ΝΕΥΡΟΕΠΙΣΤΗΜΟΝΕΣ ΠΡΟΣΠΑΘΟΥΝ ΝΑ ΜΑΣ ΑΠΑΛΛΑΞΟΥΝ ΑΠΟ ΤΟΝ ΦΟΒΟ
Πώς θα σας φαινόταν αν η επιστήμη κατόρθωνε να απενεργοποιήσει στον εγκέφαλό μας το κύκλωμα του φόβου που προκαλεί αγχώδεις διαταραχές όπως το μετατραυματικό σύνδρομο; Γιατί υπάρχουν ενδείξεις ότι μπορεί να συμβεί.
Δεν είστε ατρόμητοι. Αλλά θα θέλατε να μη φοβάστε τίποτα. Σύντομα μπορεί να είστε σε θέση να το κάνετε. Όπως ανακάλυψαν Ευρωπαίοι επιστήμονες, ενδέχεται να υπάρχει τρόπος που να μας επιτρέπει να μαθαίνουμε να μην έχουμε φόβο ούτε άγχος. Κάτι που μπορεί να είναι καίριο στο να αντιμετωπιστούν αγχώδεις διαταραχές, όπως το μετατραυματικό στρες (PTSD).
Νευροεπιστήμονες υπογράφουν σχετική μελέτη, η οποία δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Translational Psychiatry. Εκεί εξηγούν ότι «ο νευροδιαβιβαστής σεροτονίνη παίζει βασικό ρόλο στην εμφάνιση και στην «απομάθηση» του φόβου και του άγχους. Σε πειράματα που έγιναν σε ποντίκια, φάνηκε πως αυτά που δεν έχουν συγκεκριμένο υποδοχέα σεροτονίνης ξεμαθαίνουν τον φόβο πολύ πιο γρήγορα από τα άγρια είδη».
Για τη μελέτη συνεργάστηκαν μια ερευνητική ομάδα από το Τμήμα Γενικής Ζωολογίας και Νευροβιολογίας του Συνεργατικού Ερευνητικού Κέντρου Extinction Learning, στο Ruhr University Bochum της Γερμανίας, με επικεφαλής την Dr. Katharina Spoida και τη Dr. Sandra Süß. Τα αποτελέσματα παρέχουν μια πιθανή εξήγηση για το πώς τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται συνήθως για τη θεραπεία της διαταραχής μετατραυματικού στρες αλλάζουν τη δραστηριότητα του εγκεφάλου μας.
Φόβος και σεροτονίνη
Η ικανότητα απομάθησης του φόβου είναι συχνά μειωμένη σε ασθενείς με διαταραχή μετατραυματικού στρες (PTSD), γεγονός που καθιστά πιο δύσκολη την ολοκλήρωση των θεραπειών. Οι άνθρωποι που έχουν επηρεαστεί από μια τραυματική εμπειρία υποφέρουν μερικές φορές από μια μακροχρόνια αντίδραση υπερβολικού φόβου. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η απόκριση του φόβου πυροδοτείται από ορισμένες αισθητηριακές εντυπώσεις που εμφανίζονται στο καθημερινό μας περιβάλλον – και οι οποίες στη συνέχεια μπορούν να γίνουν συντριπτικές.
Σε αυτή τη διαταραχή, είναι πολύ δύσκολο να ξεμάθουν τα άτομα τη σχέση που είχαν μάθει κάποτε μεταξύ ενός ουδέτερου περιβαλλοντικού ερεθίσματος και της μαθημένης απόκρισης φόβου. Και αυτό μειώνει την επιτυχία των θεραπειών.
Γνωρίζοντας ότι η σεροτονίνη παίζει σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη του φόβου, η ερευνητική ομάδα διερεύνησε λεπτομερέστερα τον ρόλο του στη απομάθησή του. Πείραμα που έγινε σε ποντίκια τα οποία στερούνται τον υποδοχέα σεροτονίνης (λόγω γενετικών τροποποιήσεων) έδειξε πως μπορούν να μάθουν σε μια ημέρα να συνδέουν έναν συγκεκριμένο ήχο με ένα ήπιο, αλλά δυσάρεστο ηλεκτρικό ερέθισμα. «Ως αποτέλεσμα αυτής της μαθησιακής διαδικασίας, την επόμενη μέρα έδειξαν μια απόκριση φόβου που χαρακτηριζόταν από μια ακίνητη παύση αμέσως μόλις παιζόταν ο τόνος, την οποία αποκαλούμε “πάγωμα”», εξηγεί η επικεφαλής της ομάδας, Katharina Spoida.
Στο επόμενο βήμα του πειράματος, οι ερευνητές έπαιξαν επανειλημμένα τον τόνο στα ποντίκια χωρίς να εφαρμόσουν το ηλεκτρικό ερέθισμα. «Παρατηρήσαμε ότι έμαθαν πολύ πιο γρήγορα ότι ο τόνος δεν προβλέπει το ερέθισμα του φόβου, συγκριτικά με τα ποντίκια που δεν είχαν τη συγκεκριμένη γενετική τροποποίηση. Συνεπώς, φαίνεται ότι η απουσία του υποδοχέα σεροτονίνης παρέχει ένα πλεονέκτημα για την απομάθηση του φόβου».
Περαιτέρω μελέτη έδειξε ότι τα ποντίκια χωρίς τον υποδοχέα σεροτονίνης παρουσίασαν αλλαγές στη νευρωνική τους δραστηριότητα σε δύο διαφορετικές περιοχές του εγκεφάλου. Η μία ήταν η κύρια θέση παραγωγής σεροτονίνης.
Η εφαρμογή στους ανθρώπους
Τα αποτελέσματα της μελέτης μπορεί να αποκαλύψουν πώς τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται συνήθως για τη θεραπεία του PTSD επηρεάζουν τις περιοχές του εγκεφάλου που αναλύθηκαν σε αυτή τη μελέτη. «Υπάρχουν ήδη φάρμακα σε κλινική χρήση που ρυθμίζουν την ποσότητα της διαθέσιμης σεροτονίνης – τους λεγόμενους εκλεκτικούς αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης (selective serotonin reuptake inhibitors-SSRI)», λέει η Spoida.
Η Süß να καταλήγει στο «η λήψη αυτών των φαρμάκων για παρατεταμένη χρονική περίοδο αναγκάζει τον σχετικό υποδοχέα να ανταποκρίνεται λιγότερο στη σεροτονίνη, παρόμοια με το μοντέλο των ποντικιών χωρίς τον υποδοχέα. Επομένως, υποθέτουμε ότι οι αλλαγές που περιγράψαμε θα μπορούσαν να είναι απαραίτητες για τη θετική επίδραση των SSRI».