτοκίνη, που βοηθούν στη ρύθμιση του στρες, στη βελτίωση της διάθεσης, στη συναισθηματική ανακούφιση και στην ομοιοστατική ρύθμιση. Σε ψυχικές διαταραχές, όπως το χρόνιο άγχος ή η κατάθλιψη, το PTSD, το κλάμα μπορεί να είναι μια έξοδος έκφρασης συναισθημάτων, με την προϋπόθεση ότι μας αναγκάζει να αντιμετωπίσουμε γνωστικά και συναισθηματικά, το ερέθισμα που προκαλεί το επεισόδιο του κλάματος.

ΤΑ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΑ ΔΑΚΡΥΑ ΠΕΡΙΕΧΟΥΝ ΞΕΧΩΡΙΣΤΕΣ ΧΗΜΙΚΕΣ ΣΥΝΘΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΝΟΥΝ ΟΡΜΟΝΕΣ ΕΥΕΞΙΑΣ.

Το κλάμα είναι μύθος ότι αποτελεί εγγυημένη πηγή άμεσης ανακούφισης

Η ιδέα του κλάματος ως εγγυημένης πηγής άμεσης ανακούφισης είναι μύθος. Η ευρέως διαδεδομένη προσδοκία ότι το κλάμα οδηγεί σε άμεση συναισθηματική ανακούφιση δεν υποστηρίζεται σταθερά από εμπειρικά στοιχεία. Σε εργαστηριακές συνθήκες, οι συμμετέχοντες που έκλαψαν μετά την παρακολούθηση μιας θλιβερής ταινίας, ανέφεραν χαμηλότερα επίπεδα διάθεσης αμέσως μετά το επεισόδιο, σε σύγκριση με εκείνους που δεν έκλαψαν.

Ενώ ορισμένα άτομα μπορεί να βιώσουν κάθαρση και συναισθηματική ανάκαμψη μετά από ένα επεισόδιο κλάματος, αυτό δεν είναι καθολικά αληθές και πολλοί μπορεί να αισθάνονται χειρότερα αμέσως μετά. Ο χρόνος της συναισθηματικής ανάκαμψης, η φύση του ερεθίσματος, το πολιτισμικό πλαίσιο, και οι ατομικές διαφορές παίζουν σημαντικό ρόλο στην αποτελεσματικότητά του.

6 ενδιαφέρουσες γνώσεις για το κλάμα

Ευρήματα ερευνών αναφέρουν ότι:

  • Η ψυχολογική κατάσταση του ατόμου πριν από το κλάμα επηρεάζει τα οφέλη του. Όσοι δεν βιώνουν άγχος ή κατάθλιψη, είναι πιο πιθανό να αναφέρουν βελτίωση της διάθεσης μετά από ένα επεισόδιο κλάματος.
  • Oι άνθρωποι τείνουν να αναφέρουν ότι αισθάνονται καλύτερα αν το επεισόδιο κλάματος προκλήθηκε από ένα θέμα που μπορεί να επιλυθεί, όπως μια διαφωνία με έναν/μια σύντροφο, και όχι από μια κατάσταση που βρίσκεται εκτός του ελέγχου τους, όπως η απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου.
  • Επιπλέον, η έρευνα δείχνει ότι τα άτομα συχνά αναφέρουν ότι αισθάνονται καλύτερα 90 λεπτά μετά το κλάμα, καθώς η αρχική συναισθηματική διέγερση υποχωρεί και τα ηρεμιστικά αποτελέσματα αρχίζουν να επιδρούν.
  • Σε κοινωνικές αλληλεπιδράσεις, ο μεγαλύτερος παράγοντας που επηρεάζει το πώς αισθάνεται κανείς μετά το κλάμα είναι το πώς αντιδρούν οι άνθρωποι γύρω του. Οι άνθρωποι που λαμβάνουν μια υποστηρικτική απάντηση, όπως μια αγκαλιά ή την επικύρωση των συναισθημάτων τους, τείνουν να αισθάνονται καλύτερα, ενώ εκείνοι των οποίων τα δάκρυα αντιμετωπίζονται με θυμό ή χλευασμό, είναι πιο πιθανό να αισθάνονται χειρότερα.
  • Οι πολιτισμικές προσδοκίες μπορούν επίσης να παίξουν ρόλο στα οφέλη του κλάματος. Για παράδειγμα, σε χώρες που γενικά εκτιμούν την συλλογικότητα έναντι των ατομικών αναγκών, οι άνθρωποι δεν εγκρίνουν το κλάμα τόσο πολύ όσο εκείνοι στις δυτικοποιημένες χώρες, όπου η ατομική έκφραση εκτιμάται περισσότερο. Η πιθανή αποδοκιμασία, θα μπορούσε εύκολα να κάνει τους ανθρώπους επιφυλακτικούς στο κλάμα, γεμίζοντάς τους με ντροπή ή ενοχές, ματαιώνοντας την πιθανή κάθαρση.
  • Ορισμένα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας φαίνεται να επηρεάζουν το πόσο κλαίνε οι άνθρωποι. Οι άνθρωποι με μεγάλη ενσυναίσθηση, με χαρακτηριστικά νευρωτισμού ή εξωστρέφειας αναφέρουν ότι κλαίνε περισσότερο. Οι άνθρωποι με αγχώδη τύπο προσκόλλησης έχει επίσης φανεί ότι τείνουν να κλαίνε περισσότερο. Συνθήκες, όπως η κατανάλωση αλκοόλ ή ο κακός ύπνος, μπορεί να πυροδοτήσουν πιο εύκολα το κλάμα, πιθανότατα επειδή μειώνουν τις αναστολές.

Πηγές: Bylsma, Vingerhoets & Rottenberg (2008), Denckla, Fiori & Vingerhoets  (2014), Gračanin και συνεργάτες (2015), Simons και συνεργάτες (2013), Tamir (2009), Van Hemert, Van de Vijver & Vingerhoets (2011), Vingerhoets (2013), Vingerhoets και συνεργάτες (2021), Vingerhoets και συνεργάτες (2000)

Η Μίνα Μαρούγκα είναι ψυχοθεραπεύτρια-κοινωνική ανθρωπολόγος MSc.

SLOW MONDAY NEWSLETTER

Θέλεις να αλλάξεις τη ζωή σου; Μπες στη λογική του NOW. SLOW. FLOW.
Κάθε Δευτέρα θα βρίσκεις στο inbox σου ό,τι αξίζει να ανακαλύψεις.