ΑΡΗΣ ΜΠΑΛΗΣ: ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΕΝΑΝ «ΑΠΟΤΥΧΗΜΕΝΟ»
Με αφορμή τη νέα του δουλειά, ο ηθοποιός Άρης Μπαλής ανατρέχει στη μέχρι τώρα πορεία του στο θέατρο και εξηγεί γιατί θεωρεί την επιτυχία και την αποτυχία δυο όψεις του ίδιου νομίσματος.
Συναντώ τον Άρη Μπαλή έξω από το κτήριο της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, στο ΚΠΙΣΝ, και δύο πράγματα μου κάνουν αμέσως εντύπωση: Το πρώτο είναι ότι μου φαίνεται πολύ διαφορετικός από την τελευταία φορά που τον είδα στο θέατρο, να κρατάει τον πρωταγωνιστικό ρόλο στον «Άνθρωπο απ’ το Παντόλσκ». Δεν είναι μόνο ότι έχει ξυρίσει τα γένια που είχε τότε. Είναι ότι τον βλέπω για πρώτη φορά εκτός ρόλου – και επιβεβαιώνω πόση δουλειά κρυβόταν πίσω από την απλοϊκή φαινομενικά φυσικότητα που έβγαζε επί σκηνής.
Το δεύτερο που προσέχω, μόλις με πλησιάζει, είναι τα μάτια του, εντυπωσιακά σε χρώμα και φωτεινότητα όπως πέφτει πάνω τους ο ήλιος του μεσημεριού.
Τον ρωτάω αν τα παρατηρεί γενικά ο κόσμος και δεν με εκπλήσσει η καταφατική απάντηση, που έρχεται με μια διευκρίνιση: «Μερικές φορές, δηλαδή κυρίως στο φως. Αλλά εμείς τα μάτια μας δεν τα βλέπουμε, οπότε δεν καταλαβαίνω τι…»
Η τελευταία φράση μένει μετέωρη αλλά μου δίνει πάσα να τον ρωτήσω αν τον απασχολεί γενικά η εικόνα του. «Δεν είναι κάτι που με απασχολεί ιδιαίτερα, η αλήθεια είναι», απαντάει. «Καταλαβαίνω ότι υπάρχουν περίοδοι που αφήνομαι παραπάνω και προσπαθώ να μην το κάνω. Αλλά δεν είναι ότι θα οργανώσω τη ζωή μου με κριτήριο την εικόνα μου».
Εκείνο που τον απασχολεί έντονα αυτή την περίοδο είναι η έννοια της αποτυχίας. Αιτία, ο ρόλος του στην παράσταση μουσικού θεάτρου «Ο αποτυχημένος» στην Εναλλακτική Σκηνή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Το έργο βασίζεται στο ομότιτλο μυθιστόρημα του Τόμας Μπέρνχαρντ και ο Άρης Μπαλής επωμίζεται τον ρόλο του κατεξοχήν αποτυχημένου από τους τέσσερεις ήρωες, του Βέρτχαϊμερ.
«Όπως φανερώνει ο τίτλος, το έργο μιλάει για την αποτυχία», εξηγεί ο ίδιος. «Υπάρχει μια φανταστική συνάντηση τριών μουσικών που σπούδαζαν στο ίδιο ωδείο, ένας εκ των οποίων είναι ο Γκλεν Γκουλντ, από τους πιο διάσημους πιανίστες όλων των εποχών. Οι άλλοι δύο εγκατέλειψαν το πιάνο, αλλά ακόμα και ο Γκουλντ, που φαινομενικά θα έλεγε κανείς ότι είναι επιτυχημένος, εμφανίζεται με κάποιου είδους αποτυχία. Και η τέταρτη ηρωίδα, η ξενοδόχος, έχει τη δική της».
Αναρωτιέμαι αν ο Άρης Μπαλής κουβαλάει στην πλάτη του δικές του αποτυχίες και αυτό είναι από τα πρώτα πράγματα που θέλω να τον ρωτήσω. Όπερ και εγένετο.
Ο Άρης Μπαλής και οι προσωπικές αποτυχίες
– Εσύ πώς τα πας με την αποτυχία στη ζωή σου γενικά;
Το τελευταίο διάστημα, με αφορμή και το θέμα της παράστασης, σκέφτομαι ότι υπάρχει τόσο έντονη προβολή επιτυχίας γύρω μας, που αρχίζει να μπερδεύεται το ίδιο το ερώτημα. Με σιγουριά μπορώ να σου πω ότι πράγματα που εμφανίζονται στον κοινωνικό ιστό ως επιτυχίες, εμένα μου φαίνονται φοβερές αποτυχίες. Τα ίδια τα υποκείμενα θεωρούν ότι είναι επιτυχημένα, στα μάτια μου όμως δεν είναι έτσι.
Προσωπικά, ορίζω την έννοια της επιτυχίας ως κάτι το οποίο σε ικανοποιεί βαθιά, σε εκφράζει και έχεις τη δυνατότητα να το υπερασπιστείς μέχρι θανάτου. Αυτό είναι κάτι που θεωρώ επιτυχία.
– Και, όταν έρχεται η αποτυχία, γιατί λένε ότι λίγο, πολύ, σε όλους έρχεται κάποια στιγμή στη ζωή μια αποτυχία, πώς τη διαχειρίζεσαι;
Το θέμα είναι ό,τι κάνεις να έχει ρίσκο, για να προχωράς. Αλλιώς είναι όλα στον αυτόματο και δεν έχει κάποιο νόημα η ζωή. Ως εκ τούτου, την ίδια στιγμή που μπορεί να νιώθεις πολύ επιτυχημένος, μπορεί ταυτόχρονα να νιώθεις εξαιρετικά αποτυχημένος, γιατί δεν θα καταφέρεις ποτέ ξανά την ίδια επιτυχία, στον ίδιο βαθμό ή με τον ίδιο τρόπο! Οπότε, νομίζω ότι είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Προσπαθώ να είμαι πάντως, ισορροπημένος σε σχέση με το πώς προσλαμβάνω και τα δύο. Γιατί από μόνο του τίποτα δεν λέει κάτι.
– Ποια θεωρείς μία μεγάλη επιτυχία στη ζωή σου;
Νομίζω το ότι βρήκα το θάρρος να ασχοληθώ με το θέατρο και να αφήσω τη ζωή μου και τις σπουδές μου στην Αρχιτεκτονική, στην Πάτρα. Θεωρώ ότι είναι μια προσωπική μου επιτυχία, κι ας μη σημαίνει τίποτα για κανέναν άλλο.
Η μεγάλη στροφή
– Είχες μεγαλώσει στην Πάτρα ή βρέθηκες εκεί για σπουδές;
Εκεί γεννήθηκα και μεγάλωσα.
– Και πώς έμπλεξες με την υποκριτική;
Από το σχολείο είχα βρεθεί σε θεατρικές ομάδες, μετά πήγαινα στο καλλιτεχνικό εργαστήρι του ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας και είχα κάπως έτσι μια συνεχή επαφή με το θέατρο σε ερασιτεχνικό επίπεδο. Το καλοκαίρι του 2009, οι φίλοι μου με παρότρυναν να δώσω εξετάσεις στο Εθνικό, ήταν ηλικιακά η προτελευταία μου ευκαιρία να το κάνω, και ευτυχώς τους άκουσα!
Ουσιαστικά ήρθα με άγνοια μεγάλη, γιατί οι αναπαραστάσεις που είχα εγώ στην Πάτρα ήταν πολύ διαφορετικές από ό,τι ισχύει στην πραγματικότητα.
– Τι περίμενες δηλαδή, πριν έρθεις;
Ο κόσμος του θεάτρου μου φαινόταν κάτι φανταστικό, κλειστό, υπέροχο, που υπάρχει παράλληλα με τη ζωή μας, αλλά δεν είναι προσβάσιμο. Σαν να ήταν ένας άλλος κόσμος, στον οποίο δεν ήξερα πώς μπορεί να μπει κανείς, τι εχέγγυα πρέπει να έχει. Από τη στιγμή που μπήκα στη δραματική, πήρε όλο μια ροή πολύ φυσιολογική.
– Ακούγεται αρκετά τολμηρό να παρατήσεις τις σπουδές σου και να αλλάξεις πόλη για να ακολουθήσεις έναν τελείως διαφορετικό δρόμο. Πώς το πήραν οι γονείς σου;
Σοκαρίστηκαν, γιατί κι εγώ τους το είπα 4-5 μέρες πριν δώσω εξετάσεις. Μέχρι τότε προετοιμαζόμουν λίγο εν κρυπτώ. Χάρηκαν πάρα πολύ, αλλά επειδή όπως είπα δεν είχαμε αναπαραστάσεις ως οικογένεια για το τι σημαίνει αυτό ως επάγγελμα, υπήρχε το πρώτο διάστημα μεγάλο άγχος σε σχέση με το αν θα έπρεπε να ολοκληρώσω τις σπουδές μου στην Αρχιτεκτονική. Με τα χρόνια εξαλείφθηκε, γιατί συνειδητοποίησαν ότι είναι ένα πρόβλημα που υπάρχει σε όλη την κοινωνία: δεν καταλαβαίνει ότι αυτό που κάνουμε είναι δουλειά, που σημαίνει ότι έχει δικαιώματα. Πλέον το έχουν εμπεδώσει μια χαρά. Γενικά σε ό,τι επιλογές έχουμε κάνει στη ζωή μας και εγώ και ο αδερφός μου, είναι πολύ υποστηρικτικοί κι αυτό είναι σπουδαίο. Δείχνει μια νοημοσύνη συναισθηματική πολύ υψηλή.
– Η μεγαλύτερή σου επιτυχία στη δουλειά ποια πιστεύεις ότι ήταν;
Δεν μπορώ να σταθώ σε κάτι συγκεκριμένο. Νιώθω ότι είναι μεγάλη επιτυχία που μπορώ να περηφανεύομαι για τις δουλειές που έχω συμμετάσχει και να νιώθω ευτυχισμένος. Αν τις τοποθετήσω σε μία σειρά, και αυτές στις οποίες έχω συμμετάσχει ως ηθοποιός, και τα λίγα πράγματα που έχω κάνει ως σκηνοθέτης, ανοίγει μια ωραία βεντάλια. Νιώθω επιτυχία ότι θυμάμαι τις δουλειές μου ισχυρά και πολύ δημιουργικά μετά από χρόνια – δεδομένου και ότι δέκα χρόνια πριν, για παράδειγμα, ήμουν άλλος ηθοποιός σε σχέση με τώρα.
– Αποτυχίες είχες στη ζωή σου;
Η Αρχιτεκτονική, ας πούμε, ήταν λίγο αποτυχία. Αλλά, από την άλλη δεν ξέρω αν ήταν αποτυχία δικιά μου ή αποτυχία της σχολής της ίδιας. Με την έννοια ότι μου είχε φανεί τόσο τεχνοκρατική η σπουδή όπως ήταν διαμορφωμένη στο συγκεκριμένο τμήμα, που εκεί ένιωσα ότι ή εγώ έχω καταλάβει κάτι πολύ λάθος για τη ζωή, ή οι τύποι είναι λάθος.
– Σε προσωπικό επίπεδο, στις σχέσεις σου, σε έχει απασχολήσει ποτέ η έννοια της επιτυχίας ή της αποτυχίας;
Όχι. Θα σου πω: Θεωρώ ότι υπάρχει ένας πολύ παραδοσιακός τρόπος να δεις τη ζωή και τη συνύπαρξη και με τους φίλους, και με τις σχέσεις και με την οικογένεια. Ταυτόχρονα, υπάρχουν δεκάδες άλλες εναλλακτικές. Αυτό το λέω γιατί από νωρίς κάπως είχα ξεφορτωθεί διάφορους βραχνάδες σε σχέση με μένα και τον εαυτό μου, με το τι επιθυμώ από αυτή τη ζωή, ας πούμε.
Ως εκ τούτου, δεν πιέζομαι για τίποτα. Ζω αυτό που ζω, όπως το έχω διαμορφώσει, είμαι πολύ χαρούμενος και ευτυχισμένος. Παλεύω διαρκώς σε αυτό, με τους ανθρώπους που με περιβάλλουν και έχω επιλέξει να με περιβάλλουν.
Ο Άρης Μπαλής ως σκηνοθέτης και βιβλιοφάγος
– Με τη σκηνοθεσία πώς ασχολήθηκες;
Πολύ απλά, αβίαστα. Η πρώτη σκηνοθεσία που είχα κάνει ήταν ένα ποίημα του Νίκου Καρούζου, η «Νεολιθική Νυχτωδία στην Κροστάνδη». Το είχα κάνει στο Bios, πριν 5 χρόνια, με πολύ αγαπημένους ανθρώπους, φίλους, ηθοποιούς και όλους τους συντελεστές.
Η σκηνοθεσία με ενδιαφέρει γενικά, αλλά για πράγματα που με αφορούν κάπως προσωπικά και για τα οποία θέλω να πω κάτι. Προς το παρόν σίγουρα δεν σκέφτομαι θεατρικά έργα, αλλά ιστορικά γεγονότα, ποιήματα – μου αρέσουν πολύ τέτοια διαφορετικά.
Το καλοκαίρι, στο πλαίσιο του «Όλη η Ελλάδα, ένας πολιτισμός», θα κάνω ένα installation performance στο Κάστρο της Πάτρας, με θέμα ένα κομμάτι της ζωής του Γιώργη Ζάρκου, ενός από τους άγνωστους συγγραφείς του Μεσοπολέμου, ο οποίος έπεσε θύμα λογοκλοπής από φιλολογικό περιοδικό της εποχής. Διαμαρτυρήθηκε, απειλούσε ότι θα δείρει τον Κωστή Παλαμά, έγραψε κάτι λιβέλους για τον Γρηγόριο Ξενόπουλο και πόσο ακαδημαϊκό κατεστημένο ήταν. Τον έκλεισαν φυλακή για λίγες μέρες, αφού βγήκε έσπασε τρεις φορές με πέτρες τις βιτρίνες του εκδοτικού οίκου και τον εξανάγκασαν σε νοσηλεία στο Δαφνί για 54 μέρες. Έγραψε δύο εξαιρετικά βιβλία για τον εγκλεισμό του εκεί.
– Με τα σημερινά δεδομένα ήταν ένας άνθρωπος που έχρηζε ψυχιατρικής παρέμβασης;
Όχι, όχι, δεν υπάρχει ούτε ένα δημόσιο έγγραφο από το Ψυχιατρείο Αθηνών που να λέει ότι αυτός ο άνθρωπος είχε κάτι. Στην πραγματικότητα, ήταν μια εκδικητική πράξη της Ακαδημίας Αθηνών και της Ασφάλειας Αθηνών. Όλο αυτό εγώ το έμαθα μέσα από ένα βιβλίο του κοινωνιολόγου Δημήτρη Υφαντή, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Άγρα, και με ενέπνευσε.
– Διαβάζεις γενικά;
Ναι, πάρα πολύ.
– Έχεις αγαπημένους συγγραφείς;
Ο Χούλιο Κορτάζαρ είναι ο υπεραγαπημένος μου, γιατί μ’ αρέσει πολύ ο μαγικός ρεαλισμός. Όλο αυτό το κίνημα της Λατινικής Αμερικής το βρίσκω σπουδαίο. Όταν πρωτοδιάβασα το «Κουτσό» του Κορτάζαρ, ταράχτηκε η ύπαρξή μου! Σπουδαίος άνθρωπος, σπουδαίος καλλιτέχνης!
Αυτό που μου αρέσει στον μαγικό ρεαλισμό είναι ότι παίρνει μια συνθήκη νορμαλιτέ και εκεί που δεν το περιμένεις εισέρχεται ένα στοιχείο και ανατρέπει όλη την κατάσταση. Είναι αυτό που πολλές φορές μπορεί να θες να έρθει στη ζωή σου κάτι μεταφυσικό να την ανατρέψει, να την πάει κάπου αλλού.
– Το έχεις αισθανθεί ποτέ στη δική σου ζωή;
Ναι. Ας πούμε, όλο αυτό που λέγαμε πριν με το θέατρο δεν είναι κάτι που περίμενα να γίνει. Οι εξετάσεις στο Εθνικό, εκείνη η μέρα, είναι ένα σημείο τομής. Μετακόμισα στην Αθήνα μέσα σε ένα Σαββατοκύριακο και ξεκίνησα να ζω ως φοιτητής δραματικής σχολής, στα 23 μου.
– Είχες διαβάσει τον «Αποτυχημένο» του Μπέρνχαρντ ως μυθιστόρημα;
Ναι, πριν από δέκα χρόνια και πλέον. Θυμάμαι ότι είχα εντυπωσιαστεί και με το θέμα και με τον τρόπο γραφής του, αυτόν τον ακατάσχετο λόγο, ο οποίος είναι μακροπερίοδος, δεν τελειώνει, κάνει κυκλικές αφηγήσεις. Το ωραίο είναι ότι ξαναδιαβάζοντάς το τώρα πάλι μου δημιουργήθηκε αυτός ο φοβερός ενθουσιασμός.
Ο λόγος του είναι αριστουργηματικός και η μετάφραση στα ελληνικά είναι καταπληκτική, οπότε ενδείκνυται ως θεατρικό υλικό. Εμένα, ούτως ή άλλως, τα λογοτεχνικά έργα μου αρέσουν πολύ περισσότερο από τα θεατρικά έργα. Με εμπνέουν πολύ περισσότερο, τα βρίσκω πολύ πιο θεατρικά, κατά μία έννοια, γιατί έχουν μεγαλύτερες ελευθερίες, μεγαλύτερες εμβαθύνσεις σε πράγματα. Νομίζω ότι η διασκευή που έχει κάνει ο Έκτορας Λυγίζος είναι πολύ εύστοχη σε σχέση με το πνεύμα του έργου, τους ήρωες, τους προβληματισμούς τους.
H παράσταση μουσικού θεάτρου «Ο αποτυχημένος» έρχεται σε πανελλήνια πρώτη στην Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ από τις 11 Απριλίου και για έντεκα παραστάσεις έως τις 26 Απριλίου 2024. Κλείσε εισιτήρια