Ο ΜΟΝΟΣ ΔΡΟΜΟΣ ΓΙΑ ΝΑ ΑΛΛΑΞΟΥΝ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Η έγνοια για το κοινό καλό, τη βελτίωση και την πρόοδο είναι να βλέπεις την υπόθεση της πατρίδος δική σου υπόθεση. Κριτικά, συγκρουσιακά αλλά συγχρόνως τρυφερά και δημιουργικά.
Κάποιες μέρες μετά το έγκλημα στα Τέμπη: Έξω και μέσα μου πανδαιμόνιο. Οι λέξεις ακούγονται σαν πυροβόλα, τα εκατέρωθεν επιχειρήματα διαρκούν όσο μια αναπνοή και σωριάζονται στο παλίμψηστο της διαρκούς αλληλοαναίρεσης, οι ρήτορες κραυγάζουν στα στούντιο της πολιτικής αγοράς, λογής μιντιακοί εισαγγελείς πλασάρουν οργισμένοι κοινοτοπίες, ο κυβερνήτης και οι υπουργοί του ποζάρουν λυπημένοι υπακούοντας στις εντολές των διαφημιστών, οι δρόμοι πυρακτώνονται από την οργή της νεότητος κι ο κόσμος –αυτό που λέμε πλειονότης– τα ’χει χαμένα: μπροστά του το χάος κι άντε να βγάλει άκρη για το πού κείται το δίκιο, πού βρίσκονται οι μισές αλήθειες και πού κυκλοφορεί ασύστολο το κεκοσμημένο ψεύδος.
Όμως το συκοφαντημένο λαϊκό ένστικτο σπανίως αστοχεί. Μπορεί να προβληματίζεται, να αμφιβάλλει και να καταλογίζει αναλογικά τις ευθύνες σε όλους, αλλά κυρίως ένοχο χαρακτηρίζει τους λογάδες που έταζαν λαγούς με πετραχήλια –μιλώντας για σύγχρονο, στιβαρό κράτος– και αποδείχτηκαν επιτελικώς ανεπαρκείς.
Το δείχνουν καθαρά και οι εξίσου συκοφαντημένες δημοσκοπήσεις, που λειτουργούν άλλοτε σαν σεισμογράφοι, συχνά ως πλάνα της στιγμής και άλλοτε σαν βιταμινούχα παρασκευάσματα του συστημικού «σώματος» και των προπαγανδιστικών μηχανισμών του.
Cut: Διαθέτουν και τα τρία προαναφερθέντα στοιχεία οι δημοσκοπήσεις (καταγραφή των δονήσεων στην κοινωνία, όπως τώρα μετά τα Τέμπη, αποτύπωση στοιχείων της συγκυρίας και διαμόρφωση κλίματος μέσω προπαγάνδας, που ενίοτε δεινώς εκτίθεται).
Όμως είναι αστείο να κρίνονται α λα καρτ οι έρευνες της κοινής γνώμης. Δηλαδή, να τις επικαλούνται τα κόμματα όταν είναι ευνοϊκά τα ευρήματα και να τις ξορκίζουν όταν δεν τα συμφέρει. Έχει και η ιλαρότης όριο…
Εσωτερικός μονόλογος
Κάποτε κατέληξα στο συμπέρασμα ότι για να αλλάξουν τα πράγματα στην πατρίδα μας ο μόνος δρόμος είναι «να τα αγαπάς κι ας είναι δύσμορφα». Προσφέρεται για παρεξηγήσεις ο αφορισμός αυτός. Όμως, επ’ ουδενί δίνει συγχωροχάρτι στους υπεύθυνους.
Αυτό που θέλει να πει είναι ότι η έγνοια για το κοινό καλό, τη βελτίωση και την πρόοδο είναι να βλέπεις την υπόθεση της πατρίδος δική σου υπόθεση. Κριτικά, συγκρουσιακά αλλά συγχρόνως τρυφερά και δημιουργικά. Κάπως έτσι:
– Δεν μιλώ καταγραφικά αφ’ υψηλού, με υψωμένο το φρύδι, λέγοντας φαταλιστικά «Αυτή είναι η Ελλάδα».
Το ξέρω ότι έτσι είναι, αλλά ακριβώς γι’ αυτό θέλω να αλλάξει, εισφέροντας κι εγώ το κατά δύναμιν.
Η φαταλιστική διάθεση, δηλαδή η θέση ότι όλα είναι προδιαγεγραμμένα, καθώς και η μοιρολατρία, λειτουργούν καθηλωτικά, υπονομεύοντας κάθε διάθεση και δυναμική ριζοτομικής αλλαγής.
– Δεν λέω ποτέ «Στην Ελλάδα ζεις, δεν υπάρχει ελπίς».
Κι αυτό, όχι μονάχα γιατί αποκρούω τον μηδενισμό της εν λόγω γενίκευσης, αλλά γιατί η απόλυτη αυτή απόφανση παραβλέπει και διαγράφει τα θετικά της χώρας μας, τις αναξιοποίητες δυνατότητες και τους αγώνες του κόσμου της.
Πάνω στην ώρα, νάτος κι εκείνος ο στίχος του Ιωάννη Πολέμη, έστω κι αν μιλούσε για το φυσικό της κάλλος. Καταφεύγω σε μια τρυφερή αυθαιρεσία και λέω μαζί του: «Όλα πατρίδα μας! Κι αυτά κι εκείνα».
– Δεν χαίρομαι ούτε πανηγυρίζω χαιρέκακα όταν βάλλεται από τα διεθνή μίντια η κυβέρνηση της χώρας μου, ακόμη κι αν εναντιώνομαι σφόδρα στην πολιτική της.
Κρατώ τις κριτικές επισημάνσεις, τις επιστρατεύω εναντίον των κυβερνώντων όταν κρίνω ότι αληθεύουν, αλλά –το ξαναλέω– ούτε χαίρομαι ούτε πανηγυρίζω, όπως δυστυχώς συμβαίνει συχνά στον τόπο μας.
– Τέλος, δεν υψώνω εισαγγελικό δάκτυλο ούτε ηθικολογώ, αν εγώ δεν είμαι εντάξει.
Δηλαδή, αν οι ρητορείες μου είναι καταφανώς αναντίστοιχες προς την εν γένει συμπεριφορά και πολιτεία μου.
Τώρα, θα πείτε και με το δίκιο σας: Τι είναι αυτά; Οδηγίες προς ναυτιλλομένους; Πατερικές διδαχές και κηρύγματα από άμβωνος; Όχι, αγαπητοί μου. Απλές σκέψεις είναι. Ένας εσωτερικός μονόλογος. Κάτι σαν προσωπική άμυνα στα χαώδη και στο πανδαιμόνιο των ημερών…