ΓΙΑΤΙ ΑΓΑΠΩ ΤΗΝ ΤΖΙΑ
Υπάρχουν αρκετοί λόγοι για να αγαπήσει κανείς ένα νησί σαν τη Τζια. Για μένα, όμως, είναι κάτι πολύ παραπάνω: Ένας ιδανικός έρωτας που δεν με πρόδωσε.
Όσο ήμουν παιδί, είχαμε θυμάμαι στο σπίτι μια γκραβούρα από την Κέα. Δεν ήταν κάτι ιδιαίτερο. Μια συνηθισμένη ζωγραφιά νησιώτικου τοπίου, που θα μπορούσε να είναι σχεδόν οπουδήποτε στην Ελλάδα. Την προσπερνούσα συστηματικά, μέχρις ότου έμαθα ότι η Κέα είναι η Τζια, που απέχει μόλις 1 ώρα από το Λαύριο.
Ως γνήσια λάτρης του ελληνικού, κυκλαδίτικου τοπίου που ονειρευόταν να περνάει τους 3 καλοκαιρινούς μήνες σε κάποιο νησί του Αιγαίου, άρχισα να ελπίζω ότι θα μπορούσα στο μέλλον να έχω ένα σπίτι σε κάποιο νησί –ιδανικά κοντά στην Αθήνα– που να θυμίζει Κυκλάδες, όπου θα ξεκαλοκαίριαζα.
Ξεκίνησε τότε μέσα στο μυαλό μου μια σχέση με την Τζια (εκείνη δεν το ήξερε), που θύμιζε τις σχέσεις που έχουμε ως παιδιά με τους φανταστικούς μας φίλους. Την είχα πάντα μαζί μου. Φαντασιωνόμουν τις ομορφιές της, μάζευα πληροφορίες, αναζητούσα αξιοθέατα και ιδανικά σημεία, χωρίς όμως να τολμώ να την επισκεφτώ κι ας ήταν τόσο κοντά. Ήταν το κοντινό, μακρινό μου όνειρο που δεν ήθελα επ' ουδενί να καταστρέψω.
Πρώτη φορά στην Τζια
Άλλωστε μια-δυο φορές που επιχείρησα να πάω Σαββατοκύριακο, δεν έβρισκα δωμάτιο και η ιστορία μας σταματούσε εκεί. Μέχρις ότου μια καλή φίλη απέκτησε σπίτι στην Τζια και επέμενε να με φιλοξενήσει, τώρα πια –αφού είχαν περάσει αρκετά χρόνια– μαζί με την οικογένειά μου. Πήγαμε λοιπόν όλοι μαζί, ένα κάπως δύσκολο για μένα καλοκαίρι και εξαιτίας αυτού χωρίς καμία προσδοκία. Θυμάμαι μόνο πως, όταν φάνηκε το πλοίο στον ορίζοντα του λιμανιού στο Λαύριο, κάτι σκίρτησε μέσα μου και ένιωσα πως φεύγω μακριά.
Φτάνοντας, 1 ώρα μετά, αν και το λιμάνι δεν είναι το πιο όμορφο κομμάτι του νησιού, μου φάνηκε τόσο φιλόξενο και νησιώτικο, ώστε ένιωσα πως όντως είχα αφήσει πολύ πίσω μου την Αθήνα και τα όποια προβλήματα αντιμετώπιζα. Από εκείνη την πρώτη στιγμή που πάτησα το πόδι μου στο νησί, η Τζια ποτέ δεν με απογοήτευσε. Διότι είχε πάντα να μου προσφέρει αυτό που περίμενα από εκείνη –εντάξει, εκτός από δικό μου σπίτι– και κάτι παραπάνω.
Τι θα βρεις στην Τζια
Άγριες και απόμακρες παραλίες που για να φτάσεις γκρεμοτσακίζεις το αυτοκίνητο, με το παρμπρίζ σου να γεμίζει σταθερά από το απέραντο γαλάζιο φως των Κυκλάδων. Οργανωμένες αλλά κάπως ήρεμες και φυσιολογικές (συγχωρήστε μου τη λέξη, δεν βρίσκω άλλη καταλληλότερη) παραλίες, όταν δεν έχεις όρεξη για εξερεύνηση. Κοσμοπολίτικο αέρα με λίγη τέχνη στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα και προσγειωμένες εναλλακτικές για βόλτες ακόμη και με τις σαγιονάρες. Φαγητό απλό αλλά και φαγητό ελαφρώς περίτεχνο και πιο προσεγμένο.
Ταβέρνες πάνω στο κύμα και άλλες πιο «ορεινές», στην πλατεία της σχεδόν κρεμασμένης στον απόκρυμνο λόφο χώρας. Αρχαιολογικά αξιοθέατα και γιορτή των παραμυθιών. Κόσμο απλό, παιδιά με ποδήλατα στο λιμάνι, οικογένειες με σκύλους και σκαφάτους (με σκύλους), ζευγάρια και ιδιοκτήτες εντυπωσιακών κατοικιών στον Κούνδουρο, όλους σε αρμονική συνύπαρξη, σε έναν τόπο που συνδυάζει τα πάντα για τους πάντες, κάνοντάς σε να νιώθεις ότι ανήκεις, ταιριάζεις και μπορείς να περνάς καλά, όπως θες εσύ.
Και όλα αυτά, σε ένα προσεγμένο οικιστικά τοπίο, με σπίτια πέτρινα ενταγμένα στο φυσικό ανάγλυφο, χωρίς τις συνηθισμένες παραφωνίες της ελληνικής αρχιτεκτονικής. Σε ένα νησί που δεν φωνάζει, δεν θέλει να φανεί και δεν έγινε ποτέ η τάση του φετινού καλοκαιριού. Σε ένα μέρος διαχρονικό, που δεν έδωσε χώρο στους έντονους ρυθμούς της μόδας και των νεανικών υπερβολών που «ανεβάζουν» άλλα νησιά. Το μοναδικό ίσως μειονέκτημα είναι οι τιμές της, που όμως εξισορροπούνται από την πολύ κοντινή απόσταση και τα χαμηλά μεταφορικά.
Στην Τζια πηγαίνω από τότε όσο συχνά μπορώ, σχεδόν κάθε καλοκαίρι, κι ας μην έχω σπίτι εκεί. Επειδή ανταποκρίνεται στο νεανικό μου όνειρο, που τώρα ενηλικιώθηκε και έχει άλλες ανάγκες. Τις καλύπτει κάθε φορά και μου χαρίζει φεύγοντας αυτή την αισιοδοξία που έχεις όταν οι διακοπές έχουν καταφέρει να σε απομακρύνουν από ό,τι σε βαραίνει. Μπορεί και το κάνει ακόμη και σε μόλις 2 μέρες, μόλις 2 ώρες από την πόλη όπου ζω και εργάζομαι.
Τα δικά μου στέκια
– Αγαπημένη οργανωμένη παραλία, ιδανική για παιδιά και λοιπούς συγγενείς
Οτζιάς και πάλι Οτζιάς, με αλμυρίκια, κούνιες (ξεχαρβαλωμένες), ταβερνάκι πίσω ώστε να μπορείς να αράξεις όλη τη μέρα, καθαρά νερά και απάνεμη θάλασσα.
– Αγαπημένη δυσπρόσιτη παραλία
Συκαμιά: Τα περίπου 3 χλμ. του χωματόδρομου σε συνδυασμό με την παντελή απουσία πολιτισμού (ούτε νερό δεν υπάρχει), σου εξασφαλίζουν ότι θα απολαύσεις την απόλυτη ηρεμία στο απόλυτα όμορφο θαλασσινό τοπίο.
– Ποτό και φαγητό
Tο Eora Seaside Escape & Restaurant είναι ένα κλασικό beach bar & restaurant επάνω στην παραλία Γιαλισκάρι που έχει πάντα κόσμο και υπό κανονικές συνθήκες είναι μια πολύ συνηθισμένη επιλογή. Αν πιεις όμως το ποτό σου φορώντας το βρεγμένο μαγιό σου την ώρα που σουρουπώνει, στα ψηλά τραπέζια, σχεδόν επάνω στη θάλασσα, αυτομάτως το θέμα «ποτό» περνάει σε άλλη διάσταση και το συστήνω για την εμπειρία. Για φαγητό, θα διαλέξω τη Στροφή του Μίμη, όχι απαραίτητα επειδή έχει το καλύτερο φαγητό, αλλά επειδή καλοκαιρινό δείπνο για μένα σημαίνει «θαλασσινά επάνω στην αμμουδιά».
– Extreme «σπορ»
Επίσκεψη στον αρχαιολογικό χώρο της Καρθαίας, χωρίς αμάξι –επειδή δεν πηγαίνει ως εκεί– μέσω μονοπατιών (γίνεται και με πλωτό μέσο, αλλά δεν είναι extreme). Υπάρχουν 4 παραδοσιακά μονοπάτια που φτάνουν στην Καρθαία. Πρόκειται για τα μονοπάτια με αρ. 3, 5, 6 και 7, χαρτογράφηση των οποίων και αναλυτικές πληροφορίες μπορείτε να βρείτε εδώ. Από τα τέσσερα αυτά μονοπάτια το συντομότερο είναι το υπ’ αρ. 6, το οποίο ξεκινάει από τη θέση Σταυρουδάκι, και έχει συνολικό μήκος περ. 1.900 μ. Η διάρκεια της πεζοπορίας για την κατάβαση είναι περίπου 40 λεπτά.
Στο Σταυρουδάκι μπορείτε να φτάσετε είτε με το λεωφορείο του δήμου (από το λιμάνι της Κορησσίας και από τη χώρα της Ιουλίδας) είτε με το δικό σας αυτοκίνητο. Από εκεί θα περιηγηθείτε σε ένα από τα σημαντικότερα φυσικά και ιστορικά τοπία στις Κυκλάδες. Προχωρώντας στο αρχαίο μονοπάτι που διασχίζει την κοιλάδα του Βαθυπόταμου, αποκαλύπτεται σταδιακά όλη η πανίδα και η χλωρίδα του νησιού. Εδώ ανακαλύφθηκε το θέατρο και τμήμα του συστήματος υδροδότησης της πόλης. Στο τέλος αυτής της διαδρομής θα δείτε τις Μικρές Πόλες, έναν μοναχικό όρμο, όπου μπορείς να βουτήξεις προτού αρχίσεις την εξερεύνηση.
– Πέρασμα οπωσδήποτε
Από τον Κούνδουρο και τη μικρότερη παραλία δίπλα του, το Κουνδουράκι – άλλος κόσμος. Την ορεινή Ιουλίδα, επειδή ως χώρα διαφέρει αρκετά και επιφυλάσσει εντυπωσιακή θέα, άγρια ομορφιά και πολλές... σκάλες στον επισκέπτη της. Δυστυχώς το πάρκινγκ είναι πολύ δύσκολο το βράδυ.
Ένα tip για το τέλος
Είναι πολλές οι παραλίες, τα μαγαζιά και οι βόλτες που θα μπορέσετε να κάνετε στην Τζια, αλλά δεν θέλω να τα αποκαλύψω όλα. Άλλωστε, ο καθένας βρίσκει στο συγκεκριμένο νησί αυτό που του ταιριάζει, αυτή είναι η ομορφιά του.
Αν έρθετε με παιδιά, ίσως να προτιμήσετε να μείνετε κοντά στο λιμάνι, όπου υπάρχει μια ωραία παιδική χαρά και ο δρόμος κλείνει το βράδυ, ώστε να περπατούν και να κάνουν ποδήλατο ελεύθερα. Όπως όμως και να έρθετε, μην περιοριστείτε στη βιαστική επίσκεψη του Σαββατοκύριακου. Η Τζια έχει να δώσει πολλά.