ΓΙΑ ΠΟΙΟ ΛΟΓΟ Η ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΔΕΝ ΣΤΗΡΙΖΕΙ ΤΑ ΔΗΜΟΣΙΑ ΙΑΤΡΕΙΑ ΠΟΝΟΥ;
Η Εύη Αλεξοπούλου-Βραχνού, τ. Διευθύντρια Αναισθησιολογικής Κλινικής & Ιατρείου Πόνου και Παρηγορικής Φροντίδας στο Νοσοκομείο «Άγιος Σάββας», αγωνίζεται για τον πόνο των άλλων.
Αφορμή για τη συνάντησή μας με την αναισθησιολόγο Εύη Αλεξοπούλου-Βραχνού, Γ. Γ. Ελληνικής Εταιρείας Θεραπείας Πόνου και Παρηγορικής Φροντίδας (ΠΑΡΗ.ΣΥ.Α), στάθηκε η ομιλία της στο πρόσφατο συνέδριο της ΕΛΛΟΚ (Ελληνική Ομοσπονδία Καρκίνου). Μόνη ανάμεσα σε δεκάδες έγκριτους συναδέλφους της γιατρούς, ύψωσε τη φωνή της για τη σωτηρία των Ιατρείων Πόνου και Παρηγορητικής Φροντίδας, που το νέο νομοσχέδιο για την Υγεία απειλεί με λουκέτα.
Έχοντας προσωπικά ζήσει τον αθεράπευτο πόνο αγαπημένου μου προσώπου, βιώνοντας την απελπισία του ατέρμονου άλγους μέχρι τέλους, έσπευσα να της σφίξω το χέρι και να της ζητήσω να μου παραχωρήσει συνέντευξη. Όταν τελικά συνομιλήσαμε, στο πέρας των ερωταπαντήσεων συμφώνησα: Ο αγώνας της δεν πρέπει να μείνει άγονος: Υπάρχουν 57 Ιατρεία Πόνου που σήμερα αργοπεθαίνουν ή απλώς κλείνουν, όπως συνέβη στο νοσοκομείο Καβάλας, όπου το συγκεκριμένο ιατρείο έπαυσε τη λειτουργία του επειδή δεν περίσσευαν αναισθησιολόγοι.
«Από 1.500 περίπου αναισθησιολόγους που είχαμε στα νοσοκομεία μας, σήμερα έχουμε γύρω στους 860. Η ειδικότητά μας φθίνει στην Ελλάδα, δεν έχει πολλές επαγγελματικές διεξόδους. Δεν ανοίγουμε ιδιωτικά ιατρεία εμείς οι αναισθησιολόγοι. Εργαζόμαστε στα νοσοκομεία, όπου ο μισθός τελειώνοντας την ειδικότητα είναι 1.150 ευρώ. Δεν είναι λοιπόν απορίας άξιο γιατί οι νέοι γιατροί φεύγουν ίσως και πριν τελειώσουν την ειδικότητα. Έχουν γράψει πάνω από 19 μέσο όρο στις Πανελλήνιες για να περάσουν στις ιατρικές σχολές και παίρνουν αμοιβές κατώτερες και από διάφορους «συμβούλους» υπουργείων. Πώς λοιπόν να εμπλουτιστεί με νέο αίμα η αναισθησιολογία στη χώρα μας; Αυτό είναι ένας επιπλέον προβληματισμός δικός μας, καθώς αφορά στη στελέχωση στα Ιατρεία Πόνου».
– Γιατί πιστεύετε ότι το νομοσχέδιο πετάει έξω τα Ιατρεία Πόνου από τον δημόσιο τομέα όπου ανήκουν;
Δεν θεωρεί σημαντικό το έργο μας; Ρωτήστε τους. Υπάρχει πάντα το επιχείρημα «λεφτά δεν υπάρχουν». Το σέβομαι ως ένα σημείο, αλλά δεν γίνεται από τη μία να υπάρχει σπατάλη –στο φάρμακο, για παράδειγμα– και από την άλλη να μην αντιμετωπίζεται ο πόνος από τα δημόσια νοσοκομεία. Με το νέο νομοσχέδιο για την υγεία το κράτος πετάει το μπαλάκι στον ιδιωτικό τομέα, στο γενικότερο πνεύμα της ιδιωτικοποίησης.
Οι υπηρεσίες που προσφέρονται σήμερα στα Ιατρεία Πόνου και Παρηγορικής Φροντίδας είναι δωρεάν. Αν όμως καταφύγουν στον ιδιωτικό τομέα, εφόσον οι πράξεις δεν κοστολογούνται από τον ΕΟΠΠΥ θα πληρώνει ο ασθενής από την τσέπη του, ή –αν είναι ιδιωτικά ασφαλισμένος– η ασφάλειά του. Και εκείνος που δεν έχει ούτε χρήματα, ούτε ιδιωτική ασφάλεια; Θα υπάρχουν οι δωρεές, λέει η πολιτεία, οι οποίες όμως λήγουν κάποια στιγμή, όπως γνωρίζουμε. Και ποιος θα εγγυάται για την εκπαίδευση των επιστημόνων που θα στελεχώνουν τις ιδιωτικές δομές; Ποιος θα τους διδάξει; Ιδιώτες, φυσικά. Όχι οι καθηγητές των ιατρικών σχολών, ούτε εμείς που ασχολούμαστε χρόνια με τον πόνο στις δημόσιες δομές. Θα κάνουν κάποιοι ένα «πασάλειμμα» στο εξωτερικό και θα έρθουν να εκπαιδεύσουν; Αναρωτιέμαι...
– Οι επιστημονικοί φορείς δεν αντέδρασαν σε όλα αυτά;
Μαζί με τους κοινωνικούς φορείς συμμετείχαν στη διαβούλευση, αλλά η Πολιτεία είναι ανένδοτη να στηρίξει τις δημόσιες δομές.
– Ποια είναι η κατάσταση σήμερα στα Ιατρεία Πόνου;
Τα ιατρεία μας λειτουργούν από τα αναισθησιολογικά τμήματα των νοσοκομείων της χώρας χάρη στον εθελοντισμό γιατρών και άλλων λειτουργών υγείας, δεδομένου ότι δεν έχει ακόμη υλοποιηθεί το χρόνιο αίτημα όσων εμπλεκόμαστε με τη λειτουργία τους να ενταχθούν στους οργανισμούς των νοσοκομείων. Σκεφτείτε: Ούτε στο οργανόγραμμα του Αγίου Σάββα δεν έχει ενταχθεί το Ιατρείο, απλώς ο Διοικητής «ανέχεται» τη λειτουργία του. Και τελικά το ιατρείο λειτουργεί όταν δεν υπάρχει ανάγκη στα χειρουργεία.
Αυτή τη στιγμή, τα ιατρεία είναι στελεχωμένα από μετεκπαιδευμένους αναισθησιολόγους, οι οποίοι ακόμη και μέσα στην πανδημία έκαναν ό,τι μπορούσαν για να ανακουφίσουν τους ασθενείς. Έφευγαν «σκαστά» μεταξύ χειρουργείων και διασωληνώσεων και σε εκείνο τον ελάχιστο χρόνο έτρεχαν για να «κάνουν πόνο». Όλοι βασίζονται στον εθελοντισμό μας. Πολλοί συνάδελφοι στο ρεπό τους φροντίζουν ασθενείς στα Ιατρεία Πόνου.
– Γιατί τέτοια «απονιά» στον πόνο;
Τον αγνοούν τον πόνο οι ιθύνοντες, αλλά ο πόνος δεν αγνοεί τον άνθρωπο: τον δυναστεύει, αποσταθεροποιεί τη ζωή σε όλα τα επίπεδα. Η πολιτεία κλείνει τα μάτια σε όλο αυτό. Θεωρεί ότι δεν χρειάζονται εξειδικευμένοι επιστήμονες, αναισθησιολόγοι δηλαδή που έχουν εξειδικευτεί στην αναλγησία και τη παρηγορική φροντίδα. Το νόημα περίπου είναι: «Δε βαριέσαι, θα του δώσει παυσίπονα ο ογκολόγος». Δεν σέβονται τον ασθενή που πονάει. Ο καρκινοπαθής πρέπει να θεραπευτεί, ναι, αλλά πρέπει να πονάει; Ο πόνος τον εξαθλιώνει, καταργεί την αξιοπρέπειά του, γι’ αυτό και χρησιμοποιείται στα βασανιστήρια. Ξέρετε ότι ένας στους πέντε στον πλανήτη υποφέρει από χρόνιο πόνο; Είναι δικαίωμα του ασθενή να μην πονάει και να έχει παρηγορητική φροντίδα. Και πρέπει να το διεκδικεί.
– Λέει ο αντίλογος: Γιατί να έρθει στο Ιατρείο Πόνου και να μην αποταθεί στον ογκολόγο του ο ασθενής;
Γιατί εμείς, ως αναισθησιολόγοι ειδικοί στην αλγολογία, θα δώσουμε συστηματική αγωγή για τον πόνο, που θα καλύψει τον ασθενή με τη λιγότερη δυνατή επιβάρυνση. Δεν θα φορτώσουμε τον ασθενή με φάρμακα χωρίς λόγο. Επίσης, βλέπουμε συχνά ασθενείς να λαμβάνουν με λάθος τρόπο τα οπιοειδή (μορφίνη κ.λπ.), με αποτέλεσμα να έχουν όλες τις παρενέργειες αυτών των φαρμάκων χωρίς την αναλγησία. Αυτό θα πει εξειδίκευση: Να γνωρίζεις τι θα κάνεις και πώς θα δώσεις σωστά τα οπιοειδή.
– Οι καρκινοπαθείς που φτάνουν στα ιατρεία πόνου είναι ασθενείς τελικού σταδίου;
Όχι πάντα. Υπάρχουν ασθενείς που δεν βρίσκονται σε τελικά στάδια αλλά πονούν. Για παράδειγμα, γυναίκες με καρκίνο του μαστού και καλή πορεία και πρόγνωση μπορεί να παρουσιάσουν φρικτούς πόνους μετά την ακτινοβολία ή να πονούν έντονα στην τομή από το χειρουργείο. Άλλοι υποφέρουν από πόνους εξαιτίας της περιφερικής νευροπάθειας, μίας επώδυνης παρενέργειας της χημειοθεραπείας. Αλλά, όπως προείπα, τα ιατρεία πόνου δεν ανακουφίζουν μόνο από τον πόνο. Αντιμετωπίζουν και τα άλλα προβλήματα που προκαλούν οι θεραπείες στους ογκολογικούς ασθενείς: τον έμετο, την αϋπνία, την υπερδιέγερση και το άγχος… Ο άνθρωπος ξέρετε δεν είναι μόνο σώμα. Είναι και το πνεύμα του και η ψυχή του. Στα Ιατρεία Πόνου και Παρηγορικής Φροντίδας βλέπουμε τον ασθενή ολιστικά.
– Πώς περιγράφετε το ιδανικό ιατρείο πόνου;
Στελεχωμένο με πολλούς εξειδικευμένους επιστήμονες: Αλγολόγο, τον θεράποντα ογκολόγο, ψυχολόγο, ογκολογικό νοσηλευτή, κοινωνική λειτουργό και φυσίατρο. Και φυσικά σε ένα ιδανικό ιατρείο πόνου υπάρχει και το φαρμακείο. Όταν ήμουν στον Άγιο Σάββα, είχαμε ψυχολόγο και νοσηλεύτρια. Υπήρχαν και υπηρεσίες τις οποίες συμβουλευόμασταν, όπως το εργαστήριο διατροφής με το οποίο συνεργαζόμασταν. Δεν είναι ανάγκη να είναι όλοι παρόντες. Είναι ανάγκη να είναι συνδεδεμένοι σε ένα δίκτυο συνεργασίας για την ανακούφιση του ασθενή. Το αναφέρω συχνά: Η παρηγορική φροντίδα αλλά και γενικότερα η ιατρική επιστήμη δεν πρέπει να είναι νοσοκεντρική, αλλά ανθρωποκεντρική.
– Το πολυσυζητημένο νομοσχέδιο για την υγεία αναφέρεται και στα οπιοειδή.
Ναι, και μάλιστα τα ονομάζει ναρκωτικά, ενώ αυτά διεθνώς συγκαταλέγονται στις ουσίες ελεγχόμενης συνταγογράφησης, δίνονται δηλαδή με ειδική συνταγή. Με το να βαφτίζονται ναρκωτικά, τα φάρμακα αυτά «ποινικοποιούνται», με συνέπεια να προκαλείται στο κοινό επιφύλαξη για τη χρήση τους. Λέει ο ασθενής: «Γιατρέ, θα καταλήξω ναρκομανής;»
– Ακόμη και σήμερα συγγενείς ασθενών σε μεγάλα νοσοκομεία παραπονιούνται ότι κάποιοι γιατροί δεν υποστηρίζουν επαρκώς την αναλγησία των ασθενών. Φείδονται οπιούχων. Μου έλεγε κόρη ασθενή τελικού σταδίου ότι γιατρός της είπε: «Δεν είμαστε ΟΚΑΝΑ εδώ μέσα».
Οι γιατροί στο σύνολό τους δεν είναι σωστά ενημερωμένοι για τα θέματα πόνου. Γι’ αυτό κι εμείς κάνουμε διαρκώς ενημερώσεις. Το πρόβλημα αυτό δεν πρόκειται να λυθεί αν δεν εκπαιδευτούν και οι λοιπές ειδικότητες, αλλά και το ίδιο το κοινό και οι ασθενείς. Στα Ιατρεία Πόνου εκπαιδεύουμε ασθενείς και φροντιστές. Όλοι πρέπει να γνωρίζουν.
– Τι γίνεται όταν ο ασθενής φύγει από το νοσοκομείο και πάει σπίτι;
Δεν υπάρχει σωστή κατ’ οίκον νοσηλεία. Στον Άγιο Σάββα δεν λειτουργεί ακόμη και στους Αγίους Αναργύρους υπολειτουργεί. Όλα άπτονται των οικονομικών. Δεν διατίθενται πόροι για να διοριστούν εξειδικευμένοι επιστήμονες. Προς όφελος των ιδιωτών και αυτό. Δεν έχετε παρατηρήσει πόσες υπηρεσίες για «κατ’ οίκον» νοσηλεία διαφημίζονται; Φυσικά οι μονάδες αυτές απέχουν πόρρω από τις δημόσιες.
– Λέμε ότι προχωράει η επιστήμη όσον αφορά τα νέα φάρμακα για τη θεραπεία ορισμένων μορφών καρκίνου. Υπάρχει πρόοδος και στην αντιμετώπιση του πόνου;
Βεβαίως και υπάρχει. Πριν από χρόνια, όταν ξεκίνησα να κάνω μετεκπαίδευση, το 1996, ο νευροπαθητικός πόνος, συνηθέστερος στους καρκίνους, δεν αντιμετωπιζόταν. Σήμερα και φάρμακα υπάρχουν και μέθοδοι όπως η νευροδιέργεση. Υπάρχει μεγάλη εξέλιξη στη φαρμακολογία και στην έρευνα για τον πόνο. Σήμερα μεγάλες εταιρείες ασχολούνται με τον νευροπαθητικό πόνο και κάνουν πρόοδο στην αντιμετώπισή του.
– Οι ασθενείς φιλούν τα χέρια στον γιατρό που τους σώζει από τον πόνο.
Έχω μακροχρόνιες φιλίες με αρρώστους. Συχνά είναι πολύ φτωχοί και ταλαιπωρημένοι και νιώθουν ευγνωμοσύνη για εμάς, που ασχολούμαστε μαζί τους αναζητώντας τρόπους να τους ανακουφίσουμε. Να σας πω μια ιστορία; Είχα μία πολύ φτωχή ασθενή, που κάθε φορά που ερχόταν μου έφερνε ένα μήλο να φάω ή ένα λουλουδάκι. Ένα. Δεν είχε χρήματα για άλλο. Και επιστολές. Συγκινητικές, ευχαριστήριες, «αποχαιρετιστήριες»… Πολλές επιστολές, σε όλους μας. Όχι μόνο από ασθενείς, αλλά και από τις οικογένειές τους. Ο καρκίνος, ξέρετε, όπως και ο πόνος γενικότερα, δεν αφορά μόνο τον ασθενή αλλά και την οικογένειά του. Όλοι νοσούν και όλοι πονούν. Και κάποιες φορές απογοητεύονται. Ο πόνος είναι εξελικτική διαδικασία, όπως η νόσος. Είναι μία δυναμική κατάσταση που επηρεάζει κι εμάς. Συμβαίνει να πάψει να έχει αποτελέσματα η θεραπεία. Και τότε έρχεται και ξαναέρχεται ο ασθενής απελπισμένος. Προσπαθείς να τον ανακουφίσεις αλλά δεν τα καταφέρνεις πάντα. Και οι ίδιοι ασθενείς που σου φιλούσαν πριν τα χέρια μετά σου λένε: «Δεν κάνεις τίποτα γιατρέ!»
– Πώς επηρέασε τη ζωή σας η συναναστροφή με τον πόνο;
Από το 1996 και μετά που ασχολούμαι με τον πόνο έχω εισπράξει ικανοποίηση, όχι κούραση.
– Για ποιο πράγμα συνεχίζετε και σήμερα να αγωνίζεστε;
Για την εκπαίδευση γιατρών και ασθενών, για την επάρκεια οπιοειδών φαρμάκων και για θεσμοθέτηση των ιατρείων πόνου και παρηγορικής θεραπείας σε ένα νομοσχέδιο που θα σέβεται τον ασθενή. Και, πέρα από όλα και πάνω από όλα, αγωνίζομαι και θα αγωνίζομαι για την ανακούφιση των ασθενών.