ΠΟΣΟ ΥΓΙΕΙΝΕΣ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΡΥΖΟΓΚΟΦΡΕΤΕΣ;
Κάποιοι τις λατρεύουν και κάποιοι τις θεωρούν ανθυγιεινές. Διατροφολόγος εξηγεί στο OW αν έχει νόημα να τρώμε ρυζογκοφρέτες και προτείνει μια εναλλακτική.
Παρατηρώ γονείς στην παιδική χαρά που μόλις το παιδί παραπονεθεί ότι πεινάει (ή και πριν το παράπονο) έχουν πάντα εύκαιρο ένα ταπεράκι με ρυζογκοφρέτες. Γιατί όμως κάποιοι λένε ότι πρόκειται για ανθυγιεινό σνακ, το οποίο καλύτερα να αποφεύγουμε; Συγκεκριμένα, η διατροφολόγος Melissa Nieves γράφει σε άρθρο ότι οι ρυζογκοφρέτες είναι μεν γνωστές ως ένα υγιεινό, χαμηλό σε θερμίδες σνακ, όμως καθώς παρασκευάζονται από επεξεργασμένο λευκό ρύζι έχουν χαμηλή περιεκτικότητα τόσο σε φυτικές ίνες όσο και σε άλλα θρεπτικά συστατικά.
Η Nieves λέει ότι, επειδή δεν έχουν πρωτεΐνη, μπορούν εύκολα να ανεβάσουν το σάκχαρο και να προκαλέσουν έκρηξη γλυκόζης. Επιπλέον, οι περισσότερες ρυζογκοφρέτες έχουν υπερβολικό νάτριο ή ακόμα και ζάχαρη που κανείς δεν χρειάζεται σε τέτοιο βαθμό, σίγουρα όχι από ένα σνακ.
Η ίδια αντιπροτείνει να τις αντικαθιστούμε με μία φέτα ψωμιού ολικής άλεσης στην οποία θα απλώσουμε λίγο φυστικοβούτυρο (χωρίς ζάχαρη) και μερικές φέτες μπανάνας.
Τελικά να τρώμε ή όχι ρυζογκοφρέτες
Καθώς οι ρυζογκοφρέτες βρίσκονται συστηματικά στο συρτάρι με τα τρόφιμα της οικογένειάς μου, αποφάσισα να επικοινωνήσω με τη διατροφολόγο Βάνα Κροντήρη για να μου εξηγήσει τι πραγματικά συμβαίνει με το δημοφιλές αυτό σνακ.
Όπως μου είπε, «οι ρυζογκοφρέτες φτιάχνονται συνήθως από μία συγκεκριμένη ποικιλία ακατέργαστου ρυζιού που εμποτίζεται με νερό και στη συνέχεια υφίσταται θερμική επεξεργασία. Με τον τρόπο αυτό φεύγει ο έξτρα αέρας από το μείγμα και έπειτα παίρνει τη συγκεκριμένη στρογγυλή μορφή που όλοι ξέρουμε».
Αναφορικά με τα συστατικά τους, «δεν υπάρχει κάτι επιβλαβές, όμως είναι καλό να κοιτάμε στη διατροφική ετικέτα πόσο αλάτι περιέχεται, δηλαδή να μην είναι πάνω από 1,5 γρ. ανά 100 γρ. Επιπλέον, υποστηρίζεται από κάποιες μελέτες ότι η θερμική επεξεργασία που υπόκειται το ρύζι μειώνει την αντιοξειδωτική του δράση, το οποίο μου ακούγεται λογικό. Συνεπώς, θρεπτική αξία η ρυζογκοφρέτα δεν έχει. Αυτή χάνεται κατά την παρασκευή της. Αυτό που μας δίνει η ρυζογκοφρέτα είναι η ιδέα ότι φουσκώνουμε».
Η κ. Κροντήρη συστήνει τις ρυζογκοφρέτες στο πλαίσιο κάποιου διατροφικού προγράμματος «μόνο σε όποιον του αρέσουν και πάντα σε συνδυασμό με κάποια πηγή πρωτεΐνης, ή με ένα τρόφιμο πλούσιο σε φυτικές ίνες ή καλά λιπαρά. Από μόνες τους, επειδή σε διαβητικούς μπορεί να αυξήσουν τη γλυκόζη στο αίμα, συνιστώ να μην καταναλώνονται και σίγουρα όχι σε μεγάλη ποσότητα. Γιατί πολλοί λένε: Τι είναι 35 θερμίδες σε μία ρυζογκοφρέτα; Ας φάω 3-4. Λίγο μετά, όμως, θα πεινάσουν αν δεν τις έχουν συνδυάσει με κάτι άλλο».
Αντί για ρυζογκοφρέτες… τι;
Σύμφωνα με την ειδικό, έχει νόημα να γνωρίζουμε ότι μία φέτα ψωμί αντιστοιχεί θερμιδικά σε δύο ρυζογκοφρέτες. Έτσι, «στο πρωινό, αντί για 2 φέτες ψωμιού μπορεί κανείς να φάει 4 ρυζογκοφρέτες. Αυτό είναι κάτι που εγώ θα σύστηνα. Όμως είναι προτιμότερο αντί να φας ρυζογκοφρέτες ως σνακ να επιλέξεις τις καλαμποκογκοφρέτες. Εγώ τις συνιστώ ανεπιφύλακτα, πρώτον γιατί το καλαμπόκι έχει περισσότερα οφέλη (καλύτερους υδατάνθρακες, περισσότερες φυτικές ίνες, περισσότερες πρωτεΐνες, αρκετό ψευδάργυρο και μαγγάνιο) και δεύτερον γιατί είναι πιο ευχάριστες στη γεύση, είναι σα να τρως ποπ-κορν».
Το ίδιο ισχύει και για την επιλογή μας να δίνουμε ρυζογκοφρέτες στα παιδιά. «Αν συνδυάζονται σωστά, π.χ. με λίγο λιωμένο αβοκάντο και τοματίνια, λίγο τυρί ή –προσωπικό μου αγαπημένο– με πέστο, τοματίνια και καπνιστό σολομό, οπότε βγαίνει ένα μίνι γεύμα, δεν υπάρχει πρόβλημα. Και πάλι, όμως, θα προτιμήσω την καλαμποκογκοφρέτα γιατί έχει υψηλότερη θρεπτική αξία».
Στο διά ταύτα…
Οι ρυζογκοφρέτες από μόνες τους δεν έχουν να προσφέρουν κάποια ιδιαίτερη θρεπτική αξία, αλλά ούτε μας βλάπτουν, εφόσον δεν υπερβάλλουμε στην ποσότητα. Όμως, αν λαχταράμε ένα εύκολο, γρήγορο σνακ είναι προτιμότερο να καταναλώσουμε 1-2 καλαμποκογκοφρέτες. «Και οι δύο αυτές γκοφρέτες πάντως συνιστώνται σε όσους έχουν θέμα με την κοιλιοκάκη, γιατί και το ρύζι και το καλαμπόκι είναι τροφές χωρίς γλουτένη», καταλήγει η διατροφολόγος.