ΓΥΝΑΙΚΟΚΤΟΝΙΕΣ: ΓΡΑΜΜΗ SOS ΓΙΑ ΘΥΜΑΤΑ ΕΝΔΟΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗΣ ΒΙΑΣ
Η γραμμή SOS «Δίπλα σου» δέχεται κλήσεις από άτομα που υφίστανται ενδοοικογενειακή βία και προσπαθεί να τα στηρίξει. Η Νίκη Ρουμπάνη, πρόεδρος της ΜΚΟ «Ελληνικό Δίκτυο Γυναικών Ευρώπης», εξηγεί πώς η βία που ξεκινά λεκτικά μπορεί να οδηγήσει σε γυναικοκτονίες, και τι μπορεί να κάνει μια γυναίκα που κινδυνεύει για να σωθεί.
«Σπάστε τη σιωπή. Το να μιλήσεις δεν είναι ντροπή. Η ΒΙΑ είναι ΝΤΡΟΠΗ». Αυτές είναι οι πρώτες φράσεις που διαβάζεις μπαίνοντας στο σάιτ του «Ελληνικού Δικτύου Γυναικών Ευρώπης» (ΕΔΓΕ), μιας ΜΚΟ που υπάρχει από το 1981, για να βοηθά γυναίκες που υφίστανται βία. Απώτερος στόχος, να αποφευχθούν οι γυναικοκτονίες.
Όπως εξηγεί η πρόεδρος, Νίκη Ρουμπάνη, ο ρόλος των εθελοντών που προσφέρουν τις υπηρεσίες τους είναι να δανείζουν τα αυτιά τους σε αυτές που τα έχουν τεράστια ανάγκη. Να ενημερώνουν για τα δικαιώματά τους και να βεβαιώνουν πως θα είναι δίπλα τους σε κάθε βήμα που εκείνες θα αποφασίσουν να κάνουν. Δεν κρίνουν και δεν εκβιάζουν καταστάσεις.
Μια γραμμή SOS προσπαθεί να σταματήσει τις γυναικοκτονίες
Το τηλεφωνικό ραντεβού μας είχε προγραμματιστεί για τις 9 το πρωί. Μου ζήτησε να ξανακαλέσω σε δέκα λεπτά, καθώς μιλούσε με μια γυναίκα «που έχει ανάγκη», όπως μου είπε χαρακτηριστικά. Η γραμμή SOS «Δίπλα σου» (τηλ.: 210 9700814) δέχεται κλήσεις όλες τις ώρες.
«Ενημερώνουμε ότι μετά τα μεσάνυχτα δίνουμε προτεραιότητα σε περιστατικά που χρήζουν άμεσης επιμέλειας», λέει η κυρία Ρουμπάνη. «Είναι ώρες που καλούν είτε κάποιοι που είναι σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης –τους σκοτώνουν–, είτε εκείνοι που νιώθουν μοναξιά και θέλουν να μιλήσουν με κάποιον. Στους τελευταίους λέμε να καλέσουν ξανά το πρωί».
Το εκπαιδευμένο προσωπικό μπορεί να αναγνωρίσει «από τον τόνο της φωνής» την σημαντικότητα του κάθε περιστατικού. «Αν διαπιστώσουμε ότι η κατάσταση έχει ξεφύγει, προφανώς και τους μιλάμε».
ΠΟΛΛΕΣ ΒΙΑΙΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΞΕΚΙΝΟΥΝ ΜΕ ΤΗΝ ΠΡΩΤΗ ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗ. ΟΙ ΑΝΤΡΕΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΖΟΝΤΑΙ ΤΟ ΕΜΒΡΥΟ, ΣΥΝΕΙΔΗΤΑ Ή ΑΣΥΝΕΙΔΗΤΑ.
Κάποιες γυναίκες «καλούν για εβδομάδες, μήνες και χρόνια. Είναι συνεχείς καταστάσεις, τις οποίες παρακολουθούμε και προσπαθούμε να στηρίξουμε. Και το θέμα των σχέσεων ατόμων με ειδικές ανάγκες είναι δύσκολο να λυθεί – και παίρνει χρόνια». Κάθε περιστατικό αφορά από 50 έως 500 κλήσεις.
Η πλειοψηφία αυτών που καλούν «είναι σε γόνιμη ηλικία, μεταξύ 20 και 45 χρόνων περίπου, με παιδιά. Οι μισές κλήσεις ανήκουν σε αυτή την κατηγορία. Πρόκειται για γυναίκες που κακοποιούνται από τους συζύγους. Υπάρχει επίσης η συντροφική βία, μεταξύ εραστών που συνοικούν, η βία των γονέων προς τα παιδιά, ή των παιδιών που κακοποιούν τους ηλικιωμένους γονείς τους – ειδικά αυτούς τους καιρούς, που με την πανδημία Covid-19 ζουν στο ίδιο σπίτι μέλη διαφορετικών ηλικιών, αυτές οι περιπτώσεις έχουν αυξηθεί. Έχουμε και ένα ποσοστό φίλων και συγγενών που καλούν, για να καταγγέλλουν ένα γεγονός».
Οι καταγγελίες, όπως και οι κλήσεις, μπορεί να γίνονται και ανώνυμα. «Δεν επιμένουμε να μας πουν όνομα. Αν, ωστόσο, χρειαστεί νομική πλαισίωση, θα αναφέρουν το όνομα στον δικηγόρο. Ακόμα και η ψυχολογική στήριξη μπορεί να γίνει ανώνυμα, μέσω Skype ή με ζωντανή παρουσία».
Συχνά «μας παίρνουν και σύζυγοι που ανακαλύπτουν την επικοινωνία και ακούμε τα εξ αμάξης».
Πώς ξεκινά η ενδοοικογενειακή βία
Έρευνες έχουν διαπιστώσει πως τα lockdown επιδείνωσαν το φαινόμενο της ενδοοικογενειακής βίας. Η κυρία Ρουμπάνη εξηγεί πως «ναι, έφεραν επιδείνωση σε όλες τις σχέσεις, γιατί οι άνθρωποι έμειναν πολλές ώρες κλεισμένοι στο ίδιο σπίτι, ή αναγκαστικά ζούσαν με πεθερικά, γονείς ή παππούδες. Δεν βοήθησε και η οικονομική πίεση».
Μας αποκάλυψε πως «πολλές βίαιες σχέσεις ξεκινούν με την πρώτη εγκυμοσύνη. Οι άντρες ανταγωνίζονται συνειδητά ή ασυνείδητα το έμβρυο, το μωρό που θα έρθει και θα κλέψει την προτεραιότητα που τους άνηκε. Η βία που υπόκεινται πολλές γυναίκες ξεκινά τότε».
Η ΕΝΤΟΝΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΗ ΒΙΑ ΚΑΤΑΛΗΓΕΙ ΝΑ ΕΧΕΙ ΣΩΜΑΤΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ.
Τόνισε ότι «της σωματικής βίας προηγείται η ψυχολογική. Έχουμε περιστατικά που ξεκινούν με περιορισμούς: “Δεν θα πας εκεί”, “Δεν θα μιλήσεις στη μάνα σου”, “Δεν θα δουλέψεις”, “Δεν θα βγεις στο μπαλκόνι να καπνίσεις” – το τελευταίο το έχω ακούσει πολλές φορές. Είναι τόσο έντονη η ψυχολογική βία, που καταλήγει να έχει σωματικές επιπτώσεις στη γυναίκα. Αρχίζει να εμφανίζει ψυχοσωματικά συμπτώματα, που οδηγούν σε ασθένειες, πονοκεφάλους, άσθμα, πρόβλημα στο στομάχι, και φτάνουν σε κατάθλιψη».
Ακόμα και χωρίς χειροδικία, μπορεί να υπάρχει βία
«Κάθε βία ξεκινά λεκτικά, με την ταπείνωση. Αν περιλαμβάνει και απειλή κατά της ζωής, ακόμα κι αν ο θύτης δεν σε έχει αγγίξει, ο νόμος προβλέπει πως δεν πρόκειται για κάτι απλό, αλλά για κάτι που διώκεται. Οι αστυνομικοί και οι εισαγγελείς αντιμετωπίζουν με τη δέουσα σοβαρότητα την απειλή κατά της ζωής, κάτι που δεν ξέρουν οι γυναίκες. Πολλές πιστεύουν πως εφόσον δεν υπάρχει χειροδικία, δεν είναι βία. Δεν είναι όμως, αυτή η πραγματικότητα».
Εξηγεί πως με τη βοήθεια των media γίνονται όλο και πιο γνωστά τα όσα ισχύουν και καταρρίπτονται μύθοι που λειτουργούσαν ως τροχοπέδη. «Πλέον, υπάρχει δημοσιοποίηση του πόνου και μας καλούν όταν προκύπτει το πρόβλημα. Όχι αφού έχουν πάει τρεις φορές στο νοσοκομείο.
»Είναι σημαντικό να επισημανθεί πως ανάμεσα στα κορίτσια που γίνονται θύματα υπάρχουν πολλών ειδών περιπτώσεις. Μία είναι αυτή που αφορά την ανατροφή τους σε υγιή και ήρεμη οικογένεια, γεγονός που δεν τους επιτρέπει να αναγνωρίζουν αμέσως τη βία – αφού δεν την έχουν ξαναδεί και δεν την έχουν ξαναζήσει. Υπάρχει και το άλλο άκρο. Αυτό που θεωρούν μια ένταση ως βία. Θα σας πω ότι το προτιμώ αυτό, από το να πάνε στο νοσοκομείο και να μας καλέσουν μετά».
Ο ΘΥΤΗΣ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΑΙΣΘΗΣΗ ΤΩΝ ΟΡΙΩΝ. ΠΑΝΤΑ ΨΑΧΝΕΙ ΝΑ ΒΡΕΙ ΠΩΣ ΘΑ ΞΕΣΠΑΣΕΙ.
Από την ένταση στην κρίση
«Εμείς δεν λέμε ποτέ ότι το τάδε είναι βία και το δείνα δεν είναι. Το λένε οι ίδιες οι γυναίκες. Εμείς εξηγούμε τι είναι βία και αν όσα ακούμε εμπίπτουν. Αν μας καλέσει μια γυναίκα για να μας πει πως μάλωσε με τον σύζυγο της, γιατί θέλει να αποκτήσει παιδί ενώ εκείνος όχι, η συμβουλή μας είναι να ακούσει τους φόβους και τους λόγους που ο σύντροφός της δεν θέλει παιδί. Οι γυναίκες και οι άντρες έχουν διαφορετική προσέγγιση ως προς την πατρότητα και τη μητρότητα, οπότε είναι χρήσιμο να το επικοινωνούν και να συζητούν με φίλους που έχουν παιδιά. Να μην “κουκουλώνουν” τα προβλήματα, γιατί θα εξελιχθούν σε ένταση.
»Η ειδικότητά μου είναι η διαχείριση της κρίσης πριν γίνει ένταση. Πάντα θα υπάρχει ένταση, αλλά είναι καλό να μην κλιμακώνεται. Αν διαπιστώσουμε πως κάποιος αντλεί χαρά από το να ταπεινώνει, καταλαβαίνουμε πως έχουμε να κάνουμε με θύτη».
Ο θύτης έχει δύο χαρακτηριστικά
Ανεξάρτητα από την προσωπικότητα του καθενός, κάποιος που ασκεί βία (της όποιας μορφής) έχει ένα βασικό χαρακτηριστικό: «Τη στιγμή της έντασης δεν έχει όρια. Δεν τα ελέγχει. Αν η γυναίκα δεν θέσει όρια –λεκτικά, χωρίς να τον προσβάλει–, εκείνος τα επεκτείνει όλο και περισσότερο. Προσπαθεί να αντλήσει από το θύμα επιβεβαιώσεις, τις οποίες δεν είχε από τη μητέρα και τον πατέρα του για οποιονδήποτε λόγο.
»Το δεύτερο χαρακτηριστικό είναι πως ενοχοποιεί το θύμα. Επειδή εκείνο ακούει συνέχεια και επί χρόνια το “εσύ φταις”, σε έναν βαθμό το εσωτερικεύει και προσπαθεί να μην κάνει κάτι που να “προκαλέσει” τη βία. Μόνο που δεν τα καταφέρνει, καθώς ο θύτης δεν έχει αίσθηση των ορίων, οπότε πάντα ψάχνει να βρει πώς θα ξεσπάσει. Για εκείνον, η βία είναι αναγκαία. Δοκιμάζει τις δυνάμεις του στο θύμα. Κάποιες φορές, υπάρχει η απόλαυση της αδρεναλίνης. Όσες συγγνώμες και να λέει, μεθά από την αδρεναλίνη. Χωρίς να το συνειδητοποιεί πάντα, την απολαμβάνει. Και μετά πέφτει στην κατάθλιψη. Βγαίνει, πίνει, κάνει βόλτες για να του περάσει».
Η καταγγελία κάνει καλό –και όχι κακό– στον θύτη
«Ένα πράγμα που λέμε στα θύματα είναι πως, όταν καταγγέλλουν τη βία στην αστυνομία (στο 100, για καταγραφή), δεν κάνουν κακό στον θύτη, αλλά καλό, γιατί του μαθαίνουν ότι υπάρχουν και όρια. Όρια που δεν κατάφερε να βάλει στη ζωή του, μέσω της ανατροφής του, και πια το βάζει ο νόμος. Είναι σαν να υπάρχει ένας πατέρας που λέγεται “κράτος”, “κοινωνία”, “σύστημα”, και του λέει: “Πού πας; Απαγορεύεται. Παρανομείς”. Είναι αναγκαία αυτά τα όρια για τον θύτη.
Συνέδρια και μελέτες που έχουν γίνει στις ΗΠΑ έδειξαν πως τα άπειρα καταφύγια που δημιουργήθηκαν για τα θύματα δεν είχαν αποτέλεσμα. Μόλις μπήκε στη μέση η αστυνομία, υπήρχαν αποτελέσματα, με τις αρχές να υποχρεώνουν τους δράστες να κάνουν μαθήματα διαχείρισης θυμού και απεξάρτησης από την αδρεναλίνη. Έτσι μειώθηκαν κατακόρυφα τα περιστατικά. Μπήκε το αόρατο χέρι που λέγεται “νόμος” και έβαλε όρια».
Τι συμβαίνει στην Ελλάδα
Στην Ελλάδα πού βρισκόμαστε σε αυτό το θέμα; «Στο απέραντο πουθενά. Την αστυνομία την έχουν διδάξει να χειρίζεται τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας όπως έναν καβγά μεταξύ γειτόνων. Δηλαδή, να προσπαθούν να πείσουν τις δύο πλευρές να τα βρουν μεταξύ τους και να μην ενοχλούν τους αστυνομικούς, που έχουν να πιάσουν και κλέφτες. Σαν να μην είναι η χειρότερη μορφή βίας αυτή που συμβαίνει μέσα στα σπίτια, όπου πας για να ηρεμήσεις και σε σπάνε στο ξύλο. Η οδηγία είναι “Βρείτε τα”, αλλά το θέμα δεν είναι τόσο απλό».
Τα παιδιά και τα δικαιώματά τους
Τα παιδιά που γίνονται αυτόπτες μάρτυρες περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας και μετά θύματα ή θύτες (αφού αναπαράγουν ό,τι βλέπουν) καλούν στη γραμμή βοήθειας;
«Δεν θέλουμε να χάσουμε την κλήση, το περιστατικό, προτείνοντας να καλέσουν σε οργανώσεις που είναι ειδικευμένες για τα παιδιά. Κι αυτό γιατί υπάρχει το ενδεχόμενο να μην πάρουν ποτέ ξανά κανέναν. Ακολουθούμε λοιπόν την εξής στρατηγική: ακούμε το παιδί, κουβεντιάζουμε μαζί του και προσπαθούμε να βρούμε έναν ενήλικα στο περιβάλλον του που να μπορεί να του σταθεί. Το παιδί μπορεί να ντρέπεται αρχικά να μιλήσει στον οποιονδήποτε. Με τη συζήτηση που κάνουμε, όμως, ανακαλύπτει έναν θείο, έναν νονό ή έναν δάσκαλο που μπορεί να το ακούσει και να το βοηθήσει. Έτσι, έχει ως σημείο εστίασης έναν ενήλικα με την ικανότητα να το συντρέξει σε περίπτωση ανάγκης. Τους μιλάμε για τα δικαιώματά τους –που δεν τα ξέρουν γιατί είναι ακόμα παιδιά– και τους εξηγούμε τι είναι παράνομο».
ΤΟ ΝΑ ΕΙΝΑΙ Ο ΕΝΑΣ ΓΟΝΙΟΣ ΒΙΑΙΟΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΟΥ ΑΛΛΟΥ ΘΕΩΡΕΙΤΑΙ ΚΑΚΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ ΚΑΙ ΔΙΩΚΕΤΑΙ ΑΥΤΕΠΑΓΓΕΛΤΑ.
Βία στα σχολεία
«Ως δίκτυο, στηρίζουμε εκπαιδευτικούς σε σχολεία, που είναι υποχρεωμένοι από τον νόμο να καταγγέλλουν περιπτώσεις βίας. Δεν είναι υποχρεωμένοι να εμφανιστούν ως μάρτυρες. Πρέπει, όμως, να κάνουν τις καταγραφές –τι λέει το παιδί, πότε κ.λπ.– και να ενημερώνουν τη διεύθυνση ή τους αρμόδιους στο σχολείο (μπορεί να υπάρχει ψυχολόγος). Οφείλουν να ενημερώνουν τους προϊσταμένους, που μπορούν να αναλάβουν την υπόθεση. Καμιά φορά, ο διευθυντής μπορεί να μην θέλει να αναλάβει. Τότε ενημερώνεται η εκπαίδευση –πρωτοβάθμια, δευτεροβάθμια. Ενημερώνονται άλλοι ενήλικες, οι οποίοι μπορούν να σώσουν τα παιδιά από μια ζωή που δεν θα τους επιτρέψει να αναπτυχθούν και να υπάρξουν. Από μια ζωή που θα βάλει άλλη μια γενιά στη βία, είτε με τον ρόλο του θύτη, είτε με τον ρόλο του θύματος».
Μάθαμε και ότι «θεωρείται βία κατά των παιδιών το να είσαι βίαιος εναντίον του άλλου γονιού. Θεωρείται κακοποίηση του παιδιού και διώκεται αυτεπάγγελτα, όπου υπάρχει. Πρέπει να καταγγέλλεται από παρόντα ενήλικα, στο τμήμα ανηλίκων της αστυνομίας, που στη συνέχεια με ψυχολόγους αναλαμβάνει το θέμα. Και σε αυτό το κομμάτι είμαστε πίσω, καθώς τα παιδιά καλούνται πολλές φορές να καταθέσουν και πέντε, και 10 φορές. Η ιδανική συνθήκη είναι να γίνεται μια κατάθεση με βιντεοσκόπηση. Έτσι γίνεται σε όλον τον πολιτισμένο κόσμο. Μετά αναλαμβάνουν ψυχολόγοι και ανακριτές. Είναι επώδυνο να καταθέτει ένα παιδί πολλές φορές».
Οι γυναίκες έχουν μάθει να υπομένουν τον πόνο
Η ενημέρωση είναι πλέον καλύτερη. Παρ’ όλα αυτά εξακολουθούν να υπάρχουν πολλές γυναίκες που αρνούνται να κάνουν καταγγελίες «και κάποιες είναι μέσα στο γυναικείο κίνημα και έχουν πλήρη συνείδηση της κακοποίησής τους. Ποιος είναι ο λόγος που δεν μιλούν; Η όλη ανατροφή μιας γυναίκας. Μας μαθαίνουν να υπομένουμε τον πόνο, να ζούμε με αυτόν. Για κάποιες είναι ηρωισμός να υπομένουν τα πάντα, για να μην χαλάσουν το χατήρι του μπαμπά, του συζύγου ή/και των παιδιών. Πρέπει όμως να απαλλαγούμε από αυτό γιατί στην ουσία αυτοκτονούμε – με καταθλίψεις, καρκίνους κ.λπ. Πρέπει να απαλλαγούμε από το σύνδρομο της υπερηφάνειας στην αντοχή του πόνου. Να αντισταθούμε και να αποτινάξουμε την ενοχή από πάνω μας. Δεν είμαστε ηρωίδες. Είμαστε άνθρωποι. Και δεν χρειάζεται να είμαστε αγίες».
Εξακολουθούν να υπάρχουν γυναίκες που καταλήγουν στο νοσοκομείο, έπειτα από κακοποίηση «και λένε πως έπεσαν και χτύπησαν, ή πως κουτούλησαν σε ντουλάπι. Αν ενημερωθεί η αστυνομία, γίνονται εξετάσεις από ιατροδικαστή που ξέρει από πού προήλθε και ο πιο μικρός μώλωπας. Εάν όμως δεν γίνει μήνυση, δεν γίνεται κάτι περαιτέρω.
ΠΟΛΛΕΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΔΕΝ ΚΑΛΟΥΝ ΣΕ ΓΡΑΜΜΕΣ SOS, ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΤΟΙΜΕΣ ΝΑ ΦΥΓΟΥΝ ΑΠΟ ΤΟ ΣΠΙΤΙ.
Σε περίπτωση που γίνει μήνυση, η έκθεση του ιατροδικαστή συνιστά αποδεικτικό στοιχείο. Το θέμα είναι πως, εφόσον μιλάμε για ενήλικες, δεν μπορεί να τις σώσει κανείς, αν δεν κάνουν μήνυση. Εμείς είμαστε εκεί για να βοηθήσουμε να σωθούν. Αντιλαμβανόμαστε πως για όλα υπάρχει το πλήρωμα του χρόνου. Ο ρόλος μας είναι να ακούμε, να βοηθάμε και να συμπαραστεκόμαστε. Στην εκπαίδευσή μας μαθαίνουμε πως δεν μπορούμε να σώσουμε όλον τον κόσμο. Αν μπούμε σε αυτήν τη λογική, θα αρρωστήσουμε».
Μια γυναίκα φεύγει, όταν είναι έτοιμη να φύγει
Εν κατακλείδι, «οι γυναίκες είναι χρήσιμο να ξέρουν πως είμαστε εκεί, για να μας καλούν χωρίς να ντρέπονται και να μας λένε τι περνούν. Μετά, είναι στο χέρι τους να ωριμάσουν και να κάνουν τα επόμενα βήματα».
Το πρώτο είναι «οι οδηγίες για την ετοιμασία μιας τσάντας με τα βασικά, το να μην κοιτούν τον θύτη στα μάτια όταν τις βρίζει –γιατί μπορεί να δημιουργηθεί μεγαλύτερη ένταση και να καταλήξει σε γυναικοκτονία–, να πηγαίνουν στην άκρη όταν ο άντρας είναι μεθυσμένος και κατευθύνεται προς τα πάνω τους. Συζητάμε με τα θύματα, όχι για να νιώσουν ενοχές που δεν φεύγουν, αλλά για να βοηθήσουμε. Θα φύγουν όποτε θέλουν εκείνα – αν θέλουν. Πολλές φορές, δεν καλούν σε γραμμές SOS, γιατί νιώθουν την υποχρέωση να φύγουν από το σπίτι και δεν είναι έτοιμες γι’ αυτό. Κάτι που μπορεί να στοιχίσει τη ζωή τους, στο επόμενο σπρώξιμο. Όποτε κι αν το αποφασίσουν, θα κάνουν την κίνηση. Εμείς παρέχουμε περισσότερο ενημέρωση».
Ζούμε σε πατριαρχική κοινωνία
Σημείωσε ότι «τη σήμερον ημέρα λέμε ό,τι λέγαμε από τότε. Οι γενιές αλλάζουν, αλλά η οπτική είναι πάντα πατριαρχική. Γεγονός που σημαίνει ότι πρέπει να είμαστε ενημερωμένες, να στηρίζουμε η μια την άλλη και να κουβεντιάζουμε. Οι αλλαγές που έχουν παρατηρηθεί στο μεσοδιάστημα είναι πολύ μικρές. Ξεκινούν με την πεποίθηση της ισότητας που δημιουργείται στο σχολείο, αλλά διαλύεται στα πρώτα ραντεβού, όταν διαπιστώνεται το χάσμα μεταξύ του πού βρίσκονται και πού πίστευαν ότι είναι. Μετά επαναλαμβάνεται το σοκ στη δουλειά».
Γενικά, δεν θα έλεγες ότι είναι εύκολο να είσαι γυναίκα. Έχουμε όμως ανάγκες, όπως έχουμε και δικαιώματα. Εφόσον ένα θύμα αποφασίσει να κινηθεί νομικά, «σε λίγους μήνες βλέπουμε τη γυναίκα και δεν την αναγνωρίζουμε. Αλλάζουν τα πάντα πάνω της, από το πώς περπατάει έως η συμπεριφορά της απέναντι στα παιδιά και τη ζωή. Η προσωπική της ανάπτυξη είναι τεράστια. Απελευθερώνει μια δύναμη που έχει μέσα της και την καταναλώνει στο να αντέχει τη βία, στο να μην “προκαλέσει” και στο να κρύψει ό,τι περνάει από τα παιδιά και τους δικούς της ανθρώπους. Ξανακερδίζει τη ζωή της».