H ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΠΗΡΕΑΣΕΙ ΤΑ ΓΟΝΙΔΙΑ ΣΟΥ
Η λιχουδιά που μόλις έβαλες στο στόμα σου μπορεί να… επαναπρογραμματίσει τα γονίδιά σου. Πώς; Η εξήγηση από μία ειδικό στον τομέα της Διατροφογονιδιωματικής.
Αν μόλις έφαγες, αφιέρωσε λίγα λεπτά στο να διαβάσεις τα παρακάτω. Αν πρόκειται να φας σε λίγο, τότε πριν γεμίσεις το πιάτο σου ρίξε μια ματιά σε όσα ακολουθούν. Τα επιστημονικά στοιχεία δείχνουν ότι η διατροφή «μιλάει» στο γονιδίωμά μας (το σύνολο της γενετικής μας πληροφορίας ενός οργανισμού).
Η Διατροφογονιδιωματική (nutrigenomics) είναι ο κλάδος που μελετά πώς η τροφή επηρεάζει τα γονίδιά μας και πώς τα γονίδιά μας επηρεάζουν τον τρόπο με τον οποίο το σώμα ανταποκρίνεται στα τρόφιμα. Στόχος της είναι να μάθουμε περισσότερα για το πώς ο συνδυασμός γονιδίων και διατροφής μπορεί να επηρεάσει την υγεία ενός ατόμου και τον κίνδυνο εμφάνισης ασθενειών, αλλά και η εύρεση νέων τρόπων πρόληψης και θεραπείας.
Το παράδειγμα της μέλισσας
Εάν τα παραπάνω σας φαίνονται τραβηγμένα, δεν έχετε παρά να ρίξετε μια ματιά σε όσα συμβαίνουν μέσα σε μια κυψέλη. Οι εργάτριες μέλισσες εργάζονται ασταμάτητα, είναι στείρες και ζουν λίγες εβδομάδες. Η βασίλισσα αράζει, ζει χρόνια και είναι καρπερή.
Όπως εξηγεί η Monica Dus, επίκουρη καθηγήτρια Μοριακής, Κυτταρικής και Αναπτυξιακής Βιολογίας, που ερευνά την αλληλεπίδραση μεταξύ τροφής, γονιδίων και εγκεφάλου, αν και πρόκειται για γενετικά πανομοιότυπους οργανισμούς, βλέπουμε δύο διαφορετικές μορφές ζωής λόγω της τροφής που λαμβάνουν: η βασίλισσα τρέφεται με βασιλικό πολτό και οι εργάτριες με νέκταρ και γύρη. Μπορεί όλα να παρέχουν ενέργεια, ωστόσο τα θρεπτικά συστατικά του βασιλικού πολτού «ξεκλειδώσουν» τις γενετικές οδηγίες για την δημιουργία της βασίλισσας μέλισσας.
Πώς συνδέεται η διατροφή με το γονιδίωμα
Τα τρόφιμα αποτελούνται από μακροθρεπτικά συστατικά (υδατάνθρακες, πρωτεΐνες και λίπος), αλλά και μικροθρεπτικά συστατικά (βιταμίνες και μέταλλα). «Αυτές οι ενώσεις και τα προϊόντα της διάσπασής τους μπορούν να ενεργοποιήσουν γενετικούς “διακόπτες” που βρίσκονται στο γονιδίωμα. Για παράδειγμα, τα υποπροϊόντα του αμινοξέος μεθειονίνη (βρίσκονται στο κρέας και τα ψάρια) επηρεάζουν τα γενετικά στοιχεία που είναι σημαντικά για την ανάπτυξη και τη διαίρεση των κυττάρων και η βιταμίνη C προστατεύει το γονιδίωμα από την οξειδωτική βλάβη».
Μάλιστα, η ικανότητα των θρεπτικών ουσιών να αλλάζουν τη ροή της γενετικής πληροφορίας μπορεί να περάσει από γενιά σε γενιά. Με άλλα λόγια, η διατροφή των προγόνων μας επηρεάζει τον δικό μας κίνδυνο εμφάνισης ασθενειών και θνησιμότητας.
Η σχέση, όμως, της διατροφής μας με το γονιδίωμα είναι πολύ πιο βαθιά, καθώς ακόμα και η τροφή που καταναλώθηκε από την… τροφή μας, θα μπορούσε να επηρεάσει το γονιδίωμά μας. Όπως εξηγεί η ειδικός, το γάλα από αγελάδες που τρέφονται με χόρτα έχει διαφορετικές ποσότητες και τύπους λιπαρών οξέων και βιταμινών από το γάλα των αγελάδων που τρέφονται με σιτηρά. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τα κύτταρά μας να λαμβάνουν διαφορετικά διατροφικά μηνύματα, ανάλογα με το τι καταναλώνουμε.
«Ομοίως, η διατροφή μιας μητέρας αλλάζει τα επίπεδα των λιπαρών οξέων και των βιταμινών που βρίσκονται στο μητρικό γάλα. Αυτό θα μπορούσε να αλλάξει τον τύπο των διατροφικών μηνυμάτων που φτάνουν στο βρέφος, αν και προς το παρόν δεν γνωρίζουμε τι επίδραση έχει (αν έχει) στην ανάπτυξη του παιδιού».
Παίζει κάποιο ρόλο η συσκευασία;
Τα πρόσθετα που χρησιμοποιεί η βιομηχανία τροφίμων μπορούν επίσης να αλλάξουν τη ροή των γενετικών πληροφοριών. Για παράδειγμα, υπάρχουν τρόφιμα εμπλουτισμένα με φυλλικό οξύ. Όμως, επιστημονικά στοιχεία υποστηρίζουν ότι τα υψηλά επίπεδα φυλλικού οξέος, όταν δεν λαμβάνουμε άλλα μικροθρεπτικά συστατικά όπως η βιταμίνη Β-12, θα μπορούσαν να συμβάλουν στην υψηλότερη συχνότητα εμφάνισης καρκίνου του παχέος εντέρου.
Το εντυπωσιακό είναι ότι ακόμα και οι χημικές ουσίες, που χρησιμοποιούνται στις πλαστικές συσκευασίες τροφίμων μπορεί να μας επηρεάσουν. Η έρευνα εδώ και χρόνια δείχνει ότι η δισφαινόλη Α (BPA), για παράδειγμα, συνδέεται με επιπτώσεις στην ανάπτυξη και τη γονιμότητα.
«Αν και η σύνδεση διατροφής και γονιδιώματος είναι ένα νέο πεδίο έρευνας και πολλές από τις μελέτες έχουν γίνει σε ζωικά μοντέλα, ένα είναι σίγουρο: Η σχέση μας με το φαγητό είναι πολύ πιο… προσωπική από ό,τι είχαμε φανταστεί», αναφέρει η Monica Dus.