ΠΕΖΟΔΡΟΜΙΟ: ΑΠΟ ΤΙΣ ΚΑΚΟΦΗΜΕΣ ΠΙΑΤΣΕΣ ΣΤΙΣ ΛΑΪΚΕΣ ΚΙΝΗΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ
Όσοι συκοφαντούν το πεζοδρόμιο μιλώντας για «πεζοδρομιακή δημοκρατία», ξέρουν ότι η λαϊκή οργή δεν τιθασεύεται. Φοβούνται το ωκεάνιο κοινωνικό κύμα και γι’ αυτό το λοιδορούν.
Στην κοινή συνείδηση, η λέξη πεζοδρόμιο παραπέμπει στις κακόφημες πιάτσες της πορνείας. Όμως σε μια άλλη εκδοχή το πεζοδρόμιο είναι συνδεδεμένο με τις λαϊκές κινητοποιήσεις. Με τον κόσμο που κατεβαίνει στον δρόμο διεκδικώντας το δίκιο του.
Όσοι θεωρούν μοναδικό δικαίωμα του πολίτη την ψήφο κάθε τέσσερα χρόνια, δεν δυσανασχετούν απλώς με το πεζοδρόμιο. Το εχθρεύονται. Και το συκοφαντούν. Όπως καλή ώρα ο πρωθυπουργός, που μίλησε απαξιωτικά για «πεζοδρομιακή δημοκρατία», επικρίνοντας την απόφαση του Τσίπρα να απόσχει ο ΣΥΡΙΖΑ από τις ψηφοφορίες στη Βουλή.
Επί της ουσίας –και ανεξάρτητα από το εύστοχον ή μη της απόφασης του ΣΥΡΙΖΑ–, ο κ. Μητσοτάκης υπερασπίζεται μια βολική κανονικότητα: το αδιατάρακτο κυβερνάν. Δηλαδή τη θεσμική επιβολή της δικής του πολιτικής, χωρίς τον αντιρρητικό και δυνάμει ανασχετικό λαϊκό παράγοντα που εναντιώνεται στις επιλογές αυτές και αντιδρά κατεβαίνοντας στον δρόμο.
Όμως ξεχνά και εξίσου βολικά παρακάμπτει ένα αδιαμφισβήτητο, ιστορικά βεβαιωμένο γεγονός: Ότι διαχρονικά οι θεσμικές βελτιώσεις στις χειμαζόμενες κοινωνίες δεν χαρίστηκαν από το εκάστοτε σύστημα εξουσίας. Είναι αποτέλεσμα δυναμικών λαϊκών αντιδράσεων, απεργιών και διεκδικήσεων.
Από τα αιματηρά γεγονότα στο Σικάγο (1886), που άνοιξαν τον δρόμο για την καθιέρωση του οκτάωρου, μέχρι σήμερα, οι φλεγόμενοι δρόμοι των αποφασισμένων να διεκδικήσουν καλύτερη ζωή έδωσαν νόημα στη λέξη κατακτήσεις.
Να το ξαναπούμε: κανένας, ποτέ δεν τους χάρισε οτιδήποτε. Ούτε καν το στοιχειώδες. Το διεκδίκησαν με την πίστη του αδικημένου στο δίκιο του. Και πέτυχαν παίζοντας κορόνα γράμματα τη ζωή τους απέναντι στις σιδηρόφρακτες δυνάμεις καταστολής και παλιότερα στους μπράβους των αφεντικών.
Παρεκβάσεις ασφαλώς και υπάρχουν. Φέρ’ ειπείν δεν λογίζεται ως λαϊκή κινητοποίηση η αυθαίρετη απόφαση δέκα νοματαίων να κλείνουν κεντρικούς δρόμους. Ούτε βέβαια η «επαναστατική γυμναστική» συνδικάτων με κομματικό πρόσημο. Αυτού του είδους οι κινητοποιήσεις βλάπτουν και την κοινωνία και τους ίδιους τους πρωταγωνιστές.
Πέραν των οικονομικών και κοινωνικών διεκδικήσεων, η σθεναρή αντίστασή του λαϊκού παράγοντα ήταν εκείνη που σε πολλές περιπτώσεις αναχαίτισε λογής επιβουλείς κατά της δημοκρατικής τάξης ή συνετέλεσε στην κατάρρευση δικτατορικών καθεστώτων. Ιστορικά βεβαιωμένο και αυτό.
Εντελώς φυσιολογικά λοιπόν προκαλούν δυσανεξία σε ορισμένους οι πλατείες (π.χ. των Αγανακτισμένων) και το πεζοδρόμιο. Ξέρουν ότι η λαϊκή οργή δεν τιθασεύεται. Ότι παράγει αποτελέσματα γιατί είναι αυθεντική κι όχι καθοδηγούμενη. Το είδαμε με το Μνημόνιο στα καθ’ ημάς.
Φοβούνται το ωκεάνιο κοινωνικό κύμα και γι’ αυτό το λοιδορούν. Τρέμουν το πεζοδρόμιο και γι’ αυτό το συκοφαντούν μιλώντας για «πεζοδρομιακή δημοκρατία», την οποία αντιπαραβάλλουν προς την κοινοβουλευτική.
Άδικος κόπος. Γιατί το πεζοδρόμιο είναι το αποκούμπι του χειμαζόμενου. Ο μοναδικός δρόμος που διαθέτει για να διεκδικήσει καλύτερη ζωή. Με δημιουργικές ανατροπές που οδηγούν σε κοινωνικές κατακτήσεις.
Όσο για την αποχή από τις ψηφοφορίες της Βουλής, η στήλη διατείνεται ότι πρόκειται για τουλάχιστον αδόκιμο τρόπο αντίδρασης. Ταύτα και μένω…