ΑΡΓΥΡΗΣ ΠΑΝΤΑΖΑΡΑΣ: «ΔΕΝ ΦΕΡΟΥΜΕ ΕΥΘΥΝΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΩΣΗ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΟΙ ΑΛΛΟΙ ΓΙΑ ΜΑΣ»
Λίγο πριν το ραντεβού μας στην Επίδαυρο, ο Αργύρης Πανταζάρας μοιράζεται σκέψεις και προβληματισμούς για την τέχνη και τον πολιτισμό.
Το ευρύ κοινό τον γνώρισε μέσα από τους ρόλους του σε σημαντικές τηλεοπτικές σειρές (το Κόκκινο Ποτάμι, οι Άγριες Μέλισσες, ο Σασμός, ο Παράδεισος των κυριών). Εγώ, από την άλλη, τον γνώρισα μέσα από την Καλλισθενική, την κοινή μας πρωινή δραστηριότητα. Αν κάτι, λοιπόν, ξεχώρισα στον Αργύρη Πανταζάρα –πέρα από το πόσο φροντίζει να καλλιεργεί την τέχνη του– είναι το πόση ενέργεια έχει (ακόμα και το πρωί που οι υπόλοιποι σερνόμαστε), αλλά και το χιούμορ του (κάτι που μάλλον δύσκολα αντιλαμβάνεσαι μέσα από τους ρόλους του).
Με αφορμή, λοιπόν, την παράσταση του Εθνικού Θεάτρου «Βάκχες» του Ευριπίδη, σε σκηνοθεσία Θάνου Παπακωνσταντίνου, ο Αργύρης μού μιλά για το θέατρο, την υποκριτική, τον σύγχρονο πολιτισμό και μου θυμίζει πόσο ωραία εμπειρία είναι το να συνομιλείς με ανθρώπους που προβληματίζονται και αναζητούν λύσεις.
Η συνομιλία του Αργύρη Πανταζάρα με τις «Βάκχες»
– Τι θεωρείς ότι έχει να προσφέρει ένα έργο του 5ου αιώνα π.Χ. σε έναν πολίτη του σήμερα;
Οι «Βάκχες» είναι ένα έργο που γράφτηκε 2500 χρόνια πριν, ένας μύθος που συνομιλεί σχεδόν με τη γέννηση του πολιτισμού (ξεκινώντας από τη Θεοφαγία) και φτάνει μέχρι την πτώση του. Είναι μύηση, προειδοποίηση, υπενθύμιση, ανάφλεξη. Είναι μια κραυγή για όσα έχουμε σιωπήσει.
Είναι ένα έργο που προμηνύει το τέλος μας. Ο Ευριπίδης το έγραψε τρία χρόνια πριν την πτώση της Αθήνας και τη λήξη του Πελοποννησιακού πολέμου. Όταν το έγραφε, μέσα και έξω από τα τείχη της πόλης πέθαιναν άμαχοι από την πείνα και τα όπλα. Σκέψου πόσα αιτήματα ειρήνης έκαναν οι πολίτες και απορρίπτονταν συνεχώς. Συνέβαινε τότε ό,τι συμβαίνει και σήμερα, σε μια άλλη Αθήνα, μπροστά στα μάτια μας.
Το έργο μιλά για το τέλος που έρχεται και κανένας δεν το βλέπει, κανένας δεν μετανοεί, δεν αλλάζει γνώμη, δεν αλλάζει πλεύση. Η Πόλη γίνεται μια ανοιχτή μολυσματική πληγή. Διαφέρει η πόλη αυτή από τα «ερείπια» που δημιουργούμε σήμερα;
Ταυτόχρονα, είναι η διαθήκη του Ευριπίδη, η διαθήκη της τραγωδίας. Είναι ένα έργο που ενώνει το ορατό με το αόρατο, την Ανατολή με την Δύση, τους νόμους του ανθρώπου με τους νόμους της φύσης. Είναι η ιερή σιωπή που μοιράζεται όλο το κοινό μαζί μας, μια ζωντανή ενέργεια, ένα θαύμα κι εμείς οι απόστολοί του.
Κάθε στάσιμο, κάθε επεισόδιο, προειδοποιεί με τον πιο αριστοτεχνικό και σπαραχτικό τρόπο. Αυτό είναι η ποίηση. Αλίμονο αν το έργο αυτό δεν σε τσακίσει. Αλίμονο αν δεν συνθλίψει τα σπλάχνα σου.
– Υπάρχει κάτι στο συγκεκριμένο έργο που να σε έκανε να ξεπεράσεις τη «ζώνη άνεσής» σου και σου άνοιξε νέα μονοπάτια;
Έργα όπως οι «Βάκχες» μάς ξεπερνάνε. Είμαστε υποχρεωμένοι να προσπαθούμε να τα φτάσουμε κι όχι να τα φέρουμε στα μέτρα μας. Το μέχρι που θα φτάσεις, βέβαια, δεν εξαρτάται μόνο από την προσωπική σου ανάγκη και την ωριμότητά σου, αλλά και από το ποιος σε κατευθύνει και προς τα πού.
Ο Θάνος Παπακωνσταντίνου είναι ένας «μαέστρος» μεθοδικός, με σοβαρότητα και γνώση. Δεν μπορείς να του κρυφτείς. Παίζει ακόμα και με το υποσυνείδητό σου. Μας «δουλεύει» όλους σε βάθος, μέχρι το τελευταίο λεπτό. Δεν μας χαρίζει τίποτα. Αυτό σου προκαλεί τεράστια ευεξία, επειδή έχει αποτέλεσμα. Όταν βλέπεις ότι τα πράγματα λειτουργούν και νιώθεις τα κύτταρά σου να ανανεώνονται, τότε εξελίσσεσαι υποκριτικά.
– Στην παράσταση κρατάς ένα ομοίωμα του κεφαλιού σου. Τι αισθήματα σού γέννησε η εικόνα του;
Η αλήθεια είναι ότι δεν μου αρέσει καθόλου η εικόνα αυτή. Παλαιότερα θα… τρόλαρα κάτι τέτοιο, αλλά μεγαλώσαμε πια. Σήμερα δεν μπορώ να το οικειοποιηθώ. Προσπάθησα στην αρχή, αλλά τη μέρα που ήρθε, δεν ήθελα να έχω επαφή μαζί του. Δεν είναι αστείο. Όλα τα πράγματα συμβολίζουν κάτι. Όσο πιο κοντά στον ρεαλισμό έρχεσαι, τόσο πιο εφιαλτικό γίνεται. Είμαστε προληπτικοί, τι να κάνουμε;
– Τι συμβολίζει για σένα η Επίδαυρος;
Η Επίδαυρος είναι ό,τι πιο φιλικό και όμορφο υπάρχει. Μια αγκαλιά, ένας ομφαλός. Είναι ένας τόπος που τον έβρεχαν νερά από παντού, τόπος κάθαρσης. Όλη η πλαγιά είναι χώρος λατρείας. Επί σκηνής, ό,τι έχει απομείνει από μια κολώνα που στήριζε τον βωμό όπου γινόταν θυσία ζώου ως προσφορά για την εύνοια των θεών πριν από την έναρξη της παράστασης. Αυτά δεν μπορεί να σε αφήνουν ασυγκίνητο. Αυτό δεν σημαίνει, βέβαια, ότι σήμερα το θέαμα πρέπει να είναι ανάλογο του τότε. Διαφορετικά, η παράσταση θα γινόταν στις πέντε το πρωί και θα βλέπαμε τρία έργα στη σειρά, με ντάλα ήλιο και χωρίς κινητά.
Για μένα το ότι ο τόπος αυτός είναι ιερός, δεν σε κάνει κι εσένα ιερό ή έστω ιερέα. Σε κάνει ταπεινό. Είναι ο τόπος που φανερώνει αυτό που είσαι, αλλά για να το κάνει πρέπει κι εσύ να του φανερωθείς. Ο καθένας εκεί πάνω στην ορχήστρα εκπέμπει και αντηχεί το υλικό από το οποίο είναι φτιαγμένος.
Στην Επίδαυρο που έχουμε εμείς σήμερα δεν ψάχνουμε την έκπληξη της πλοκής ούτε την ανατροπή. Αναζητούμε τη συνάντησή μας ξανά και ξανά σε μια μεταμορφωτική εμπειρία, εκεί που ο καθένας ψάχνει κάτι να δει μέσα στην ψυχή του.
Ο Αργύρης Πανταζάρας μιλάει για τον πολιτισμό και την τέχνη
– Τα τελευταία χρόνια σε βλέπουμε σε σημαντικές παραγωγές. Με ποια κριτήρια επιλέγεις τους ρόλους σου;
Το πώς έρχονται οι ρόλοι είναι μυστήριο πράγμα. Κάποιους ρόλους τους… καλώ, άλλοι ρόλοι με… καλούν. Το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να τους μελετάω και να τους φροντίζω, όπως ξέρω κι όπως μπορώ. Καλούμαι να τους ανακαλύψω με ευαισθησία, συνέπεια, τις γνώσεις και την αντίληψή μου, τα μυστικά και άγνωστα ταλέντα μου.
Βλέπω τον ρόλο ως υλικό. Ό,τι μου δώσουν, αυτό θα χρησιμοποιήσω. Ταυτόχρονα, όμως, θα επιστρατεύσω κι ό,τι εφόδιο διαθέτω εγώ ο ίδιος. Θα το σμιλεύω μπροστά σου και ό,τι γίνει. Ωστόσο, δεν κάνουμε θαύματα, ούτε έχουμε την υποχρέωση να ικανοποιούμε τα γούστα όλου του κόσμου.
Είναι ευλογημένοι όσοι έχουν τη δυνατότητα να επιλέγουν ή να απορρίπτουν ρόλους. Δεν έχουμε πάντα τη δυνατότητα αυτή, γιατί καλώς ή κακώς ζούμε από το επάγγελμά μας. Γι’ αυτό είναι μεγάλη υπόθεση το να αγαπάς αυτό που κάνεις ή τουλάχιστον να μπορέσεις να το αγαπήσεις.
Ο ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΜΑΣ ΜΟΙΑΖΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΛΙΓΟ ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΑΠΟΛΥΤΗ ΞΗΡΑΣΙΑ ΤΟΥ. ΤΡΩΜΕ ΑΠΟ ΤΑ ΑΠΟΘΕΜΑΤΑ ΜΑΣ ΚΙ ΕΧΟΥΝ ΗΔΗ ΣΤΕΡΕΨΕΙ.
– Στις «Βάκχες» γινόμαστε μάρτυρες ενός διαμελισμού που μεταφορικά θα μπορούσε να είναι και ο διαμελισμός του πολιτισμού. Θεωρείς ότι ο πολιτισμός μας πλησιάζει στο σημείου που θα διαμελισθεί; Σε τι κατάσταση θεωρείς ότι βρίσκεται ο τομέας του πολιτισμού στη χώρα μας, στη γενέτειρα της τραγωδίας;
Έχουμε την τιμή να βρισκόμαστε στο έδαφος που γέννησε την τραγωδία, γέννησε πολιτισμό. Δεν ξέρω, όμως, κατά ποσό το τιμάμε ουσιαστικά. Ό,τι συμβαίνει πλέον μοιάζει δυσοίωνο. Πώς ήταν κάποτε κάποιες αρχαίες πόλεις, σαν οάσεις πολιτισμού, πλούσιες μέσα στο νερό και ξαφνικά στέρεψε η πηγή από το υπέδαφος και εξαφανίστηκαν όλοι; Έτσι μου μοιάζει ο πολιτισμός μας. Λίγο πριν την απόλυτη ξηρασία του. Τρώμε από τα αποθέματά μας κι έχουν ήδη στερέψει. Το τέλος είναι εδώ και κανένας δεν κάνει κάτι. Ίσως κανένας δεν μπορεί να κάνει κάτι.
Υπάρχει μια τρομακτική αντίφαση στα πάντα: ο φτωχός φτωχαίνει κι άλλο, ο πλούσιος πλουτίζει περισσότερο, ο TikTok-ερ έχει παγκόσμιο λόγο, κυβερνάει ένας CEO, άνθρωποι επενδύουν σε οικόπεδα στον πλανήτη Άρη, άλλος κυνηγάει την αθανασία σε έναν πλανήτη που πεθαίνει, άλλος την παρατεταμένη ομορφιά και νεότητα σε έναν τόπο που όλα μοιάζουν άσχημα και ήδη γερασμένα.
Αν κοιτάξεις την πόλη από ψηλά θα δεις τι σημαίνει ο πολιτισμός μας. Δε βλέπεις ίχνος πρασίνου. Ευτυχώς που υπάρχουν μερικά κυπαρίσσια στα νεκροταφεία. Έχουμε οικολογική συνείδηση μόνο όσον αφορά στα καλαμάκια του καφέ.
Κάθε χρόνο πιάνει φωτιά η Ελλάδα και κάθε φορά ανακαλύπτουμε ότι πάλι δεν έχουμε προνοήσει. Όλοι εκπλησσόμαστε με το ίδιο θέαμα ξανά και ξανά. Είναι βεβηλωμένη η πόλη μας από όλους μας. Μια πόλη που στρώνει τους δρόμους με φθηνή άσφαλτο ξανά και ξανά για να υπάρχει εργολαβία. Μια πόλη με πεζοδρόμια που γλιστράνε, γιατί αυτό το πλακάκι κέρδισε τον διαγωνισμό και τώρα θα ζήσετε έτσι. Γιατί έτσι! Μια πόλη, μια χώρα χωρίς πλάνο για το μέλλον.
Ο πολιτισμός μας φαίνεται από τα πεζοδρόμια μας, από την αρχιτεκτονική μας, από τη δημόσια υγεία μας, από τα πανεπιστήμιά μας. Φαίνεται από τις συγκοινωνίες και τη συμπεριφορά μας μέσα σε αυτές. Από την κίνηση στον δρόμο, όπου όλοι έχουν αμάξια σε μια πόλη που δεν έχει χώρο για πάρκινγκ, σε μια πόλη που ταξιτζήδες και τουριστικά λεωφορεία σταματούν όπου θέλουν για να κατεβάσουν τον τουρίστα.
Όσο για τα πολιτιστικά, τι να πω; Ανακαλύπτουμε σειρές εποχής και δημιουργούμε μια πλασματική εικόνα για το παρελθόν, αποφεύγοντας το παρόν και το μέλλον. Οτιδήποτε είναι πολιτικό επισκιάζεται, επειδή δεν πουλάει. Η ιστορία τείνει να μας ενδιαφέρει μόνο αν έχει μορφή σαπουνόπερας. Ο κόσμος γίνεται όλο και πιο βίαιος και ηδονοβλεπτικός. Όλοι εθισμένοι στη ντοπαμίνη του scroll down, του swipe up, του swipe left και του zapping. Δεν βλέπουμε ότι το «οξυγόνο» είναι περιορισμένο. Το τέλος είναι εδώ. Ίσως κάποιοι προλάβουν να το δουν.
– Τι έχει να προσφέρει η δική σου γενιά ηθοποιών στην τέχνη της υποκριτικής; Τι αλλαγές μπορεί να επιφέρει;
Είμαστε ένα αργό άθλημα, δεν εξελισσόμαστε γρήγορα. Δεν είμαστε, όπως οι αθλητές που σπάνε παγκόσμια και προσωπικά ρεκόρ μέσα σε έναν χρόνο. Εμείς, τη μία χρονιά μπορεί να πάμε ένα βήμα μπροστά, την άλλη δέκα βήματα πίσω.
Είμαι, όμως, χαρούμενος και περήφανος που βλέπω ταλαντούχους συναδέλφους που αγαπάνε τη δουλειά. Θαυμάζω του παλιούς, τους συνομηλίκους και τους επόμενους. Με ξυπνάνε, λέω «θέλω κι εγώ», θέλω παρτενέρ να μοιραστώ στιγμές, να μάθω, να εξελιχθώ! Για να κερδίσει η τέχνη μας χρειαζόμαστε πορωμένους θιασώτες, ο ένας να είναι καλύτερος από τον άλλον. Να είμαστε πολλοί, να μη ξέρεις ποιον να πρωτοδιαλέξεις.
Ίσως κάπως να απομυθοποιήθηκαν οι διάνοιες, τα τζάκια και οι μοναδικότητες. Τι μοναξιά, θεέ μου, όλοι εκείνοι που θέλουν να είναι «μόνο αυτοί και άλλος κανείς». Πόσο ξεπερασμένο. Σε μια άλλη εποχή, τίποτα από όσα κάνουμε τώρα δεν θα μπορούσαμε να τα κάνουμε. Η ιεραρχία, ο ανταγωνισμός και ο χώρος που ήταν τόσο κλειστός, δεν θα μας τα επέτρεπαν.
Καταφέραμε ίσως να κάνουμε και δικές μας παραστάσεις, μόνοι μας, με το ρίσκο μας, το ΑΦΜ μας και με συντελεστές που εμείς θέλαμε, χωρίς να στερούμαστε παραγωγικότητας, μελέτης και επιτυχίας στο ευρύ κοινό. Ίσως αυτό μας ένωσε. Κατανοήσαμε ο ένας τον άλλον. Νιώθω πως έτσι δεν ξεχνάμε να γινόμαστε ομάδα σε κάθε νέα περίσταση, να ανεβάζει ο ένας τον πήχη του άλλου, να λέμε «θέλω κι εγώ!» αντί να λέμε «γιατί αυτός κι όχι εγώ;»
Πόσο ωραίο είναι να νιώθουμε ότι μελλοντικά θα συναντηθούμε κάπου, κάπως ξανά. Τους «μαθητές» μου (όσους είχα μέχρι στιγμής) δεν τους είπα ποτέ «μαθητές» από ταπεινοφροσύνη. Τους έλεγα «μελλοντικούς συνεργάτες» κι έγιναν. Αυτά μπορεί να είναι όλα στο δικό μου κεφάλι. Έτσι είμαι από τη φύση μου. Δεν φέρω καμία ευθύνη για το πώς τα βλέπουν οι άλλοι.
– Έχεις τιμηθεί με το βραβείο Χορν, έχεις παίξει σε σημαντικές παραστάσεις, έχεις συμμετάσχει σε μεγάλες τηλεοπτικές παραγωγές. Σκέφτεσαι καθόλου μήπως σου… φορέσουν μια ταμπέλα, π.χ. του τραγικού ηθοποιού ή του ηθοποιού που παίζει μόνο σε μεγάλα project, και πώς αυτό μπορεί να επηρεάσει την μελλοντική σου πορεία;
Θα το ξαναπώ γιατί με βοηθάει και ίσως βοηθήσει και άλλους. Δεν φέρουμε καμία ευθύνη για την εντύπωση που έχουν οι άλλοι για εμάς. Έχουμε τις ανασφάλειές μας για το αν θα έχουμε δουλειά, πώς θα ζήσουμε, πώς θα παίξουμε, αν θα τα καταφέρουμε. Να έχουμε άγχος και για το πώς μας βλέπουν οι άλλοι; Είναι τρομερά κουραστικό.
Ναι, θέλω να είμαι τυχερός, να σου κάνω και να μου κάνεις, αλλά στη δουλειά μας μπορεί τη μία να παίξεις έναν πρωταγωνιστικό ρόλο και την άλλη να παίξεις στον Χορό, ακόμα και μετά από 30 χρόνια καριέρας. Μπορεί να κάνεις μια υπερπαραγωγή και μετά μια μικρού μήκους ταινία χωρίς budget. Τι σημασία έχει;
Μπορεί από μια καθημερινή σειρά να σε μάθει όλη η χώρα και από μια μικρού μήκους ταινία έξι λεπτών να σε μάθουν στην άλλη άκρη του πλανήτη. Τη μια μπορεί να σε ζητήσουν για πρωταγωνιστικό ρόλο σε δραματική σειρά, την άλλη για guest σε κωμωδία. Δεν με νοιάζει. Δουλειά να υπάρχει. Αν μου αρέσει, μου ταιριάζει και μπορώ, θα το κάνω. Αν όχι, δε θα το κάνω.
Δεν μπορώ να κάνω πράγματα για να συντηρώ τον μύθο που κάποιος έχει στο κεφάλι του για μένα. Δεν μπορώ, επίσης, να μην κάνω πράγματα, για να μην απογοητεύσω κάποιον. Η ζωή είναι μικρή. Ένα να θυμάσαι και πες το και στους άλλους: είναι η δουλειά μας και πρέπει να ζούμε από αυτήν, καλώς η κακώς. Θα κάνω ό,τι έχω και ό,τι μπορώ.
Θέλω να ζήσω από αυτήν τη δουλειά και να περάσω από όλους τους ρόλους. Θέλω να «γεράσω όμορφα μέσα στην τέχνη μου». Ας κάνω και τον κασκαντέρ ή τον γέρο στο φόντο. Ηθοποιός δεν γίνεσαι επειδή σε κρέμασαν στην αφίσα, γίνεσαι στην ψυχή του θεατή.
Αργύρης Πανταζάρας: «Το σινεμά είναι το όνειρο κάθε ηθοποιού»
– Κινηματογράφο, θέατρο ή τηλεόραση; Ξεχωρίζεις κάποιο από αυτά ή από το καθένα παίρνεις διαφορετικά πράγματα;
Καμία σχέση το ένα με το άλλο. Είναι σαν να λέμε βιολί σε συμφωνική ορχήστρα, βιολί σε κουαρτέτο δωματίου, βιολί σε πανηγύρι. Βιολί το ένα, βιολί και το άλλο. Δεν είναι όμως έτσι. Θεωρώ ότι δεν χρησιμοποιείς τα ίδια εργαλεία σε αυτά τα διαφορετικά μέσα. Αυτή είναι μια κουβέντα που κάνουμε με τους συναδέλφους και τους δικούς μου ανθρώπους και μου αρέσει να κοντράρομαι μαζί τους.
Το Θέατρο είναι το μεροκάματό μας και η παιδεία μας. Αυτό σπουδάζει ένας ηθοποιός στην Ελλάδα. Δεν υπάρχει σχολή για υποκριτική μπροστά σε κάμερα όπως στο εξωτερικό. Όλα στην υποκριτική τα μαθαίνεις κάνοντάς τα.
Το σινεμά είναι το όνειρο κάθε ηθοποιού. Είναι η προέκταση της φαντασίας μας, ο σκηνοθέτης των κρυφών μας σκέψεων και των τραυμάτων μας. Αλλά είναι αργής απόσταξης και σπάνιο στην Ελλάδα. Δεν υπάρχει χρηματοδότηση, δεν υπάρχουν καλά σενάρια, δεν υπάρχει ζήτηση σε ηθοποιούς, εκτός από πέντε άτομα που ανακυκλώνονται σε όλες τις ταινίες. Δεν μπορείς να ζήσεις από το σινεμά στην Ελλάδα.
Όλοι σινεμά θέλουμε να κάνουμε. Δεν το λέμε, όμως, γιατί μας πικραίνει. Ξέρουμε ότι δεν θα γίνουμε σταρ στο Χόλιγουντ, οπότε πέφτουμε με τα μούτρα στο Θέατρο, που έχουμε και παράδοση και γνώση, το αγκαλιάζουμε και μας αγκαλιάζει.
Η τηλεόραση είναι η συντροφιά του θεατή και νιώθω καλά που από το 2018 έχει βοηθήσει πολλούς ηθοποιούς να σταθούν στα πόδια τους, τους έχει στηρίξει οικονομικά, τους έχει προβάλει για να τους μάθει ο κόσμος που δεν πηγαίνει θέατρο.
– Αν ο Αργύρης Πανταζάρας δεν ήταν ηθοποιός, τι θα ήθελε να είναι;
Δε ξέρω. Κατά καιρούς έχω απαντήσει αυτή την ερώτηση με όλους τους τρόπους. Άλλες σοβαρά, άλλες τρολάροντας, άλλες βασισμένος σε κρυφά απωθημένα, άλλες φορές κυριολεκτικά. Δεν ξέρω, θα έκανα τα πάντα. Προς το παρόν, όμως, δε θα μπορούσα να είμαι κάτι άλλο.
Εισιτήρια για την παράσταση «Βάκχες» του Ευριπίδη στο Αρχαίο θέατρο Επιδαύρου, την Παρασκευή 2 και το Σάββατο 3 Αυγούστου, όπου ο Αργύρης Πανταζάρας υποδύεται τον βασιλιά Πενθέα, θα βρεις εδώ.