ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΕΝΟΧΟΠΟΙΗΣΗ ΣΤΗΝ ΥΠΕΡΒΟΛΗ
Tο «Μηδέν άγαν», που είχε πει ο Χείλων ο Λακεδαιμόνιος, είχε καρφωθεί στο μυαλό μου μέρες τώρα. Περί απενοχοποίησης o λόγος.
Έπεφτε κάτι σαν ηφαιστειακή τέφρα από τα Πετράλωνα και τα Σεπόλια, κι όλη μέρα είχα «μια γεύση στάχτης στη γλώσσα». Αλλά και στις σημειώσεις μου κάπως τεφρώδη τα θέματα, κάτω από τον τίτλο «Μηδέν άγαν».
Άφησα στην άκρη τις βλέψεις να γράψω επιτέλους για τα ωραία καφενεία –προπάντων για εκείνο το ψηλοτάβανο στο Πόρτο, για το άλλο το κλασικό στη Μασσαλία και για τα υπέροχα τα δικά μας στην Αθήνα και στη γενέτειρα– και υπερίσχυσε το «Μηδέν άγαν», που είχε καρφωθεί στο μυαλό μου μέρες τώρα. Άμ’ έπος: Περί απενοχοποίησης ο λόγος.
Στη δεκαετία του ’80 κυκλοφόρησε ένα περιοδικό που έκανε πάταγο. Φρέσκια γραφή, λυμένη γλώσσα, ενδιαφέρουσα θεματολογία και ύφος που υπονόμευε τα μιντιακά κλισέ της εποχής, κηρύσσοντας μεταξύ άλλων τη λυτρωτική για πολλούς απενοχοποίηση.
Μην έχεις ενοχές επειδή δεν έχεις διαβάσει λογοτεχνία ή δεν γουστάρεις το θέατρο και τις βαρύγδουπες αναλύσεις για την πολιτική και την κοινωνία. Ζήσε ελεύθερος από τα δεσμά του διδακτισμού και την τυραννία των ελίτ.
Κάπως έτσι το credo του περιοδικού αυτού, που είχε καθοριστική συμβολή ώστε να καταστεί προσπελάσιμη σε ευρύ κοινό –και ειδικά στους νέους– η έννοια της απενοχοποίησης.
Όμως η δημιουργική αυτή καταιγίδα έχασε βαθμηδόν την ελευθερωτική της διάσταση. Η υπερβολή και αργότερα η αυταπάτη της εποχής (χρηματιστήριο κ.λπ.) οδήγησαν σε αποδομητική φρενίτιδα, επιδοτώντας το θράσος της άγνοιας.
Το νέο lifestyle περιφρονούσε και χλεύαζε τους «κουλτουριάρηδες», χτίζοντας ένα ιλουστρέ οικοδόμημα που δεν είχε σχέση με την πραγματική ζωή των πολλών, αλλά με τις ψευδαισθήσεις τους.
Φυσικά, η εποχή αυτή εξεμέτρησε το ζην, αλλά ο αρχικός σπόρος της απενοχοποίησης απέδωσε καρπούς, αποκτώντας σήμερα νέα διάσταση: κανένα κόμπλεξ, καμία ενοχή, για τα κιλά μας, για την εμφάνιση, για τον σεξουαλικό προσανατολισμό.
Το φρικώδες bullying και τα συνοδευτικά στερεότυπα βρίσκουν τον δάσκαλό τους, αλλά δεν εξέλιπαν εντελώς, καθότι βαθύρριζα και εδραία σε ικανή μερίδα της κοινωνίας. Όμως η αρχή έγινε. Και σε συνάρτηση με την γόνιμη εισφορά του #MeToo δημιουργείται νέο κλίμα απενοχοποίησης, νέα πνοή ελεύθερης έκφρασης και συμπεριφοράς.
Όμως, να το το φωτάκι των ενστάσεων και των αντιρρήσεων. Όχι για να εγκαλέσει, αλλά για να επισημάνει τον κίνδυνο της υπερβολής και να δικαιώσει το «Μηδέν άγαν» του Χίλωνα, που βρίσκεται χαραγμένο στους Δελφούς και στους αιώνες.
Συγγνώμη, αλλά τι άλλο παρά υπερβολή και αλαζονική απενοχοποίηση συνιστά ο κατ’ ουσίαν κομπασμός (!) για τα κιλά σου; Το είπες μία, το είπες δύο, το είπες δεκαδύο, που λέει κι ο Ρασούλης. Το καταλάβαμε, το εμπεδώσαμε, το χειροκροτήσαμε.
Αλλά εσύ, εκεί. Και να πόζες στη θάλασσα, στη βεράντα, στην κουζίνα, πόζες ιδιότυπου ναρκισσισμού, που αδιαφορούν για το ενδεχόμενο κάποιοι καλόπιστοι που σε χειροκροτούν για τη γενναιότητα να μην ενθουσιάζονται από το αισθητικό αποτέλεσμα και να προβληματίζονται από αυτή την καταιγιστική επίδειξη προσωπικών στιγμών.
Αμ, ο άλλος, ο θεατράνθρωπος; Που δοκιμάστηκε επί χρόνια από κτηνώδες bullying και τώρα θεώρησε σκόπιμο να αναφωνήσει «Nαι, είμαι π@@@της». Γιατί, άνθρωπέ μου; Χάθηκε μια απλή, ειλικρινής και νηφάλια ταυτοτική δήλωση, αφού κρίνεις ότι πρέπει να κατατεθεί δημοσίως;
Τι εισφέρει στον θρυμματισμό των βλογιοκομμένων στερεοτύπων αυτή η δήθεν γενναία διατύπωση; Ούτε καν ως γόνιμη προβοκάτσια μπορεί να σταθεί. Γιατί λείπει –ή μάλλον εξοστρακίζεται– η εγερτήρια εισφορά στο ταμείο του κοινωνικού προβληματισμού. Προς άγραν εντυπώσεων προτίμησες μια λαϊκίστικη κραυγή, που πιθανώς λογίζεται αλλά δεν είναι γόνιμη πρόκληση. Έτσι νομίζω…
Αλλά πέρασε η ώρα. Ο Χείλων και ο Καβάφης με εκείνο το «Μηδέν άγαν, Αύγουστε» επέστρεψαν στην ησυχία τους. Κι εγώ άρχισα να τακτοποιώ τις σημειώσεις για το επόμενο θέμα. Τα αγαπημένα καφενεία…
Υ. Γ. (1): Δεν αναφέρονται ονόματα, γιατί σημασία έχει το φαινόμενο κι όχι τα πρόσωπα.
Υ.Γ. (2): «Μια γεύση στάχτης στη γλώσσα». Του σπουδαίου Γάλλου ποιητή Πιερ Ρεβερντύ.