ΤΙ ΚΑΘΟΡΙΖΕΙ ΤΙΣ ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΕΣ ΜΑΣ ΠΡΟΤΙΜΗΣΕΙΣ
Η πρώιμη εμπειρία μας με το φαγητό επηρεάζει τις γευστικές προτιμήσεις και τη διατροφή στην ενήλικη ζωή λόγω επιδράσεων στον εγκέφαλο, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα.
Όσες φορές σκέφτομαι τι διαμόρφωσε τις τωρινές διατροφικές μου προτιμήσεις ανατρέχω με τον νου μου στο παρελθόν. Είμαι πεπεισμένη ότι η διατροφή μου ως ενήλικα θα ήταν τελείως διαφορετική αν ο πατέρας μου δεν μου έφερνε καθημερινά εκείνα τα μπολάκια με καθαρισμένα και κομμένα φρούτα ή αν έλειπε η σαλάτα από βιολογικά λαχανικά που συνόδευε κάθε μέρα όσο ήμουν παιδί το μεσημεριανό μας φαγητό.
Πρόσφατα συνειδητοποίησα ότι όλες αυτές οι σκέψεις που τριγυρνούν κατά καιρούς στο μυαλό μου, επιβεβαιώνονται και επιστημονικά. Μια νέα μελέτη εξέτασε τον τρόπο που διαμορφώνονται οι διατροφικές προτιμήσεις μας και έδειξε κάτι εντυπωσιακό: ότι υπάρχει πράγματι μια ισχυρή σχέση ανάμεσα στο τι τρώμε νωρίς στη ζωή μας, ως μωρά ή μικρά παιδιά, και των διατροφικών μας προτιμήσεων ως ενήλικες. Η σχέση αυτή εξαρτάται από τις επιδράσεις που έχει στον εγκέφαλο η πρώιμη εμπειρία μας με το φαγητό.
Τα βασικά σημεία της έρευνας για τον εγκέφαλο και τη διατροφή
«Η έρευνά μας αποσκοπεί στην αξιολόγηση του εάν και πώς η γευστική εμπειρία και η διατροφή επηρεάζουν την ανάπτυξη του εγκεφάλου», εξηγεί η Arianna Maffei, συγγραφέας της μελέτης και καθηγήτρια στο Τμήμα Νευροβιολογίας και Συμπεριφοράς στο πανεπιστήμιο Stony Brook. «Η μελέτη αυτή δείχνει ότι η γευστική εμπειρία έχει θεμελιώδεις επιδράσεις στον εγκέφαλο».
Ειδικότερα, η έρευνα, που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Science Advances, υπογραμμίζει τη σημασία της πρώιμης έκθεσης σε μια ποικιλία γεύσεων και εξετάζει υπό το πρίσμα της νευροεπιστήμης τον τρόπο που διαμορφώνονται οι προτιμήσεις για αγαπημένα τρόφιμα, παρέχοντας σημαντικές πληροφορίες για τη σχέση μεταξύ διατροφής και λειτουργίας του εγκεφάλου.
Καθώς –όπως εξηγούν οι ερευνητές– η βιολογία του γευστικού συστήματος είναι παρόμοια σε όλα τα θηλαστικά, οι ίδιοι εξέθεσαν ομάδες απογαλακτισμένων ποντικών σε μια ποικιλία γευστικών προτάσεων και προσδιόρισαν τις επιδράσεις στην ενήλικη ζωή σχετικά με τη προτίμηση για το γλυκό. Όπως αναφέρουν στην έκθεσή τους, κατέδειξαν μια εξαρτώμενη από την εμπειρία μετατόπιση στην προτίμηση της σακχαρόζης που επέμενε αρκετές εβδομάδες μετά τον τερματισμό της έκθεσης. Επίσης, προκλήθηκε μετατόπιση της ευγευστότητας στη σακχαρόζη, μεταβολή της νευρικής απόκρισης στη σακχαρόζη και ανασταλτική συναπτική πλαστικότητα στο γευστικό τμήμα του νησιωτικού φλοιού.
Οι συγγραφείς υποστηρίζουν ότι ενώ η μελέτη έγινε σε ποντίκια, τα αποτελέσματα τους δίνουν στοιχεία για τις θεμελιώδεις βιολογικές πτυχές των εμπειριών που σχετίζονται με τη γεύση οι οποίες επεκτείνονται πέρα από τα ζωικά μοντέλα και στους ανθρώπους.
Ακόμη, όσον αφορά τους ανθρώπους, η Maffei τόνισε ότι συχνά προτιμάμε τρόφιμα από την παιδική μας ηλικία, αναδεικνύοντας σημαντικές πολιτισμικές πτυχές της γευστικής μας εμπειρίας. Επιπλέον, αρκετές νευροαναπτυξιακές και νευροεκφυλιστικές διαταραχές μπορεί να σχετίζονται με υπερευαισθησία στα γευστικά ερεθίσματα, γεγονός που υποδηλώνει σύνδεση μεταξύ της γεύσης και της λειτουργίας του εγκεφάλου στον τομέα της υγείας και τις ασθένειες.
«Το να διευρύνουμε τις γνώσεις μας για τα αναπτυξιακά νευρωνικά κυκλώματα της γεύσης –όπως κάνουν μελέτες σαν αυτή– θα συμβάλει στην κατανόηση των επιλογών τροφίμων, των διατροφικών διαταραχών και των ασθενειών που σχετίζονται με εγκεφαλικές διαταραχές», τονίζει η Maffei.