ΠΟΣΗ ΑΤΟΜΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΝΑ ΧΩΡΕΣΕΙ ΣΕ ΜΙΑ ΑΚΟΜΑ ΦΩΤΙΑ;
Η Νίκη Καλογήρου έχασε το σπίτι της στην πυρκαγιά στο Μάτι, το 2018. Στις πλημμύρες του 2020 πήγε στην Εύβοια για να βοηθήσει. Αυτή τη στιγμή βρίσκεται στο Ντράφι. Με αφορμή μια ακόμα φωτιά που δεν μας άφησε να κλείσουμε μάτι, μιλάμε για ατομική ευθύνη, για τη μοναξιά που νιώθουμε μπροστά σε οποιαδήποτε καταστροφή, για την οργή που μας κατακλύζει κάθε φορά που το ίδιο σενάριο παίζει στη λούπα...
Τη Νίκη τη γνωρίζω χρόνια. Την ξεχωρίζεις από το καυστικό της χιούμορ, το μόνιμο χαμόγελο στα χείλη και την αστείρευτη αισιοδοξία της. Και τα τρία παραπάνω τα διατηρούσε στο ακέραιο όταν μιλούσαμε λίγους μήνες μετά την πυρκαγιά στο Μάτι, εκεί όπου περισσότεροι από 100 άνθρωποι είχαν χάσει τη ζωή τους – η Νίκη ήταν από τους «τυχερούς», είχε χάσει μόνο το σπίτι της. Εκείνη την περίοδο φιλοξενούνταν μαζί με τον άντρα της και τα δυο τους παιδιά σε φίλους. Το σπίτι τους είχε καεί. Πώς νιώθει σήμερα με το έργο που επαναλαμβάνεται τόσο προβλέψιμα όλα αυτά τα χρόνια, με μόνη διαφορά τη λογική της εκκένωσης, που φαίνεται να αποτελεί πανάκεια για κάθε καταστροφή;
– Νίκη, πες μου τη δική σου εμπειρία από εκείνη τη μέρα στο Μάτι.
Κατά διαβολική σύμπτωση, την ώρα της φωτιάς, την 23η Ιουλίου του 2018, ήμασταν οικογενειακώς στο σπίτι των κουμπάρων μας στο Ντράφι, το σημείο από όπου ξεκίνησε η χθεσινή φωτιά. Αν δεν ήμασταν εκεί, ώστε να μας πάρει χρόνο μέχρι να φτάσουμε στο Κόκκινο Λιμανάκι, δεν θα κάναμε τώρα αυτή την κουβέντα...
Μας πήραν τηλέφωνο να επιστρέψουμε όταν η φωτιά ήταν ακόμα στον Βουτζά. Δεν περιμέναμε ότι θα περνούσε τη Λεωφόρο Μαραθώνος. Τελικά, πριν ακόμα περάσει τη λεωφόρο, από το θερμικό φορτίο και την κίνηση του αέρα άρχισε να καίγεται το Μάτι. Ήταν πολύ αναπάντεχη η πορεία που είχε η φωτιά.
Η Λεωφόρος Μαραθώνος είχε φρακάρει. Κάναμε από το Πικέρμι μέχρι το Μάτι –κανονικά διαδρομή 10 λεπτών– μιάμιση ώρα. Καταφέραμε να φτάσουμε στον παραλιακό δρόμο, όταν συναντήσαμε στο αντίθετο ρεύμα μια φίλη, που είχε καταφέρει να φύγει μόλις από το σπίτι της. Αποφασίσαμε να κάνουμε αναστροφή και να φύγουμε. Μέσα στα επόμενα 5 λεπτά, η φωτιά είχε προχωρήσει πάρα πολύ. Οι δικοί μας μάθαμε αργότερα ότι είχαν κατέβει προς την παραλία. Κατευθυνθήκαμε προς Αρτέμιδα, σε φίλους, για να αφήσουμε τα παιδιά και να δούμε τι θα κάνουμε. Δεν είχαμε καμία ενημέρωση για το πού ήταν η φωτιά, τι γινόταν με το σπίτι μας, αν χρειαζόταν κάποιος βοήθεια. Γυρίσαμε πίσω και περιμέναμε έξω από τον Σκλαβενίτη της Ραφήνας, ο οποίος ήταν ανοιχτός και μας προσέφερε νερά και περίθαλψη, και μείναμε εκεί μέχρι τις 2 τα ξημερώματα.
– Πότε φτάσατε στο σπίτι και καταλάβατε τι είχε γίνει;
Το επόμενο πρωί. Σε μας η φωτιά είχε μπει από το πλάι, από το παιδικό δωμάτιο. Εκεί, είχαν καταστραφεί τα πάντα – ήταν όπως όταν σου δίνουν ένα σπίτι στα μπετά. Στα υπόλοιπα δωμάτια υπήρχαν τα έπιπλα, αλλά ήταν κατεστραμμένα. Τα ντουλάπια είχαν φουσκώσει, υπήρχαν καύτρες παντού. Ψάξαμε για πράγματα, βρήκαμε ελάχιστα, τις επόμενες μέρες απλώς πηγαίναμε και πετάγαμε.
– Δεν μπορώ να φανταστώ τα συναισθήματά σας εκείνη τη στιγμή. Βέβαια, σε αυτή την πυρκαγιά είχαν χάσει τη ζωή τους τόσοι άνθρωποι, οπότε φαντάζομαι ότι θα νιώθατε τυχεροί που είστε ζωντανοί. Δεν είναι λίγο, όμως, να χάνεις το σπίτι σου…
Δεδομένου ότι είχε πεθάνει κόσμος, εμείς δεν νιώσαμε πραγματική, βαθιά θλίψη για το σπίτι. Νιώσαμε για τους ανθρώπους. Πιθανολογώ ότι αν δεν είχαν χαθεί ανθρώπινες ζωές, θα στεναχωριόμασταν πάρα πολύ. Σκεπτόμενη ότι, αν δεν είχαμε αποφασίσει να κάνουμε αναστροφή εκείνη τη μέρα, θα έπρεπε να μπούμε στη θάλασσα με τον μικρό μας να είναι 3,5 χρονών, δεν με απασχολούσε το σπίτι. Εγώ έχω κι έναν μηχανισμό να δρω αισιόδοξα, οπότε αυτό μας βοήθησε. Υπήρξαν φυσικά και πολύ δύσκολες στιγμές, κυρίως βραδιές που συνειδητοποιείς τι έχει γίνει. Σου λείπουν πράγματα… Αλλά γενικά δεν είμαι άνθρωπος που δένομαι με υλικά αντικείμενα.
– Τι κάνατε μετά; Πού μένατε;
Μείναμε 5 μέρες σε φιλικό σπίτι, έναν μήνα σε δομή κατασκήνωσης και έπειτα νοικιάζαμε σπίτι για 3,5 χρόνια. Αυτόν τον Μάιο ολοκληρώθηκαν οι εργασίες στο σπίτι μας και μπήκαμε μέσα. Ήμασταν από τους πρώτους που είχαν φύγει από τη δομή. Υπήρξαν οικογένειες που έμεναν μέχρι και πριν λίγο καιρό, όταν ενημερώθηκαν ότι οι κατασκηνώσεις δεν μπορούν να φιλοξενούν άλλο πυρόπληκτους. Αρωγή υπήρξε από το κράτος σε μεγάλο βαθμό. Βέβαια, με τον κορονοϊό και τον πόλεμο στην Ουκρανία, το κόστος των υλικών έχει σχεδόν διπλασιαστεί, οπότε όπως καταλαβαίνεις χρωστάμε ακόμα χρήματα για εργασίες.
– Το 2020, πήγατε οικογενειακώς να βοηθήσετε στην Εύβοια, μετά τις καταστροφικές πλημμύρες.
Κυριακή βράδυ το μάθαμε, Δευτέρα πρωί ήμασταν εκεί. Μία χρονιά μετά τη φωτιά, φτάσαμε πριν από οποιοδήποτε πολιτικό πρόσωπο στην Εύβοια… Μαζέψαμε 2-3 πράγματα, καθαριστικά, ρούχα και παπούτσια των παιδιών σε πολύ καλή κατάσταση. Θεωρήσαμε ότι θα είναι μια μικρή σχετικά καταστροφή, η πλημμύρα μάς φαινόταν τίποτα μπροστά στη φωτιά. Όταν όμως φτάσαμε, βρήκαμε κόσμο βουτηγμένο στη λάσπη, τόνους αργίλου ξεραμένου, ζώα πνιγμένα και κόσμο πονεμένο. Καταλάβαμε ότι οι άνθρωποι είχαν τεράστιο πρόβλημα. Οι περισσότεροι κάτοικοι ήταν ηλικιωμένοι, η λάσπη όταν στεγνώνει δεν φεύγει από ένα σπίτι, οι ζημιές ήταν ανυπολόγιστες – σε κάποιους μάλιστα συνέβαινε για τρίτη φορά να καταστραφεί το σπίτι τους. Ήρθαμε και σε επαφή με κόσμο που έχασε τους δικούς του – υπήρξαν 8 θύματα τότε.
Όταν μπήκαμε στο αυτοκίνητο να φύγουμε, μου είπε ο άντρας μου «Πρέπει να έρθουμε και αύριο, δεν ξέρουν πώς να το κάνουν – κι εμείς τώρα ξέρουμε». Η φωτιά μάς είχε δώσει μια εμπειρία μοναδική: Είχαμε καταλάβει ότι η Ελλάδα δεν έχει οργάνωση πουθενά.
Όλο το βράδυ μαγείρευα γλυκά (ήξερα ότι είναι κάτι που δεν στέλνει συχνά ο κόσμος), τα μεριδοποίησα, τα έβαλα σε κουτιά και τους τα πήγαμε το επόμενο πρωί. Τρελάθηκαν οι κυρίες από τον Πολιτιστικό Σύλλογο Αγίου Νικολάου που βοηθούσαμε! Τους είπαμε ότι θα ερχόμασταν μέχρι να σταθούν στα πόδια τους. Τους εξηγήσαμε ότι θα αρχίσουν να δέχονται πολύ μεγάλες ποσότητες από αγαθά και πώς αν δεν ξέρουν πώς να το οργανώσουν, θα αρχίσουν τα προϊόντα να χαλάνε, θα λαμβάνουν πράγματα που δεν χρειάζονται, κλπ. Πολλοί στέλνοντας βοήθεια, κάνουν απλώς ξακαθάρισμα στο σπίτι τους… Εταιρείες που διαφημίζουν στα social τη βοήθειά τους στέλνουν ληγμένα προϊόντα. Δεν μπορείς να πετάς στους ανθρώπους ένα πιάτο φαγητό, ένα χαλασμένο γλυκό ή να μην τους αφήνεις να διαλέξουν τι ρούχα τους αρέσουν.
Κάθε πρωί, λοιπόν, πηγαίναμε με τα δυο μας αγόρια στο Μπούρτζι, καταγράφαμε τις ανάγκες, ζητούσαμε από φίλους και μέσω social media να συνεισφέρουν, οργανώναμε, μαγειρεύαμε, μοιράζαμε, γυρνούσαμε στη Ραφήνα και πάλι από τη αρχή. Για δύο εβδομάδες. Ήταν πολύ κουραστικό, η αγάπη όμως που νιώθεις όταν βοηθάς δεν μπορεί να συγκριθεί με τίποτα.
ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙΣ ΝΑ ΠΕΤΑΣ ΣΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΕΝΑ ΠΙΑΤΟ ΦΑΪ, ΕΝΑ ΧΑΛΑΣΜΕΝΟ ΓΛΥΚΟ Ή ΝΑ ΜΗΝ ΤΟΥΣ ΑΦΗΝΕΙΣ ΝΑ ΔΙΑΛΕΞΟΥΝ ΤΙ ΡΟΥΧΑ ΤΟΥΣ ΑΡΕΣΟΥΝ.
– Πώς το βιώσαν όλο αυτό τα παιδιά;
Ήταν μεγάλο σχολείο και για εκείνα. Βοηθούσαν τον «Άλλο Άνθρωπο» στο μαγείρεμα, ανέβαιναν στο αγροτικό που φορτώναμε μερίδες φαγητού και νερά, θερμόμετρα, αντικουνουπικά (είχαν τεράστιο θέμα εκεί με τα λιμνάζοντα νερά, με τα πεθαμένα ζώα, υπήρχαν εστίες μόλυνσης). Οπότε τα παιδιά κατηγοριοποιούσαν τα είδη πρώτης ανάγκης, βοηθούσαν στο φόρτωμα και στο μοίρασμα.
– Βοήθεια από το κράτος υπήρξε για τους ανθρώπους στην Εύβοια;
Αυτό που μάθαμε από κατοίκους είναι πώς το βοήθημα που πήραν ως αποζημίωση ήταν 600 ευρώ, όσο κοστίζει περίπου μια ηλεκτρική κουζίνα, τη στιγμή που η λάσπη ήταν στα ¾ των σπιτιών τους. Δεν υπήρχε ιδιαίτερη οργάνωση εκεί. Ό,τι έγινε ήταν από οργανώσεις εθελοντών και ΜΚΟ, που μέσω των social media και της δύναμης του ίντερνετ oργάνωναν πράγματα, και κάποιες κινήσεις από τον Δήμο Χαλκηδέων με τα μέσα που είχαν. Και τα ξενοδοχεία που κάποιοι τα διέθεσαν για να φιλοξενήσουν κόσμο, το έκαναν ως ιδιώτες, δεν ξέρω αν πήραν κάποια αρωγή από το κράτος.
– Πώς ένιωσες όταν έμαθες για τη φωτιά που ξεκίνησε στο Ντράφι;
Το ότι δεν έχουμε βάλει μυαλό και κάθε καλοκαίρι καίγεται ένα μεγάλο κομμάτι της Ελλάδας, μου προκαλεί σίγουρα οργή. Ξέρουμε ότι Ιούλιο και Αύγουστο έχουμε πολύ δυνατούς ανέμους και δεν έχουμε βρει τον τρόπο να το διαχειριστούμε – αυτό προκαλεί τεράστια ανασφάλεια. Νομίζω ότι όλοι έχουμε πλέον καταλάβει πώς ό,τι και να συμβεί, είμαστε μόνοι μας. Δεν μπορείς να εμπιστευτείς τον κρατικό μηχανισμό σε καμία περίπτωση, είτε πρόκειται για σεισμό, είτε για πλημμύρα, είτε για φωτιά. Όταν περνάνε πάνω από τα κεφάλια μας τα ελικόπτερα για να πάρουν νερό, αισθανόμαστε δυσάρεστα. Αυτός ο ήχος έχει μείνει ανεξίτηλος στη μνήμη μας – ήταν και ο βασικός λόγος που φύγαμε τόσο γρήγορα από την κατασκήνωση.
Αυτό που αισθανόμαστε επίσης κάθε φορά είναι η ανάγκη μας να βοηθήσουμε. Αυτό που είχαμε ζήσει εμείς τις πρώτες μέρες στο Μάτι ήταν πολύ χαοτικό. Δεν ξέραμε τι να κάνουμε, ασιθανόμασταν δυσάρεστα να ζητήσουμε θέση σε δομή, να ζητήσουμε πράγματα. Το εξηγήσαμε αυτό στους ανθρώπους που συναντήσαμε στην Εύβοια. Πρέπει να φερόμαστε στους ανθρώπους με ευαισθησία και σεβασμό. Δεν υποχρεούνται να φάνε ούτε μουχλιασμένο ψωμί, ούτε να τους πετάμε μια μερίδα φαγητό. Δεν τους κάνουμε χάρη που τους βοηθάμε. Δεν μπορείς να ρωτάς από την πόρτα κρατώντας μια λίστα «Τι σας λείπει;» και να του το δίνεις εσύ. Να μπει και να δει τι θέλει να πάρει. Ποιο σαμπουάν λαχταράει για να πλύνει τα μαλλιά του.
– Η μέθοδος που ακολουθείται τα τελευταία χρόνια σε αντίστοιχες περιπτώσεις είναι η εκκένωση. Ποια είναι η γνώμη σου γι’ αυτό;
Όταν βλέπεις ότι η φωτιά πάει να προσβάλει έναν οικισμό, η εκκένωση είναι απαραίτητη. Και έχει γίνει πολλές φορές στο παρελθόν, δεν χρησιμοποιείται μόνο τα τελευταία 2-3 χρόνια. Η λογική της εκκένωσης, όμως, είναι όταν εσύ φεύγεις να μένει πίσω κάποιος και να δουλεύει. Βλέπουμε σκηνές στα κανάλια με «ξεροκέφαλους» ανθρώπους που δεν υπακούουν την αστυνομία και μένουν για να προστατεύσουν τα σπίτια τους. Μίλησα το πρωί με τους κουμπάρους μας από το Ντράφι. Στη χθεσινή φωτιά έσωσαν το σπίτι τους και το σπίτι των διπλανών και των απέναντι, επειδή έμειναν. Λίγο πιο κάτω, το σπίτι γειτόνων τους που έφυγαν κάηκε.
Δεν λέω ότι πρέπει να μένει ο κόσμος και να ρισκάρει τη ζωή του, αλλά είναι λογικό να γίνεται κανείς «ξεροκέφαλος» όταν ξέρει ότι δεν λειτουργούν τα πράγματα, ότι θα είναι πολύ δύσκολο να αποζημιωθεί, ότι θα είναι πολύ δύσκολο να φτιάξει ένα σπίτι και πάλι. Πώς να αφήσεις το σπίτι σου αν δεν σου εγγυηθεί ο κρατικός μηχανισμός ότι θα σε προστατεύσει;
Στον βωμό της καλής φήμης μιας κυβέρνησης, στο να μην πάρει στην πλάτη της αθρώπινα θύματα, η εύκολη λύση είναι η εκκένωση. Το να αφήνεις όμως τη φωτιά να τελειώνει στη θάλασσα ή να βγαίνει στη Μαραθώνος, για μένα δεν είναι καλή διαχείριση.
Ήταν χρήσιμο να βρεθεί ο μηχανισμός της εκκένωσης με το 112, ναι. Χρειάζονται βέβαια βελτιώσεις. Το ηχητικό δεν ακούγεται καθαρά, ένας τυφλός π.χ. δεν θα μπορέσει να εκκενώσει. Όμως χρειάζεται να υπάρχει η πραγματική πρόθεση να βοηθήσεις τον συνάνθρωπο, όχι να κοιτάς την υστεροφημία σου. Η πρόθεση πρέπει να είναι αγνή – και οι δικοί μας πολιτικοί δεν νομίζω ότι έχουν αγνές προθέσεις.
Να σου πω το εξής περιστατικό: Την 4η μέρα μετά την πυρκαγιά στο Μάτι, είδαμε έξω από το σπίτι μας μια ομάδα τριών Αυστραλών, οι οποίοι κάτι κατέγραφαν. Τους ρώτησα πώς μπορώ να βοηθήσω. Μου είπαν ότι επειδή στην Αυστραλία έχουν πάρα πολλές πυρκαγιές, για να προσπαθήσουν να βελτιωθούν στον τομέα κατάσβεσης και αποκατάστασης γυρίζουν ανά τον κόσμο και ερευνούν άλλες πυρκαγιές. Μίλησαν με τόσο σεβασμό που σε κάνει να αναρωτιέσαι: Εδώ, γιατί δεν είναι έτσι;
ΕΜΕΙΣ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΔΕΝ ΕΙΜΑΣΤΕ ΟΥΤΕ ΜΙΖΕΡΟΙ, ΟΥΤΕ ΓΚΡΙΝΙΑΡΗΔΕΣ, ΟΥΤΕ ΤΕΜΠΕΛΗΔΕΣ. ΜΑΣ ΑΞΙΖΕΙ Η ΙΔΙΑ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΑΛΛΟΙ ΛΑΟΙ.
– Εδώ έχουμε την ατομική ευθύνη σε μεγάλη υπόληψη…
Αυτή είναι η καραμέλα των τελευταίων τριών ετών. Ό,τι και να συμβεί, φταίμε εμείς. Γιατί συνέχεια καταπίνουμε προσβολές στο πρόσωπό μας; Γιατί για όλα κρίνονται οι πολίτες, αλλά το κράτος δεν τιμωρείται για τίποτα; Και γιατί τελικά δεν μας σέβονται ως πολίτες; Δεν είμαστε ούτε μίζεροι, ούτε γκρινιάρηδες, ούτε τεμπέληδες. Είμαστε τραυματισμένοι. Και μας αξίζει η ίδια μεταχείριση που έχουν άλλοι λαοί. Δουλεύουμε πάρα πολλές ώρες, πληρώνουμε υψηλή φορολογία, πασχίζουμε για όλα. Κουράγιο στους Έλληνες και κουράγιο σε μας που προσπαθούμε να διδάξουμε στα παιδιά πώς έπρεπε να είναι η ζωή...
– Πώς θα ήθελες να κλείσουμε αυτή τη συζήτηση;
Επειδή στα δικά μας σχολεία δεν είναι διαδεδομένο το να κάνουμε σεμινάρια για πυροπροστασία, πυρόσβεση, πρώτες βοήθειες, για το πώς βοηθάμε άγρια ζώα που έχουν τραυματιστεί, είναι πολύ σημαντικό εμείς και τα παιδιά μας να αποκτάμε γνώσεις για το πώς μπορούμε να διαχειριστούμε τέτοιες καταστάσεις. Γιατί, από ό,τι φαίνεται, μάλλον δεν μπορούμε να εφησυχαστούμε στο ότι η Πολιτεία τα έχει κανονίσει όλα.